Μεταξύ 11 και 15 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα η πρώτη διεθνής συνδιάσκεψη της πρωτοβουλίας Internationalist Standpoint. Αυτές τις μέρες θα δημοσιεύουμε τα κείμενα που συζητήθηκαν και συμφωνήθηκαν στη συνδιάσκεψη. Το πρώτο κείμενο, για τις παγκόσμιες προοπτικές γράφτηκε την περίοδο Νοέμβρη-Δεκέμβρη 2022. Παρόλο που τα στοιχεία που παρατίθενται αφορούν εκείνη την περίοδο, δεν έγινε προσπάθεια να επικαιροποιηθεί, ώστε να μην αλλοιωθεί ο χαρακτήρας του αρχικού κειμένου. Εξάλλου, η κύρια έμφαση του κειμένου είναι οι διεργασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Μετά το κείμενο των διεθνών προοπτικών, θα δημοσιευθεί επίσης ένας αριθμός ψηφισμάτων που συμφωνήθηκαν από τη συνδιάσκεψη. Αυτά αφορούν:
α) τα συμπεράσματα από τις διασπάσεις της CWI και της ISA,
β) το περιβάλλον και
γ) τους αγώνες του φεμινιστικού και ΛΟΑΤ κινήματος.
Το πρώτο κείμενο, οι παγκόσμιες προοπτικές, θα δημοσιευτεί σε 4 τμήματα (όπως τα αντίστοιχα μέρη του κειμένου) ως ακολούθως:
1. Μια εποχή κρίσης και τεράστιας αστάθειας (μπορείτε να το διαβάσετε εδώ)
2. Ο πόλεμος στην Ουκρανία ((μπορείτε να το διαβάσετε εδώ)
3. Γεωπολιτικοί Ανταγωνισμοί
4. Καθήκοντα
Σήμερα δημοσιεύουμε το τρίτο μέρος του κειμένου των διεθνών προοπτικών, που αφορά τις γεωπολιτικές σχέσεις.
Μέρος ΙΙΙ.
Γεωπολιτική
- Κανένας άλλος πόλεμος δεν έχει προκαλέσει τόσο μεγάλη αναστάτωση στις πλούσιες καπιταλιστικές χώρες, από τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, όσο ο πόλεμος της Ουκρανίας. Ένας λόγος γι’ αυτό, που ήδη αναφέραμε, είναι το γεγονός ότι η Ρωσία επιτέθηκε σε έναν αφοσιωμένο σύμμαχο της Δύσης – οι ΗΠΑ και η ΕΕ δεν αντέδρασαν με παρόμοιο τρόπο όταν ο ρωσικός στρατός εξαπέλυε πολέμους στον Καύκασο, στη Γεωργία, το Τατζικιστάν, την Τσετσενία κ.λπ. ή όταν επενέβη στη Συρία και την Κεντρική Αφρική. Ένας δεύτερος παράγοντας, που συνδέεται με τον πρώτο, είναι το γεγονός ότι ο πόλεμος αυτός πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της αμφισβήτησης που θέτει η Κίνα στην παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ.
Ιστορική παρακμή της Ευρώπης και των ΗΠΑ
- Οι ΗΠΑ είναι η κυρίαρχη δύναμη στον πλανήτη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η ηγεμονία της θεωρήθηκε απόλυτη από τους εκπροσώπους του καπιταλισμού. Το κλίμα μέσα στις κυρίαρχες τάξεις της Δύσης αποτυπώθηκε με τον καλύτερο τρόπο στο απόφθεγμα του Φουκουγιάμα για «το τέλος της ιστορίας», που έγινε το σύνθημά τους για τη δεκαετία του 1990. Συμφώνησαν να ενταχθεί η Κίνα στον ΠΟΕ (Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου) με την πεποίθηση ότι μέσα σε 10-15 χρόνια θα ανέπτυσσαν ένα είδος «νεοαποικιακής» κυριαρχίας πάνω της. Αυτή η ανάλυση ήταν επιφανειακή.
- Οι εκπρόσωποι του καπιταλιστικού συστήματος δεν κατανοούν τις εγγενείς αντιφάσεις του συστήματός τους και αιφνιδιάστηκαν από τα νέα κινήματα που αναπτύχθηκαν στις δεκαετίες του 2000 και 2010 (αντιπαγκοσμιοποιητικό, Occupy, φεμινιστικά κ.λπ.) και από την ύφεση του 2007-8-9, τη χειρότερη από το 1929.
- Η Κίνα μπόρεσε να αντιμετωπίσει καλύτερα από τη Δύση την ύφεση του 2007-8-9 (παρά τις αντιφάσεις και τις φούσκες που συσσωρεύτηκαν και εκεί) και μάλιστα έπαιξε κεντρικό ρόλο στο να βοηθήσει την παγκόσμια οικονομία να βγει από την ύφεση. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2010, ενώ η Δύση προσπαθούσε ακόμη να ανακάμψει από την προηγούμενη ύφεση, όλες οι προβλέψεις έδειχναν ότι γύρω στο 2030 η Κίνα θα ξεπερνούσε τις ΗΠΑ ως η ισχυρότερη οικονομία του πλανήτη. Αυτό προκάλεσε σοκ στην άρχουσα τάξη των ΗΠΑ. Ο Ντόναλντ Τραμπ, που εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ το 2017, μπήκε σύντομα στην τροχιά ενός εμπορικού πολέμου με την Κίνα, τον οποίο συνέχισε και κλιμάκωσε ο Τζο Μπάιντεν.
- Μέχρι πέρυσι (2021) ήταν λίγο-πολύ δεδομένο ότι μέχρι το 2030 το ΑΕΠ της Κίνας θα ξεπερνούσε το ΑΕΠ των ΗΠΑ σε όρους δολαρίου. Σε όρους PPP (ισοτιμία αγοραστικής δύναμης) η Κίνα είναι ήδη, από το 2016, η ισχυρότερη οικονομία. Τους τελευταίους μήνες μια σειρά από δυτικά επιτελεία (think tanks) αρχίζουν να αμφισβητούν αυτό το χρονοδιάγραμμα, υποστηρίζοντας ότι μπορεί να χρειαστούν δεκαετίες για να ξεπεράσει η Κίνα τις ΗΠΑ και ότι ίσως αυτό να μην συμβεί ποτέ. Έτσι, ο Economist (06/09/2022) για παράδειγμα, φιλοξενεί άρθρο που θέτει υπό αμφισβήτηση αυτή την προοπτική, με τίτλο «Θα ξεπεράσει η οικονομία της Κίνας αυτήν της Αμερικής; Ορισμένοι οικονομολόγοι πιστεύουν πως όχι». Κάποια καπιταλιστικά επιτελεία και σχολιαστές προβάλλουν επίσης το ενδεχόμενο η Ινδία να ξεπεράσει κάποια στιγμή την Κίνα και έτσι να φράξει τον δρόμο της προς την κορυφή. Και το Bloomberg (8 Νοεμβρίου 2022) αναφέρει ότι:
«Για την Κίνα, η ισχυροποίηση του δολαρίου καθιστά ακόμη πιο σημαντικό το ερώτημα αν μπορεί να ξεπεράσει τις ΗΠΑ, όπως κάποτε φαινόταν αναπόφευκτο στο εγγύς μέλλον. Με την πολιτική Zero Covid να διατηρείται για κάποιο χρονικό διάστημα, αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει “sorpasso” (προσπέραση) στον ορίζοντα».
- Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, η Ινδία θα γίνει η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και το τρίτο μεγαλύτερο χρηματιστήριο πριν από το τέλος της δεκαετίας. Η Ινδία έχει ήδη ξεπεράσει τη Βρετανία και είναι πια η 5η ισχυρότερη οικονομία στον πλανήτη (και μετρούμενη σε βάση PPP είναι ήδη η 3η μεγαλύτερη, δηλ. μπροστά από την Ιαπωνία). Το ΑΕΠ της πρόκειται να ξεπεράσει τα 7,5 τρισεκατομμύρια δολάρια έως το 2031, θα είναι υπερδιπλάσιο δηλαδή των σημερινών επιπέδων (3,2 τρισεκατομμύρια δολάρια στο τέλος του 2021), ξεπερνώντας την Ιαπωνία σε ονομαστικούς όρους δολαρίων (περίπου 5 τρισεκατομμύρια δολάρια) και τη Γερμανία (περίπου 4). Ο αριθμός των νοικοκυριών που κερδίζουν πάνω από 35.000 δολάρια/έτος είναι πιθανό να πενταπλασιαστεί, σε πάνω από 25 εκατομμύρια – και το 25% των πρόσθετων παγκόσμιων πωλήσεων αυτοκινήτων κατά την περίοδο 2021-2030 θα προέρχεται από την Ινδία, με το 30% των πωλήσεων να αφορούν ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
- Το Bloomberg (26/11/2022) μοιράζεται παρόμοια αισιόδοξες προοπτικές για την Ινδία:
«Η οικονομία της Κίνας προσπέρασε την Ινδία στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν ακολουθούσε τις πρώτες συνταγές του εγχειριδίου για να πετύχει υψηλή ανάπτυξη. Τώρα, ακριβώς καθώς η Κίνα αντιμετωπίζει σημαντικούς αντίθετους ανέμους, η Ινδία έχει την ευκαιρία να αναδειχθεί σε νέα ανερχόμενη δύναμη. Ο γίγαντας της Νότιας Ασίας βρίσκεται στο κατώφλι του να καταγράψει αύξηση του ΑΕΠ κατά 7% μεσοπρόθεσμα… Το Bloomberg Economics είναι ακόμη πιο αισιόδοξο, προβλέποντας την ανάπτυξη να ανεβαίνει δυνητικά στο 7,6% έως το 2026 και να κορυφώνεται γύρω στο 8,5% στις αρχές της δεκαετίας του 2030.»
- Πρέπει να είμαστε ανοιχτοί σε τέτοια χρονοδιαγράμματα, ιδίως επειδή ο εμπορικός πόλεμος των ΗΠΑ με την Κίνα θα επιβραδύνει αναπόφευκτα την ανάπτυξή της. Αλλά η προοπτική να ξεπεράσει η Ινδία την Κίνα φαίνεται πολύ απομακρυσμένη.
- Η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα μετατοπίζεται από τη Δύση στην Ασία – η Ασία αντιπροσωπεύει πλέον περισσότερο από το 50% τόσο της παγκόσμιας παραγωγής όσο και του παγκόσμιου εμπορίου βιομηχανικών προϊόντων. Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός στον πλανήτη. Διαθέτει την ταχύτερα αναπτυσσόμενη εσωτερική αγορά στον κόσμο. Η Κίνα είναι πολύ κοντά στις ΗΠΑ σε ονομαστικούς όρους δολαρίου – το ΑΕΠ των ΗΠΑ ανέρχεται σε 23 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ της Κίνας σε 17,73 τρισεκατομμύρια δολάρια (στοιχεία για το 2021). Η Ινδία βρίσκεται πολύ πίσω, στα 3,173 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.
- Οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs επιχείρησαν μια πολύ μακροπρόθεσμη εκτίμηση της ισορροπίας δυνάμεων σε οικονομικό επίπεδο, μέχρι το 2075, που περιλαμβάνει 104 χώρες (δημοσιεύθηκε στις 06/12/2022). Αναμένουν ότι η μέση παγκόσμια ανάπτυξη θα μειωθεί στην τρέχουσα δεκαετία στο 3% από 3,6% κατά μέσο όρο πριν από την οικονομική κρίση (2008-9). Και συνεχή πτώση σε περίπου 1,8% ετησίως μέχρι τη δεκαετία του 2070, δηλαδή στο μισό του μέσου όρου πριν από το 2008-9. Μέχρι το 2075 προβλέπουν ότι η Κίνα θα είναι η ισχυρότερη οικονομία και η Ινδία η δεύτερη ισχυρότερη (η Ινδονησία παρεμπιπτόντως προβλέπεται να είναι η 4η ισχυρότερη οικονομία μετά τις ΗΠΑ). Η Goldman Sachs αναμένει μια «αποδυνάμωση της παγκοσμιοποίησης του εμπορίου», με την οποία εννοεί «τη διασυνοριακή διακίνηση αγαθών, κεφαλαίων, ανθρώπων, τεχνολογιών, δεδομένων και ιδεών».
- Η διαδικασία μετατόπισης της ισορροπίας ισχύος από τη Δύση προς την Ασία πηγάζει από μια τάση εγγενή στο καπιταλιστικό σύστημα. Είναι μια εκδήλωση του ισχυρού νόμου της «συνδυασμένης και ανισόμερης ανάπτυξης» που χαρακτηρίζει τον καπιταλισμό από την γέννηση του. Έτσι, πολιτικές αποφάσεις μπορούν να επιταχύνουν ή να καθυστερήσουν την εκδήλωση αυτών των διαδικασιών, αλλά δεν μπορούν να τις ανακόψουν. Οι ΗΠΑ μπορούν να καθυστερήσουν την ταχύτητα με την οποία η Κίνα αμφισβητεί την κυριαρχία τους, αλλά δεν μπορούν να της βάλουν απόλυτο φραγμό.
