Την Τετάρτη 11 Φλεβάρη και την Κυριακή 15 Φλεβάρη το Σύνταγμα και οι κεντρικές πλατείες των άλλων πόλεων γέμισαν με εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές. Στόχος των κινητοποιήσεων αυτών ήταν το να σταλεί ένα μήνυμα αντίστασης στις επιβουλές της ΕΕ, του ΔΝΤ και της Γερμανικής άρχουσας τάξης.
Την Παρασκευή 20 Φλεβάρη στο Σύνταγμα μαζεύτηκαν μόνο 500 άτομα και στο Λευκό Πύργο στη Θεσ/νίκη 150. Κάποιοι αναλυτές ερμήνευσαν την κατακόρυφη πτώση με βάση το τριήμερο της Καθαρής Δευτέρας. Πρόκειται για μια ερμηνεία που προσβάλλει τη νοημοσύνη! Δεν μιλάμε για μείωση των αριθμών – μιλάμε για απόλυτη αποτυχία! Και σ’ αυτό μόνο πολιτική ερμηνεία μπορεί να δοθεί! (Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν θα μπορούν να γίνουν ξανά πετυχημένες κινητοποιήσεις με παρόμοιο περιεχόμενο στο μέλλον, πράγμα όμως που εξαρτάται κατ’ αρχήν και κατά κύριο λόγο από την πορεία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ)
Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να απολαμβάνει της στήριξης της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Και εξακολουθεί να ενσαρκώνει ελπίδες για μια καλύτερη μέρα μετά τη λαίλαπα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Η διάφορα της Παρασκευής 20/2 από την Κυριακή 15/2 όμως είναι ότι εξαφανίστηκε, κυριολεκτικά και χωρίς υπερβολή, ο ενθουσιασμός που είχε σπείρει ο ΣΥΡΙΖΑ τις πρώτες 20 μέρες της κυβερνητικής του θητείας.
Tι άλλαξε;
Δυο παράγοντες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη ψυχολογία του μαζικού κινήματος, των «ακτιβιστών» και της κοινωνίας, στις αρχές της προηγούμενης βδομάδας (Δευτέρα και Τρίτη 16 και 17 Φλεβάρη).
Ο ένας ήταν η σκληρή αντίσταση που πρόβαλλε ο Σόιμπλε και πολλοί άλλοι παρόμοια σκεπτόμενοι στην ΕΕ, και το ξεκαθάρισμα της εικόνας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έμπαινε σε μια διαδικασία «αιματηρών» υποχωρήσεων και συμβιβασμών.
Ο δεύτερος παράγοντας ήταν η εκλογή του Παυλόπουλου στην προεδρία της «Δημοκρατίας».
Πιο σημαντικός και καθοριστικός παράγοντας είναι βέβαια ο πρώτος, αλλά αξίζει να σταθούμε για λίγο στο δεύτερο. Η πρόταση και εκλογή Παυλόπουλου δεν προκάλεσε συσπείρωση γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ όπως θα ήθελε να πιστεύει η ηγεσία του. Τη συσπείρωση την προκάλεσε η σύγκρουση με τον Σόιμπλε και τους όμοιούς του. Η περίπτωση Παυλόπουλου «μπέρδεψε» τον κόσμο, γενικά, που δεν μπορούσε να την κατανοήσει, αλλά, ειδικά τον κόσμο της Αριστεράς τον απογοήτευε, καθώς αποτελούσε ξεκάθαρη ένδειξη της τάσης υποχώρησης και προσαρμογής της κυβέρνησης.
Απότομη προσγείωση
Η σύγκρουση με τον Σόιμπλε και την κλίκα που διευθύνει την ΕΕ προσγείωσε με πολύ απότομο τρόπο την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις με την Τρόικα με ένα μάλλον «χαλαρό» στυλ ή ακόμα και λίγο «χαζοχαρούμενα». Όπως γράφαμε όμως (σε ένα από τα πολλά άρθρα μας με παρόμοιο περιεχόμενο) η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αντιμετώπιζε «διαπραγματευτική» διάθεση από τη μεριά της ΕΕ, αλλά «πόλεμο».
