Ανταπόκριση από τη Σουηδία, από το site της CWI
Σε αντίθεση μ’ αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα σε μια σειρά χώρες της Β. Ευρώπης οι Σύλλογοι και τα Σωματεία Ενοικιαστών έχουν μεγάλες παραδόσεις διεκδικήσεων και αγώνων. Η Σουηδία είναι μια απ’ αυτές τις χώρες. Ο σύντροφος Κρίστοφερ Λούντμπεργκ, μέλος της αδελφής οργάνωσης του «Ξ» στη Σουηδία «Rättvisepartiet Socialisterna», εκλέχτηκε πρόεδρος της Ένωσης Ενοικιαστών της Δυτικής Σουηδίας, εκπροσωπώντας 77.000 μέλη.
Πρόκειται για μια ακόμη σημαντική επιτυχία των δυνάμεων που συμμετέχουν στις γραμμές της Επιτροπής για μια Εργατική Διεθνή οργάνωση, CWI, που δείχνει πώς οι μαρξιστικές ιδέες μπορούν να μεταφερθούν στα πλατιά εργατικά-λαϊκά στρώματα και οι επαναστάτες σοσιαλιστές να κερδίσουν μαζική υποστήριξη.
Δείχνει επίσης πως η κατάσταση που επικρατεί στη Σουηδία είναι πολύ μακριά από την ευημερούσα και ειδυλλιακή εικόνα που επικρατεί στο μυαλό μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας – παρότι βέβαια δεν έχει καμία σχέση με την κρίση και την μαζική φτωχοποίηση που υπάρχει την Ελλάδα. Το κοινωνικό κράτος, το βιοτικό επίπεδο και τα δικαιώματα δέχονται και στη Σουηδία μία αδιάκοπη επίθεση που κρατά για δεκαετίες. Αν η άρχουσα τάξη μπορεί και κάνει αυτή τη βρώμικη δουλειά, βέβαια, οι ευθύνες δεν βαρύνουν κανένα άλλο από τις πολιτικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες του κινήματος…
Όμως στη βάση της κοινωνίας αναπτύσσεται αναβρασμός. Μόνο έτσι εξάλλου εξηγείται η υπερψήφιση στην ηγεσία ενός μαζικού συλλόγου, ενός μαρξιστή, παρά τον ανελέητο πόλεμο λάσπης που δέχθηκε από όλες τις δυνάμεις του κατεστημένου.
Ακολουθεί το μεταφρασμένο άρθρο από το site της CWI.
Ο Κρίστοφερ Λούντμπεργκ, ηγετικό μέλος της Rättvisepartiet Socialisterna («Κόμμα Σοσιαλιστικής Δικαιοσύνης») εκλέχτηκε πρόσφατα ως επικεφαλής της Ένωσης Ενοικιαστών στη Δυτική Σουηδία. Το σωματείο έχει 77.000 μέλη, που οργανώνονται σε 13 περιφέρειες σε 6 πόλεις, συμπεριλαμβανομένων 7 περιφερειών στην πόλη Γκέτεμποργκ (τη δεύτερη σε μέγεθος πόλη της Σουηδίας, μετά τη Στοκχόλμη). Έχει 200 τοπικές οργανώσεις ενοικιαστών σε διαφορετικές συνοικίες και ακόμα 130 τοπικές οργανώσεις σε εργατικές πολυκατοικίες.
Στο συνέδριο των αντιπροσώπων που ψήφισε το νέο πρόεδρο του σωματείου, συμμετείχαν 86 εκλεγμένοι αντιπρόσωποι από τις διάφορες περιφερειακές οργανώσεις και ο σ. Κρίστοφερ εξελέγη πρόεδρος με το 60% των ψήφων.
Ποτέ ξανά δεν πραγματοποιήθηκαν περιφερειακές εκλογές της Ένωσης Ενοικιαστών οι οποίες να τραβήξουν τόσο πολύ την προσοχή του κόσμου και των ΜΜΕ, τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές.
Επίσης, ποτέ ξανά υποψήφιος για πρόεδρος του περιφερειακού συμβουλίου δεν είχε λάβει τόσες πολλές προτάσεις υποστήριξης της υποψηφιότητας του και τέτοια ευρεία υποστήριξη μέσα στο κίνημα. Ο Κρίστοφερ Λούντμπεργκ είχε πάνω από 30 προτάσεις υποστήριξης για την υποψηφιότητά του – 18 από αντιπροσώπους σε προσωπική βάση στο συνέδριο, 8 προτάσεις από τοπικές οργανώσεις (περιλαμβανομένων αρκετών από τις ετήσιες γενικές τους συναντήσεις) και 4 από τις περιφερειακές επιτροπές.
