Διασκευή άρθρου της Μαρία Λουίζα Γκεβάρα που αρχικά δημοσιεύτηκε στο Internationalist Standpoint. Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στα αγγλικά εδώ.
Οι πολιτικές του Μακρόν είναι πιο κοντά στην Ακροδεξιά απ’ ό,τι ο ίδιος θέλει να παραδεχτεί (διαβάστε περισσότερα εδώ). Ο πρόσφατος μεταναστευτικός νόμος που πρότεινε ο Υπουργός Εσωτερικών του είναι κυριολεκτικά εμπνευσμένος από το γαλλικό ακροδεξιό δόγμα της «εθνικής προτίμησης» (που σημαίνει ότι οι Γάλλοι πολίτες πρέπει να έχουν προτεραιότητα στην πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες έναντι των μεταναστών).
Το γεγονός ότι ο νόμος αυτός διαφημίστηκε ως «ιδεολογική νίκη» από τη Μαρίν Λεπέν, την επικεφαλής του ακροδεξιού κόμματος Rassemblement National (RN), είναι μια ένδειξη του πόσο πολύ έχει κερδίσει η ακροδεξιά από τότε που ο Μακρόν ανέλαβε την εξουσία το 2017.
Αλλά αυτή η μετατόπιση προς τον δεξιό «εξτρεμισμό» δεν σταματά στη σφαίρα της κοινοβουλευτικής πολιτικής, αλλά τρυπώνει στην καθημερινή ζωή των απλών ανθρώπων στη Γαλλία. Έχει γίνει κοινωνικά «αποδεκτό» για τους λευκούς Γάλλους να λένε πράγματα όπως «δεν είμαι ρατσιστής αλλά…» («υπάρχουν πάρα πολλοί ξένοι εδώ» ή «οι μετανάστες είναι όλοι τους κλέφτες», ή οποιαδήποτε άλλη φράση που βρωμάει ξενοφοβία και ρατσισμό).
Ένας από τους βασικούς παράγοντες που σπρώχνουν τη γαλλική πολιτική σκηνή όλο και πιο δεξιά, είναι τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Στη Γαλλία, όπως και στις περισσότερες χώρες, τα μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης ελέγχονται από ολιγάρχες.
Οι συνέπειες στην πραγματική ζωή
Το μεγαλύτερο μέρος των μηνυμάτων στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τις εφημερίδες και το διαδίκτυο που προέρχονται από αυτά τα μέσα ενημέρωσης, επικεντρώνεται στο να ενσταλάξει φόβο στο κοινό τους: φόβο ότι κινδυνεύουν εξαιτίας των αλλοδαπών που έρχονται να «κλέψουν τις δουλειές τους», «να κλέψουν την ευημερία τους» ή «να κλέψουν τη γυναίκα τους». Όταν ανοίγει κανείς τα 24ωρα ειδησεογραφικά κανάλια, οι περισσότερες ειδήσεις αφορούν το πώς οι αλλοδαποί αραβικής ή αφρικανικής καταγωγής έχουν διαπράξει βία εναντίον των «γηγενών». Γενικά, πολύ λίγα στοιχεία είναι διαθέσιμα σχετικά με το ποσοστό των ειδήσεων που αφορούν τη βία στις ειδήσεις, ωστόσο μια μελέτη του 2012 σημείωσε ότι ο αριθμός των ειδήσεων με θέμα τη βία είχε αυξηθεί κατά 73% σε όλα τα μέσα ενημέρωσης μεταξύ 2002-2012, παρόλο που τα στατιστικά στοιχεία για τη βία έδειχναν μια διαφορετική εικόνα – ότι στην πραγματικότητα τα ποσοστά της βίας είχαν πέσει.
Η δημιουργία αυτού του αισθήματος ανασφάλειας στον λευκό πληθυσμό μέσω αναφορών για «ορδές μουσουλμάνων» που λεηλατούν τους δρόμους ή βιάζουν λευκές γυναίκες και η προώθηση της προπαγάνδας περί «ρατσισμού εναντίον των λευκών» στα μέσα ενημέρωσης, έχει οδηγήσει σε έξαρση της ρατσιστικής βίας. Τον Νοέμβριο του 2023, ένας νεαρός Γάλλος κηπουρός βορειοαφρικανικής καταγωγής δέχθηκε βίαιη επίθεση από έναν 70χρονο λευκό Γάλλο. Ο δράστης προσπάθησε να κόψει το λαιμό του θύματος, αλλά ευτυχώς ο νεαρός επιβίωσε. Παρά τις ρατσιστικές ύβρεις που φώναζε ο επιτιθέμενος, η δικαιοσύνη αποφάσισε ότι δεν επρόκειτο για έγκλημα μίσους.
