«Εάν τρέμεις από αγανάκτηση για κάθε αδικία, τότε είσαι σύντροφός μου»
Στις 9 Οκτώβρη του 1967, πριν 57 χρόνια, ο Ερνέστο Γκεβάρα, γνωστός ως «Τσε», πέφτει νεκρός από τις σφαίρες του βολιβιανού στρατού και της CIA. Ήταν μόλις 39 ετών αλλά κατάφερε να γίνει το σύμβολο αγώνων και επαναστατικών διεργασιών σε όλο τον κόσμο, ακόμα και πολλά χρόνια μετά το θάνατό του. Όπως είπε και ο ίδιος στους εκτελεστές του εκείνη τη μέρα με βάση μαρτυρίες που υπάρχουν, «θα σκότωναν απλά έναν άνθρωπο», όχι όμως τις ιδέες του.
Η εικόνα του Τσε μπορεί για κάποιους σήμερα να φαντάζει σαν μια ακίνδυνη μόδα, όταν τυπώνεται σε μπλουζάκια, αναπτήρες και κούπες, μια και το σύστημα χρησιμοποιεί πολλές φορές αυτή την εμπορευματοποίηση για να μετατρέψει επικίνδυνες για αυτό ιδέες και πρόσωπα σε ακίνδυνα. Αλλά για πολλούς νέους και νέες, εργαζόμενους/ες και καταπιεσμένους ανά τον κόσμο, ο Τσε συνεχίζει να είναι ένα σύμβολο αγώνα και αντίστασης, μια απόδειξη ότι μπορούμε να αγωνιστούμε ενάντια στην εκμετάλλευση. Ένα σύμβολο αυταπάρνησης, διεθνισμού και πάλης για έναν καλύτερο, σοσιαλιστικό κόσμο.
Η εκτέλεσή του, αντί να τον αφανίσει, έγραψε το όνομά του για πάντα στα στις σελίδες της ιστορίας. Σήμερα, είναι σημαντικό να αντλήσουμε συμπεράσματα από την ιστορία του, ιστορία που είναι σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένη με την ιστορία της Κουβανικής Επανάστασης. Να κρίνουμε τα σωστά και τα λάθη, προκειμένου να χρησιμοποιήσουμε το παράδειγμά του για να αλλάξουμε την κοινωνία και όσα δε μας αρέσουν σε αυτή.
Όσο ο καπιταλισμός δεν δίνει διέξοδο στους καταπιεσμένους αυτού του κόσμου, η αναζήτηση των ιδεών και των μεθόδων για να τον ανατρέψουμε θα είναι συνεχής, και σε αυτή την αναζήτηση η ζωή και η εμπειρία του Τσε είναι πολύτιμη για όλους και όλες μας.
Από τον ταξιδιώτη στον επαναστάτη
Ο Ερνέστο Γκεβάρα γεννιέται σε μια εύπορη οικογένεια στην Αργεντινή το 1928. Μια ζωή κουβαλάει μαζί του και το σοβαρό πρόβλημα του άσθματος που συμβάλλει σημαντικά στην εξέλιξη της προσωπικότητάς του, καθώς τον σκληραγωγεί από τη μία και από την άλλη του δίνει πολύ χρόνο για μελέτη, αφού για μεγάλα χρονικά διαστήματα δεν μπορεί ούτε να βγει από το σπίτι. Σπουδάζει Ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Άιρες και παίρνει το πτυχίο του το 1953. Αντί όμως να μείνει εκεί και να ζήσει μια άνετη και καλή ζωή στη χώρα του, αποφασίζει να ταξιδέψει, να γνωρίσει τις συνθήκες ζωής και την ιστορία της περιοχής του, της Λατινικής Αμερικής.
