Της Ηλέκτρας Κλείτσα
Η μεγάλη νίκη του Μπάρακ Ομπάμα στις αμερικανικές εκλογές της 4ης Νοεμβρίου, όπως και η τεράστια συμμετοχή (πάνω από 130 εκατ. ψήφισαν), που ξεπερνάει ακόμη και αυτή του 1960, όταν εξελέγη πρόεδρος ο Τζον Κένεντι, (63,8%), είναι ενδεικτική των προσδοκιών και των ελπίδων που στηρίζει η πλειοψηφία των πολιτών των ΗΠΑ στο νέο τους πρόεδρο.
Μετά από μια 8ετία διακυβέρνησης από το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων και τον Τζ. Μπους τζούνιορ, του οποίου η θητεία θεωρείται μια από τις πιο μισητές περιόδους στις ΗΠΑ, από Αμερικανούς, και όχι μόνο, δεν είναι λίγοι αυτοί που ζητωκραυγάζουν σε ολόκληρο τον κόσμο, ότι επιτέλους η υπερδύναμη "αλλάζει σελίδα". Η κατάσταση ωστόσο είναι πιο σύνθετη, και όχι τόσο ρόδινη όσο ονειρεύονται πολλοί.
Ας δούμε όμως πρώτα τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών:
Τα αποτελέσματα
Μέχρι τη στιγμή που γράφεται το άρθρο, αν και πλέον δεν μπορεί να υπάρξουν συνταρακτικές αλλαγές, ο Ομπάμα συγκεντρώνει πάνω από το 52% με τουλάχιστον 59 εκατ. ψήφους, κερδίζοντας σε σημαντικές πολιτείες, όπως η Ν. Υόρκη και η Ουάσινγκτον, αλλά και το Οχάιο, και η Πενσυλβάνια, που θεωρούνται από τις πιο κρίσιμες περιοχές για την ανάδειξη του προέδρου – ειδικά η τελευταία αποτέλεσε το μεγάλο στοίχημα και για τους δύο υποψηφίους.
Ο Μακ Κέην συγκεντρώνει το 47%, με 53,2 εκατ. ψήφους, χάνοντας πολιτείες που υπήρξαν κάστρα του κόμματός του, όπως η Βιρτζίνια, και κερδίζοντας άλλες, εξίσου σημαντικές, όπως το Τέξας και η Τζόρτζια.
Τα κριτήρια – πρώτα η οικονομία
Αμέσως μετά της εκλογές, οι ψηφοφόροι δε ρωτήθηκαν μόνο σχετικά με το ποιον υποψήφιο στήριξαν, από τα συνεργεία που προετοίμαζαν τα exit polls, αλλά και σχετικά με τα κριτήρια που τους οδήγησαν στην απόφασή τους. Το 63% απάντησε ότι το βασικό θέμα που τους απασχολεί είναι η οικονομία, (καθόλου περίεργο, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο αριθμός που έχουν χάσει ή θα χάσουν τα σπίτια τους σαν αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης εκτιμάται σε 2,2 εκατομμύρια οικογένειες, ενώ πάνω από 30 εκατ. Αμερικανοί αναγκάζονται να καταφεύγουν σε συσσίτια για να επιβιώσουν).
Η προεκλογική εκστρατεία
Ήταν η μεγαλύτερη σε διάρκεια (21 μήνες) και η ακριβότερη (υπολογίζεται ότι στοίχισε 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια) προεκλογική περίοδος στις ΗΠΑ.
Και βέβαια, είχε για άλλη μια φορά προσωποκεντρικά χαρακτηριστικά, με τους δυο διεκδικητές της προεδρίας να επιδεικνύουν τα προσόντα τους ως καλοί οικογενειάρχες, αγνοί πατριώτες που βάζουν το συμφέρον της Αμερικής πάνω από το προσωπικό τους όφελος, και είναι αρκετά έξυπνοι και έμπειροι ώστε να το υποστηρίξουν.
Ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος, Τζον Μακ Κέην, σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, έκανε ότι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να αποφύγει την ταύτιση με τον πρόεδρο Μπους και την οκταετία του και να φορτώσει στον αντίπαλό του την "κατηγορία" του μουσουλμάνου. Ταυτόχρονα προσπάθησε να τον παρουσιάσει ως νέο, άπειρο και επομένως ανίκανο να κυβερνήσει και επιχείρησε να συσπειρώσει τους πιο "παραδοσιακούς" ψηφοφόρους του κόμματός του, με την – μάλλον όχι και τόσο πετυχημένη – επιλογή της υπερσυντηρητικής Σάρα Πέιλιν, ως υποψήφιας για την αντιπροεδρία.
