Ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Ζαΐρ Μπολσονάρου, συνεχίζει να απειλεί ενεργοποιώντας την ακροδεξιά του βάση. Οι συγκεντρώσεις που πραγματοποιήθηκαν από οπαδούς του Μπολσονάρου την Τρίτη 7 Σεπτέμβρη αλλά και η προειδοποίηση του ίδιου για μια «πολιτική ρήξη», δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αμφισβήτησης για τα σχέδια του.
Ο βασικός στόχος του Μπολσονάρου είναι να αποσταθεροποιήσει την επερχόμενη εκλογική διαδικασία, καθώς ισχυρίζεται ότι στις προεδρικές εκλογές του 2022 θα τον νικήσει η νοθεία, λόγω της ηλεκτρονικής ψήφου.
Οι κατηγορίες που εξαπολύει εντάσσονται στα πλαίσια της γενικής σύγκρουσης που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στον Μπολσονάρου και το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας (STF) το οποίο έχει προβεί σε έρευνες εναντίον του ίδιου, μελών της οικογένειάς του, αλλά και πολιτικών του συνεργατών για υποθέσεις διαφθοράς και διασποράς ψευδών ειδήσεων για την πανδημία.
Οι ακροδεξιές συγκεντρώσεις
Ο Μπολσονάρου χαρακτήρισε τις συγκεντρώσεις της 7ης Σεπτέμβρη «αντιπολίτευση» απέναντι σε μια υποτιθέμενη συνωμοσία που οργανώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο για να τον απομακρύνουν από την εξουσία, να τον φυλακίσουν και να ποινικοποιήσουν την ακροδεξιά στη Βραζιλία.
Οι διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες πόλεις της Βραζιλίας και οργανώθηκαν από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς συμβούλους του Μπολσονάρου. Λεωφορεία που χρηματοδοτήθηκαν από ακροδεξιές οργανώσεις έφεραν ομάδες διαδηλωτών από όλα τα μέρη της Βραζιλίας στις δύο κύριες διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στη Μπραζίλια και το Σάο Πάολο.
Ο ίδιος ο πρόεδρος βρέθηκε και στις δυο αυτές συγκεντρώσεις μιλώντας μπροστά σ’ ένα ακροατήριο που κράταγε πανό και πλακάτ που ζητούσαν την ανατροπή του Ανώτατου Δικαστηρίου, στρατιωτική επέμβαση και ποινικοποίηση του κομμουνισμού.
Αυτά τα γεγονότα και ιδιαίτερα οι δράσεις που ενορχήστρωσαν οι ακροδεξιές ομάδες γύρω από τον Μπολσονάρου, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την προσπάθεια που έκαναν με φορτηγά να σπάσουν τον φραγμό της αστυνομίας σε δρόμο που οδηγεί στο Κογκρέσο, κάνουν δικαίως μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας να ανησυχούν για μια σχεδιασμένη επίθεση αντίστοιχη με αυτή του περασμένου Γενάρη στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ από υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ.
Βαθιά κρίση
Είναι γεγονός πως ο Μπολσονάρου είναι στριμωγμένος στη γωνία και η κυβέρνησή του βρίσκεται σε πολιτική κρίση. Η δημοτικότητά του έχει πέσει στο 22%, το χαμηλότερο ποσοστό που είχε ποτέ, ενώ την ίδια στιγμή η χώρα περνά μια παρατεταμένη κρίση τόσο στο οικονομικό, όσο και στο υγειονομικό επίπεδο.
Ο αριθμός των νεκρών από τον κορονοϊό ξεπερνάει πλέον τους 580.000 και ο συνδυασμός της μετάλλαξης Δέλτα με το χαμηλό ποσοστό του εμβολιασμού (κοντά στο 30%) μπορεί να επιδεινώσει δραματικά την κατάσταση. Ο Μπολσονάρου είναι ο κεντρικός υπεύθυνος γι’ αυτή την τραγωδία, καθώς υποτίμησε ανοιχτά και προκλητικά την πανδημία, αποτυγχάνοντας ολοκληρωτικά να την διαχειριστεί.
Μαζί με την καταστροφή που έχει προκαλέσει η πανδημία και οι εγκληματικές πολιτικές του Μπολσονάρου, η πείνα, η φτώχεια και η ανεργία έχουν αυξηθεί σημαντικά.
Για 19,1 εκατομμύρια ανθρώπους η πείνα είναι μια καθημερινή πραγματικότητα. Οι εικόνες από την Κουιαμπά, πρωτεύουσα της πολιτείας Μάτο Γκρόσο, που δείχνουν τις ουρές των ανθρώπων που συνωστίζονται προκειμένου να πάρουν κόκαλα από τα οποία θα προσπαθήσουν να ξύσουν τα υπολείμματα κρέατος για να τραφούν ή τα οποία θα βράσουν για να φτιάξουν σούπες ή χυλό αποδεικνύουν αυτή την πραγματικότητα.
Η ανεργία βρίσκεται στο 14,1 % με 14,4 εκατομμύρια ανθρώπους να είναι χωρίς δουλειά. Μαζί με την υποαπασχόληση ο αριθμός υπερδιπλασιάζεται: υπάρχουν πάνω από 32 εκατομμύρια που είτε είναι χωρίς εργασία, είτε εργάζονται λιγότερες ώρες απ’ όσο θα ήθελαν για να βγάλουν τα προς το ζην, είτε εγκαταλείπουν απογοητευμένοι την μάταιη αναζήτηση εργασίας.
Και όλα αυτά την ίδια στιγμή που σημειώνονται αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων, του ηλεκτρικού ρεύματος, του αερίου, των τροφίμων και άλλων βασικών προϊόντων με αποτέλεσμα η καθημερινή ζωή των φτωχών στρωμάτων να έχει μετατραπεί σε σκέτη κόλαση.