Καθοριστικά είναι τα δύο ταξίδια που κάνει στη Λατινική Αμερική το 1952, με τη μηχανή «Λα Ποδερόσα» («Η ισχυρή») και το φίλο του Αλμπέρτο Γκρανάδο, και το 1953-54 με τον Κάρλος Καλίκα Φερέρ. Στην αρχή αυτών των ταξιδιών ο Τσε έχει το ρόλο του παρατηρητή, παρατηρεί τις κοινωνικές συνθήκες, τις κατακρίνει, αλλά δε συμμετέχει ενεργά για να τις αλλάξει. Με τον καιρό όμως, ο επαναστατικός αγώνας τον τραβάει όλο και περισσότερο, μέχρι που φτάνει στο σημείο να θυσιάσει και τη ζωή του για αυτόν. Βλέπει με τα ίδια του τα μάτια την αδικία που βιώνουν οι ιθαγενείς και οι φτωχοί εργάτες και αγρότες και γεμίζει με αγανάκτηση. Στην Αντοφαγάστα, στη Χιλή, συγκλονίζεται από τις συνθήκες εκμετάλλευσης των μεταλλωρύχων από τις αγγλικές εταιρείες και γράφει «η επιβλητικότητα των μεταλλευτικών εγκαταστάσεων βασίζεται στα δέκα χιλιάδες πτώματα που βρίσκονται στο νεκροταφείο». Eκεί γνωρίζει και κάποιους κομμουνιστές μεταλλωρύχους που του κάνουν έντονη εντύπωση. Ζει επαναστατικές διαδικασίες στη Βολιβία, παρακολουθεί τους κοινωνικούς αγώνες στο Περού, και καταλήγει στη Γουατεμάλα.
Τα μαθήματα από τη Γουατεμάλα
Το Δεκέμβρη του 1953 η Γουατεμάλα συνταράσσεται από τις αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση του φιλελεύθερου Χάκομπο Άρμπενς, που έρχονται σε σύγκρουση με τα αμερικανικά μονοπώλια και την άρχουσα τάξη της χώρας. Η εθνικοποίηση της αμερικάνικης πολυεθνικής United Fruit Company είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι για το κατεστημένο που υποκινεί την ανατροπή της κυβέρνησης. Ο Άρμπενς δε δίνει όπλα στους εργάτες, δίνοντας έτσι χρόνο στους καπιταλιστές να οργανωθούν και τελικά να τον ανατρέψουν, με ένα οργανωμένο από την CIA πραξικόπημα, που δεν ήταν το πρώτο ούτε το τελευταίο προωθούμενο από τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ πραξικόπημα σε όλη την Λατινική Αμερική. Δεν είναι τυχαίο ότι η έκφραση «μπανανία» βγήκε για να περιγράψει τις χώρες στη Λατινική Αμερική που είχε ως αποικία η United Fruit Company και η αμερικάνικη κυβέρνηση.
Η εμπειρία της Γουατεμάλας είναι καθοριστική για τον Τσε. Δηλώνει τη στήριξή του στην κυβέρνηση του Άρμπενς και κατατάσσεται επίσημα ως γιατρός του αποσπάσματος ενάντια στο πραξικόπημα, αλλά την ίδια στιγμή βλέπει τα όρια της ρεφορμιστικής πολιτικής που θεωρεί ότι δε χρειάζεται να ανατραπεί ο καπιταλισμός προκειμένου να κερδίσουν την ελευθερία τους οι εργάτες και οι αγρότες. Τελικά το στρατιωτικό πραξικόπημα κερδίζει, η επανάσταση μένει στα μισά του δρόμου και ο Τσε παίρνει το δρόμο της φυγής για το Μεξικό όπου γνωρίζεται με τους πρώτους εξόριστους Κουβανούς του μετέπειτα Κινήματος της 26ης Ιουλίου (που πήρε το όνομά του από την αποτυχημένη απόπειρα ανατροπής του καθεστώτος του Μπατίστα στην Κούβα στις 26 Ιουλίου του 1953) και τον Φιντέλ Κάστρο.
