Από τις 4 κιόλας Ιουλίου, μία μόλις μέρα μετά την συναυλία του Λεξ στην Αθήνα, στο γήπεδο του Πανιωνίου, το ίντερνετ γέμισε από άρθρα τα οποία διερωτώταν ανοιχτά ποιος είναι αυτός ράπερ ο οποίος κατάφερε να γεμίσει το στάδιο με 25.000 ανθρώπους να προσέρχονται για να τον ακούσουν; Ο Τύπος και τα κανάλια δεν ασχολήθηκαν με το γεγονός, παρά μόνο όταν πήρε την τόσο μεγάλη έκταση που πήρε, κυρίως για να καταδικάσουν τον Λεξ, τους στοίχους του και την «απολωλυία» νεολαία, ενώ κάποιες μέρες αργότερα το όνομά του έφτασε να ακούγεται ακόμα και μέσα στην Βουλή. Δεν χρειάζεται λοιπόν να σταθούμε περισσότερο στο γεγονός σαν γεγονός, είναι όμως πολύ σημαντικό να αιτιολογηθεί η απήχηση που έχει ο Λεξ, αλλά και άλλα μέλη της ανεξάρτητης μουσικής σκηνής, χωρίς εταιρείες, χωρίς κοσκίνισμα του καλλιτεχνικού τους έργου.
***
Ο Λεξ, ένας άνθρωπος ο οποίος έχει αποκτήσει τον χαρακτηρισμό του «ποιητή του περιθωρίου», παρά το γεγονός ότι ο ίδιος αρνείται τον χαρακτηρισμό αυτόν, αγγίζει μέσω των στίχων του την κοινωνική αλλά και την πολιτική πραγματικότητα της χώρας. Καθώς οι καταστάσεις οι οποίες περιγράφει, η πραγματικότητα την οποία μεταφέρει είναι πράγματα κοινά για όποιον κατοικεί στην Ελλάδα και αποτελεί κομμάτι της εργατικής τάξης ή γενικότερα των χαμηλότερων κοινωνικών και οικονομικών στρωμάτων. Καλλιτεχνική και παράλληλα ωμή είναι η μεταφορά της πραγματικότητας, πραγματικότητα η οποία αποτελείται από τους πενιχρούς μισθούς των εργαζομένων, την αδυναμία να χαίρουμε βασικών αγαθών, μέχρι το να προβεί κανείς σε μικροεγκληματικές ενέργειες προκειμένου να μπορέσει να επιβιώσει.
Ο Λεξ λοιπόν αποτυπώνει μέσω των στίχων του την καταπίεση που τα χαμηλότερα στρώματα βιώνουμε την στιγμή αυτή, τα υποστελεχωμένα νοσοκομεία, τις ανύπαρκτες υποδομές όπως μέσα μαζικής μεταφοράς, δημόσιες υπηρεσίες κλπ. Αναφέρεται συχνά στον ρόλο της αστυνομίας ο οποίος δεν είναι άλλος από το να τρομοκρατεί και να καταπιέζει μέσω της βαρβαρότητας η οποία την χαρακτηρίζει. Ιδιαίτερα με την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας που έχει φροντίσει να επαναφέρει ή να δημιουργήσει πολύ βίαιες κατασταλτικές ομάδες της αστυνομίας και που έχει δώσει το ελεύθερο να κινούνται εντελώς απροκάλυπτα αυτοί οι οποίοι πλέον ελέγχουν τα νήματα του υποκόσμου και του παρακράτους. Ενώ από την άλλη υπάρχουν οι εξαθλιωμένοι και οι κατατρεγμένοι, οι οποίοι λόγω της κατάστασης αυτής αναγκάζονται να διαπράττουν μικροκλοπές και μικροεμπόριο με στόχο την επιβίωση:
Ωραία, ρευματοκλοπές, υποτροπές, λογαριασμοί
Ανεργία, αφραγκία, μπάτσοι, Χρυσή Αυγή
Μεροκάματα του τρόμου, εξώσεις, πλειστηριασμοί
Εκφράζει την εναντίωση στους εθνικούς πολέμους με στίχους όπως:
Αυτό πάει για τους καραβανάδες και τις διαταγές τους
δεν ξαναφοράω τις παραλλαγές τους.