Οι απειλές του ακροδεξιού προέδρου εν μέσω της βαθιάς κρίσης που βιώνει η χώρα, αποτελούν σπασμωδικές κινήσεις σε μια απέλπιδα προσπάθεια να συσπειρώσει την ακροδεξιά του βάση και να σώσει τον εαυτό του από μια ενδεχόμενη πολιτική συντριβή.
Η στάση της άρχουσας τάξης και του στρατού
Είναι φανερό πια ότι μέσα σε αυτές τις συνθήκες κρίσης και αστάθειας ο Μπολσονάρου αποτελεί βαρίδι για την άρχουσα τάξη της Βραζιλίας.
Ενδεικτικές είναι οι επιστολές που έχουν σταλεί στον Μπολσονάρου από εκπροσώπους του μεγάλου κεφαλαίου και αντικατοπτρίζουν την υπάρχουσα δυσαρέσκεια των μεγάλων επιχειρήσεων για τις πολιτικές του.
Η αμέλεια της κυβέρνησης σε σχέση με την απόκτηση εμβολίων προκάλεσε την πρώτη αντίδραση των εκπροσώπων των μεγάλων επιχειρήσεων μέσω μιας ανοιχτής επιστολής που υπέγραψαν τραπεζίτες, επιχειρηματίες και νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι.
Μέσω μιας δεύτερης επιστολής ζητούσαν από τον Μπολσονάρου να σεβαστεί το αποτέλεσμα των εκλογών του 2022. Επί της ουσίας η επιστολή αποτελούσε απάντηση στην πρόθεση του Μπολσονάρου να αμφισβητήσει την εγκυρότητα της ηλεκτρονικής ψήφου ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2022.
Παράλληλα, σημειώνεται και η ρήξη που υπάρχει ανάμεσα στην στρατιωτική ηγεσία και τον Μπολσονάρου.
Χαρακτηριστικό της ρήξης αυτής είναι η ταυτόχρονη παραίτηση των αρχηγών του Στρατού, της Αεροπορίας και του Ναυτικού τον περασμένο Μάρτη. Αφορμή για τις παραιτήσεις στάθηκε το γεγονός ότι ο Μπολσονάρου ζήτησε την απομάκρυνση του Αρχηγού του Στρατού, Έντσον Λεάλ Πουγιόλ, επειδή απέρριψε δημόσια την πολιτικοποίηση του στρατού της Βραζιλίας, αρνούμενος επί της ουσίας να ευθυγραμμιστεί με τα αυταρχικά σχέδια του προέδρου.
Κανένας εφησυχασμός
Παρόλο που ο Μπολσονάρου δεν έχει την πολιτική και κοινωνική ισχύ και επιρροή για να προχωρήσει σ’ ένα στρατιωτικό πραξικόπημα δεν πρέπει να υπάρχει κανένας εφησυχασμός σε σχέση με την ακροδεξιά του εκστρατεία που σαν στόχο έχει να πλήξει τα δικαιώματα όσων στέκονται απέναντι στις πολιτικές του.
Είναι σίγουρο πως από τη μια θα δοκιμάσει να διαταράξει με οποιοδήποτε τρόπο τις επικείμενες προεδρικές εκλογές και θα προσπαθήσει να απονομιμοποιήσει οποιοιδήποτε διαφορετικό αποτέλεσμα από αυτό της επανεκλογής του. Από την άλλη, ακόμα κι αν η εκλογική διαδικασία ολοκληρωθεί με ομαλό τρόπο, ο Μπολσονάρου προετοιμάζει το έδαφος για τη συγκρότηση μιας ακροδεξιάς αντιπολίτευσης που θα είναι έτοιμη να δώσει σκληρές μάχες, όχι μόνο απέναντι στη νέα κυβέρνηση που θα εκλεγεί αλλά κι απέναντι στους νέους αγώνες που θα αναπτυχθούν στη χώρα την επόμενη περίοδο.
Δεν υπάρχει καμία αυταπάτη ότι θα σεβαστεί τους κανόνες του εκλογικού συστήματος ή την εκλογική του ήττα, ενώ η αποδυνάμωσή του δεν θα σημαίνει αυτόματα και την ήττα του. Την ίδια στιγμή που ένα πλειοψηφικό κομμάτι της βραζιλιάνικης κοινωνίας στρέφεται κατά της κυβέρνησής του, ο Μπολσονάρου καταφέρνει και διατηρεί μια ισχυρή βάση υποστήριξης. Είναι σίγουρο ότι δεν θα δεχτεί την ενδεχόμενη ήττα του χωρίς να προχωρήσει σε μια σκληρή αντεπίθεση για να διατηρήσει την επιρροή και την εξουσία του.
Η καμπάνια «Έξω ο Μπολσονάρου» (Fora Bolsonaro) που έχει βγάλει στους δρόμους εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές αποτελεί την πιο σημαντική και ελπιδοφόρα εξέλιξη των τελευταίων χρόνων για το βραζιλιάνικο μαζικό κίνημα.
Η μάχη βέβαια δεν μπορεί να περιοριστεί απλά στον αγώνα ενάντια στον ακροδεξιό πρόεδρο. Είναι απαραίτητο το εργατικό κίνημα και οι οργανώσεις του να προβάλουν ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργαζομένων και της νεολαίας και θα βάζει την ανάγκη ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος που γεννά τη φτώχεια, την πείνα και την ακροδεξιά. Αυτός ο στόχος περνάει μέσα από το χτίσιμο μιας μαζικής ανατρεπτικής Αριστεράς, που εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό πολιτικό ζητούμενο (και) στη Βραζιλία.