Στις αρχές του περασμένου Δεκέμβρη κυκλοφόρησε η είδηση ότι ο αγωγός πετρελαίου Κίστοουν (Keystone) που μεταφέρει πετρέλαιο από τον Καναδά στις ΗΠΑ διασχίζοντας τη Μοντάνα, τη Νότια Ντακότα, τη Νεμπράσκα και καταλήγοντας στο Κάνσας, σημείωσε την τρίτη –και σοβαρότερη– μεγάλη διαρροή μέσα στα τελευταία πέντε χρόνια.
Ο αγωγός λειτουργεί από το 2010 και μέχρι την τελευταία διαρροή (μετά την οποία η λειτουργία του διακόπηκε μέχρι να διορθωθεί η βλάβη) μετέφερε 600.000 βαρέλια πετρέλαιο την ημέρα*. Κατά τη διάρκεια της ζωής του Κίστοουν έχουν υπάρξει πάνω από είκοσι μικρότερες διαρροές, όμως η συγκεκριμένη θεωρείται όχι μόνο η σοβαρότερη στην ιστορία του αγωγού, αλλά μια από τις χειρότερες στην ιστορία των ΗΠΑ.
Η διαρροή εντοπίστηκε στα σύνορα της Νεμπράσκα με το Κάνσας και εκτιμάται ότι μέσα στις πρώτες μέρες διέρρευσαν στο περιβάλλον τουλάχιστον 14.000 βαρέλια πετρέλαιο.
Η εταιρεία που διαχειρίζεται τον αγωγό (η TC Energy) ισχυρίζεται ότι βρίσκεται σε επικοινωνία και συνεργασία με τους αγρότες των οποίων η γη έχει επηρεαστεί από την πετρελαιοκηλίδα και ότι συνολικά ελέγχει την κατάσταση. Τόσο η εταιρεία, όσο και οι τοπικές αρχές, προσπαθούν να υποβαθμίσουν την κατάσταση και να πείσουν ότι σύντομα θα έχει καθαρίσει το έδαφος στο οποίο έχει διαρρεύσει το πετρέλαιο. Ισχυρίζονται επίσης ότι ο αγωγός είναι γενικά ασφαλής και ότι δεν υπάρχει σημαντικός κίνδυνος, παρά το ιστορικό διαρροών από την έναρξη της λειτουργίας του μέχρι και σήμερα.
Η πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ διαφορετική.
Οι επιπτώσεις μιας μεγάλης διαρροής πετρελαίου στο περιβάλλον δεν είναι ασήμαντες, ούτε μπορούν να εξαφανιστούν σε μερικές εβδομάδες ή μήνες.
Πέρα από τις άμεσες επιπτώσεις μιας πετρελαιοκηλίδας (τους θανάτους ζώων, πτηνών, ή ψαριών σε περιπτώσεις λιμνών ή διαρροές στη θάλασσα) η παρουσία του πετρελαίου στο έδαφος και το νερό (είτε πρόκειται για υπόγειες αποθήκες νερού, είτε για ρυάκια, ποτάμια, λίμνες, κλπ) επηρεάζει για χρόνια, ή και δεκαετίες κάθε μορφή ζωής με την οποία έρχεται σε επαφή.
«Προγραμματισμένα» ατυχήματα
Ο αγωγός Κίστοουν έχει προκαλέσει σημαντικές αντιδράσεις και κινητοποιήσεις από περιβαλλοντικές οργανώσεις και τοπικά κινήματα κατά το παρελθόν, που συχνά σχετίστηκαν με το μεγαλειώδες κίνημα των Ινδιάνων των κεντρικών ΗΠΑ ενάντια στον –γειτονικό στον Κίστοουν– αγωγό «Dakota Access». Τα κινήματα αυτά, πέρα από τη διεκδίκηση να μην περάσουν στα χέρια των εταιρειών ενέργειας τα εδάφη των ιθαγενών, πέρα από τη μάχη για τον τερματισμό της χρήσης ορυκτών καυσίμων ως απαραίτητο μέσο για την αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής, προειδοποιούσαν και για τους περιβαλλοντικούς κινδύνους στις περιοχές από τις οποίες θα περνούσαν οι αγωγοί.
Προειδοποιούσαν ότι αργά ή γρήγορα θα παρουσιαστούν διαρροές, μικρότερες ή μεγαλύτερες, που θα βάλουν σε κίνδυνο την υγεία και την ποιότητα ζωής των ανθρώπων, τις τοπικές οικονομικές δραστηριότητες (γεωργία, κτηνοτροφία, κλπ) και βέβαια τα ζώα, τα φυτά, τη φύση στο σύνολό της. Αυτού του είδους τα ατυχήματα δεν είναι απλά πιθανά.
Από τη στιγμή που ξεκινάει να λειτουργεί ένας αγωγός, το ερώτημα δεν είναι αν, αλλά πότε και σε ποιο σημείο θα παρουσιάσει διαρροή και πόσο σημαντική θα είναι αυτή.
Το πρόσφατο ατύχημα, είναι μια ακόμη υπενθύμιση ότι οι μεγάλες εταιρείες στον χώρο της ενέργειας είναι διατεθειμένες να ρισκάρουν όχι μόνο σοβαρά τοπικά περιβαλλοντικά ατυχήματα, αλλά και το ίδιο το μέλλον του πλανήτη που απειλείται από την κλιματική αλλαγή, προκειμένου να διασφαλίσουν τα κέρδη τους. Απέναντι σε αυτές τις αδηφάγες επιχειρήσεις, απέναντι στο ίδιο το σύστημα του κέρδους και της καταστροφής, είναι όλο και πιο επείγον οι αντιστάσεις και τα κινήματα να κλιμακωθούν.
* Για να υπάρχει μια καλύτερη κατανόηση των μεγεθών, αξίζει να αναφερθεί ότι η μέση ημερήσια κατανάλωση πετρελαίου στην Ελλάδα το 2017 ήταν 450.000 βαρέλια (πηγή).