Το τελευταίο διάστημα, στη Σουηδία αναπτύσσεται ένας πολύ μεγάλος αριθμός διαμαρτυριών που οργανώθηκαν από ενοικιαστές σε ολόκληρη τη χώρα. Το «Ξ» μίλησε με τον σύντροφο Kristofer Lundberg, έναν από τους πιο γνωστούς ακτιβιστές του κινήματος των ενοικιαστών στη Σουηδία και μέλος του Rättvisepartiet Socialisterna (Κόμμα Σοσιαλιστικής Δικαιοσύνης, τμήμα της ISA στη Σουηδία).
- Γεια σου Kristofer. Μίλησέ μας για τις τοπικές κινητοποιήσεις ενοικιαστών που πραγματοποιήθηκαν στη Σουηδία την Κυριακή 19 Απριλίου. Ποιος είναι ο ακριβής αριθμός των διαμαρτυριών;
Υπήρξαν 155 διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα από το βορρά έως το νότο. Πρόκειται για το πιο εκτεταμένο κύμα αντικυβερνητικών κινητοποιήσεων εδώ και δεκαετίες. Ο βασικός λόγος για τον οποίο έχει προκληθεί μαζική οργή και κινητοποιήσεις, είναι η μισητή νεοφιλελεύθερη συμφωνία του Ιανουαρίου που έκλεισε η κυβέρνηση με τους Σοσιαλδημοκράτες, το Κόμμα των Πρασίνων, το Κόμμα του Κέντρου και τους Φιλελεύθερους, πάνω στην οποία βασίζεται η κυβερνητική πολιτική. Μόνο στο Γκέτεμποργκ οργανώσαμε 40 διαδηλώσεις στις διάφορες περιοχές.
- Γιατί το κίνημα πήρε αυτόν τον χαρακτήρα, δηλαδή πολλές μικρές τοπικές διαδηλώσεις αντί για μια κεντρική διαδήλωση σε κάθε πόλη;
Η κυβέρνηση συνεργασίας (Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινοι) έχει χρησιμοποιήσει την πανδημία για να περιορίσει την ελευθερία του συνέρχεσθαι, την ελευθερία της μετακίνησης και τα δημοκρατικά δικαιώματα, την ίδια στιγμή που υπάρχει ένας διάχυτος φόβος για την πανδημία, με τη χώρα να εισέρχεται πλέον στο τρίτο κύμα με 14.000 νεκρούς. Έτσι δεν μπορούσαμε να οργανώσουμε μεγάλες κεντρικές συγκεντρώσεις, αλλά με περισσότερες τοπικές διαμαρτυρίες σε όλη τη χώρα, καταφέραμε να έχουμε πιο ασφαλείς από υγειονομική άποψη κινητοποιήσεις.
- Πώς εξελίχθηκε το κίνημα; Ποια είναι τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ενοικιαστές;
Η Σουηδία διανύει μια περίοδο 30 ετών νεοφιλελεύθερων πολιτικών, κατά τα οποία η στέγαση έχει μετατραπεί σε μια κερδοφόρα αγορά. Οι δημόσιες κατοικίες πωλούνται σε ιδιωτικές εταιρείες ή μετατρέπονται σε ιδιόκτητα διαμερίσματα, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται σε εξέλιξη μια συνειδητή διαδικασία «εξευγενισμού» (gentrification) στις μεγαλύτερες πόλεις, όπου οι εργαζόμενοι και όχι μόνο οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, ωθούνται στην περιφέρεια της πόλης.
Οι εταιρείες μπαίνουν μέσα και ανακαινίζουν διαμερίσματα, διπλασιάζοντας στη συνέχεια τα ενοίκια. Επιπλέον, η κυβέρνηση προωθεί την πρότασή της για την καθιέρωση ενοικίων στα επίπεδα που επιθυμεί η αγορά. Σήμερα, τα ενοίκια είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ του σωματείου των ενοικιαστών και των εταιρειών, αλλά η πρόταση της κυβέρνησης δίνει στις εταιρείες την δικαιοδοσία να καθορίζουν μόνες τους τις τιμές. Εκτιμάται ότι με τον τρόπο αυτό τα ενοίκια θα αυξηθούν κατά 30% ως και 50%.