Ο πρόεδρος της επιτροπής υποψηφιοτήτων άνοιξε τη συζήτηση στη συνάντηση με μια πολύ υποστηρικτική ομιλία:
«Ο Κρίστοφερ Λούντμπεργκ έπαιξε καθοριστικό ρόλο, μέσα τους αγώνες του για το δικαίωμα στη στέγη των λαϊκών στρωμάτων και για την Ένωση Ενοικιαστών και κατάφερε να εντάξει μια νέα γενιά σε αυτό. Ο Κρίστοφερ έχει δείξει σε τοπικό επίπεδο τι μπορεί να πετύχει η Ένωση, πώς να έχει πιο μαζική απήχηση και να γίνει περισσότερο δραστήρια στην κοινότητα. Πολιτικές όπως η ανάληψη από το Δήμο της κατασκευής και παραχώρησης κατοικιών αντί των ιδιωτικών συμφερόντων, το σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων και οι ανακαινίσεις χωρίς αύξηση του ενοικίου, είναι παραδείγματα που μπορούν να λειτουργήσουν σαν οδηγός για δράση σε ολόκληρη τη Δυτική Σουηδία. Ακόμα, ο Κρίστοφερ έχει δείξει ότι επιδιώκει μια συλλογική λειτουργία και μια συλλογική ηγεσία»
Ο Κρίστοφερ έλαβε 53 ψήφους. Ο πλησιέστερος αντίπαλος από τις άλλες 4 υποψηφιότητες πήρε μόλις 18 ψήφους.
Η εκλογή ενός «Τροτσκιστή» προκαλεί αντιπαραθέσεις
Τα αποτελέσματα των εκλογών σχολιάστηκαν από τον κρατικό φορέα της Σουηδικής Τηλεόρασης ως εξής:
«Η υποψηφιότητα του Κρίστοφερ Λούντμπεργκ προκάλεσε αντιπαραθέσεις λόγω της συμμετοχής του στην ”Rättvisepartiet Socialisterna”. Παρόλα αυτά η αντιπαράθεση για τις πολιτικές του απόψεις δεν αποτέλεσε εμπόδιο στο να εκλεγεί στη θέση του προέδρου».
Πριν από αυτό, είχαν αναφέρει ότι ο Κρίστοφερ θεωρεί τον εαυτό του ως «επαναστάτη σοσιαλιστή».
Το περιοδικό της Ένωσης Ενοικιαστών, το οποίο διανέμεται σε 540.000 μέλη, γράφει, μεταξύ άλλων, μετά το αποτέλεσμα των εκλογών:
«Η υποψηφιότητα του Κρίστοφερ Λούντμπεργκ έχει αμφισβητηθεί επειδή έχει δραστηριότητα στην ”Rättvisepartiet Socialisterna”, ένα μικρό κόμμα που ανήκει στην άκρα Αριστερά και το οποίο δηλώνει Μαρξιστικό… Η ψηφοφορία μίλησε από μόνη της. Ο Κρίστοφερ Λούντμπεργκ έλαβε ένα συντριπτικό 60% των ψήφων και η ανακοίνωση του αποτελέσματος στο ετήσιο συνέδριο συνοδεύτηκε από έντονες επιδοκιμασίες».
Η εφημερίδα του Γκέτεμποργκ, Göteborg Direkt, που φτάνει σε όλα τα νοικοκυριά της πόλης, με κυκλοφορία 1,2 εκατομμυρίων, έγραψε ότι ο Κρίστοφερ:
«… θέλει να μετατρέψει την Ένωση Ενοικιαστών σε μια μαχητική οργάνωση και να κινητοποιεί τα μέλη της σε αγώνες. Αυτό το Σαββατοκύριακο ο Κρίστοφερ Λούντμπεργκ εκλέχτηκε νέος πρόεδρος της Δυτικής Σουηδίας – παρά την αντίθεση των ηγεσιών των επίσημων συνδικάτων».