Κριτική στα Λαϊκά Μέτωπα
Μετά από την εμπειρία της Γουατεμάλας ο Τσε κάνει κριτική και στην πολιτική των Λαϊκών Μετώπων, των συμμαχιών δηλαδή με τμήματα της ντόπιας αστικής τάξης που υιοθετούν εκείνη την περίοδο τα Κομμουνιστικά Κόμματα, με καταστροφικές συνέπειες για τους αγώνες των εργαζομένων.
Τα ΚΚ υποστηρίζουν ότι η συμμαχία με την «προοδευτική» πτέρυγα των αστικών κομμάτων είναι απαραίτητη για τον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, για την υπεράσπιση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, κτλ. Σύμφωνα με τη σταλινικής έμπνευσης θεωρία των σταδίων, ένα «στάδιο καπιταλιστικής δημοκρατίας και οικονομικής ανάπτυξης» είναι αναγκαίο πριν η εργατική τάξη πάρει την εξουσία και προχωρήσει στο σοσιαλισμό. Το αποτέλεσμα αυτής της αντίληψης είναι οι ίδιοι οι ηγέτες των ΚΚ να περιορίζουν τους αγώνες της εργατικής τάξης και να γίνονται ουρά των αστικών κομμάτων, που φυσικά προδίδουν με την πρώτη ευκαιρία αυτές τις συμμαχίες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα της πολιτικής των Λαϊκών Μετώπων είναι η Ισπανία του ’36 αλλά και εδώ η Βάρκιζα του ΚΚΕ.
Ο Τσε δεν αντιτάσσει σε αυτή την πολιτική κάποια συνολική εναλλακτική λύση, αντιλαμβάνεται όμως πως με αυτό τον τρόπο τα ΚΚ απομακρύνονται από τις μάζες προκειμένου να συμμετέχουν σε καπιταλιστικές κυβερνήσεις συνασπισμών.
Κούβα- κίνημα 26ης Ιουλίου
Το Κίνημα της 26ης Ιουλίου του Κάστρο, στο οποίο συμμετέχει και ο Τσε, είναι αρκετά πλατύ σε αυτή την περίοδο πριν την επανάσταση στην Κούβα. Υπάρχει για παράδειγμα μέσα σε αυτό μια φιλελεύθερη αστική πτέρυγα που θέλει την ανατροπή του Μπατίστα προκειμένου υποτίθεται να δημιουργηθεί στην Κούβα μια σύγχρονη, βιομηχανική καπιταλιστική δημοκρατία που θα εξασφαλίζει τα στοιχειώδη δικαιώματα στην εργατική τάξη και τους φτωχούς. Υπάρχουν όμως και πιο ριζοσπαστικά στοιχεία, στα οποία ανήκει και ο Τσε.
Η ένταξη του Τσε στο Κίνημα της 26ης Ιούλη δε γίνεται χωρίς προβλήματα. Μερικά από τα μέλη του έχουν μεσοαστική καταγωγή και το πολιτικό προφίλ του Τσε τους εκνευρίζει γιατί παρόλο που άργησε να ενταχθεί και οργανωτικά στο επαναστατικό κίνημα, φανερώνει πολύ γρήγορα πλευρές του χαρακτήρα του, όπως η απλότητα και η αυτοθυσία του που θα έρχονται στην επιφάνεια ακόμα πιο έντονα στη διάρκεια της μετέπειτα ζωής του. Έτσι μερικοί απ’ αυτούς που τον γνωρίζουν ενοχλούνται, γιατί τον θεωρούν «υπεροπτικό».
Κούβα και επανάσταση
Στις 2 Δεκέμβρη του 1956, 82 άντρες ξεκινούν από το Μεξικό μ’ ένα παλιό καράβι, την «Γκράνμα», και αποβιβάζονται σε μια ακτή της Κούβας. Η όλη επιχείρηση σχεδόν καταλήγει σε καταστροφή, καθώς το ταξίδι που ήταν προγραμματισμένο να διαρκέσει πέντε μέρες, διαρκεί εφτά.