- Όταν η Βρετανία αναπτυσσόταν ως η κυρίαρχη ιμπεριαλιστική δύναμη στον πλανήτη τον 18ο και 19ο αιώνα, είχε στη σημαία της το «ελεύθερο» εμπόριο. Όταν οι ΗΠΑ ξεπερνούσαν τη Βρετανία και την Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, ήταν επίσης μεγάλος προπαγανδιστής των πλεονεκτημάτων του ελεύθερου εμπορίου. Το γεγονός ότι τώρα οι ΗΠΑ είναι αυτές που εφαρμόζουν προστατευτικές πολιτικές και η Κίνα παρουσιάζεται ως υπερασπιστής του ελεύθερου εμπορίου αποτελεί ένδειξη αδυναμίας των ΗΠΑ και παρακμής της Δύσης. Η Δύση βέβαια ισχυρίζεται ότι το κάνει αυτό από θέση ισχύος και προκειμένου να υπερασπιστεί την εθνική της ασφάλεια, τα δημοκρατικά της δικαιώματα και τα δικαιώματα μειονοτήτων όπως οι Ουιγούροι στην Κίνα. Οι Μαρξιστές φυσικά υπερασπίζονται τα δικαιώματα των Ουιγούρων και καταδικάζουν τις θηριωδίες του κινεζικού κράτους. Αλλά η Δύση πάντα γνώριζε για τους Ουιγούρους και ποτέ δεν είπε λέξη, μέχρι που άρχισε να ανησυχεί ότι η Κίνα θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ – για άλλη μια φορά, υποκρισία χωρίς όρια.
- Έτσι, έχουμε εισέλθει σε μια νέα περίοδο παγκόσμιου ανταγωνισμού για την κυριαρχία, η οποία έχει πολλές ομοιότητες με τον πρώτο Ψυχρό Πόλεμο μεταξύ της Δύσης και της Σοβιετικής Ένωσης, μια περίοδο που συχνά αποκαλείται 2ος Ψυχρός Πόλεμος.
Τι είδους «ψυχρός πόλεμος»;
- Αυτό που καθορίζει τις γεωπολιτικές και οικονομικές συγκρούσεις του σήμερα, είναι ότι η Δύση χάνει έδαφος, εισερχόμενη σε μια διαδικασία «ιστορικής παρακμής». Κάτι παρόμοιο αντιμετώπισαν η Βρετανία και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές δυνάμεις που κυριαρχούσαν στον κόσμο τον 19ο αιώνα και πριν, στο πρώτο μέρος του 20ού αιώνα. Μια παρόμοια διαδικασία αναπτύσσεται τώρα σε σχέση με τον αμερικανικό καπιταλισμό.
- Πρόκειται για μια αργή διαδικασία, που δεν μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα σε μερικά χρόνια. Θα χρειαστούν πολλές δεκαετίες, εκτός αν διακοπεί από επαναστατικές εξελίξεις που θα βάλουν τον σοσιαλισμό στην ημερήσια διάταξη. Μια τέτοια σοσιαλιστική προοπτική θα απαιτούσε την ύπαρξη μαζικών επαναστατικών μαρξιστικών κομμάτων. Τέτοια κόμματα δεν υπάρχουν σήμερα και επομένως η προοπτική της επαναστατικής αλλαγής είναι μακροπρόθεσμη. Έτσι, ο νέος Ψυχρός Πόλεμος θα κρατήσει για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο.
- Η εποχή της ιστορικής παρακμής του αμερικανικού ιμπεριαλισμού δημιουργεί συνθήκες μεγάλης οικονομικής και γεωπολιτικής αστάθειας. Σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους (από την αρχαιότητα, εξ ου και η χρήση του όρου «παγίδα του Θουκυδίδη») τέτοιες συγκρούσεις θα οδηγούσαν σχεδόν σίγουρα (ιστορικά σε 3 από τις 4 περιπτώσεις) σε πόλεμο μεταξύ των κύριων ανταγωνιστών, δηλαδή, στην παρούσα εποχή, σε έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο. Αυτό δεν συμβαίνει σήμερα διότι όλοι οι κύριοι ανταγωνιστές διαθέτουν πυρηνικά όπλα, πράγμα που σημαίνει ότι ένας νέος παγκόσμιος πόλεμος θα κατέστρεφε όλα τα εμπόλεμα μέρη.
- Ο 2ος ψυχρός πόλεμος διαφέρει από τον 1ο, στην ουσία γιατί πρόκειται για μια σύγκρουση μεταξύ καπιταλιστικών δυνάμεων. Ο πρώτος ψυχρός πόλεμος ήταν μια σύγκρουση μεταξύ του καπιταλιστικού κόσμου και των εθνικοποιημένων και σχεδιασμένων οικονομιών της Σοβιετικής Ένωσης και των συμμάχων της. Η Δύση προσπαθεί να προσδώσει στον νέο ψυχρό πόλεμο ιδεολογικά χαρακτηριστικά, παρουσιάζοντάς τον ως σύγκρουση μεταξύ της δημοκρατικής και ελεύθερης Δύσης εναντίον των αυταρχικών καθεστώτων της Κίνας και της Ρωσίας και των συμμάχων τους. Αυτό το επιχείρημα έχει απήχηση μόνο στις πλούσιες βιομηχανικές χώρες της Δύσης. Έχει μικρή βαρύτητα στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, όπου η κοινοβουλευτική δημοκρατία (διεφθαρμένη και εκτεθειμένη όπως είναι) είναι μια πρόσφατη και εύθραυστη εξέλιξη και όπου υπάρχει τεράστια καχυποψία απέναντι στις δυτικές δυνάμεις ως αποτέλεσμα του ιμπεριαλιστικού/αποικιακού παρελθόντος τους. Επίσης, η Δύση είχε πάντα καλές σχέσεις με τα διάφορα δικτατορικά καθεστώτα που λεηλατούσαν τις νεοαποικιακές χώρες για λογαριασμό των ντόπιων καπιταλιστών και των δυτικών συνεργατών τους.
Αποθέματα σε δολάρια
- Η Κίνα έχει παρέμβει οικονομικά σε πολλές χώρες του Παγκόσμιου Νότου (αλλά και στην Ευρώπη) στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Μια Ζώνη, ένας Δρόμος» (Belt and Road Initiative-BRI), η οποία ξεκίνησε το 2013 και στην οποία συμμετέχουν 65 χώρες που αντιπροσωπεύουν το 29% του παγκόσμιου ΑΕΠ και το 63% του παγκόσμιου πληθυσμού, σύμφωνα με έρευνα της HSBC του 2016 (σήμερα είναι προφανώς περισσότερες). Η Κίνα έχει ήδη δαπανήσει περίπου 1 τρισεκατομμύριο δολάρια για την «πρωτοβουλία» της. Έχει κάποια ισχυρά πλεονεκτήματα έναντι των Δυτικών ανταγωνιστών της σε σχέση με τους επεκτατικούς της στόχους: διαθέτει τεράστια αποθέματα που υπολογίζονται σε περισσότερα από περίπου 3 τρισ. δολάρια και είναι γρήγορη στην παροχή δανείων χωρίς να θέτει όρους όπως το ΔΝΤ και χωρίς να παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών που δανείζονται. Εάν τα δάνεια δεν εξυπηρετηθούν, τα έργα μπορούν να περάσουν στην ιδιοκτησία κινεζικών εταιρειών για περιόδους έως και 100 χρόνων.