- Οι κινητοποιήσεις δεν οργανώθηκαν από το επίσημο σωματείο ενοικιαστών, αλλά από μια ανεπίσημη επιτροπή. Πες μας τι συνέβη.
Πριν από δύο χρόνια, όταν ανέλαβε η κυβέρνηση, πήρα την πρωτοβουλία και κάλεσα το σωματείο ενοικιαστών να πάρει θέση απέναντι σε αυτή την κατάσταση και να οργανώσει μαζικές συγκεντρώσεις και πανεθνικές ημέρες διαμαρτυρίας. 200 παραρτήματα του σωματείου ενοικιαστών στο Γκέτεμποργκ υιοθέτησαν αυτή την πρόταση στις ετήσιες συνεδριάσεις τους, αλλά το εθνικό σωματείο που ελέγχεται από τους Σοσιαλδημοκράτες αγνόησε το κάλεσμα.
Στη συνέχεια πήραμε την πρωτοβουλία για μια μεγάλη συγκέντρωση, με κεντρικό σύνθημα το «Να υπερασπιστούμε τη δημόσια στέγαση, τα εργασιακά δικαιώματα και το δικαίωμα στην απεργία», στην οποία συμμετείχαν 700 ενοικιαστές και ήταν η μεγαλύτερη συνάντηση σε κλειστό χώρο από τη δεκαετία του 1930. Εκτός από τους ενοικιαστές που εκπροσωπούσα εγώ, στη συγκέντρωση συμμετείχαν και μίλησαν εκπρόσωποι της Ένωσης Λιμενεργατών και της Ένωσης Οικοδόμων, ενώ έγιναν νέα καλέσματα για πανεθνικές διαδηλώσεις. Η πανδημία ανέκοψε αυτές τις κινητοποιήσεις και έσωσε την κυβέρνηση, αλλά είχαν μπει οι βάσεις για το κίνημα που εξαπλώνεται σε όλη τη χώρα σήμερα. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία μελών του «Κόμματος Σοσιαλιστικής Δικαιοσύνης», αλλά συγκεντρώνει και κομμάτια της ευρύτερης Αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων και φοιτητικές ενώσεις, με πάνω από 70 οργανώσεις να συμμετέχουν συνολικά.
- Ποια είναι τα κεντρικά αιτήματα αυτού του κινήματος;
Το κεντρικό αίτημα είναι να αποσυρθεί η πρόταση της κυβέρνησης να επιτραπεί στις επιχειρήσεις να αποφασίζουν μόνες τους για τις τιμές των ενοικίων. Κεντρική όμως είναι και η διεκδίκηση μιας συνολικής κοινωνικής στεγαστικής πολιτικής, ο τερματισμός των ιδιωτικοποιήσεων και του gentrification και της εκτίναξης των ενοικίων μετά από ανακαινίσεις. Ζητάμε επίσης να ξαναπεράσουν στα χέρια της κοινότητας οι κατοικίες που έχουν ιδιωτικοποιηθεί.
- Μπορείς να μας πεις για την αποπομπή σου από το σωματείων ενοικιαστών; Ποιες ήταν οι κατηγορίες εναντίον σου και πώς αντέδρασες;
Ήμουν ενεργός στο σωματείο ενοικιαστών για σχεδόν 10 χρόνια και ούτε μια φορά δεν έχασα εκλογές. Τα τελευταία δύο χρόνια, ήμουν περιφερειακός πρόεδρος με ευθύνη για πάνω από 78.000 μέλη στις δυτικές περιοχές της πόλης, ενώ στο σύνολο της χώρας, η Ένωση Ενοικιαστών είχε τότε 540.000 μέλη. Στο Γκέτεμποργκ, καταφέραμε να μετατρέψουμε το σωματείο ενοικιαστών σε μια μαχητική οργάνωση, κερδίσαμε σημαντικές νίκες που έγιναν πρότυπο για τη χώρα, ο αριθμός των μελών αυξήθηκε, ο αριθμός των τοπικών οργανώσεων του σωματείου αυξήθηκε, ο αριθμός των εκλεγμένων αντιπροσώπων επίσης, σε αντίθεση με την υπόλοιπη χώρα που υποχώρησε.