Μιλάμε λοιπόν για έναν άνθρωπο ο οποίος μέσα σε τρία άλμπουμ έχει περιγράψει όλη την ελληνική πραγματικότητα από το 2014 μέχρι και το 2022, πραγματικότητα την οποία αφαιρετικά θα μπορούσαμε να περιγράψουμε με έναν του στίχο:
Ο πόνος των φτωχών γίνεται η τέχνη των αστών.
Είναι ο εκφραστής μιας γενιάς καταπιεσμένης, εξαθλιωμένης και εξοργισμένης.
***
Το σύστημα από την μεριά του όσο κι αν προσπαθεί να καλύψει την αληθινή καλλιτεχνική έκφραση των καταπιεσμένων, με τους καλλιτέχνες πρότυπα που πλασάρουν την ακριβή, άπιαστη ζωή, την παρανομία με σκοπό το κέρδος, το νταηλίκι, τους ανούσιους έρωτες, που αντικειμενοποιεί τις γυναίκες, στέκεται ανίκανο να το κάνει.
Πολλοί έχουν ήδη μιλήσει για το «φαινόμενο Λεξ». Ο Λεξ και καλλιτέχνες σαν τον Λεξ δεν ζήτησαν να θεωρηθούν φαινόμενα, δεν ζήτησαν (και δεν πρέπει) να μπουν σε κάποιο βάθρο, είναι άνθρωποι σαν τους ακροατές τους. Είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο ότι για μεγάλα στρώματα της κοινωνίας και της νεολαίας οι σταρ πεθαίνουν και οι φανς έχουν εξαφανιστεί και τη θέση τους έχουν πάρει ο Λεξ και οι ακροατές, οι άμεσα συμμετέχοντες και οι συνδημιουργοί του καλλιτεχνικού έργου.
Σίγουρα υπάρχει η άποψη ότι ο Λεξ είναι απλώς μια μόδα και θα περάσει. Όταν 25.000 άνθρωποι φωνάζουν στίχους κατά του συστήματος, της κυβέρνησης και γενικά των εκφραστών του, δεν μιλάμε για μόδα, μιλάμε για κατακραυγή. Το γεγονός ότι τόσες χιλιάδες άνθρωποι όλων των ηλικιών προτιμούν για τη διασκέδαση τους να εκφραστούν μέσα από αυτόν τον τόσο έντονα πολιτικό και κοινωνικό στίχο αντί των ποπ και των μπουζουκιών των περασμένων δεκαετιών, είναι δείκτης κοινωνικού αναβρασμού, είναι δείκτης μιας συνείδησης που έχει ξεκινήσει να διαμορφώνεται και μαζί της κυοφορούνται οι αντιστάσεις.
***
Στην Ελλάδα από την περίοδο της κρίσης και έπειτα έχουμε δει να ανθίζει μια μουσική σκηνή που οι καταβολές της είναι από τα χαμηλά στρώματα, μια μουσική σκηνή απαλλαγμένη σε μεγάλο βαθμό από την μικροαστική αντίληψη της υπαγωγής σε κάποια υποκουλτούρα, μουσική σκηνή που αναζητά τον συνδυασμό διαφορετικών μουσικών, που απευθύνεται σε όλους και κυρίως στους καταπιεσμένους. Η ροκ και η ραπ σκηνή στην Ελλάδα, σκηνές πρότυπα για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα, έχουν καταφέρει να έχουν απήχηση σε τεράστια κομμάτια του κόσμου λόγω της αμεσότητας τους και της ειλικρίνειας τους, απαλλαγμένες σε σημαντικό βαθμό από την εμπορευματοποίηση και έχοντας πετάξει από πάνω τους το στίγμα της μουσικής βιομηχανίας.
Η επιλογή αυτή λοιπόν είναι ένας δείκτης ο οποίος δεν πρέπει να φαίνεται αδιάφορος.