Άρθρο του συντρόφου Θόδωρου Μαράκη
Δεν έχω σκοπό να γράψω μια μεγάλη ανάλυση για το θέμα. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι είναι το θέμα για το εργατικό κίνημα στη χώρα μας και όχι μόνο. Με το παρόν άρθρο θα προσπαθήσω να δώσω μια σύντομη απάντηση στο εύλογο ερώτημα συντρόφων μου: Πως είναι δυνατόν να κυριαρχούν ακόμη στην ηγεσία της ΓΣΕΕ, των μεγάλων ομοσπονδιών, των σωματείων των πρώην ΔΕΚΟ και τραπεζών οι δεξιότατοι ρεφορμιστές οι οποίοι οδήγησαν κατ’ επανάληψη σε ήττες το εργατικό κίνημα.
Έχασαν όλες τις μάχες της περιόδου 2009-2015 και ιδιαίτερα αυτών της περιόδου 2009-2012 όπου η διάθεση για αγώνα των εργαζομένων ήταν σε ψηλό επίπεδο; Η απάντηση είναι: εξ αιτίας της ρεφορμιστικής του δειλίας να κλιμακώσουν τους αγώνες πράγμα που απορρέει από την ενσωμάτωση τους στη λογική του συστήματος, στη λογική της ΤΙΝΑ (Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση) πράγμα που επιβεβαίωσε η πλειοψηφία της διοίκησης της ΓΣΕΕ με το «ναι» στο δημοψήφισμα. Και βέβαια κατάφεραν η συμμετοχή των εργαζομένων στα σωματεία στον ιδιωτικό τομέα να συρρικνωθεί στο χαμηλότερο δυνατό σημείο. Το ερώτημα και η απάντηση του ισχύει για την ηγεσία της ΑΔΕΔΥ και γενικά για τα συνδικάτα του δημοσίου, με εξαιρέσεις.
Απάντηση στο ερώτημα δίνουν με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο οι κλασικοί του μαρξισμού. Ο Τρότσκι στο μεταβατικό γράφει:
«β) Τα συνδικάτα ακόμα και τα πιο ισχυρά, δεν αγκαλιάζουν πάνω από το 20 με 25% της εργατικής τάξης, (σ.σ στην εποχή μας τα συνδικάτα του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου έχουν πολύ πιο υψηλά ποσοστά που φτάνουν και το 90% σε κάποιες περιπτώσεις) και κύρια τα πιο ειδικευμένα και τα πιο καλοπληρωμένα στρωματά της. Η πιο καταπιεσμένη πλειοψηφία (σ.σ. ο ιδιωτικός τομέας, άνεργοι, κλπ.) της εργατικής τάξης δεν σέρνεται στη πάλη παρά επεισοδιακά, και σε περίοδες εξαιρετικών ανατάσεων του εργατικού κινήματος. Σε τέτοιες στιγμές, είναι αναγκαία η δημιουργία οργανώσεων(….) που να αγκαλιάζουν ολόκληρη τη μαχόμενη μάζα: απεργιακές επιτροπές, επιτροπές εργοστασίωn..»
«γ) Σαν οργανώσεις που εκφράζουν τα ανώτατα στρώματα του προλεταριάτου, τα συνδικάτα, όπως το δείχνει ολόκληρη η ιστορική εμπειρία του παρελθόντος, (…..), αναπτύσσουν ισχυρές τάσεις συμβιβασμού με το αστικό δημοκρατικό καθεστώς. Σε περίοδες όξυνσης της ταξικής πάλης, τα ηγετικά σώματα των συνδικάτων προσπαθούν να κυριαρχήσουν πάνω στο μαζικό κίνημα για να το κρατήσουν ακίνδυνο. (….) οι ηγέτες των συνδικάτων συνήθως γίνονται αστοί υπουργοί.»
(σελ. 20 υπογρ. δική μου)
Ο αντιδραστικός χαρακτήρας των ηγεσιών του συνδικαλιστικού κινήματος έχει επιβεβαιωθεί ακόμη και στην περίοδο της Οχτωβριανής επανάστασης όπου οι τραπεζοϋπάλληλοι, οι σιδηροδρομικοί, οι εργαζόμενοι στα τηλέφωνα και τον τηλέγραφο αναγκάστηκαν να υπηρετήσουν την εξουσία των σοβιέτ με το πιστόλι στο κρόταφο.