Από-παγκοσμιοποίηση και αποσύνδεση (decoupling)
- Τα τελευταία χρόνια κάποιες νέες λέξεις έχουν εισέλθει στο οικονομικό λεξιλόγιο – όπως η «αποσύνδεση των οικονομιών» (decoupling) και η «από-παγκοσμιοποίηση» (deglobalisation). Αυτές οι έννοιες αντικατοπτρίζουν τη νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε από τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας και την προσπάθεια των ΗΠΑ να ωθήσουν τις αμερικανικές εταιρείες να μετεγκατασταθούν, δηλαδή να μετακινηθούν από την Κίνα πίσω στις ΗΠΑ ή σε φιλικές (ασιατικές ή άλλες) χώρες. Οι διαδικασίες αυτές είναι σημαντικές και πρέπει να ληφθούν υπόψη στην ανάλυσή μας, αλλά με μια αίσθηση του μέτρου.
- Η «αποσύνδεση» δεν μπορεί να λάβει απόλυτο χαρακτήρα. Δεν μπορεί να λάβει χώρα με ένα τεράστιο άλμα ή μια μαζική στροφή, διότι αυτό θα σήμαινε το τσάκισμα των οικονομιών των ΗΠΑ και της Δύσης. Δεν πρέπει να αναμένεται ότι θα δημιουργήσει ένα νέο «σιδηρούν παραπέτασμα», όπως συνέβαινε στο παρελθόν με τη Σοβιετική Ένωση. Ο κύριος λόγος γι’ αυτό, είναι ότι η Δύση χρειάζεται την Κίνα τόσο ως εργαστήριο/εργοστάσιο για τα προϊόντα της όσο και ως καταναλωτική αγορά. Επομένως, η βασική πρόβλεψη που μπορούμε να κάνουμε, τουλάχιστον για το ορατό μέλλον, είναι ότι θα είναι μια μερική, αργή και ταυτόχρονα δαπανηρή διαδικασία.
- Αυτό συνάδει με τη σκέψη ορισμένων σημαντικών εκπροσώπων του συστήματος. Έτσι, σύμφωνα με τον Λορέντζο Φλόρες (Financial Times) αντιπρόεδρο της Kioxia (Ιαπωνία), μιας από τις κορυφαίες κατασκευάστριες εταιρείες μικροτσίπ παγκοσμίως, η αποσύνδεση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού θα είναι μια «πολύ περίπλοκη, ακριβή και χρονοβόρα» διαδικασία. «Η αποσύνδεση των αλυσίδων εφοδιασμού από την Κίνα… δεν θα συμβεί σε έξι μήνες ή ένα χρόνο». Οι Financial Times εξηγούν ότι οι έλεγχοι της Ουάσινγκτον έχουν στοχεύσει ειδικά τον κινεζικό ανταγωνιστή της Kioxia, την Yangtze Memory Technologies, αλλά ο Φλόρες σημείωσε ότι η κινεζική εταιρεία, μετά από μια υποχώρηση, έχει κάνει «άλμα» στην τεχνολογία. Έτσι, σύμφωνα με τους FT, ενώ οι κατασκευαστές μικροτσίπ που ανταγωνίζονται άμεσα την YMTC, όπως η Kioxia, μπορεί να επωφεληθούν από τους αμερικανικούς περιορισμούς, «η Κίνα αναμένεται επίσης να επιταχύνει την ανάπτυξη εγχώριων δυνατοτήτων, οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν απειλή για την Kioxia μακροπρόθεσμα».
- Η «αποπαγκοσμιοποίηση» είναι επίσης ένας αμφισβητήσιμος όρος. Δεν περιγράφει με ακρίβεια αυτό που πιθανότατα θα είναι το χαρακτηριστικό της επόμενης περιόδου, δηλαδή την επιβράδυνση της παγκοσμιοποίησης (τη μείωση του ρυθμού ανάπτυξής της), αλλά όχι τη συρρίκνωσή της σε απόλυτους όρους. Οι Financial Times το περιγράφουν σωστά, κατά τη γνώμη μας: «Η παγκοσμιοποίηση δεν πεθαίνει, αλλά αλλάζει». Το πιθανότερο είναι ότι η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης θα επιβραδυνθεί σε σχέση με την προηγούμενη ιστορική περίοδο αλλά δεν θα φτάσει στο τέλος της· και δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι θα συρρικνωθεί, δηλαδή ότι θα αντιστραφεί, για οποιοδήποτε σημαντικό χρονικό διάστημα. Η μόνη περίοδος στην ιστορία κατά την οποία η παγκοσμιοποίηση συρρικνώθηκε σε απόλυτους όρους ήταν μεταξύ του Πρώτου και του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν βρισκόμαστε σε μια τέτοια περίοδο.
- Τα Ηνωμένα Έθνη προειδοποιούν ότι οι προσπάθειες για μεταφορά της παραγωγής σε φιλικές χώρες (friend-shoring) θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το παγκόσμιο εμπόριο. «Το εμπορικό σύστημα είναι ένα πολύ περίπλοκο σύστημα», σύμφωνα με τη Ρεβέκκα Γκρίνσπαν, γενική γραμματέα της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (Unctad). «…Αν προσπαθήσετε να απομακρυνθείτε από ένα μέρος του κόσμου, δημιουργείτε μια τεράστια διαταραχή στο σύστημα. Τα πάντα αλλάζουν». Η Unctad προβλέπει ότι η αύξηση του συνολικού θαλάσσιου εμπορίου θα είναι 1,4% το 2023, όσο και φέτος, και στη συνέχεια θα είναι κατά μέσο όρο λίγο πάνω από 2% μέχρι το 2027. Αυτό είναι κάτω από τον ιστορικό μέσο όρο των τελευταίων δεκαετιών, που είναι περίπου 3,3% ετήσια αύξηση, αλλά δεν είναι αρνητικό.
- Οι κύριοι ανταγωνιστές είναι οι ΗΠΑ από τη μία πλευρά και η Κίνα από την άλλη, αλλά και οι δύο δυνάμεις έχουν ισχυρές συμμαχίες γύρω τους. Προφανώς, η ΕΕ στηρίζει τις ΗΠΑ, αλλά είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτή η συμμαχία δεν είναι χωρίς εσωτερικές ρήξεις. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στο πλαίσιο της δυτικής συμμαχίας η Ευρώπη χάνει περαιτέρω έδαφος, ενώ οι ΗΠΑ ενισχύουν τη σχετική τους θέση. Βέβαια, το μπλοκ ΗΠΑ-ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία, είναι αρκετά στέρεο, σφυρηλατημένο επί πολλές δεκαετίες, ιδιαίτερα κατά την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά τα ρήγματα εντός του είναι αξιοπρόσεκτα.