Πράξεις βίας κατά των μεταναστών διαπράττονται καθημερινά από τις αστυνομικές δυνάμεις, ιδίως στις παραγκουπόλεις που φιλοξενούν πληθυσμούς Ρομά και στους καταυλισμούς όπου οι πρόσφυγες αναζητούν προσωρινό κατάλυμα. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι πράξεις βίας που διαπράττονται από ρατσιστές εναντίον μεταναστών είναι βέβαιο ότι θα αυξηθούν τους επόμενους μήνες ή χρόνια.
Η αύξηση των νεοναζιστικών και φασιστικών ομάδων
Ο αριθμός των νεοναζιστικών, φασιστικών και εθνικιστικών βίαιων ομάδων, όχι μόνο έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά οι ομάδες αυτές έχουν γίνει πιο ορατές και εμφανίζονται δημόσια με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Ο αριθμός των συλλήψεων για ακροδεξιά τρομοκρατία έχει εκτιναχθεί τα τελευταία χρόνια, από τότε που ο Μακρόν έγινε πρόεδρος: κατά μέσο όρο 17 συλλήψεις ανά έτος μεταξύ 2017-2022 σε σύγκριση με 2,5 συλλήψεις μεταξύ 2011-2016. Αυτό δεν αντικατοπτρίζει μια πολιτική αντιμετώπισης της ρατσιστικής βίας, αλλά μάλλον το γεγονός ότι οι επιθέσεις ήταν τόσες πολλές, που η αστυνομία δεν είχε άλλη επιλογή από το να συλλάβει ορισμένους από τους δράστες.
Περίπου την ίδια εποχή με τη επίθεση στον κηπουρό που αναφέρθηκε παραπάνω, συνέβησαν άλλες δύο πράξεις βίας, αλλά αυτή τη φορά τα θύματα ήταν λευκοί και οι δράστες βορειοαφρικανικής καταγωγής. Η πρώτη ήταν η φρικτή δολοφονία ενός 12χρονου κοριτσιού από μια γυναίκα από την Αλγερία (η οποία φαίνεται να αντιμετωπίζει ψυχιατρικά προβλήματα) και η δεύτερη ενός 18χρονου αγοριού που μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου κατά τη διάρκεια καυγά έξω από κλαμπ. Αυτά τα φρικτά γεγονότα εργαλειοποιήθηκαν από την Ακροδεξιά ως παραδείγματα «ρατσισμού εναντίον των λευκών» και ως απόδειξη ότι οι μετανάστες αποτελούν απειλή για την ασφάλεια. Ορισμένες ακροδεξιές ομάδες, οι περισσότερες από τις οποίες συνδέονται με το ακροδεξιό κόμμα Reconquest του Éric Zemmour, βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν κατά της μετανάστευσης. Φασιστικές πολιτοφυλακές περιφέρονταν εκείνο το διάστημα στους δρόμους πόλεων όπως η Λυών, κρατώντας μαχαίρια και φωνάζοντας ρατσιστικές προσβολές στους περαστικούς.
Αυτό το είδος της αυτοδικίας των πολιτοφυλακών που κυκλοφορούν στους δρόμους και εκφοβίζουν ή επιτίθενται σε ανθρώπους με ρατσιστικά κίνητρα (που στα γαλλικά ονομάζεται «ratonnade»), ήταν πολύ συνηθισμένο κατά τη διάρκεια του πολέμου της ανεξαρτησίας της Αλγερίας τη δεκαετία 1950-60. Ο αριθμός των επιθέσεων αυτών αυξήθηκε σημαντικά επί Μακρόν. Αμέσως μετά τη δολοφονία του Ναέλ, ενός Γάλλου εφήβου βορειοαφρικανικής καταγωγής από την αστυνομία, η νεολαία βγήκε στους δρόμους για να εκφράσει την οργή της για την αστυνομική βία.
Παράλληλα, οι ακροδεξιές πολιτοφυλακές και οι φασιστικές ομάδες, οργάνωσαν επιθέσεις σε διάφορες πόλεις της χώρας κατά τη διάρκεια της νύχτας, αλλά και συγκεντρώσεις κατά τη διάρκεια της ημέρας σε δημόσιους χώρους όπου απηύθυναν κάλεσμα για την έναρξη ενός «εμφυλίου πολέμου» ανάμεσα στους λευκούς και τους μη λευκούς. Υπήρξαν επίσης καλέσματα στα μέσα κοινωνικές δικτύωσης προς τις φασιστικές ομάδες να οργανώσουν επιθέσεις στις ειρηνικές διαμαρτυρίες για τον Ναέλ και να χτυπήσουν τους συγκεντρωμένους. Ωστόσο, η αστυνομία δεν φάνηκε να ανησυχεί από την έκρηξη βίας και οι συλλήψεις που έκανε ήταν ελάχιστες.
