Με αφορμή το 20ο συνέδριο του ΚΚΕ και τον προσυνδριακό διάλογο που αναπτύσσεται μέσα από τις γραμμές του Ριζοσπάστη, αναδημοσιεύουμε απόψεις μελών του ΚΚΕ που κρίνουμε πως ενδιαφέρουν ευρύτερα τους αγωνιστές της Αριστεράς και του κινήματος.
Μερικές σκέψεις πάνω στις Θέσεις
Ανδρέας Βασιλείου
ΚΟΒ Ναυπλίου
Ριζοσπάστης, 11/3/2017, http://www.rizospastis.gr/story.do?id=9270309
Κλείνουμε τον 8ο χρόνο καπιταλιστικής κρίσης στη χώρα μας. Η κατάσταση που βιώνουν η εργατική τάξη και τα πλατιά λαϊκά στρώματα, είναι αυτή που ζούμε κι εμείς καθημερινά. Στις Θέσεις γίνεται λόγος για ασθενική οικονομική ανάκαμψη. Αυτό σημαίνει ότι έκλεισε ο κύκλος της κρίσης; Θεωρώ πως μια τέτοια εκτίμηση είναι τουλάχιστον πρόωρη, με δεδομένα το ύψος του χρέους, τη συνεχιζόμενη διεθνή εποπτεία και την αστάθεια του πολιτικού συστήματος. Σ’ αυτό το ζήτημα χρειάζεται ξεκάθαρη απάντηση.
Κάνουμε πολύ λόγο για τις εκτιμήσεις των αστικών επιτελείων διεθνώς. Μια από αυτές (που δεν αναφέρεται στις Θέσεις) είναι ότι η Ελλάδα είναι ο αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης. Το ερώτημα είναι αν είναι αδύναμος κρίκος με τη λενινιστική έννοια. Κατά τη γνώμη μου ήταν εν δυνάμει τέτοιος το προηγούμενο διάστημα: Πρωτοφανής οικονομική κρίση για τα μεταπολεμικά δεδομένα, πρωτοφανής αντιλαϊκή επίθεση σε διάρκεια έκταση και ένταση, η οποία προκάλεσε σοβαρότατες δυσκολίες στην αναπαραγωγή της αστικής πολιτικής (παίξανε γρήγορα όλα τα χαρτιά τους, μαζί και τις εφεδρείες).
Το ζήτημα είναι τι έπρεπε να έχουμε κάνει. Την πρώτη περίοδο 2009 – 2012 οφείλαμε να ηγηθούμε παλεύοντας για τη μεγαλύτερη δυνατή ενότητα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της απέναντι στη συντονισμένη επίθεση του εγχώριου και διεθνούς κεφαλαίου. Είχαμε τη δυνατότητα: υπήρχε συσπείρωση γύρω από το Κόμμα, δικαίωση των θέσεών του και λαϊκά στρώματα που από εμάς περιμένανε να πάρουμε την πρωτοβουλία και τα οποία, δικαίως, δεν είχαν εμπιστοσύνη στον ΣΥΡΙΖΑ. Ζήτημα – κρίκος έπρεπε να μπει η μονομερής διαγραφή του χρέους (αντιμονοπωλιακό αίτημα που τσάκιζε κόκαλα). Να πάμε με την αντίστροφη σειρά απ’ ό,τι τα λέγαμε. Η Λαϊκή Εξουσία όχι ως προϋπόθεση συμφωνίας, αλλά ως κατάληξη. Οι μάζες δεν πείθονται από τις ιδέες, αλλά από τη δική τους δράση και πείρα με την καθοδήγηση και παρέμβαση της πρωτοπορίας.
Καθήκον μας ήταν να οξύνουμε την κρίση του αστικού πολιτικού συστήματος, να θέσουμε εμπόδια στην αναδιάταξή του (που έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και ένα – εύθραυστο, ακόμα – διπολισμό) και όχι να λέμε στο λαό ότι αυτά είναι ζητήματα που θα τα λύσουν αυτοί (η αστική τάξη).
Πατώντας σε τέτοιες αδυναμίες θέριεψε ο οπορτουνισμός.
Στη συνέχεια, πριν αλλά και μετά την αναρρίχηση στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ καλλιεργήθηκαν σοβαρές αυταπάτες στα λαϊκά στρώματα. Εμείς έπρεπε να αναδείξουμε ως ζήτημα – κρίκο την έξοδο από την ΕΕ. Γι’ αυτό παρά τις θεαματικές κωλοτούμπες του ΣΥΡΙΖΑ, με κορυφαία το δημοψήφισμα, δεν έχουμε καταφέρει να ξεμπλοκάρουμε και να συσπειρώσουμε δυνάμεις.
Στις Θέσεις το ζήτημα αντιμετωπίζεται ως άλλη μία ενδοαστική αντίθεση. Παραγνωρίζουμε ότι πρόκειται για στρατηγική επιλογή της άρχουσας τάξης από το 1960 μέχρι σήμερα. Και παραμένει τέτοια. Είναι χαρακτηριστικό από αυτήν την άποψη ότι κανένα κόμμα δεν υποστηρίζει την έξοδο. Και η ΛΑΕ, ένα μικροαστικό κόμμα, που υποστήριξε την έξοδο από το ΕΥΡΩ, παρότι συσπείρωνε τουλάχιστον το 1/3 των μελών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπήκε στο κοινοβούλιο. Η δική μας θέση πρέπει να είναι ξεκάθαρα στον αντίποδα της αστικής πολιτικής και στρατηγικής. Και όχι να λέμε ότι έξω από το ΕΥΡΩ χωρίς λαϊκή εξουσία θα είναι τα ίδια, ίσως και χειρότερα για το λαό. Αυτό είναι «βούτυρο στο ψωμί» της κυβερνητικής προπαγάνδας. Και να μην ξεχνάμε ότι πάνω σε αυτό το ζήτημα (τη θέση απέναντι στην ΕΟΚ) τσακίσαμε τον οπορτουνισμό του ΚΚΕ Εσωτερικού.
Συνοψίζοντας, αντί να βρίσκουμε τον κατάλληλο κρίκο από τον οποίο, κρατώντας τον σφιχτά, θα τραβήξουμε όλη την αλυσίδα της πολιτικής μας, κρατάμε γερά τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας. Αυτό είναι καλό για γυμναστική, αλλά όχι για να μπορέσουμε να την τραβήξουμε. Είναι απότοκο της ταύτισης τακτικής και στρατηγικής, ιδεολογικής και πολιτικής πάλης, που διαπερνούν την πολιτική και τις Θέσεις. Λύνουμε την αντίθεση καταργώντας τη μία πλευρά της. Και αυτό έχει ως συνέπεια, ανάμεσα στ’ άλλα, ότι δεν μπορούν να δεθούν οι οικονομικοί αγώνες, στους οποίους μπαίνουμε μπροστά, με το στρατηγικό μας στόχο. Είναι σαν να βαράμε «μια στο καρφί και μια στο πέταλο».