- Από την άλλη πλευρά, η Κίνα δεν είναι απομονωμένη στην παγκόσμια οικονομία παρά τις προσπάθειες της Δύσης. Η Ρωσία είναι βέβαια ο στενότερος σύμμαχός της, αλλά δεν είναι ο μόνος. Δύο από τις πιο αξιοσημείωτες συμμαχίες που χτίζονται γύρω από την Κίνα –και συμπληρώνονται από τη Ρωσία– είναι ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) και οι BRICS.
- Ο SCO είναι μια συμμαχία με πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά χαρακτηριστικά. Είναι ο μεγαλύτερος περιφερειακός οργανισμός στον κόσμο όσον αφορά τη γεωγραφική έκταση και τον πληθυσμό, καλύπτοντας το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού και περισσότερο από το 30% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Είναι ο διάδοχος των «Πέντε της Σαγκάης», που σχηματίστηκαν το 1996 μεταξύ της Κίνας, της Ρωσίας, του Καζακστάν, του Κιργιστάν και του Τατζικιστάν. Στα χρόνια που ακολούθησαν, επεκτάθηκε περαιτέρω. Η Χάρτα του υπογράφηκε το 2002 και τέθηκε σε ισχύ τον Σεπτέμβριο του 2003. Έκτοτε, τα μέλη του διευρύνθηκαν σε εννέα κράτη, με την Ινδία και το Πακιστάν να προσχωρούν το 2017. Αρκετές χώρες συμμετέχουν ως παρατηρητές ή εταίροι διαλόγου – σχεδόν 20 συνολικά.
- BRICS είναι το ακρωνύμιο που περιγράφει τη συμμαχία μεταξύ πέντε μεγάλων αναδυόμενων οικονομιών: της Βραζιλίας, της Ρωσίας, της Ινδίας, της Κίνας και της Νότιας Αφρικής. Οι BRICS έχουν εκτιμώμενο πληθυσμό περίπου 3,21 δισεκατομμύρια (41,5% του παγκόσμιου πληθυσμού). Έχουν συνδυασμένο ονομαστικό ΑΕΠ 26,6 τρισεκατομμύρια δολάρια (περίπου 26,2% του παγκόσμιου ΑΕΠ, σε PPP το συνδυασμένο ΑΕΠ τους ανέρχεται σε 51,99 τρισεκατομμύρια δολάρια, 32,1% του παγκόσμιου ΑΕΠ). Έχουν 4,46 τρισεκατομμύρια δολάρια σε συναλλαγματικά αποθέματα (εκτίμηση 2018).
- Σύμφωνα με την Goldman Sachs, οι BRICS θα κυριαρχήσουν στην παγκόσμια οικονομία έως το 2050.
- Οι BRICS, μαζί με τον SCO, αποτελούν άμεση πρόκληση για τους διεθνείς θεσμούς που διαθέτει ο δυτικός ιμπεριαλισμός, όπως οι G7, το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Έχουν ήδη ανακοινώσει ανταγωνιστικές πρωτοβουλίες σε σχέση με αυτές των G7, όπως η Νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα, ο Διακανονισμός Ενδεχόμενου Αποθεματικού (Contingent Reserve Arrangement –ένα σύστημα πληρωμών των BRICS) και ένα αποθεματικό νόμισμα σε καλάθι των BRICS, με στόχο την άμεση αμφισβήτηση του δολαρίου (και του ευρώ), που ανακοινώθηκε επίσημα το 2022. Ορισμένες χώρες παρακολουθούν τις BRICS ως παρατηρητές (και πάλι ο συνολικός αριθμός τους πλησιάζει τις 20). Η Αργεντινή, το Ιράν και η Αλγερία έχουν ήδη υποβάλει αίτηση για να ενταχθούν στις BRICS αμέσως μετά την τελευταία συνεδρίαση των BRICS τον Ιούλιο του 2022. Επίσης, σύμφωνα με το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών, αρκετές άλλες χώρες ενδιαφέρονται να ενταχθούν, όπως η Ινδονησία, η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος.
- Είναι αξιοσημείωτο ότι η Δύση φαίνεται να μην έχει προσέξει καθόλου τις διεργασίες που διαμορφώνονται. Τους διέφυγε η σημασία της δημιουργίας του SCO και των BRICS και είχαν την αφελή εντύπωση ότι θα μπορούσαν να διασπάσουν την Κίνα και τη Ρωσία, μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Απέτυχαν μάλιστα να δουν τη σημασία της κοινής δήλωσης Κίνας-Ρωσίας που έγινε λίγες μόνο ημέρες πριν από την εισβολή στην Ουκρανία (στις 4 Φεβρουαρίου 2022), η οποία μεταξύ άλλων ανέφερε ότι:
«…επαναβεβαιώνουν ότι οι νέες διακρατικές σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Κίνας είναι ανώτερες από τις πολιτικές και στρατιωτικές συμμαχίες της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Η φιλία μεταξύ των δύο κρατών δεν έχει όρια, δεν υπάρχουν “απαγορευμένοι” τομείς συνεργασίας, η ενίσχυση της διμερούς στρατηγικής συνεργασίας δεν στρέφεται κατά τρίτων χωρών ούτε επηρεάζεται από το μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον και τις συγκυριακές αλλαγές σε τρίτες χώρες».
Ομοίως, οι ΗΠΑ προσπάθησαν αλλά απέτυχαν να πιέσουν τη Σαουδική Αραβία να λάβει αντιρωσική θέση μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Αντιθέτως, οι σχέσεις μεταξύ Κίνας και Σ. Αραβίας ενισχύονται.
- Η Κίνα μπορεί να ξεπεράσει τις ΗΠΑ στο ορατό μέλλον ως η ισχυρότερη οικονομία στον πλανήτη, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι η κυρίαρχη δύναμη στον πλανήτη. Αυτό θα είναι μια πολύ πιο μακροχρόνια διαδικασία που θα έχει να κάνει με τα επίπεδα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας, την τεχνολογική υπεροχή, τη στρατιωτική ικανότητα κ.λπ. Αν εξετάσουμε την ιστορία του πώς οι ΗΠΑ ξεπέρασαν τη Βρετανία, υπάρχουν κάποιες χρήσιμες αναλογίες: οι ΗΠΑ ξεπέρασαν τη Βρετανία προς το τέλος του 19ου αιώνα και μέχρι το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν ξεπεράσει τη βρετανική αυτοκρατορία στο σύνολό της. Αλλά έγιναν η κυρίαρχη δύναμη στον πλανήτη μόνο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η μαζική καταστροφή των δύο παγκόσμιων πολέμων, φυσικά, επιτάχυνε αυτή τη διαδικασία. Αν δεν ανακοπεί από την οικοδόμηση μαζικών επαναστατικών κομμάτων που θα θέτουν επί τάπητος την προοπτική της ανατροπής του καπιταλισμού, η σύγκρουση ΗΠΑ-Κίνας για την παγκόσμια κυριαρχία θα είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των επόμενων δεκαετιών.
