Στις 24 Απρίλη κατατέθηκε στη βουλή το νέο νομοσχέδιο για την έκδοση περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων. Σύμφωνα με τον υπουργό περιβάλλοντος και ενέργειας Κ. Χατζηδάκη, οι νέες ρυθμίσεις εγγυώνται την έλευση της ανάπτυξης και τον τερματισμό της «γραφειοκρατίας» και της «ταλαιπωρίας» των επενδυτών:
«Tο Δημόσιο θα λέει είτε ναι, είτε όχι στην έκδοση μιας άδειας με βάση την ευρωπαϊκή και την ελληνική νομοθεσία. Δεν θα μπορεί όμως στο εξής να τρενάρει τις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις, περιμένοντας ανάπτυξη στην χώρα από τον αέρα τον κοπανιστό!».
Ο Χατζηδάκης βέβαια δεν ήταν ο πρώτος υπουργός περιβάλλοντος που οραματίστηκε να διευκολύνει τη ζωή των επενδυτών. Το 2011, ο τότε υπουργός του ΠΑΣΟΚ Γ. Παπακωνσταντίνου άνοιξε για πρώτη φορά το θέμα περνώντας έναν αντίστοιχο νόμο, ο οποίος διευκόλυνε τη διαδικασία αδειοδότησης και προέβλεπε επίσης τη δυνατότητα χωροθέτησης μιας σειράς επικίνδυνων έργων σε ευαίσθητες περιβαλλοντικά περιοχές. Το σημερινό νομοσχέδιο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, έρχεται να «βελτιώσει» (κι όλοι καταλαβαίνουμε τι σημαίνει αυτό) τις διατάξεις του νόμου Παπακωνσταντίνου, αλλά και να ανοίξει νέες προοπτικές στην περιβαλλοντοκτόνα «ανάπτυξη». Ας δούμε τα πιο βασικά σημεία.
Έκδοση ΑΕΠΟ
Ένας από τους βασικούς στόχους του νομοσχεδίου είναι η βελτίωση των όρων έκδοσης ΑΕΠΟ (Απόφαση Έκδοσης Περιβαλλοντικών Όρων) για τις μεγάλες επενδύσεις. Το ν/σ προβλέπει:
«…η διάρκεια ισχύος της ΑΕΠΟ ορίζεται σε δεκαπέντε έτη αντί για δέκα που ισχύει τώρα, εφόσον δεν επέρχεται μεταβολή υπό το πρίσμα των δεδομένων βάσει των οποίων εκδόθηκε».
Πέρα από την επέκταση του χρονικού ορίου ζωής των αδειοδοτήσεων, το νέο ν/σ μειώνει ακόμη περισσότερο το συνολικό χρόνο που απαιτείται για την έγκριση τους. Ανάμεσα σε άλλα, στενεύει ιδιαίτερα και το χρονικό περιθώριο έκφρασης γνώμης ή ένστασης για τα έργα στα πλαίσια της «δημόσιας διαβούλευσης».
Με τον τρόπο αυτό, το ν/σ καθιστά πολύ δυσκολότερο, αν όχι αδύνατο να διατυπωθούν αντιρρήσεις, είτε από φορείς του δημοσίου που μπορεί να σχετίζονται με την προστασία μιας περιοχής (π.χ. δασαρχεία, φορείς διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών, κλπ) είτε από κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς, τοπικούς, κλπ φορείς:
«Συλλογή γνωμοδοτήσεων από τους αρμόδιους δημόσιους φορείς και υπηρεσίες και των απόψεων του κοινού στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) εργάσιμων ημερών…».
«Προστατευόμενες» περιοχές
Όμως το πιο σημαντικό, ίσως, σημείο του νομοσχεδίου, είναι αυτό που χωρίζει τις προστατευόμενες περιοχές σε τέσσερις διαφορετικές κατηγορίες, ανάλογα με τις οποίες επιτρέπεται να χωροθετηθούν εντός των ορίων τους συγκεκριμένα έργα.
Στην πρώτη περίπτωση («Ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης») επιτρέπονται λίγα και σχετικά ήπια έργα, όπως δρόμοι, μονοπάτια, διάφορα περιβαλλοντικά έργα, κλπ, ενώ όσο προχωράμε στις επόμενες ζώνες, τα επιτρεπόμενα έργα γίνονται όλο και πιο σύνθετα και καταστροφικά.
