Ανταπόκριση από την Τυνησία, από το site της CWI
Μετάφραση-επιμέλεια: Ελένη Παλαιολόγου
Οι πρακτικές της αστυνομίας στην Τυνησία είναι ένα ζήτημα που απασχολεί καθημερινά τη χώρα και φέτος τον Σεπτέμβρη βγήκε και εκτός συνόρων με την ιστορία του βιασμού μιας γυναίκας από δύο αστυνομικούς σε υπηρεσία.
Η γυναίκα και ο σύντροφός της, αυτή την στιγμή κατηγορούνται από το δικαστήριο για προσβολή της δημόσιας αιδούς, ενώ οι αστυνομικοί προστατεύονται από τον υπουργό εσωτερικών. Το θύμα αντιμετωπίζεται πλέον σαν εγκληματίας.
Αυτή η αντιμετώπιση δεν είναι εξαίρεση αλλά αντικατοπτρίζει τη λογική του «awrah», του πατριαρχικού, δηλαδή, νόμου που το κυβερνόν κόμμα, Ennahda, προσπαθεί να επιβάλει. Σύμφωνα με αυτόν, η γυναίκα , με την παρουσία της, την εμφάνιση και τα ρούχα της, «προκαλεί» τους άντρες και συνεπώς, είναι η πηγή του fitna (λέξη που σημαίνει ταυτόχρονα αποπλάνηση και ανταρσία!). Αυτό υποστηρίζουν ότι εμπνέει στους άντρες την ιδέα του βιασμού. Αν μια γυναίκα πέσει θύμα βιασμού, είναι γιατί έφερε η ίδια τον εαυτό της σε θέση να τη βιάσουν! Και στην συγκεκριμένη περίπτωση, αυτό επιδιώκουν να υποστηρίξουν οι αστυνομικοί-βιαστές και με την στήριξη του υπουργείου δικαιοσύνης και των εμπλεκόμενων υπουργών.
Στην πραγματικότητα όμως η βία και η κακοποίηση από αστυνομικούς είναι κάτι που αφορά όλες τις Τυνήσιες γυναίκες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό που συνέβη πρόσφατα στη μητέρα μου, που δέχτηκε βίαιη επίθεση κατά τη διάρκεια της νυχτερινής της βάρδιας στο νοσοκομείο Rabta στην Τύνιδα, όπου εργάζεται ως βοηθός νοσοκόμα. Εκεί, δύο αστυνομικοί της εθνικής φρουράς προσπάθησαν να εισέλθουν με τη βία στο καρδιολογικό τμήμα, το οποίο δεν είναι ανοιχτό για το κοινό. Στη συνέχεια και αφού επιτέθηκαν και σε μια νοσοκόμα την ώρα που έφευγαν, ένας γιατρός τους σταμάτησε και τελικά προσήχθησαν στο αστυνομικό τμήμα του Bab Souikra.
Το προσωπικό του νοσοκομείου κατέθεσε καταγγελία και συντάχθηκε ένα ιατρικό πιστοποιητικό για τους τραυματισμούς. Μετά όμως από την αποχώρηση της νοσοκομειακής ομάδας οι αστυνομικοί αφέθηκαν ελεύθεροι χωρίς κανείς να τους αμφισβητήσει, πόσο μάλλον να τους συλλάβει. Μόνο την επόμενη ημέρα οι αστυνομικοί συνελήφθησαν τελικά σαν αποτέλεσμα της απεργίας που έκανε όλο το προσωπικό του καρδιολογικού τμήματος και την επακόλουθη παρέμβαση του υπουργού Υγείας. Τα παραπάνω αποτελούν, για ακόμη μια φορά, σαφή απόδειξη ότι οι αστυνομικές και νομικές διαδικασίες δεν τηρούνται και ότι ο νόμος δεν είναι ίδιος για όλους.
Παρόμοιες ιστορίες συμβαίνουν καθημερινά και γινόμαστε διαρκώς μάρτυρες της κατάχρησης εξουσίας από μέρους των αστυνομικών, οι οποίοι εμπλέκονται σε υποθέσεις διαφθοράς, κάνουν χρήση βίας και όχι μόνο προστατεύουν τους πλούσιους, αλλά συμπεριφέρονται οι ίδιοι σαν οι χειρότεροι εγκληματίες της χώρας. Παραδείγματα σαν το παραπάνω είναι ενδεικτικά των μεθόδων που εφαρμόζονται από το τυνησιακό κράτος και την διοίκηση της αστυνομίας, ακόμα και στα ανώτερα κλιμάκια.
Αυτές οι δύο περιπτώσεις, μεταξύ πολλών άλλων, μαρτυρούν την βαθιά έλλειψη πραγματικής δημοκρατίας στη μετά-επαναστατική Τυνησία. Η δημόσια διοίκηση δεν έχει αλλάξει από τις μέρες του Ben Ali (Μπεν Αλί). Η κατάχρηση εξουσίας και τα εγκλήματα συμβαίνουν κάθε μέρα, με πρώτα θύματα να είναι πάντα οι εργαζόμενοι, η νεολαία, οι γυναίκες και γενικότερα οι λαϊκές μάζες.
Αυτή την περίοδο η Τυνησία βρίσκεται και πάλι στα πρόθυρα νέων εκρήξεων, με γενικές απεργίες στο Sidi Bouzid και το Kasserine και διαδηλώσεις και απεργίες πολλών κλάδων σε διάφορες πόλεις της χώρας.
Δίνεται λοιπόν και πάλι η ευκαιρία να ανασυνταχτούμε, να στραφούμε στη συλλογική δράση, να ξανασυναντηθούμε οι εργαζόμενοι κι η νεολαία και να παλέψουμε ενάντια σ’ αυτό το σύστημα, όχι μόνο στην Τυνησία αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο.