Toυ Αλέξανδρου Πραντούνα
Χιλιάδες αντικυβερνητικοί διαδηλωτές εισέβαλλαν στο κοινοβούλιο της Ταϊλάνδης στις 6/4 απαιτώντας την παραίτηση του πρωθυπουργού Βετζατζίβα και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Ο Βετζαζίβα ανακοίνωσε την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης στην πρωτεύουσα και στις γύρω περιοχές ? δηλαδή την απαγόρευση συγκεντρώσεων άνω των 5 ατόμων και την άδεια στις δυνάμεις της τάξης να προχωρούν σε συλλήψεις χωρίς δικαστικό ένταλμα. Η απαγόρευση δεν φαίνεται να πτοεί τους διαδηλωτές που παραμένουν συγκεντρωμένοι στους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας μέχρι την στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο.
Οι πρόσφατες αυτές εξελίξεις αποτελούν την κορύφωση της πολιτικής και κοινωνικής κρίσης που επικρατεί στην χώρα. Εδώ και 3 βδομάδες δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές έχουν κατακλύσει τους δρόμους της πρωτεύουσας Μπανγκόγκ. Οι διαδηλωτές, που είναι οργανωμένοι στο «Ενιαίο Μέτωπο για την Δημοκρατία και Ενάντια στην Δικτατορία» – γνωστό ως κίνημα των κόκκινων πουκάμισων – κατηγορούν τον Βετζατζίβα πως ανέβηκε στην εξουσία παράνομα, νοθεύοντας το εκλογικό αποτέλεσμα και στηριζόμενος στην μοναρχία και την ηγεσία του στρατού. Βασικός οργανωτής των «κόκκινων πουκάμισων» είναι ο εξόριστος πρώην πρωθυπουργός Θακσίν Σιναουάτρα, που ανατράπηκε με στρατιωτικό πραξικόπημα το 2006 μετά από 5 χρόνια στην εξουσία. Παρόμοιες διαδηλώσεις έλαβαν χώρα για 3 περίπου μήνες στις αρχές του 2009, αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Βετζατζίβα.
Σε αυτή την διαμάχη για την εξουσία ο πρόεδρος Βετζατζίβα έχει την υποστήριξη του βασιλιά, του στρατού αλλά και της μεγάλης πλειοψηφίας των επιχειρηματιών. Ο βασικός λόγος για αυτό δεν είναι η «φιλολαϊκή» πολιτική του – επίσης πάμπλουτου μεγιστάνα – Θακσίν, αλλά το γεγονός πως την περίοδο που κυβέρνησε την χώρα μερίμνησε κυρίως για τον ίδιο και τους «φίλους» του, παρά για τα συμφέροντα της αστικής τάξης συνολικά.
Ταξική πάλη ή σύγκρουση μεταξύ δύο ελίτ;
Οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στα «κόκκινα πουκάμισα» είναι φτωχοί αγρότες ανάμεσα στους οποίους ο Θακσίν χαίρει σημαντικής υποστήριξης. Οι ηγέτες των «πουκάμισων», καθώς και ο ίδιος ο Θακσίν παρουσιάζουν τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις ως «ένα κίνημα των φτωχών αγροτικών μαζών που επωφελήθηκαν από τις πολιτικές του πρώην προέδρου, ενάντια στην απάνθρωπη ελίτ της Μπανγκόγκ». Έχουν μάλιστα χαρακτηρίσει αυτή την σύγκρουση σαν «ταξική πάλη».
Στην πραγματικότητα ο Θακσίν πήρε όντως κάποια μέτρα που ωφέλησαν τους φτωχούς αγρότες (πχ παροχή φτηνών δανείων) απλά και μόνο για να ενισχύσει το καθεστώς του. Την ίδια ώρα προχώρησε στην επιβολή σκληρών αντεργατικών μέτρων και ιδιωτικοποιήσεων που χάρισαν δισεκατομμύρια στην οικογένεια του, τις πολυεθνικές και τους επιχειρηματίες που είχαν στηρίξει την κυβέρνηση του.
Σε αντίθεση με τις αγροτικές περιοχές, η επιρροή του Θακσίν ανάμεσα στα εργατικά και μικροαστικά στρώματα των πόλεων είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Άλλωστε, ήταν αυτά τα στρώματα που χτυπήθηκαν περισσότερο από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του.
Η σύγκρουση μεταξύ των δύο ηγετών δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια μάχη για το ποιος θα έχει την εξουσία. Σε αυτή την μάχη ο Θακσίν κατάφερε να πάρει με το μέρος του την πλειοψηφία των φτωχών αγροτών και να τους βάλει σε μια αντιπαράθεση όχι απλά με τον Βετζατζίβα, αλλά γενικά με «τους ανθρώπους των μεγαλουπόλεων». Με λίγα λόγια, καταπιεσμένα στρώματα που έχουν επί της ουσίας τα ίδια συμφέροντα χρησιμοποιούνται από τους καταπιεστές τους προκειμένου αυτοί να πετύχουν τους σκοπούς τους. Όλα αυτά σε μια χώρα με τεράστιες κοινωνικές ανισότητες που αυξάνονται διαρκώς και με ισχυρή την πιθανότητα την επόμενη περίοδο να αναλάβει την εξουσία ο στρατός, όπως έχει γίνει ήδη 18 φορές μετά την έλευση της συνταγματικής μοναρχίας το 1932.
Ποια προοπτική;
Το μόνο σίγουρο είναι πως καμία από τις δύο ελίτ δεν πρόκειται να φέρει λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι και οι φτωχοί στην Ταϊλανδή. Μόνο ένα μαζικό και μαχητικό κίνημα που θα συνενώνει τους αγώνες της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς των πόλεων με αυτούς των φτωχών αγροτών μπορεί να δώσει προοπτική στα λαϊκά στρώματα. Εξελίξεις σαν την μεγάλη απεργία των σιδηροδρομικών τον περασμένο Ιούνη που ανάγκασε την κυβέρνηση να υποχωρήσει δείχνουν τον μόνο δρόμο που υπάρχει για τους καταπιεσμένους: αυτόν του ανυποχώρητου αγώνα για την ανατροπή των αντιλαϊκών μέτρων και τελικά του συστήματος που τα γεννά.