- Οι διεργασίες που περιγράφονται παραπάνω τελούν φυσικά υπό προϋποθέσεις. Οι εξελίξεις πρέπει να παρακολουθούνται στενά και να γίνονται οι όποιες αναγκαίες διορθώσεις. Εμπλέκονται πολλοί παράγοντες και ορισμένοι από αυτούς είναι εντελώς απρόβλεπτοι. Ένας από τους σημαντικότερους είναι η εσωτερική κατάσταση στην Κίνα.
Κίνα – εσωτερικές αντιφάσεις
- Μια κοινωνική έκρηξη που να στρέφεται κατά του καθεστώτος είναι αναπόφευκτη σε κάποιο στάδιο. Τα υψηλά ποσοστά ανάπτυξης της οικονομίας των τελευταίων δεκαετιών μειώνονται και ο αντίκτυπος αυτού του γεγονότος στην προοπτική κοινωνικών αναταράξεων μένει να φανεί. Υπήρξαν πολλές κοινωνικές αντιδράσεις την τελευταία δεκαετία στην Κίνα, αλλά όλες αφορούσαν τοπικά ζητήματα. Οι μαζικές διαδηλώσεις τον Νοέμβριο του 2022 κατά των lockdown ήταν οι σημαντικότερες εδώ και δεκαετίες, αλλά δεν συγκρίνονται με το κίνημα της πλατείας Τιανανμέν του 1989. Ωστόσο, κάποια στιγμή μια λαϊκή εξέγερση ενάντια σε μια σκληρή δικτατορία είναι αναπόφευκτη. Το καθεστώς θα αντιδράσει φυσικά με μαζική βία – όπως έκανε στην περίπτωση της Τιανανμέν ή ακόμα και χειρότερα. Αυτό το οποίο θα κρίνει τις προοπτικές μιας μελλοντικής μαζικής εξέγερσης είναι αν η εργατική τάξη θα μπει στον αγώνα ως τάξη, με απεργιακές κινητοποιήσεις και γενικές απεργίες. Φυσικά, αν δεν υπάρχει ένα επαναστατικό μαρξιστικό κόμμα, η εξέγερση δεν θα μπορέσει να αμφισβητήσει το καπιταλιστικό σύστημα. Ακόμα και αν νικήσει, αυτό που μπορεί να καταφέρει είναι μια αλλαγή φρουράς στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης και της γραφειοκρατίας του Κομμουνιστικού Κόμματος, με μια «δημοκρατική κοινοβουλευτική βιτρίνα». Μια τέτοια εξέλιξη θα σημάνει σημαντικές αναταράξεις στην «κανονική» ανάπτυξη της Κίνας, ιδιαίτερα αν συνδυαστεί με μια εξέγερση των εθνικών ή θρησκευτικών μειονοτήτων. Τέτοιες εξελίξεις δεν θα ανακόψουν τη γενική αμφισβήτηση της Αμερικάνικης κυριαρχίας από την Κίνα και άλλες δυνάμεις, αλλά μπορεί να περιπλέξουν τα πράγματα για τους Κινέζους καπιταλιστές και να επιτρέψουν στη Δύση να κερδίσει χρόνο και σε άλλους ανταγωνιστές της Κίνας να κερδίσουν έδαφος. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι ΗΠΑ δεν θα διστάσουν να ενθαρρύνουν κάθε είδους εξεγέρσεις εθνικού και θρησκευτικού χαρακτήρα στο εσωτερικό της Κίνας, όποιες και αν είναι οι συνέπειες, με ψυχρούς και κυνικούς υπολογισμούς, με μοναδικό στόχο να παρατείνουν την υπεροχή τους σε παγκόσμιο επίπεδο, προβάλλοντας βέβαια τον «αγώνα για τη δημοκρατία» ως πρόσχημα.
Ρήγματα στο μέτωπο της Δύσης
- Ένας άλλος παράγοντας που έχει σημασία, όπως προαναφέρθηκε, είναι οι σχέσεις στο εσωτερικό του Δυτικού μπλοκ. Στις 24/11/2022 το Politico περιγράφει την κατάσταση ως μια «…όλο και πιο τοξική ατμόσφαιρα» μεταξύ των ΗΠΑ και των Ευρωπαίων συμμάχων τους και μιλά για «φόβους για έναν διατλαντικό εμπορικό πόλεμο». Αναφέρει ότι «κορυφαίοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είναι εξοργισμένοι με την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν και κατηγορούν τώρα τους Αμερικανούς ότι κερδίζουν μια περιουσία από τον πόλεμο, ενώ οι χώρες της ΕΕ υποφέρουν». Σύμφωνα με ανώτερο ανώνυμο αξιωματούχο της ΕΕ που μίλησε στο Politico «…η χώρα που κερδίζει περισσότερο από αυτόν τον πόλεμο είναι οι ΗΠΑ».
- Αυτό δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί: το αμερικανικό υγρό φυσικό αέριο (LNG) που φτάνει στην Ευρώπη πωλείται σε 4 φορές υψηλότερη τιμή από την τιμή που πωλείται στις ΗΠΑ – αυτό υπονομεύει σοβαρά την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Η κυβέρνηση Μπάιντεν προχώρησε ακόμα σε ένα πρόγραμμα βιομηχανικών επιδοτήσεων ύψους 369 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη στήριξη των «πράσινων βιομηχανιών», υπονομεύοντας περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ. Την ίδια στιγμή, οι αξιωματούχοι της ΕΕ είναι απογοητευμένοι από το γεγονός ότι η αμερικανική βιομηχανία όπλων αποκομίζει τεράστια κέρδη λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Η σοβαρότητα των ρήξεων μεταξύ των βασικών ευρωπαϊκών δυνάμεων και των ΗΠΑ εκδηλώνεται όχι μόνο στα σχόλια ορισμένων αξιωματούχων της ΕΕ, αλλά και στις επίσημες δηλώσεις και ενέργειες πολλών υψηλόβαθμων αξιωματούχων της ΕΕ, ιδίως των δύο ισχυρότερων ηγετών της ΕΕ, του Γάλλου προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν και του Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς.
- Σε άρθρο με τίτλο «Ο Μακρόν κατηγορεί τις ΗΠΑ για δύο μέτρα και δύο σταθμά εν μέσω ενεργειακής κρίσης», που δημοσιεύθηκε στις 21 Οκτωβρίου, το Bloomberg αναφέρει ότι ο Μακρόν επέκρινε ανοιχτά τις ΗΠΑ, σε συνέντευξη Τύπου στις Βρυξέλλες, ότι χρησιμοποιούν δύο μέτρα και δύο σταθμά – και ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Νορβηγία αποκομίζουν υπερκέρδη εις βάρος της Ευρώπης από τον γεωπολιτικό πόλεμο. Και ότι επιπλέον, μοιράζει κρατικές επιδοτήσεις στην αυτοκινητοβιομηχανία, έως και 80% του κόστους παραγωγής, για την κατασκευή ηλεκτρικών οχημάτων, στο όνομα της πράσινης μετάβασης, ενώ στην Ευρώπη οι κρατικές επιδοτήσεις απαγορεύονται. Το Bloomberg αναφέρθηκε σε προηγούμενα σχόλια του Μακρόν, στα οποία δήλωσε ότι
«…η ΕΕ πρέπει να ενώσει τις δυνάμεις της με τις ασιατικές οικονομίες για να απαιτήσει από τις ΗΠΑ και τη Νορβηγία να δείξουν μια πιο φιλική προσέγγιση, πουλώντας φυσικό αέριο σε χαμηλότερες τιμές».