Στη χώρα μας την περίοδο του μεσοπολέμου, ΓΣΕΕ, ομοσπονδίες και εργατικά κέντρα ήταν ελεγχόμενα από τους εγκάθετους του κρατικού μηχανισμού και των εκάστοτε κυβερνήσεων του κεφαλαίου. Ο λόγος ήταν η αδυναμία του κεφαλαίου να παραχωρήσει ψίχουλα για να ελέγξει τους συνδικαλιστές και τα σωματεία. Πράγμα το οποίο πέτυχαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ την μεταπολίτευση, όπου μετέτρεψαν σε λαμόγια την πλειοψηφία των συνδικαλιστών, κυρίως του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Στη ΓΣΕΕ κυριαρχούσαν και κυριαρχούν οι συνδικαλιστές οι προερχόμενοι από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και τις τράπεζες με συντριπτικά ποσοστά σε σχέση με τους συνδικαλιστές τους προερχόμενους από τον ιδιωτικό τομέα. Σήμερα η αναλογία έχει επιδεινωθεί εξ αιτίας της κρίσης που έφερε το κλείσιμο επιχειρήσεων, τις απολύσεις, την ανεργία, κλπ σε βάρος των συνδικαλιστών εκπροσώπων του ιδιωτικού τομέα. Ο αριθμός των συνδικαλισμένων εργατών στον ιδιωτικό τομέα έχει κατέβει στο 8-10% σε αντίθεση με αυτών του ευρύτερου δημόσιου τομέα όπου κυμαίνεται μεταξύ 70-75%. Αυτή είναι η βάση πάνω στην οποία αναδείχτηκαν στην ηγεσία της ΓΣΕΕ, Ραυτόπουλος, Πρωτόπαππας, και ο «αόρατος» Παναγόπουλος, πάνω σ’ αυτή τη βάση επιβιώνουν.
Οι ήττες στις οποίες έχουν οδηγήσει το κίνημα, όσο και αν φαίνεται περίεργο τους συντηρούν γιατί υποβιβάζουν στα μάτια των εργαζομένων την σημασία των συνδικάτων και τους οδηγούν στην αποχή. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να συμμετέχουν στις συνελεύσεις και τις εκλογές αυτοί που περιμένουν εξυπηρετήσεις κατά κύριο λόγο. Αλλά αυτό δεν είναι ο κανόνας, στα σωματεία που εμφανίζονται ταξικοί φρέσκοι αριστεροί μαχητές οι ρεφορμιστές παραμερίζονται οι κυβερνητικοί συνδικαλιστές χάνουν δυνάμεις. Αλλά εξ αιτίας της σύνθεσης των συνδικάτων οι διεργασίες που συντελούνται στην κοινωνία καθυστερούν και γι αυτό εκφράζονται παραμορφωμένα στις κορυφές των συνδικάτων.
Ωστόσο οι εκλογές που πραγματοποιούντα αυτή την περίοδο στα συνδικάτα παρά τις ήττες σε συνδικαλιστικό επίπεδο, παρά την ήττα από την κωλοτούμπα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και την απογοήτευση που αυτή δημιούργησε μέσα στο εργατικό κίνημα, μας στέλνουν αισιόδοξα μηνύματα. Έχουμε αύξηση της συμμετοχής και άνοδο των παρατάξεων της Αριστεράς και ταυτόχρονα συρρίκνωση των παρατάξεων του ΣΥΡΙΖΑ, της ΠΑΣΚΕ και της ΔΑΚΕ.
Μερικά παραδείγματα: Στο Σύλλογο Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών (ΣΙΕΛ) Αθήνας ήταν εντυπωσιακή η συμμετοχή των εργαζομένων στις εκλογές για την ανάδειξή αντιπροσώπων για το 36ο συνέδριο της ΟΙΕΛΕ. Συγκεκριμένα πέρσι για την ανάδειξη του ΔΣ του ΣΙΕΛ ψήφισαν 714 εκπαιδευτικοί, ενώ αυτή τη φορά ψήφισαν 978. Αύξηση 37%!! Χαρακτηριστική είναι η πτώση της παράταξης που στηρίζεται στο ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ανέβηκαν οι Παρεμβάσεις.
