Του Παναγιώτη Βογιατζή
Το σχέδιο φαινόταν απλό και καλοφτιαγμένο: Εισβάλλουμε στο Ιράκ και παίρνουμε υπό τον έλεγχό μας την παραγωγή πετρελαίου του. Υποβαθμίζουμε τον ρόλο της Σαουδικής Αραβίας στην περιοχή και γενικότερα τον ρόλο του ΟΠΕΚ στη διαμόρφωση των τιμών. Αποτέλεσμα; Μια χρυσή περίοδος φτηνής ενέργειας και υψηλότατων κερδών για τους καπιταλιστές ήταν έτοιμη να ξεκινήσει! Μεγαλοφυές ε; Κρίμα που τα πράγματα πήγαν ακριβώς ανάποδα!
Ένα ολόκληρο χρόνο μετά τη «νίκη» των Αμερικανών στο Ιράκ το πετρέλαιο σκαρφάλωσε σε τιμές ρεκόρ, ξεπερνώντας πρόσκαιρα ακόμα και τα 40 $ το βαρέλι και απειλώντας να ρίξει ξανά την παγκόσμια οικονομία σε περιπέτειες. Οι λόγοι γι αυτή την άνοδο είναι πολλοί και οι περισσότεροι απ’ αυτούς τείνουν ν’ αποκτήσουν μόνιμο χαρακτήρα.
Πολιτική αστάθεια
Ο πρώτος λόγος είναι η αυξημένη ζήτηση για πετρέλαιο, που οφείλεται στην οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων 12 – 16 μηνών. ΗΠΑ (που απορροφούν το 12% της παγκόσμιας ζήτησης), Κίνα και ΝΑ Ασία έχουν αυξήσει μέχρι και 40% τις εισαγωγές τους σε σχέση με πέρυσι.
Ο δεύτερος λόγος είναι πολιτικός. Η παραγωγή του Ιράκ (3 εκατ. βαρέλια ημερησίως πριν την εισβολή) βρίσκεται με το ζόρι στο 1/3 της δυναμικότητάς του, ενώ και η Βενεζουέλα για μια σημαντική χρονική περίοδο είχε σχεδόν σταματήσει τις εξαγωγές της, λόγω του λοκ άουτ στην κρατική εταιρεία πετρελαίου, που είχε σαν σκοπό την ανατροπή του Τσάβες. Και αυτές οι χώρες είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, καθώς στην πραγματικότητα οι περισσότεροι παραγωγοί πετρελαίου απέχουν πολύ απ’ το να θεωρούνται βασίλεια σταθερότητας. Γιατί ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι χώρες όπως η Νιγηρία, η Αλγερία, ακόμη και η ίδια η Σ. Αραβία δεν θα βρεθούν στο άμεσο ή το λίγο πιο μακρινό μέλλον σε συνθήκες κοινωνικής ή θρησκευτικής αναταραχής, με άμεσες επιπτώσεις στην ικανότητά τους να τροφοδοτούν με πετρέλαιο τις αγορές;
Ο τρίτος λόγος δεν είναι άλλος απ’ την κερδοσκοπία στα χρηματιστήρια των εμπορευμάτων. Όσο απίθανο κι αν ακούγεται, ειδικά για μια τόσο μεγάλη και σπουδαία αγορά, όλοι σχεδόν οι αναλυτές είναι αναγκασμένοι να παραδεχθούν πως «η αγορά του πετρελαίου βρίσκεται αυτή τη στιγμή στα χέρια μιας χούφτας κερδοσκόπων», που παίζοντας με συμβόλαια, δικαιώματα, παράγωγα και άλλα τέτοια ακαταλαβίστικα για τον μέσο άνθρωπο, καταφέρνουν να δημιουργούν τεράστιες αποκλίσεις στις τιμές των εμπορευμάτων.
Όπως το 1973;
Η τελευταία άνοδος των τιμών έκανε πολλές μνήμες να ξυπνήσουν. Οι πετρελαϊκές κρίσεις του 1973 και του 1979 είναι ακόμη νωπές και ο φόβος ότι η ιστορία μπορεί να επαναληφθεί έχει οπωσδήποτε μια βάση. Οι καθησυχαστικές αναλύσεις ότι «οι οικονομίες της Δύσης είναι καλύτερα προετοιμασμένες σήμερα να αντιμετωπίσουν τέτοια γεγονότα» είναι ελάχιστα ως καθόλου πειστικές. Όσο η οικονομία παραμένει βασισμένη στο πετρέλαιο, μια τεράστια αύξηση στην τιμή του δεν μπορεί παρά να ρίξει σε κρίση τόσο την Ευρώπη και τις ΗΠΑ όσο, πολύ περισσότερο, τις χώρες της Ασίας, όπως την Κίνα, την Ινδία και ολόκληρη τη ΝΑ Ασία, που στηρίζονται ακόμη περισσότερο στο πετρέλαιο απ’ ότι ο ανεπτυγμένος κόσμος.
Η διαφορά μ’ εκείνη την περίοδο βρίσκεται στο πολιτικό περιβάλλον. Το ’73 οι Αραβικές χώρες προχώρησαν σ’ ένα σχεδόν καθολικό εμπάργκο προς τη Δύση, ενώ το 1979 η Ιρανική Επανάσταση σταμάτησε εντελώς τις εξαγωγές της δεύτερης πετρελαιοπαραγωγού χώρας εκείνης της εποχής. Μια τέτοια προοπτική φαντάζει πολύ μακρινή σήμερα, ωστόσο η πολιτική των ΗΠΑ φαίνεται πως κάνει ότι μπορεί για να τη φέρει πιο κοντά. Ήδη, η εισβολή στο Ιράκ οδήγησε τις χώρες του ΟΠΕΚ στο να συνεργαστούν πολύ πιο στενά απ’ ότι στο παρελθόν, αφού καταλαβαίνουν πολύ καλά ότι σε διαφορετική περίπτωση θα είναι αναγκασμένες να σύρονται ανάλογα με τις ορέξεις των ΗΠΑ. Από την άλλη, η Σ. Αραβία έχει εξελιχθεί σε πόλο αστάθειας. Οι ιμπεριαλιστές τρέμουν στον κίνδυνο να δουν να αναπτύσσεται εκεί ένα φονταμενταλιστικό καθεστώς που θα έφερνε, ανάμεσα στα άλλα, αυτόματα στην επιφάνεια τα χειρότερα σενάρια όσον αφορά την παγκόσμια πετρελαϊκή αγορά.
Όλα δείχνουν ότι ο βάλτος του Ιράκ, μετά τα πολιτικά, ετοιμάζεται να πνίξει και τα οικονομικά σχέδια των ιμπεριαλιστών.