Του Παναγιώτη Βογιατζή
Σε λίγες μέρες, με αφορμή τη ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός θα ανακοινώσει εκ νέου τις εξαιρετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Ξέρουμε σχεδόν ακριβώς τι πρόκειται να πει, αφού έχουν φροντίσει να μας προϊδεάσουν τα κανάλια και οι εφημερίδες. Ότι η χώρα βγαίνει επιτέλους από την ύφεση, ότι οι θυσίες του λαού πιάνουν επιτέλους τόπο, ότι το μέλλον διαγράφεται επιτέλους ευοίωνο.
Οι προβλέψεις θα διανθιστούν –εννοείται– με τους κατάλληλους αριθμούς. Κι αυτούς μπορούμε να τους μαντέψουμε, δεν είναι και πολλοί. Για την ακρίβεια είναι μόνο ένας: το περιβόητο πρωτογενές πλεόνασμα.
Το οποίο πρωτογενές πλεόνασμα σημαίνει σε απλά ελληνικά μόνο ένα πράγμα: ότι το κράτος έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί πόρους για να μειώνει το Δημόσιο Χρέος. Και εφ’ όσον χρησιμοποιείται γι αυτόν τον σκοπό δεν σημαίνει απολύτως τίποτα για την ανάπτυξη της οικονομίας, την καταπολέμηση της φτώχειας ή τη μείωση της ανεργίας.
Αυτός ο ένας αριθμός λοιπόν πρέπει να μπει στη ζυγαριά απέναντι σε δεκάδες άλλους, που δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικοί. Ας τους δούμε συνοπτικά:
Η ελληνική οικονομία βαδίζει στο 24ο (!!) τρίμηνο συνεχούς ύφεσης, που είναι πιθανότατα παγκόσμιο ρεκόρ για μη πολεμική περίοδο.
Το Δημόσιο Χρέος βρίσκεται στο 174% του ΑΕΠ, μειώθηκε κατά 1% τον τελευταίο χρόνο, οπότε, μ’ αυτό το ρυθμό, θα χρειαστούν 50 χρόνια για να φτάσει στα επίπεδα του 2010.
Εκτός βέβαια αν η χώρα μπει σε τροχιά μεγάλης ανάπτυξης. Από πού ακριβώς μπορεί να έρθει αυτή; Είναι αστείο βέβαια να την περιμένουμε από αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης, όσο συνεχίζεται αυτή η «σωτήρια» οικονομική πολιτική.
Από τις εξαγωγές τότε; Μόνο που κι αυτές παρουσίασαν σοβαρή μείωση φέτος, κατά 4,6%, κάτι που αντανακλά πολλούς παράγοντες αλλά κυρίως τη στασιμότητα και ύφεση που φαίνεται πως βρίσκεται προ των πυλών σ’ ολόκληρη την Ευρώπη.
Τα υπόλοιπα, όχι τόσο «κεντρικά» νούμερα επίσης δεν προσφέρουν καμιά αισιοδοξία.
Με την ανεργία στο 27%, επίσημα, τη φτώχεια να καλπάζει και να έχει φτάσει (επίσημα στοιχεία) στο 35% (4η μεγαλύτερη στην ΕΕ, μετά από Βουλγαρία, Ρουμανία και Λετονία) με τους μισούς φορολογούμενους να έχουν ληξιπρόθεσμα χρέη προς την εφορία, χρέη που αυξάνονται κατά 1 δις ευρώ το μήνα, με τα ασφαλιστικά ταμεία να βουλιάζουν (10 δισ. € επιπλέον χρέη προς αυτά συσσωρεύτηκαν την τελευταία τετραετία, σαν αποτέλεσμα της ανεργίας και της πτώχευσης εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων)… το να μιλάς για ανάκαμψη μόνο ως μακάβριο αστείο μπορεί να εκληφθεί.
Βέβαια, εκλογές έρχονται και δεν πρέπει ν’ αφήσουμε την πραγματικότητα να μας χαλάσει τα σχέδια. Μια σειρά από «ελαφρύνσεις» θα ανακοινωθούν σύντομα. Κρίμα που όποιες κι αν είναι αυτές, για να μην πάνε χαμένες οι θυσίες μας, θα αναπληρωθούν από «ισοδύναμα μέτρα», δηλαδή, πάλι σε απλά ελληνικά, με αντίστοιχες επιβαρύνσεις που όμως δε θα είναι τόσο εύκολα παρατηρήσιμες.
Ο φαύλος κύκλος της πολιτικής που ακολουθείται είναι αδύνατον να σπάσει από μόνος του και να οδηγήσει σε ανάπτυξη της οικονομίας και σε πραγματική ανακούφιση των εργαζομένων και της κοινωνίας. Το πολύ που μπορεί να καταφέρει είναι μια πορεία τύπου «L» όπως λέγεται στην πολιτική οικονομία. Δηλαδή μια απότομη και μεγάλη πτώση (αυτή τη ζήσαμε και τη ζούμε ακόμη) και στη συνέχεια μια κάποιου είδους σταθεροποίηση στα πολύ χαμηλά επίπεδα που κατέληξε.
Πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας μπορεί να έρθει μόνο με μια κυβέρνηση της Αριστεράς, που δεν θα πέσει στην παγίδα να «διορθώσει» την τρέχουσα πολιτική αλλά που θα την ανατρέψει εκ βάθρων και θα προχωρήσει σε τολμηρά σοσιαλιστικά μέτρα.