Άρθρο του Miguel Mendez που αρχικά δημοσιεύτηκε στο Internationalist Standpoint.
Το 8ο Εθνικό Συνέδριο του PSOL πραγματοποιήθηκε στην Μπραζίλια, την πρωτεύουσα της Βραζιλίας, μεταξύ 29 Σεπτεμβρίου και 1 Οκτωβρίου. Συμμετείχαν περίπου 450 σύνεδροι, που εκπροσώπησαν το αριστερό κόμμα της Βραζιλίας από περιοχές σε ολόκληρη τη χώρα. Το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε σε μια κρίσιμη περίοδο για τη Βραζιλία και συνολικά για τη Λατινική Αμερική, όπου πολλές χώρες έχουν εκλέξει κεντροαριστερές κυβερνήσεις και ταυτόχρονα έχουν μια ισχυρή Ακροδεξιά στην αντιπολίτευση. Στη Βραζιλία, στην κυβέρνηση σήμερα βρίσκεται ο Λούλα, από το Κόμμα των Εργαζομένων (PT), που διαδέχθηκε την αντιδραστική κυβέρνηση Μπολσονάρου, ο οποίος ηττήθηκε με μικρή διαφορά στην προσπάθεια επανεκλογής του το 2022.
Κυβέρνηση Λούλα: διαφορετική από τον Μπολσονάρου, αλλά με αρκετούς εκπροσώπους της άρχουσας τάξης και ακολουθώντας τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα
Ο Λούλα διανύει την τρίτη θητεία του σαν πρόεδρος της Βραζιλίας (δύο θητείες από το 2003 έως το 2010 και τώρα από τον Ιανουάριο του 2023). Κέρδισε τις εκλογές με έναν πολύ ευρύ συνασπισμό και έχει δημιουργήσει τεράστιες προσδοκίες στην πλειοψηφία της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων της χώρας, ειδικά μετά τη θητεία του Μπολσονάρου, ο οποίος επιτέθηκε στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, καθώς και στα συνδικαλιστικά και κοινωνικά κινήματα. Επιπλέον, ο Μπολσονάρου είχε μια σαφή ατζέντα με στόχο την υπερεκμετάλλευση του Αμαζονίου, προωθώντας ταυτόχρονα τον μισογυνισμό, τον ρατσισμό, το μίσος κατά του ΛΟΑΤΚΙ πληθυσμού, την άρνηση της επιστήμης και μια πολύ αντιδραστική ιδεολογία.
Πριν από την υποψηφιότητά του για την τρίτη θητεία του, ο Λούλα φυλακίστηκε για 580 ημέρες και εμποδίστηκε να θέσει υποψηφιότητα το 2018, όταν προηγούνταν στις δημοσκοπήσεις. Αυτό ήταν μέρος του συνταγματικού πραξικοπήματος που οργάνωσε η Δεξιά ενάντια στη διάδοχο του Λούλα, Ντίλμα Ρούσεφ, επίσης από το PT. Οι περισσότερες αριστερές οργανώσεις της Βραζιλίας ψήφισαν υπέρ του Λούλα, για να διώξουν τον Μπολσονάρου, τόσο στον πρώτο όσο και στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2022. Το Internationalist Standpoint είχε δημοσιεύσει μια ανάλυση σχετικά με αυτές τις εξελίξεις, που είχε δημοσιευτεί αμέσως μετά τις εκλογές και μπορείτε να τη βρείτε εδώ.
Ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός δεν αποτελεί μια συμμαχία από αριστερά και κεντροαριστερά κόμματα. Σημαντικά κομμάτια της άρχουσας τάξης έχουν τους εκπροσώπους τους στην κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένων κομμάτων και πολιτικών που υποστήριξαν και μάλιστα συμμετείχαν στην κυβέρνηση Μπολσονάρου. Με αυτά τα δεδομένα, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η τρίτη θητεία του Λούλα δεν κινείται στην κατεύθυνση να πάρει τα απαραίτητα δομικά μέτρα ώστε να εκπληρωθούν οι προσδοκίες των εκατομμυρίων εργαζομένων από αυτήν.
Φυσικά, υπάρχει μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση και κυβερνητική ρητορική σχεδόν σε όλα τα ζητήματα, σε σύγκριση με τον ακροδεξιό Μπολσονάρου. Ωστόσο, η οικονομική ατζέντα ακολουθεί τις επιταγές του νεοφιλελευθερισμού. Ο υπουργός Φερνάντο Χαντάντ, επίσης από το PT, ηγείται φορολογικών και δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες έχουν επαινεθεί από τη βραζιλιάνικη και την ιμπεριαλιστική άρχουσα τάξη σαν «σύγχρονες και αποτελεσματικές» μεταρρυθμίσεις, με σαφή στοιχεία λιτότητας και περικοπών στις κοινωνικές επενδύσεις.