Για την επιτυχία της απόβασης είχε σχεδιαστεί δυο μέρες πριν, στις 30 Νοεμβρίου, να εκδηλωθεί στο Σαντιάγο εξέγερση για αντιπερισπασμό, όμως η εξέγερση απέτυχε και το καθεστώς του δικτάτορα Μπατίστα βρισκόταν σε επιφυλακή. Έτσι όταν επιχειρείται η απόβαση των επαναστατών, οι δυνάμεις του στρατού είναι προετοιμασμένες.
Τελικά μόνο 22 από τους 82 επαναστάτες που αποβιβάστηκαν παραμένουν ζωντανοί, οι 10 πιάνονται αιχμάλωτοι και μόνο μια ομάδα από 12 άτομα καταφέρνει να διαφύγει και να ανέβει στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα, χάρη στις οδηγίες ενός ντόπιου χωρικού. Αυτή είναι μόνο η πρώτη φάση ενός εξαντλητικού πολέμου που θα διαρκέσει περίπου δύο χρόνια, μέχρι το Γενάρη του 1959, όταν ο Μπατίστα εγκαταλείπει τη χώρα παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Έτσι, οι νικηφόρες δυνάμεις του Κινήματος της 26ης Ιούλη, μπαίνουν θριαμβευτικά στην Αβάνα, που είναι παραλυμένη από μία γενική απεργία των εργατών.
Ήταν η εξέλιξη της ίδιας της επανάστασης σε συνδυασμό με άλλους εθνικούς και διεθνείς παράγοντες, που σπρώχνει τους βασικούς ηγέτες προς τα αριστερά και υιοθετούν μια νέα πολιτική και κοινωνική τοποθέτηση, την οποία δεν είχαν καν φανταστεί όταν ξεκινούσαν. Η επανάσταση προχωράει έπειτα από μια σειρά επεισοδίων και συγκρούσεων με τις ΗΠΑ για τρία χρόνια, πριν τελικά ο καπιταλισμός και η φεουδαρχία ανατραπούν στη χώρα.
Η εργατική τάξη και οι αγρότες πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση, και σε συνδυασμό με την εχθρική στάση των ΗΠΑ, την κήρυξη εμπάργκο και τις απόπειρες δολοφονίας κατά του Φιντέλ Κάστρο, μια εθνικοποιημένη, κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία εγκαθιδρύεται στην Κούβα. Αυτό ήταν ένα εξαιρετικά θετικό βήμα και είχε μεγάλο αντίκτυπο σε όλη τη Λατινική Αμερική αλλά και διεθνώς.
Η θεωρία για το αντάρτικο
Ο Τσε αναμφισβήτητα πιστεύει στην ιδέα της διεθνούς σοσιαλιστικής επανάστασης. Όσον αφορά όμως τον τρόπο με τον οποίο μπορεί αυτή να επιτευχθεί, εκεί το σκεπτικό του εμφανίζει κατά την γνώμη μας αδυναμίες. Στρέφεται στον ανταρτοπόλεμο ως μέσο κατάληψης της εξουσίας αντί να επικεντρωθεί στην εργατική τάξη στις πόλεις και υποτιμά έτσι το ρόλο που πρέπει να παίξουν οι εργαζόμενοι για να ανατραπεί ο καπιταλισμός.
Για ιδιαίτερους ιστορικούς λόγους, στην Κούβα το αντάρτικο είχε επιτυχή έκβαση, όμως και πάλι κομβικό ρόλο στην πτώση του σάπιου καθεστώτος του Μπατίστα έπαιξε η κίνηση των εργατικών μαζών που κατέβηκαν στους δρόμους. Το βασικό πρόβλημα με το αντάρτικο ως μέθοδο πάλης είναι ότι απευθύνεται κυρίως στον αγροτικό πληθυσμό, ότι προϋποθέτει μια οργάνωση του αγώνα κυρίως στρατιωτικού τύπου (και άρα όχι μαζική και δημοκρατική), ότι ενέχει τον κίνδυνο απομόνωσης από τις πόλεις και την πλειοψηφία των εργαζομένων. Μόνο τυχαίο δεν είναι εξάλλου πως τα καθεστώτα που προέκυψαν μετά από την κατάληψη της εξουσίας από αντάρτικα κινήματα είτε είχαν εξ’ αρχής παραμορφωμένα- γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά (Κούβα, Κίνα, κα) είτε δεν κατάφεραν να ανατρέψουν τον καπιταλισμό και άνοιξαν τον δρόμο για την επιστροφή της αντίδρασης (Νικαράγουα, κα). Δυστυχώς, ο ίδιος ο Τσε θα βιώσει με τον σκληρότερο τρόπο τα προβλήματα και τις αδυναμίες της τακτικής του αντάρτικου μετά την αποχώρηση του από την Κούβα, και τελικά θα τα πληρώσει με την ίδια του την ζωή.
Παρά όμως τη λαθεμένη του προσέγγιση σε αυτά τα ζητήματα, η πίστη του στην αναγκαιότητα του σοσιαλισμού παίζει καίριο ρόλο στις μετέπειτα διεργασίες στην Κούβα.
«Εγώ τσακώθηκα αρκετές φορές εκεί στη Μόσχα…»
Όταν ο Τσε γνωρίζει την ΕΣΣΔ από πρώτο χέρι στρέφεται ενάντια σ’ αυτό το εκφυλισμένο δικτατορικό καθεστώς, που κυβερνά τη χώρα στο όνομα του σοσιαλισμού, χωρίς όμως αυτό να επηρεάσει καθόλου το μίσος του ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον καπιταλισμό.
Όταν επισκέπτεται τη Μόσχα το 1964 για τον εορτασμό της 47ης επετείου της Ρώσικης επανάστασης διαμαρτύρεται έντονα για τον τρόπο ζωής των Ρώσων αξιωματούχων, σε αντίθεση με το πώς ζει ο υπόλοιπος πληθυσμός και κάνει κριτική στη γραφειοκρατία. Αυτό προκαλεί την εχθρική στάση της Μόσχας απέναντί του που τον θεωρεί «τυχοδιώκτη» αλλά και «τροτσκιστή». Ο ίδιος αναφερόμενος στις κατηγορίες για τροτσκισμό γράφει:
«Αυτή η άποψη, που υποτίθεται ότι πρέπει να τσακίσουμε, είναι μια άποψη που δίνει το πλεονέκτημα σε εμάς. Δεν είναι δυνατόν να τσακίσει κανείς μια άποψη και ίσα ίσα αυτό είναι που σκοτώνει την εξέλιξη της διανόησης… Είναι σαφές ότι από τη συλλογιστική του Τρότσκι μπορεί κανείς να βγάλει μια σειρά από χρήσιμα συμπεράσματα…».
Δεν είναι τυχαίο πως σε όποια κρατικά πόστα ανέλαβε υπεύθυνος μετά την επανάσταση (μεταξύ των οποίων ήταν και Υπουργός Οικονομικών και πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας) ο Τσε πάλεψε ενάντια στις γραφειοκρατικές τάσεις που αναπτυσσόταν στην Κούβα.
Κονγκό και Βολιβία
Βασισμένος στην εμπειρία της Κούβας ο Τσε θέλει να προχωρήσει με τη μέθοδο του ανταρτοπόλεμου στην Αφρική και έπειτα στη Λατινική Αμερική, σε χώρες με συνθήκες εντελώς διαφορετικές από της Κούβας, όπου η εργατική τάξη έχει κεντρικό ρόλο και παραδόσεις αγώνων.