Η νέο-φιλελεύθερη εφημερίδα Expressen/GT, από την άλλη πλευρά, δεν έκρυψε την εχθρότητά της προς τον Κρίστοφερ – δημοσίευσε σχόλιο του επικεφαλής του δημοτικού συμβουλίου της πόλης, που ανήκει στο Συντηρητικό Κόμμα, ο οποίος άσκησε κριτική στις εκλογές που ανέδειξαν τον Κρίστοφερ επικεφαλής της Ένωσης. Ταυτόχρονα η εφημερίδα παρέθεσε link σε ένα ακροδεξιό site που αναφέρεται στον Κρίστοφερ…
Ιστορική στροφή προς τα αριστερά
Αυτό που συμβαίνει στην Ένωση Ενοικιαστών της Δυτικής Σουηδίας είναι η μεγαλύτερη αριστερή στροφή του κινήματος από τότε που ο Ότο Γκρίμλουντ καθοδηγούσε την οργάνωση πριν από σχεδόν ένα αιώνα, μεταξύ 1924 και 1936. Ο Ότο Γκρίμλουντ ήταν ο εκπρόσωπος του Σουηδικού Κομμουνιστικού Κόμματος στην Κομμουνιστική Διεθνή, ένας από πιο επιφανείς ηγέτες του. Διαγράφηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα λόγω της κριτικής του στον Σταλινισμό.
Καταβλήθηκαν μεγάλες προσπάθειες για να αποτραπεί η εκλογή του Κρίστοφερ στην ηγεσία της Ένωσης. Οι άνθρωποι που τον πρότειναν για υποψήφιο δέχθηκαν πιέσεις και σε προσωπικό επίπεδο και μέσα από μια πολιτική εκστρατεία λάσπης από το κατεστημένο, το οποίο «προειδοποιούσε» για τις σχέσεις του Κρίστοφερ με την Rättvisepartiet Socialisterna.
Όμως η συμμετοχή του Κρίστοφερ στο Κόμμα Σοσιαλιστικής Δικαιοσύνης δεν ήταν ποτέ κάτι μυστικό! Απάντησε στους επικριτές και λασπολόγους του μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μέσα από την εβδομαδιαία εφημερίδα της Rättvisepartiet Socialisterna, γράφοντας ανάμεσα σ’ άλλα:
«Οι σοσιαλιστές ανέκαθεν έχτιζαν και ενίσχυαν μαζικές οργανώσεις για την υπεράσπιση της εργατικής τάξης. Οι προσπάθειες να δημιουργήσουν εχθρότητα εναντίον μου απέτυχαν. Υπάρχει ευρεία αποδοχή στο κίνημα και το περιφερειακό συνέδριο το επιβεβαίωσε αυτό».
Τοπικοί Αγώνες
Το πρόγραμμα με το οποίο ο Κρίστοφερ έθεσε υποψηφιότητα είχε τίτλο: «Ξαναχτίζοντας την Ένωση Ενοικιαστών και μετατρέποντας την σε μια μαχητική οργάνωση».
Δημοσίευσε υλικό σχετικά με το είδος της οργάνωσης που πιστεύει ότι πρέπει να εξελιχθεί η Ένωση και έκανε περιοδεία σε όλες τις περιφέρειες. Στην περιοχή Sandeslätt, όπου ζει, ο Κρίστοφερ έχτισε ένα δραστήριο παράρτημα της Ένωσης. Κατάφερε να κάνει την τοπική Ένωση μαχητική και πρωτοπόρα στον αγώνα για την προώθηση των αιτημάτων και ενοικιαστών-απλών εργαζομένων, σε τοπικό επίπεδο. Έτσι οι ένοικοι της περιοχής κέρδισαν μερικές από τις σημαντικότερες νίκες σε σχέση με την πολιτική στέγασης των λαϊκών στρωμάτων σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη περιοχή της χώρας.
Μετά από 30 χρόνια ιδιωτικοποιήσεων στη Σουηδία, το δημοτικό συμβούλιο του Γκέτεμποργκ αναγκάστηκε να πάρει πίσω περισσότερα από 900 διαμερίσματα που είχαν ιδιωτικοποιηθεί ύστερα από τριετή αγώνα που δόθηκε. Μια προγραμματισμένη ιδιωτικοποίηση 450 διαμερισμάτων σταμάτησε επίσης και η δημοτική κατασκευαστική επιχείρηση, Bostadsbolaget, αναγκάστηκε να προχωρήσει σε ανακαινίσεις χωρίς αύξηση του ενοικίου και να εγγυηθεί ότι κανένας ένοικος δεν θα υποχρεωνόταν ν να φύγει.