Του Παναγιώτη Βογιατζή
Εδώ και δεκαετίες η παγκόσμια οικονομία, όταν δεν βρισκόταν σε ύφεση ή σε κάποιου είδους κραχ, βρισκόταν πάντοτε υπό την επήρεια θετικών προσδοκιών. Και όχι απλώς θετικών. Για την ακρίβεια ζούσε και κινιόταν στη σιγουριά ότι μια καινούρια εποχή ανέτειλε. Η κατάρρευση των σταλινικών καθεστώτων θα άνοιγε, υποτίθεται, «τεράστιες ευκαιρίες για ανάπτυξη». Η δημιουργία των dot.coms σήμαινε την «είσοδο στην οικονομία του μέλλοντος». Η τεράστια πιστωτική επέκταση και η φούσκα των χρηματιστηρίων δημιουργούσε μια ολόκληρη νέα γενιά πλουσίων. Και φυσικά όλα αυτά τα χρόνια, η τεράστια άνοδος της κινεζικής οικονομίας αλλά και των υπόλοιπων ισχυρών αναδυόμενων οικονομιών «σήμαινε την παγκοσμιοποίηση του πλούτου» και τη δημιουργία εκατοντάδων εκατομμυρίων νοικοκυριών της νέας «μεσαίας τάξης».
Σήμερα, έξι χρόνια μετά την κρίση του 2008, η οικονομία βρίσκεται χωρίς πιλότο και το κυριότερο χωρίς στόχο. Όλες οι προηγούμενες «χρυσές ευκαιρίες» καταναλώθηκαν με ένα μόνο αποτέλεσμα: τη συσσώρευση απίστευτου πλούτου σε μια πολύ μικρή μειοψηφία. Κι από ‘δω και πέρα, τι;
Σε αντίθεση με το παρελθόν, καμιά συγκεκριμένη ελπίδα δε φαίνεται στον ορίζοντα. Αντίθετα, όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται ότι το πιο πιθανό σενάριο για το μέλλον είναι ο αποπληθωρισμός, στα πρότυπα της Ιαπωνίας των δυόμιση τελευταίων δεκαετιών. Θυμίζουμε ότι στην δεκαετία του ’80 η Ιαπωνία εμφανιζόταν σαν το «νέο μοντέλο» που ετοιμαζόταν να ξεπεράσει τις ΗΠΑ και να πάρει την πρωτοκαθεδρία στον παγκόσμιο καπιταλισμό. Ο δείκτης ΝΙΚΚΕΙ είχε ξεπεράσει τις 35000, ιαπωνικές εταιρίες αγόραζαν σωρηδόν αμερικανικές μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ, τα στελέχη επιχειρήσεων μάθαιναν πυρετωδώς γιαπωνέζικα.
Ωστόσο, μετά την κρίση του 1987 η ιαπωνική οικονομία ποτέ δεν μπόρεσε να ορθοποδήσει ξανά, παρά τα τεράστια ποσά που κατευθύνθηκαν προς την αναζωογόνησή της. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και σήμερα, σε παγκόσμια κλίμακα.
Η «σταθεροποίηση» του συστήματος μετά το 2008 κατορθώθηκε σχεδόν αποκλειστικά με την εκτύπωση χρήματος από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες, κυρίως την αμερικανική. Η πραγματική ανάκαμψη της οικονομίας ήταν ωστόσο ελάχιστη, αφού το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ρευστότητας κατευθύνθηκε στα χρηματιστήρια και την πλασματική οικονομία γενικότερα. Αλλά αυτή η συνταγή δεν μπορεί να συνεχιστεί επ’ άπειρον, χώρια που τα σημάδια του αποπληθωρισμού έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους. Αν όλα τα παραπάνω συνδυαστούν με την συνέχιση των σφιχτών πολιτικών λιτότητας που εξακολουθεί να επιβάλλει η Γερμανία στην ΕΕ, το μέλλον προμηνύεται εξαιρετικά δυσοίωνο.
Όταν ολόκληρος ο πλανήτης έχει εμπλακεί σ’ αυτό το αδιέξοδο σπιράλ, από πού μπορεί να έρθει κάποια πραγματική ανάπτυξη; Μέχρι τώρα η απάντηση ήταν εύκολη: Από την Κίνα. Ωστόσο κι εκεί τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα.
Με τον ρυθμό ανάπτυξης να έχει πέσει στο χαμηλότερο σημείο εδώ και πολλά χρόνια και το κυριότερο με τα τεράστια προβλήματα που φαίνεται πως αντιμετωπίζει εκεί ο τραπεζικός τομέας, οι αναλυτές φοβούνται ότι δεν θα μπορέσει η Κίνα να συνεχίσει να παίζει το ρόλο της ατμομηχανής της παγκόσμιας οικονομίας που έπαιζε ως τώρα. Για να μην αναφέρουμε ότι στην πραγματικότητα οι αστοί παγκοσμίως τρέμουν στην ιδέα ότι αναταραχές όπως του Χονγκ Κονγκ μπορεί να εξαπλωθούν και στην υπόλοιπη χώρα, οδηγώντας την σε κάποιου είδους εκδημοκρατισμό που θα πλήξει το «υγιές επιχειρηματικό κλίμα»… [1]
Συμπερασματικά, αν η μέχρι τώρα πορεία της παγκόσμιας οικονομίας κατάφερε να διαψεύσει μία προς μία όλες τις «ελπίδες» για ένα καλύτερο αύριο, τι μπορεί να σημάνει το γεγονός ότι ακόμα κι αυτές οι φρούδες ελπίδες έχουν πια παραχωρήσει τη θέση τους στο φόβο και την ανασφάλεια;