Πριν από την επανεκλογή μου τέθηκα σε διαθεσιμότητα από την εθνική ηγεσία και κατηγορήθηκα στον εθνικό Τύπο ότι ήμουν πίσω από ένα έλλειμμα 80.000 ευρώ. Αυτό το έλλειμμα δεν ήταν κάτι που γνώριζα, καθώς οι λογαριασμοί πληρώνονταν από υπαλλήλους στο περιφερειακό γραφείο και όχι από εκλεγμένους αντιπροσώπους. Κανείς δεν με είχε ειδοποιήσει ή ενημερώσει ότι υπήρχαν λογαριασμοί στο όνομά μου που δεν είχαν πληρωθεί.
Από την ημέρα της εκλογής μου, η γραφειοκρατία άρχισε τον πόλεμο εναντίον μου. Μέσα σε ένα χρόνο από την αποπομπή μου το 2020 και μετά, 78.000 μέλη εγκατέλειψαν το σωματείο ενοικιαστών. Όμως εγώ και πολλοί σύντροφοι μου εξακολουθούμε να έχουμε μια ισχυρή θέση μέσα στο κίνημα, κάτι που φαίνεται όχι μόνο στην επιτυχία των πρόσφατων κινητοποιήσεων, αλλά και σε κάθε εκλογική αναμέτρηση που έγινε μέσα στο 2021, όπου έχουμε πετύχει σημαντικές επιτυχίες και η εθνική ηγεσία έχει ηττηθεί.
- Ποια ήταν η θέση του επίσημου σωματείου ενοικιαστών στις κινητοποιήσεις;
Η ηγεσία του σωματείου ενοικιαστών κράτησε αποστάσεις από τις διαδηλώσεις, έκανε δημόσια κριτική στο κάλεσμα και απείλησε τις τοπικές οργανώσεις προκειμένου να μη συμμετάσχουν. Επιπλέον, μίλησε ενάντια στην κινητοποίηση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Το επιχείρημα ήταν ότι την πρωτοβουλία για την κινητοποίηση είχε πάρει το «Κόμμα Σοσιαλιστικής Δικαιοσύνης», επομένως οι οργανώσεις του σωματείου δεν μπορούσαν να συμμετέχουν. Είναι καθαρό ότι ο ρόλος μου στο κίνημα θεωρήθηκε πρόβλημα.
- Ποιος ήταν ο ρόλος της υπόλοιπης Αριστεράς σε αυτό το κίνημα;
Η ραχοκοκαλιά του κινήματος είναι το «Κόμμα Σοσιαλιστικής Δικαιοσύνης», μαζί με το «Κομμουνιστικό Κόμμα» και το «Κόμμα της Αριστεράς», αλλά και τα τοπικά σωματεία ενοικιαστών που αντιτίθενται στην εθνική ηγεσία. Αυτή η ενωτική προσέγγιση έχει με τη σειρά της ανοίξει το δρόμο για τη συμμετοχή ακόμη περισσότερων, οργανώσεων, συλλογικοτήτων και κομμάτων.
- Ποιες είναι οι προοπτικές και οι δυνατότητες αυτού του κινήματος;
Οι δυνατότητες είναι μεγάλες για το κίνημα, η κυβέρνηση δεν έχει την κοινή γνώμη με το μέρος της. Το 77% του πληθυσμού δηλώνει αντίθετο με το να αποφασίζουν οι εταιρείες για τις τιμές των ενοικίων. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι εντάσσονται στο κίνημα και γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρος ο αρνητικός ρόλος των Σοσιαλδημοκρατών μέσα στο σωματείο ενοικιαστών. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι να αναζωογονήσουμε τα κοινωνικά κινήματα, τα συνδικάτα και τις οργανώσεις των ενοικιαστών, καθώς και τις οργανώσεις της Αριστεράς, προκειμένου να αποτελέσουν τις βάσεις για ένα νέο κόμμα των εργαζομένων.