Στο Σύλλογο Υπαλλήλων Περιφέρειας Αττικής το ΠΑΜΕ παρουσίασε αύξηση της δύναμης του κατά 87%. Συγκεκριμένα για το ΔΣ του Συλλόγου ψήφισαν 1009 από 956 το 2012, η «Ενωτική Αγωνιστική Κίνηση» (ΠΑΜΕ) πήρε 348 ψήφους και 9 έδρες (από 186 ψήφους και 5 το 2012). Η «Αριστερή Συνεργασία» (ΣΥΡΙΖΑ) πήρε 99 ψήφους και 3 έδρες (από 151 και 4).
Στις εκλογές του Σωματείου Μισθωτών Τεχνικών (ΣΜΤ) πρώτη δύναμη αναδείχτηκε η Αριστερή Πρωτοβουλία Τεχνικών με απόλυτη πλειοψηφία. Τα αποτελέσματα πανελλαδικά έχουν ως εξής (σε παρένθεση τα προηγούμενα αποτελέσματα): Ψήφισαν 1377 (1168). Η Αριστερή Πρωτοβουλία πήρε 671 ψήφους και 4 έδρες (577 και 4) το ΠΑΜΕ πήρε 452 ψήφους κα 2 έδρες (393 και 2) κλπ.
Γενικά υπάρχει μια αύξηση των ψηφισάντων στα σωματεία που είναι δραστήρια ενώ αντίθετα σημειώνεται πτώση της συμμετοχής ευτυχώς όχι σε μεγάλα ποσοστά παρά την απογοήτευση και την κυριαρχία της ΤΙΝΑ. Έχουμε αύξηση σχετική της επιρροής του ΠΑΜΕ και των Παρεμβάσεων στα σωματεία και την εμφάνιση νέων πρωτοπόρων συνδικαλιστών μαζί με την εμφάνιση νέων σωματείων όπως αυτά στις επιχειρήσεις κινητής τηλεφωνίας. Αυτό δείχνει την διάθεση των εργαζόμενων να γυρίσουν την πλάτη στις ξεπουλημένες ηγεσίες και να ακολουθήσουν τους ταξικούς συνδικαλιστές.
Ωστόσο το εύρος των διεργασιών που παρατηρείται σε μια σειρά σωματεία δεν αρκεί για να αμφισβητήσει την ηγεσία των ρεφορμιστών στις ομοσπονδίες στα εργατικά κέντρα και βέβαια σε επίπεδο ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ. Η όλη προσπάθεια εκτός των άλλων που ήδη πιο πάνω έχουμε αναφέρει προσκρούει στις αδυναμίες και τα λάθη την παρατάξεων της Αριστεράς και κυρίως του ΠΑΜΕ. Η διασπαστική πολιτική του τελευταίου δεν επιτρέπει να συγκροτηθεί το μέτωπο των παρατάξεων της Αριστεράς στα συνδικάτα, η διάσπαση δεν επιτρέπει να εμφανισθεί στα μάτια των εργατών μια αξιόπιστη εναλλακτική προς την ηγεσία των ρεφορμιστών ηγεσία και αυτό τους επιτρέπει παρά την εγκληματική πολιτική τους να κυριαρχούν στο συνδικαλιστικό κίνημα. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του Εργατικού Κέντρου Αθήνας του μεγαλύτερου εργατικού κέντρου της χώρας, όπου το ΠΑΜΕ αν και πρώτη δύναμη αρνήθηκε να μπει επικεφαλής και να σχηματίσει προεδρείο με τις άλλες αριστερές παρατάξεις και να μετατρέψουν το εργατικό κέντρο στο αντίπαλο δέος της ηγεσίας της ΓΣΕΕ, οδηγώντας σε μαχητικούς αγώνες το εργατικό κίνημα. Σαν αποτέλεσμα αυτής της διασπαστικής τακτικής το προεδρείο κατέληξε στην ΠΑΣΚΕ με τη βοήθεια και του ΜΕΤΑ.
Καταλήγω με την ανάγκη οι συνδικαλιστικές παρατάξεις της αριστεράς μ’ όλες του τις δυνάμεις να σπρώξουν το συνδικαλιστικό κίνημα να δώσει τη μεγαλύτερη δυνατή βοήθεια στον αγώνα των 5μήνων, ένα αγώνα νεολαίων και εν δυνάμει άνεργων.