Κοινή ανακοίνωση των Αριστερών σχημάτων στον Δήμο της Θεσσαλονίκης «Η πόλη ανάποδα» και «Δύναμη Ανατροπής»
Με ειλικρινή απορία παρακολουθούμε αυτές τις μέρες πολιτικούς παράγοντες και ΜΜΕ να ανακινούν το ζήτημα της μετακίνησης των αρχαιοτήτων στον υπό κατασκευή σταθμό του μετρό στη Βενιζέλου. Ένα ζήτημα που έμοιαζε να έχει λήξει σχεδόν τρία χρόνια πριν όταν είχε επικρατήσει η λογική και προκρίθηκε η λύση της παραμονής των μνημείων μέσα στον σταθμό.
Οι Θεσσαλονικείς έχουν υποβληθεί για χρόνια στην αχρείαστη ταλαιπωρία της κατασκευής μετρό σε μια πόλη που ήταν γνωστό ότι διαθέτει ένα πλούσιο αρχαιολογικά υπέδαφος, παρά τις ρεαλιστικές προτάσεις που μιλούσαν για επίγεια μέσα σταθερής τροχιάς. Δεν είναι δυνατόν λοιπόν, όταν έχει πλέον δρομολογηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η λύση σε ένα θέμα που επέτεινε ακόμη περισσότερο αυτή την ταλαιπωρία, ξαφνικά οι νέες διοικήσεις κράτους, περιφέρειας και δήμου να σχεδιάζουν να αλλάξουν άρδην το υπάρχον σχέδιο κατασκευής του σταθμού Βενιζέλου, τάχα για να «επιταχύνουν τις διαδικασίες».
Το εντυπωσιακά διατηρημένο τμήμα της περίφημης βυζαντινής Μέσης Οδού (Decumanus Maximus) που ανακαλύφθηκε στο σημείο που είχε σχεδιαστεί ο συγκεκριμένος σταθμός, χαρακτηρίστηκε εξαρχής από την επιστημονική κοινότητα ως ένα μνημειακό σύνολο παγκόσμιας σημασίας και αναγνωρίστηκε ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας και της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης.
Αυτό δεν φάνηκε να πτοεί κάποιους που κατά τα άλλα κόπτονται για την ιστορία, το παρελθόν, την παράδοση και άλλα τέτοια ηχηρά, καθώς επί κυβέρνησης Σαμαρά έγινε πεισματική προσπάθεια να προχωρήσει η απόσπαση των αρχαιοτήτων -που συνοδευόταν από σχέδια για πιθανή επανατοποθέτησή τους μετά την κατασκευή του Σταθμού- για να μην καθυστερήσει το έργο (και για να εξοικονομηθούν χρήματα). Κάτι τέτοιο όμως, αν όντως υλοποιούνταν, πέραν του ότι θα εξέθετε τις αρχαιότητες σε τρομακτικό κίνδυνο, θα αλλοίωνε επίσης την αυθεντικότητα και την ανάδειξη του μνημειακού συνόλου στον τόπο όπου γινόταν η χρήση του.
Μετά την κατακραυγή από την επιστημονική κοινότητα, τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, τον Σύλλογο Εκτάκτων Αρχαιολόγων, από πολίτες, αλλά και την τότε διοίκηση του Δήμου, η οποία μάλιστα έκανε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το σχέδιο απόσπασης απορρίφθηκε και αναζητήθηκε τεχνική λύση που θα συνδύαζε την κατασκευή του σταθμού Βενιζέλου με την κατά χώραν ανάδειξη του μνημειακού συνόλου, η οποία επικυρώθηκε με σχετική απόφαση του ΚΑΣ τον Φεβρουάριο του 2017 και προχώρησε σε επίπεδο μελέτης και κατασκευής.
Σήμερα, και ενώ ήδη η Αττικό Μετρό έχει προχωρήσει τις εργασίες κατασκευής της πλάκας οροφής του σταθμού, η νέα κυβέρνηση, με συμπαραστάτες τους τοπικούς άρχοντες Δήμου και Περιφέρειας, ανοίγει ξανά την κουβέντα περί απόσπασης, παραβλέποντας εσκεμμένα την πρόοδο των εργασιών, την επιστημονική τεκμηρίωση και την πολιτιστική -ακόμη και την τουριστική, αφού ο νέος αρχαιολογικός χώρος θα αποτελέσει εφαλτήριο για την προσέλκυση χιλιάδων επισκεπτών!– σημασία της in situ ανάδειξης του μνημειακού συνόλου.
Στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης «επιτάχυνσης» του έργου, η κυβέρνηση, τοπικοί παράγοντες της ΝΔ και ο νέος δήμαρχος, που ως γνωστόν επιθυμούσε ακόμη και ως μέλος της προηγούμενης διοίκησης τη λύση της απόσπασης, θέτουν σε κίνδυνο την πολιτιστική κληρονομιά της πόλης, παρότι οι ίδιοι δεν χάνουν ευκαιρία να μιλούν για την «αδιάλειπτη παρουσία της Θεσσαλονίκης από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα» .
Πέρα από το πολιτιστικό έγκλημα όμως, είναι μάλλον αυτονόητο ότι το έργο θα πάει πολύ πίσω λόγω επανασχεδιασμού (αλλά και της ανάγκης ξηλώματος των ήδη υπαρχουσών κατασκευών), το κόστος του θα ανέβει κι άλλο, τα χρήματα που έχουν ήδη δαπανηθεί για την in situ λύση θα πάνε χαμένα, και οι μόνοι που θα ωφεληθούν οικονομικά είναι οι μεγαλοεργολάβοι που θα το αναλάβουν και σίγουρα όχι οι Θεσσαλονικείς, ενώ είναι ορατός ο κίνδυνος, προκειμένου να μην καθυστερήσει ακόμη περισσότερο, να μην υπάρξει καν πρόβλεψη για την επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων.
Είναι πολύ εύλογο λοιπόν το ερώτημα για ποιους πραγματικά λόγους εκκινείται και πάλι αυτή η διαδικασία, ποιους πραγματικά θα ωφελήσει και αν η νέα διοίκηση του Δήμου θα σταθεί αρωγός στην επικίνδυνη και παράλογη απόσπαση των αρχαιοτήτων που θα καταστρέψει την αξία ενός μνημειακού συνόλου το οποίο αποτελεί την καρδιά της Βυζαντινής Θεσσαλονίκης.
Εμείς από τη μεριά μας, δηλώνουμε ότι θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, μέσα και έξω από το Δημοτικό Συμβούλιο, για να προχωρήσει απρόσκοπτα η πιο πρόσφορη τεχνική λύση που θα διατηρήσει κατά χώραν το μνημειακό σύνολο της Μέσης Οδού στον σταθμό Βενιζέλου. Παράλληλα, καλούμε όλες τις δημότισσες και τους δημότες να σταθούν στο ύψος παλαιότερων ανάλογων αγώνων, και να συστρατευτούν στην προσπάθεια για μια πόλη που αγκαλιάζει το μέλλον χωρίς να παραχώνει το παρελθόν.