Από την πλευρά του ο Δημοκρατικός υποψήφιος, που ξόδεψε το τριπλάσιο ποσό από τον αντίπαλό του στη διαφημιστική του εκστρατεία, παρουσίασε τον εαυτό του σαν την εγγύηση της πραγματικής αλλαγής στην πολιτική ζωή των ΗΠΑ, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό, και δηλώνοντας την πρόθεσή του να τερματίσει τον πόλεμο στο Ιράκ και να κλείσει τη φυλακή του Γκουαντάναμο, χωρίς να δώσει ωστόσο συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα.
Ελπίδες στον Ομπάμα
Ένα μεγάλο κομμάτι ψηφοφόρων στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα το πιο φτωχό και καταπιεσμένο, η νεολαία, οι Αφροαμερικανοί, οι Ισπανόφωνοι, στήριξαν τις ελπίδες τους στον πρώτο μαύρο πρόεδρο στην ιστορία της χώρας. Ιδιαίτερα μετά την οκταετία Μπους, είναι πολύ πιθανό ότι ένας οποιοσδήποτε υποψήφιος των δημοκρατικών θα κατάφερνε να κερδίσει τις εκλογές. Είναι σε μεγάλο βαθμό κατανοητή η διάθεση πολλών αμερικανών να στηρίξουν έναν πρόεδρο, του οποίου το προφίλ υπόσχεται στροφή 180 μοιρών στην πολιτική ζωή των ΗΠΑ.
Αλλά ποιος είναι πραγματικά ο Μπάρακ Ομπάμα, και μπορεί όντως να εγγυηθεί μια καλύτερη ζωή για τα εκατομμύρια των αμερικανών που στηρίζουν τις ελπίδες τους πάνω του;
Τι θα αλλάξει στις ΗΠΑ;
Στην ομιλία του στο Σικάγο, αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, ο νικητής των εκλογών δεν είπε απολύτως τίποτα συγκεκριμένο σε σχέση με το πρόγραμμά του και πως θα υλοποιηθεί το σχέδιο της "ευημερίας" και της "ανάπτυξης". Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Ομπάμα θα βρεθεί από την αρχή της προεδρίας του αντιμέτωπος με μια πρωτοφανή οικονομική κρίση. Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η ανεργία στις ΗΠΑ θα φτάσει το 8% μέχρι το 2010, από 6,1% που είναι σήμερα ("Τα Νέα", 5/11/08).
Είναι τους νέους άνεργους και άστεγους που θα προσπαθήσει να σώσει ο Ομπάμα, ή τους τραπεζίτες και επιχειρηματίες; Το ερώτημα ακούγεται μάλλον ρητορικό.
Ο Ομπάμα έχει πάρει χρηματοδότηση με τη μορφή "οικονομικής ενίσχυσης" για την εκστρατεία του από τράπεζες και επιχειρήσεις, που είναι η μεγαλύτερη από οποιουδήποτε άλλου προέδρου στην ιστορία των ΗΠΑ.
Κάποιοι από τους βασικούς του χρηματοδότες, είναι οι ίδιοι τραπεζίτες που έχουν πάρει ήδη δισεκατομμύρια δολάρια για να σωθούν από την κρίση, την ίδια ώρα που εκατομμύρια Αμερικανοί χάνουν τα σπίτια τους. Μια τόσο σημαντική επένδυση από πλευράς τους, τους εξασφαλίζει τη μελλοντική τους σωτηρία, και από τη νέα κυβέρνηση.
Όσο για τα σχέδια του προέδρου για την αντιμετώπιση της κρίσης και της αύξησης της ανεργίας που θα την συνοδεύσει, κάποιες από τις προεκλογικές του δεσμεύσεις είναι πολύ πιο συγκεκριμένες από τις γενικόλογες ευχές για "ευημερία". Στην ομιλία αμέσως μετά τη νίκη του για παράδειγμα δήλωσε:
"Προσωρινή έκπτωση φόρου 3.000 δολαρίων για το 2009 και 2010 σε επιχειρήσεις για κάθε νέο εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης που θα προσλαμβάνεται στις ΗΠΑ".
Εξίσου καθαρές ήταν και οι προεκλογικές του δηλώσεις:
"…είμαι υπέρ της ανάπτυξης της ελεύθερης αγοράς. Αγαπώ την αγορά…" (συνέντευξη στο CNBC).