Προκειμένου όμως να κερδίσει κάποια περιοχή τον πολυπόθητο τίτλο της ζώνης «απόλυτης προστασίας» πρέπει να είναι κάτι «εξαιρετικό». Δεν αρκεί δηλαδή να είναι ένα «απλό» δάσος, λίμνη, παραλία, κλπ:
«Ως ζώνες απόλυτης προστασίας της φύσης ορίζονται εκτάσεις με εξαιρετικά ευαίσθητους τύπους φυσικών οικοτόπων, ή/και με ενδιαιτήματα εξαιρετικά ευαίσθητων ειδών, των οποίων η παρουσία και αντιπροσωπευτικότητα εκτιμάται ως πολύ υψηλή ή η κατάσταση των οποίων επιτάσσει εξαιρετικά αυστηρή προστασία».
Από εκεί και πέρα, τα πράγματα γίνονται πολύ δυσάρεστα…
Περνώντας στη δεύτερη ζώνη («Ζώνη προστασίας της φύσης»…) έχουμε ανάμεσα σε άλλα τη δυνατότητα χωροθέτησης αναψυκτηρίων, αγροτικών εκμεταλλεύσεων, εγκαταστάσεων Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, θαλάσσιας αναψυχής κ.α.
Στην επόμενη ζώνη («Ζώνη διαχείρισης οικοτόπων και ειδών») μπορούν να χωροθετηθούν αθλητικές εγκαταστάσεις, μονάδες υγείας, ερευνητικά κέντρα, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, εμπορικά καταστήματα, τουριστικά καταλύματα με ως και 150 κλίνες, εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής, εγκαταστάσεις Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αλλά και εξορυκτικές δραστηριότητες όπως ορυχεία, λατομεία και ζώνες αναζήτησης, έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων!
Τέλος, στη «Ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων», πέρα από όλα τα παραπάνω επιτρέπονται υπό προϋποθέσεις αεροδρόμια, χώροι επεξεργασίας, αποθήκευσης και διάθεσης στερεών αποβλήτων, αλλά και τοξικών αποβλήτων, κ.α.
Περιοχές Natura
Από την επέλαση της «ανάπτυξης» δε γλιτώνουν ούτε οι περιοχές Natura, καθώς:
«Οι περιοχές που συμπεριλαμβάνονται στον Εθνικό Κατάλογο Περιοχών του Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου Natura 2000 χαρακτηρίζονται δια του παρόντος ως περιοχές προστασίας της βιοποικιλότητας και διακρίνονται σε ειδικές ζώνες διατήρησης…»
Με λίγα λόγια, οι περιοχές Natura κατηγοριοποιούνται επίσης σε επιμέρους ζώνες, με αποτέλεσμα σε κάποιες από αυτές να μπορούν να χωροθετηθούν κάθε είδους έργα και επιχειρηματικές δραστηριότητες από αυτές που αναφέρονται παραπάνω.
Στην πραγματικότητα αυτό που προβλέπεται από το ν/σ είναι ότι με ελάχιστες εξαιρέσεις «εξαιρετικά ευαίσθητων» οικοτόπων, τα δάση, οι υγρότοποι, οι παραλίες, τα καταφύγια άγριας ζωής της χώρας μπορούν να γίνουν πεδία εξορύξεων, τουριστικής ανάπτυξης, μονάδων παραγωγής ενέργειας, κλπ.
Αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα
Ένα από τα σημεία έμφασης του νομοσχεδίου έχει να κάνει με την αδειοδότηση αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων, στα πλαίσια υποτίθεται της «πράσινης ανάπτυξης», της ενίσχυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, κλπ. Το νομοσχέδιο απλοποιεί τη διαδικασία χορήγησης Άδειας Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας, όπως και την κατασκευή νέων και την επέκταση των ήδη υπαρχουσών μονάδων.
Γενικά η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ήπιας μορφής είναι ένα θετικό μέτρο, που μπορεί υπό όρους να δώσει «ανάσα» στο περιβάλλον, περιορίζοντας τη χρήση ορυκτών καυσίμων. Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι η χωροθέτηση αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων χωρίς κανένα μέτρο και καμία σκέψη για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις με μόνο κριτήριο το συμφέρον του «επενδυτή».