Το Bloomberg αναφέρθηκε επίσης σε δήλωση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Τσαρλς Μισέλ, στην οποία ανέφερε:
«…είναι σαφές ότι δεν θέλουμε να είμαστε αφελείς, αλλά δεν θέλουμε επίσης να μπούμε στη λογική μιας συστηματικής αντιπαράθεσης με την Κίνα».
- Αυτό όμως που τράβηξε την προσοχή των αστικών ΜΜΕ περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, ήταν η επίσκεψη που πραγματοποίησε ο Όλαφ Σολτς στην Κίνα στις 4 Νοεμβρίου 2022. Η επίσκεψη αυτή δημιούργησε πολλές εντάσεις μεταξύ των δυτικών συμμάχων αλλά και στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία (Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα-SPD, Πράσινοι και Ελεύθεροι Δημοκράτες). Υπήρξαν πολλές διαμαρτυρίες από γερμανικά, ευρωπαϊκά και αμερικανικά μέσα ενημέρωσης. Το Der Spiegel έγραψε ότι αυτό αντιπροσώπευε «ένα θείο δώρο για την κινεζική ηγεσία». Το Politico έθεσε το ερώτημα: «Θα αντλήσει ποτέ η Ευρώπη τα διδάγματα;». Ο Σολτς κατηγορήθηκε ότι ήταν αφελής και ότι έκανε ένα σοβαρό λάθος, ότι υποτίμησε τους γεωπολιτικούς παράγοντες κ.λπ. κ.λπ. Όμως το γεγονός ότι ο Σολτς συνοδευόταν σε αυτή την επίσκεψη από μερικούς από τους ισχυρότερους εκπροσώπους του γερμανικού πολυεθνικού καπιταλισμού, όπως η Volkswagen, η BASF, η BMW, η Merck, η Deutsche Bank και η Bayer, ξεκαθαρίζει πλήρως την εικόνα: δεν πρόκειται για αφέλεια ή έλλειψη κατανόησης, αλλά για οικονομικά συμφέροντα.
- Για να αναφέρουμε μόνο ένα παράδειγμα, η VW είναι μια από τις κορυφαίες αυτοκινητοβιομηχανίες που κυριαρχούν στην κινεζική οικονομία: 4 στα 10 αυτοκίνητα που κατασκευάζει η VW πωλούνται στην Κίνα (η VW απασχολεί 100.000 εργαζόμενους στην Κίνα). Η VW δεν θα συμφωνήσει να αυτοκτονήσει για χάρη των ΗΠΑ που θέλουν να διατηρήσουν την ηγεμονία τους. Το παράδειγμα της BASF, της μεγαλύτερης εταιρείας χημικών παγκοσμίως, είναι επίσης χαρακτηριστικό. Η δεύτερη αγορά της BASF μετά τη Γερμανία (18% των ετήσιων πωλήσεων) είναι η Κίνα, με 14% των ετήσιων πωλήσεών της. Η BASF μειώνει τις επενδύσεις στην Ευρώπη και επενδύει στην Κίνα, δημιουργώντας μια νέα μονάδα πλαστικών, αξίας 19 δισ. ευρώ, προκειμένου να «υποστηρίξει την αυξανόμενη ζήτηση για τα προϊόντα της στη χώρα», σε μια εποχή που «η ευρωπαϊκή αγορά χημικών προϊόντων αντιμετωπίζει πολύ αδύναμη ανάπτυξη την τελευταία δεκαετία», σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλό της Martin Brudermüller. Η ενεργειακή κρίση ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, καθιστώντας την παραγωγή πιο δαπανηρή στην Ευρώπη. Μια εβδομάδα πριν από την επίσκεψη του Σολτς στην Κίνα, η γερμανική κυβέρνηση είχε συμφωνήσει να πουλήσει το 24,9% του λιμανιού του Αμβούργου στον κινεζικό κολοσσό Cosco. Ενώ βρισκόταν στην Κίνα, ο Σολτς έκανε μια σαφή δήλωση: Η Γερμανία είναι κατά της «αποσύνδεσης (decoupling) των οικονομιών». Ουσιαστικά, την ίδια δήλωση έκανε και ο Σαρλ Μισέλ, όπως αναφέρθηκε παραπάνω.
- Είναι σαφές ότι παρά το γεγονός ότι η συμμαχία μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ δεν μπορεί να σπάσει, η ΕΕ δεν είναι διατεθειμένη να ακολουθήσει τις ΗΠΑ μέχρι τέλους, είτε σε σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία είτε σε σχέση με τον «πόλεμο» κυριαρχίας μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
- Διαιρέσεις υπάρχουν και στην άρχουσα τάξη των ΗΠΑ. Η Τραμπική πτέρυγα των Ρεπουμπλικανών ρίχνει το φταίξιμο για τον πόλεμο στην Ουκρανία στα λάθη της κυβέρνησης Μπάιντεν, αν και δεν καταψήφισε την αποστολή (στρατιωτικής και άλλης) βοήθειας προς την Ουκρανία. Ο Μπέρνι Σάντερς κράτησε επίσης έντονα αποστάσεις από τις πολιτικές της αμερικανικής κυβέρνησης, αν και επίσης δεν ψήφισε κατά της αμερικανικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Την τελευταία εβδομάδα του Οκτωβρίου, 30 Δημοκρατικοί, μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων, δημοσίευσαν επιστολή με την οποία καλούσαν την κυβέρνηση Μπάιντεν να προχωρήσει σε απευθείας διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα, για να την ανακαλέσουν μία ημέρα αργότερα λόγω της χιονοστιβάδας των διαμαρτυριών εναντίον τους. Το Foreign Affairs, (αμερικανικό περιοδικό για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ) τάχθηκε σαφώς υπέρ της αναζήτησης διπλωματικής λύσης στον πόλεμο, προειδοποιώντας ότι η πολιτική των ΗΠΑ οδηγεί σε έναν ατέρμονο πόλεμο, ο οποίος τελικά θέτει σε κίνδυνο τα παγκόσμια συμφέροντα των ΗΠΑ. Ορισμένες από τις πιο σαφείς επικρίσεις στην πολιτική των ΗΠΑ προέρχονται από τον Χένρι Κίσινγκερ (πρώην υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, αναμφίβολα έναν από τους πιο οξυδερκείς αναλυτές), ο οποίος, την πρώτη περίοδο του πολέμου, τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της αποδοχής της απώλειας ουκρανικών εδαφών προκειμένου να υπάρξει συνεννόηση με τη Ρωσία, λέγοντας ότι η Κίνα είναι ο πραγματικός εχθρός. Οι δηλώσεις του συνάντησαν οργισμένες αντιδράσεις, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να δώσει «εξηγήσεις» και να αμβλύνει τις θέσεις του.