Εκτός από τις ρατσιστικές επιθέσεις, ορισμένες ακροδεξιές και φασιστικές ομάδες άρχισαν να τοποθετούν πανό και αφίσες κατά της μετανάστευσης στις γειτονιές όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού είναι μη λευκοί (αν και όχι απαραίτητα μετανάστες). Για παράδειγμα, τον Νοέμβριο του 2023, μια σειρά από αφίσες με την επιγραφή «Γάλλοι, η μετανάστευση σκοτώνει», αναρτήθηκαν σε μια γειτονιά εργατικών κατοικιών από τον τοπικό πυρήνα της Action Française, ενός ακροδεξιού φιλο-μοναρχικού πολιτικού κινήματος που ιδρύθηκε το 1899. Η γειτονιά έχει μικτό πληθυσμό από λευκούς και μαύρους, Γάλλους και μετανάστες και δεν αντιμετωπίζει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν συνήθως οι γειτονιές των προαστίων (διακίνηση ναρκωτικών, βία, ακραία φτώχεια κ.λπ.). Αυτού του είδους οι αφίσες και τα πανό έχουν κάνει την εμφάνισή τους σε γειτονιές όπως αυτή με αποτέλεσμα οι μη λευκοί κάτοικοι να μην νιώθουν ασφαλείς.
Ανάγκη για αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς
Οι γαλλικές αρχές δεν φαίνεται να λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση αυτής της εντεινόμενης βίας. Αυτό βέβαια δεν είναι ιδιαίτερα περίεργο, δεδομένου ότι το 60% των αστυνομικών είχε δηλώσει ότι σκοπεύει να ψηφίσει τη Μαρίν Λεπέν το 2022.
Με τα μέσα ενημέρωσης να ελέγχονται από ακροδεξιούς ή συντηρητικούς ολιγάρχες και με την Αριστερά να έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό τις ρίζες της στις εργατικές γειτονιές, ο κόσμος αφήνεται έρμαιο σε εκστρατείες αποπροσανατολισμού. Η Αριστερά πρέπει να αντιμετωπίσει την ακροδεξιά προπαγάνδα στους χώρους εργασίας και τις γειτονιές.
Δυστυχώς, η γαλλική Αριστερά είναι μακριά από τη λογική του ενιαίου μετώπου για την αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς, αλλά και από μια πιο συνολική, αξιόπιστη εναλλακτική λύση απέναντι στο ρεύμα των νεοφιλελεύθερων και συντηρητικών ιδεών που κυριαρχούν στη Γαλλία.
Παρ’ όλα αυτά, οι πρόσφατες αγροτικές κινητοποιήσεις αποτελούν ένα ελπιδοφόρο στοιχείο της περιόδου. Ενώ η πλειονότητα των αγροτών είναι ενταγμένη στο γραφεικρατικό συνδικάτο FNSEA, ένα μικρότερο συνδικάτο που ονομάζεται Confédération Paysanne (Συνομοσπονδία Αγροτών), που συνδέεται με τη διεθνή αριστερή αγροτική οργάνωση Via Campesina, έχει εκφράσει πολύ έντονα τις αντιφασιστικές απόψεις του, προτάσσοντας οικολογικά αιτήματα για τον κλάδο, μακριά από τις «λύσεις» που είναι «μια από τα ίδια».
Οι πρόσφατες διαμαρτυρίες κατά του μεταναστευτικού νόμου αποτελούν επίσης μια αχτίδα ελπίδας, ιδιαίτερα καθώς έρχονται να προστεθούν στις πρόσφατες κινητοποιήσεις κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος και στις διαμαρτυρίες μετά τη δολοφονία του Ναέλ, ενώ πριν από μερικά χρόνια, το κίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων» συγκλόνισε τη γαλλική κοινωνία. Υπάρχει τεράστια δύναμη στα χέρια της γαλλικής εργατικής τάξης, όπως και μια μακρά παράδοση σκληρών αγώνων. Αυτή πρέπει να αξιοποιηθεί στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης των ακροδεξιών και νεοναζιστικών απειλών και για να γίνει αυτό χρειάζεται ενιαίο μέτωπο από την Αριστερά.