Ιδίως τα αιολικά πάρκα έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια η νέα «μόδα» για τις μεγάλες επιχειρήσεις ενέργειας, με αποτέλεσμα να «φυτεύονται» ανεξέλεγκτα μέσα σε δάση και βουνοκορφές, τα οποία οι επενδυτές αντιμετωπίζουν ως «τζάμπα οικόπεδα». Χωρίς κανένα σχέδιο για τις πραγματικές ενεργειακές ανάγκες, ούτε βέβαια για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις για τα οικοσυστήματα στα οποία χωροθετούνται.
Νομιμοποίηση αυθαιρέτων
«Κατοικίες και κατασκευές που τις συνοδεύουν, οι οποίες βρίσκονται σε οικιστικές πυκνώσεις εντός περιοχών που περιλαμβάνονται σε αναρτημένους ή κυρωμένους δασικούς χάρτες … μπορούν να εξαιρεθούν προσωρινά από την κατεδάφιση και τις λοιπές διοικητικές κυρώσεις…».
Ανάμεσα σε όλα τα υπόλοιπα λοιπόν, το νομοσχέδιο προβλέπει τη δυνατότητα προσωρινής εξαίρεσης από τη διαδικασία της κατεδάφισης για αυθαίρετα σε δάση και δασικές εκτάσεις. Στην πραγματικότητα βέβαια, το «προσωρινή» σημαίνει μέχρι και 30 χρόνια! Όπως αναφέρεται παρακάτω:
«η προσωρινή εξαίρεση από την κατεδάφιση και ο χρόνος αυτής, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τριάντα (30) έτη…»
Μιλάμε λοιπόν για την έναρξη μιας διαδικασίας νομιμοποίησης και στην ουσία μονιμοποίησης των αυθαιρέτων, γεγονός που αποτελεί επιβράβευση της καταπάτησης δασικών εκτάσεων.
Πάρτι εν μέσω καραντίνας
Όσο προχωράει η πανδημία, όλο και περισσότερες έρευνες συνδέουν το ξέσπασμα νέων ασθενειών με την καταστροφή του περιβάλλοντος και ιδιαίτερα με την καταστροφή και την αλλαγή χρήσης των δασών, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των επιδημιών του ιού Έμπολα στην Αφρική. Ένας βασικός λόγος έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι μετακινήσεις της άγριας πανίδας μετά την καταστροφή των καταφυγίων της, τη φέρνει όλο και πιο κοντά στον άνθρωπο, ενώ μαζί με αυτή μεταφέρονται και οι διάφορες ζωονόσοι που τη συνοδεύουν.
Παρά το γεγονός ότι τα σχετικά στοιχεία πληθαίνουν, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, το σύστημα επιμένει στο καταστροφικό του παραλήρημα. Για πολλές από τις μεγάλες επιχειρήσεις, η καραντίνα είναι μια χρυσή ευκαιρία – εξάλλου το μότο «κάθε καταστροφή προσφέρει ευκαιρίες» είναι πολύ δημοφιλές στους κύκλους των απολογητών του συστήματος. Την ώρα που ο κόσμος συνεχίζει να μένει στο σπίτι για να προστατέψει τους δικούς του και τους διπλανούς του, οι μεγαλοεπιχειρηματίες και οι πολιτικοί τους υπάλληλοι προετοιμάζονται για τα μεγάλα έργα της επόμενης φάσης της «ανάπτυξης», ψηφίζοντας τέτοιου είδους νομοσχέδια σαν τον κλέφτη μεσ’ στη νύχτα – για έργα που θα τους εξασφαλίσουν τεράστια κέρδη, με τεράστιο κόστος για το περιβάλλον, τη δημόσια υγεία και την ποιότητα ζωής της κοινωνίας. Τα περιβαλλοντικά κινήματα θα πρέπει την επόμενη περίοδο να ανασυνταχθούν, να συντονίσουν τους αγώνες τους με μαχητικό και ενωτικό τρόπο, με στόχο να τους χαλάσουν αυτά τα σχέδια.