Το PSOL σε σταυροδρόμι: ανεξάρτητο και αντικαπιταλιστικό κόμμα ή μέρος της κυβέρνησης και της ευρείας συμμαχίας με την άρχουσα τάξη;
Το PSOL είναι ένα σημαντικό αριστερό κόμμα στη Βραζιλία, με περισσότερα από 300.000 μέλη. Έχει 13 εκλεγμένους αντιπροσώπους στο Κογκρέσο της Βραζιλίας και πολλούς άλλους σε κοινοβούλια σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Αυτήν την περίοδο το PSOL ελέγχει την τοπική κυβέρνηση του Μπελέμ, πρωτεύουσας του Πάρα, μιας ομοσπονδιακής πολιτείας στην περιοχή του Αμαζονίου.
Το PSOL πηρέ σωστά την απόφαση για ψήφο στον Λούλα στις περσινές εκλογές. Υπήρξε έντονη συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος για το αν θα έπρεπε ή όχι να συμμετέχει επίσημα στον εκλογικό συνασπισμό του Λούλα, καθώς περιελάμβανε αρκετά αστικά κόμματα και παραδοσιακούς δεξιούς πολιτικούς, όπως ο αντιπρόεδρος Ζεράλντο Αλκίμιν.
Οι ομάδες του PSOL που τάχθηκαν υπέρ της μη συμμετοχής στον συνασπισμό είχαν ως κύριο επιχείρημα ότι με τη συμμετοχή του σε αυτόν, το PSOL αντιμετώπιζε τον κίνδυνο να ενσωματωθεί στην κυβέρνηση, αντί να έχει μια ανεξάρτητη προσέγγιση απέναντί της.
Το PSOL μπήκε στην κυβέρνηση του Λούλα από την πρώτη στιγμή. Κατέχει μια υπουργική θέση, σε ένα συμβολικό υπουργείο για την προστασία των αυτοχθόνων πληθυσμών, και πολλά διορισμένα μέλη σε υψηλόβαθμες κυβερνητικές θέσεις. Επίσης, το PSOL είναι επίσημα μέρος του μπλοκ υποστήριξης της κυβέρνησης, έχοντας τη θέση του αναπληρωτή προέδρου σε αυτό.
Το 8ο Συνέδριο αποτέλεσε ευκαιρία για να αλλάξει αυτό το καθεστώς και να μετακινηθεί το PSOL σε μια ανεξάρτητη θέση. Αυτό δυστυχώς δεν συνέβη.
Οι τοπικές εκλογές στη Βραζιλία θα διεξαχθούν το 2024. Στο Σάο Πάολο, τη μεγαλύτερη και σημαντικότερη πόλη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις προηγείται ο υποψήφιος του PSOL, με την υποστήριξη του Λούλα και βασισμένος σε έναν ευρύ συνασπισμό, που περιλαμβάνει δεξιούς πολιτικούς που συμμετείχαν σε προηγούμενες νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις. Το προεκλογικό επιτελείο μετακινεί το κόμμα σε ένα πιο «μετριοπαθές» προφίλ, για να μπορέσει να οικοδομήσει αυτή τη συμμαχία και να προσελκύσει μετριοπαθείς ψηφοφόρους.
Δυστυχώς, οι προτάσεις προς το Συνέδριο για την ανατροπή αυτής της κατάστασης απορρίφθηκαν. Οι εντάσεις μεταξύ των δύο μπλοκ κλιμακώθηκαν κατά το Συνέδριο και κατέληξαν σε αποκρουστικά περιστατικά επιθέσεων και από τις δύο πλευρές, που μεταδόθηκαν ευρέως από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης τις ημέρες μετά το Συνέδριο.
Στο εσωτερικό του PSOL κυριαρχούν δύο μπλοκ. Την πλειοψηφία έχει το μπλοκ που είναι έτοιμο να ενσωματωθεί ή να υποστηρίξει την κυβέρνηση και είναι υπέρ του χτισίματος μιας πλατιάς διαταξικής συμμαχίας. Η αριστερή αντιπολίτευση είναι μειοψηφία, και αντιτίθεται στον δρόμο που ακολουθεί το PSOL, έχοντας το 33% των αντιπροσώπων στο Συνέδριο.
Πρόσφατα, η Βραζιλία γιόρτασε τα 10 χρόνια από την εξέγερση του Ιουνίου του 2013. Αυτό συνέβη όταν η διεθνής κρίση του 2008 έπληξε τη Βραζιλία και η κυβέρνηση του PT απάντησε με λιτότητα και νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Το 2016, η Δεξιά οργάνωσε μαζικές διαδηλώσεις για την απομάκρυνση της προέδρου Ντίλμα, εκμεταλλευόμενη την απογοήτευση της εργατικής τάξης από την κυβέρνηση και την αδυναμία της Αριστεράς να παρουσιαστεί ως εναλλακτική λύση. Αυτό συμβαίνει συνήθως όταν η Αριστερά συνθηκολογεί με κυβερνήσεις ταξικού συνασπισμού θυσιάζοντας την πολιτική και ταξική της ανεξαρτησία.