Το 1965 αποφασίζει να φύγει από την Κούβα για αυτό το σκοπό. Σε μια επιστολή που διαβάζει ο Φιντέλ στις 3 Οκτωβρίου του 1965 σε δημόσια συγκέντρωση αναφέρει:
«Νιώθω πως έχω πια εκπληρώσει το μέρος εκείνο του χρέους μου που με έδενε με την κουβανική επανάσταση στο έδαφός της και σας αποχαιρετώ, εσένα, τους συντρόφους και το λαό σου που είναι πια και δικός μου. Παραιτούμαι επίσημα από τα καθήκοντά μου στην ηγεσία του κόμματος, από τη θέση του υπουργού, από το βαθμό του κομαντάτε, από την κουβανική υπηκοότητα. Καμιά νομική σχέση δε με συνδέει με την Κούβα, μόνο δεσμοί άλλου είδους που δεν μπορούν να σπάσουν, όπως οι διορισμοί σε κάποιες θέσεις. Κοιτάζοντας τη ζωή μου ως τα τώρα, πιστεύω πως έχω δουλέψει με αρκετή τιμιότητα και αφοσίωση για την εδραίωση της επαναστατικής νίκης (…) Άλλες χώρες του κόσμου ζητάνε τη συμβολή των σεμνών μου προσπαθειών. Εγώ μπορώ να κάνω αυτό που εσένα δεν σου επιτρέπεται, λόγω των ευθυνών σου απέναντι στην Κούβα, και έφτασε η ώρα να αποχαιρετιστούμε».
Πρώτος σταθμός του Τσε Γκεβάρα, μετά τη φυγή του από την Κούβα είναι το Κονγκό για να ενισχύσει και να βοηθήσει οργανωτικά τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό και έπειτα η Βολιβία όπου και τελικά δολοφονείται.
Συμπεράσματα για σήμερα
Είναι γνωστό ότι λίγα χρόνια πριν το θάνατό του ο Τσε άρχισε να μελετά τις ιδέες του Λέων Τρότσκι, που έκανε σκληρή κριτική στη σταλινική γραφειοκρατία χωρίς να απομακρύνεται από τα διδάγματα της Ρώσικης επανάστασης, της δημιουργία του πρώτου εργατικού κράτους στον κόσμο και τον κεντρικό ρόλο που παίζει η εργατική τάξη στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε βέβαια αν ο Τσε θα υιοθετούσε τις ιδέες του Τρότσκι ή σε τι συμπεράσματα είχε φτάσει μελετώντας, αλλά δυστυχώς ο χρόνος δεν ήταν αρκετός καθώς δολοφονήθηκε στα 39 του χρόνια.
Η ομάδα του στη Βολιβία, που αποτελούνταν από 29 Βολιβιανούς και 18 Κουβανούς, απομονώνεται από τον ντόπιο αγροτικό πληθυσμό και δέχεται τη μία ήττα μετά την άλλη, μέχρι που σε μια μάχη ο Τσε τραυματίζεται και αιχμαλωτίζεται, για να δολοφονηθεί την επόμενη μέρα. Η αποτυχία της αποστολής εκείνης αποδεικνύει με τον πιο γλαφυρό τρόπο πως παρά την αυτοθυσία, παρά την επαναστατική αφοσίωση, δεν μπορεί μια επανάσταση να επιβληθεί με τεχνητό τρόπο.
Οι ιδέες του Τσε παραμένουν καίριες και επίκαιρες, ο διεθνισμός, ο σοσιαλισμός, η ανάγκη να αλλάξουν τα πράγματα για να ζουν οι άνθρωποι καλύτερα. Ο αγωνιστής Ερνέστο Γκεβάρα μέσα στη δίνη των ιστορικών γεγονότων κατάφερε με το παράδειγμά του να εμπνεύσει διεθνώς τον αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό και θα συνεχίζει να εμπνέει… μέχρι την τελική νίκη.
¡Hasta la victoria siempre! Μέχρι την τελική νίκη!
*ο στίχος «πυξίδα μέσα στο χρόνο» είναι από το τραγούδι Hasta Siempre (Τσε Γκεβάρα)