Συμπεράσματα
- Για να συνοψίσουμε τις κύριες διεργασίες που συντελούνται, το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκεται αντιμέτωπο με μια από τις χειρότερες κρίσεις στην ιστορία του, ιδιαίτερα στην περίοδο μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι πολιτικές που χρησιμοποιήθηκαν για να αμβλύνουν την κρίση του 2007-8-9 και στη συνέχεια την πανδημία και τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, οδήγησαν στην τεράστια αύξηση του παγκόσμιου χρέους (δημόσιου και ιδιωτικού) και στην επανεμφάνιση του πληθωρισμού μετά από 4 και πλέον δεκαετίες, την ίδια στιγμή που οι οικονομίες βρίσκονται σε στασιμότητα ή ύφεση. Η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε στασιμότητα ή ύφεση το 2023, αλλά τα καπιταλιστικά επιτελεία διεθνώς δεν μπορούν να εφαρμόσουν τις πολιτικές που θα ήταν φυσιολογικές σε κάθε ύφεση, δηλαδή αύξηση των δημόσιων δαπανών, ποσοτική χαλάρωση και μείωση των επιτοκίων. Αναγκάζονται να κάνουν ακριβώς το αντίθετο: ποσοτική σύσφιξη, μείωση των δημόσιων δαπανών, απότομη αύξηση των επιτοκίων. Αντιστρέφοντας τις πολιτικές που θα μπορούσαν να αμβλύνουν μια ύφεση, ωθούν την παγκόσμια οικονομία σε αυτό που περιγράφεται ως «σκληρή προσγείωση», δηλαδή σε μια βαθύτερη ύφεση. Το σύστημα δεν βρίσκεται απλώς αντιμέτωπο με μια δυσκολότερη οικονομική κατάσταση το επόμενο έτος σε σχέση με το 2022, δεν βρίσκεται απλώς αντιμέτωπο με φθίνουσα ανάπτυξη την τρέχουσα δεκαετία, αλλά με φθίνοντες μέσους ρυθμούς ανάπτυξης σε παγκόσμια κλίμακα, όπως προβλέπει η Goldman Sachs, για την επόμενη ιστορική εποχή. Το κόστος, φυσικά, θα κληθούν να το πληρώσουν οι εργατικές μάζες και οι φτωχοί.
- Το σύστημα δεν διαθέτει οικονομικές πολιτικές που μπορούν να το βοηθήσουν να βγει από το αδιέξοδο. Κατέληξε σε αδιέξοδο με την εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού, αλλά αν στραφούν στον Κεϊνσιανισμό, θα προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερο χάος. Η «Σύγχρονη Νομισματική Θεωρία» που αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2010, και που προπαγάνδιζε τον «απεριόριστο δανεισμό» για τη χρηματοδότηση υποδομών και επενδύσεων, βασίστηκε στην αντίληψη ότι τα επιτόκια θα παρέμεναν επ’ αόριστον στο 0%. Με βάση τις τελευταίες εξελίξεις εγκαταλείφθηκε σιωπηλά, πριν καν εφαρμοστεί.
- Βρισκόμαστε σε έναν φαύλο κύκλο, ένα νέο Ψυχρό Πόλεμο μεταξύ των καπιταλιστικών δυνάμεων για την παγκόσμια ηγεμονία, κάτι που είχε να εμφανιστεί εδώ και δεκαετίες, από την εποχή του πρώτου Ψυχρού Πολέμου μεταξύ των εθνικοποιημένων οικονομιών του Σοβιετικού μπλοκ και της Δύσης. Το υπόβαθρο του νέου Ψυχρού Πολέμου είναι η ιστορική παρακμή της Δύσης σε σχέση με την Ασία και ιδιαίτερα την Κίνα. Μια νέα «τρελή» κούρσα εξοπλισμών λαμβάνει χώρα και επηρεάζει κάθε γωνιά του πλανήτη. Οι γεωπολιτικές συγκρούσεις και οι πόλεμοι «δι’ αντιπροσώπων» (proxy wars) αναμένεται να είναι πιο συχνές, πιο αποφασιστικές και πιο αιματηρές – ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια πρωτοφανή κλιματική κρίση. Η Συμφωνία του Παρισιού, η οποία υιοθετήθηκε από 196 κράτη του ΟΗΕ τον Δεκέμβριο του 2015, έθεσε ως στόχο τη συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας κάτω από 1,5οC. Τώρα οι περιβαλλοντικοί επιστήμονες λένε ότι ο πλανήτης οδεύει προς 2,5οC έως 3οC. Οι τελευταίες διεθνείς διασκέψεις του ΟΗΕ (COP 26 και COP 27) ήταν μια πλήρης αποτυχία.
- Η πολιτική αστάθεια έχει γίνει έμφυτη στο σύστημα. Αυτή τη φορά δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο των νεοαποικιακών χωρών, αλλά και των Δυτικών «δημοκρατιών». Η εργατική τάξη δεν έχει την απαιτούμενη πολιτική και συνδικαλιστική εκπροσώπηση. Τα παραδοσιακά κόμματα της Αριστεράς έχουν «αστικοποιηθεί», ενώ η Νέα Αριστερά έχει δοκιμαστεί και έχει αποδειχθεί εντελώς ανεπαρκής. Λόγω αυτού του κενού, οι δυνάμεις που κερδίζουν έδαφος διεθνώς είναι αυτές της Ακροδεξιάς και της «λαϊκίστικης» Δεξιάς. Αυτό προκαλεί αντιδράσεις σε τμήματα της κοινωνίας και ιδιαίτερα στη νεολαία, η οποία βλέπει την ανάγκη να αγωνιστεί. Ο αντιφασισμός, οι φεμινιστικοί αγώνες και ο αγώνας ενάντια στην κλιματική αλλαγή είναι σημαντικά ζητήματα, που ωθούν πολλούς προς την κατεύθυνση της αριστερής ριζοσπαστικοποίησης.
- Η πραγματική επιλογή που έχει μπροστά της η ανθρωπότητα, όπως το έθεσε η Ρόζα Λούξεμπουργκ, είναι «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Η ανάγκη οικοδόμησης των πολιτικών δυνάμεων που θα βοηθήσουν την εργατική τάξη να προχωρήσει τη συνείδηση και την κατανόησή της στο επίπεδο της αμφισβήτησης και της ανατροπής του συστήματος, είναι το πιο σημαντικό καθήκον που αντιμετωπίζουν οι Μαρξιστές της εποχής μας.