Όπως ήταν λογικό και αναμενόμενο, ο φορέας της "αλλαγής", δε θα αλλάξει τίποτα στην οικονομική πολιτική της χώρας. Θα συνεχίσει να κάνει πλούσια δώρα στην αγορά που αγαπάει, με την "ελπίδα" ότι αυτή θα τα επιστρέψει στους εργαζόμενους, αντί να πάρει συγκεκριμένα μέτρα ενίσχυσης των χαμηλών εισοδημάτων και της στρατιάς των αστέγων που έχει δημιουργήσει η κρίση της.
Τι θα αλλάξει στον κόσμο;
Οι ηγέτες της Ε.Ε. υποδέχτηκαν την εκλογή Ομπάμα με την ελπίδα ότι ανοίγεται μια νέα εποχή στις σχέσεις των δύο ηπείρων. Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβεζ δήλωσε έτοιμος να ξεκινήσει συνομιλίες με το νέο πρόεδρο, τον "μαύρο" όπως τον χαρακτήρισε, θεωρώντας ότι ο παράγοντας αυτός είναι καθοριστικός για την ταύτισή του με τις ανάγκες των ιθαγενών της Λατινικής Αμερικής.
Οι Κουβανοί ελπίζουν ότι ο Ομπάμα θα ενισχύσει τη βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες, ενώ ο πρώην πρόεδρός τους, Φιντέλ Κάστρο, στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα είχε πάρει ξεκάθαρη θέση υπέρ του δημοκρατικού υποψηφίου.
Ωστόσο, η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, είναι τόσο στενά δεμένη με τα συμφέροντα των επιχειρηματιών και των τραπεζών, όσο και ο ίδιος ο νέος τους πρόεδρος. Και παρά το γεγονός ότι ο Ομπάμα δηλώνει την πρόθεσή του να τερματίσει τον πόλεμο στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, δεν έχει ξεκαθαρίσει πότε και με ποιον τρόπο θα γίνει αυτό.
Όσο για τις επιθέσεις που δέχονται από πλευράς των ΗΠΑ μια σειρά από χώρες της Λατινικής Αμερικής με αριστερές κυβερνήσεις, όπως η Βενεζουέλα και η Βολιβία, η συνέχιση και η έντασή τους, δεν εξαρτάται καθόλου από τις "καλές προθέσεις" του Ομπάμα, αλλά από το πόσο απειλούνται τα συμφέροντα των τραπεζών, των εταιριών ενέργειας και των πολυεθνικών που δρουν στην περιοχή.
Η CWI και η εκστρατεία υπερψήφισης του Ραλφ Νέιντερ
Η "Σοσιαλιστική Εναλλακτική", τμήμα της CWI στις ΗΠΑ, κατανοώντας την ελπίδα που εναποθέτουν εκατομμύρια Αμερικανοί στον Ομπάμα για τη βελτίωση της καθημερινότητάς τους, εξηγούσε σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ότι η ελπίδα αυτή θα μείνει ανεκπλήρωτη.
Συμμετείχε ενεργά στην εκστρατεία υποστήριξης ενός ανεξάρτητου αριστερού υποψήφιου, του Ραλφ Νέιντερ, του οποίου τα ποσοστά παρέμειναν πολύ χαμηλά, (δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστά, αλλά βρίσκονται κάπου στο 1% που περισσεύει) εξαιτίας του ενθουσιασμού για το νέο πρόεδρο, και το φόβο για την επανάληψη μιας τετραετίας τύπου Μπους με τον οποίο οδηγήθηκαν στην κάλπη οι φτωχοί και καταπιεσμένοι πολίτες των ΗΠΑ.
Στο πρόγραμμα του Νέιντερ υπάρχουν σημαντικά στοιχεία και αριστερές προτάσεις που θα μπορούσαν να παίξουν προωθητικό ρόλο στη βελτίωση της ζωής του μέσου Αμερικανού. Τέτοια σημεία είναι η άμεση απόσυρση όλων των στρατευμάτων από το Ιράκ και το Αφγανιστάν, η καθιέρωση ενός πραγματικά δημόσιου και δωρεάν συστήματος υγείας, οι σημαντικές περικοπές από τον στρατιωτικό προϋπολογισμό, η δημιουργία αξιοπρεπώς αμειβόμενων θέσεων εργασίας μέσα από σειρά προγραμμάτων δημοσίων έργων, η κατάργηση της θανατικής ποινής, κ.α. Οι θέσεις του Νέιντερ αποτελούσαν το μόνο αριστερό πρόγραμμα στην εκλογική αντιπαράθεση στις ΗΠΑ, γι’ αυτό και η CWI υποστήριξε τη δική του υποψηφιότητα.