Γράφαμε ενδεικτικά, λίγες μέρες πριν τις εκλογές:
«Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν… θεωρεί ότι είναι λάθος το όλο σύστημα αλλά ότι εφαρμόζονται (απλά) λάθος πολιτικές και ότι με την πίεση που θα ασκήσει στην Τρόικα, θα την υποχρεώσει σε παραχωρήσεις, θα επιβάλει την εφαρμογή πιο κοινωνικά ευαίσθητων πολιτικών. Εμείς δεν συμμεριζόμαστε καθόλου αυτή την «αισιοδοξία». Είμαστε της άποψης πως η Τρόικα μαζί με την ελληνική άρχουσα τάξη και τις «αγορές» θα πιέσουν τον ΣΥΡΙΖΑ να υποχωρήσει και να εφαρμόσει τις δικές τους πολιτικές.
»Και αν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επιμένει σε πολιτικές που ανατρέπουν τη λιτότητα, και που έτσι μπορούν να γίνουν το «κακό» παράδειγμα για τους λαούς της υπόλοιπης Ευρώπης (Ισπανούς, Πορτογάλους, Ιρλανδούς, Ιταλούς, Κύπριους, κλπ κλπ) τότε θα ξεκινήσουν πόλεμο ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ είτε για να τον αναγκάσουν να υποταχθεί στις πολιτικές τους είτε για να τον ανατρέψουν.
»”Πόλεμος” σημαίνει οικονομικό σαμποτάζ, δηλαδή: άρνηση χρηματοδότησης των ελλειμμάτων του ελληνικού κράτους από την Τρόικα, άρνηση παροχής ρευστότητας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (με αποτέλεσμα δραστικούς περιορισμούς στις αναλήψεις) φυγή κεφαλαίων από τη χώρα από τις μεγάλες επιχειρήσεις, σταμάτημα επενδύσεων από το μεγάλο κεφάλαιο, απολύσεις, βύθιση της οικονομίας σε κρίση.»
https://xekinima.org/arthra/view/article/tha-kratisei-o-syriza-tis-yposxeseis-toy/
Ο συμβιβασμός της 20/2
Αυτό και έγινε. Το ευρωπαϊκό διευθυντήριο έδωσε τελεσίγραφο στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ότι από τις αρχές της βδομάδας 24 Φλεβάρη θα έκοβε τη ρευστότητα των τραπεζών. Αυτό θα ήταν το πρώτο βήμα στην έξοδο από το ευρώ. Δεν είχαμε «διαπραγμάτευση», λοιπόν, είχαμε «πόλεμο». Ας βγάλει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αυτό το συμπέρασμα και ας το κρατήσει για το μέλλον!
Οι Σόιμπλε και οι υπόλοιποι της κλίκας που κυβερνά την Ευρώπη έδειξαν διατεθειμένοι να δώσουν κάποια λίγα στον ΣΥΡΙΖΑ με αντάλλαγμα να δεχτεί τον κύριο όγκο των απαιτήσεών τους. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αναδιπλώθηκε και κατέληξε στο συμβιβασμό της Παρασκευής 20 Φλεβάρη.
Αυτό που βασικά συμφωνήθηκε εκεί είναι:
1. Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύτηκε να εξοφλήσει το χρέος μέχρι «τελευταίου ευρώ». Η θέση της «διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους του χρέους» έχει, έτσι, εγκαταλειφθεί οριστικά.
2. Η Τρόικα «καταργείται» αλλά… αυτοί που αποτελούσαν την Τρόικα (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ) θα συνεχίσουν να υπάρχουν, να συζητούν και να ελέγχουν το τι γίνεται στην Ελλάδα. Από τώρα και στο εξής δεν θα ονομάζονται Τρόικα αλλά «Θεσμοί».
3. Η δανειακή σύμβαση δεν καταργείται αλλά παρατείνεται για 4 μήνες. Στο διάστημα αυτό θα συμφωνηθεί (αν συμφωνηθεί) το επόμενο «πρόγραμμα» που θα εφαρμόσει η νέα κυβέρνηση.
4. Οι «Θεσμοί» θα επιτηρούν την πιστή εφαρμογή του προγράμματος (με τον ίδιο τρόπο στην ουσία που η Τρόικα επιτηρούσε τα Μνημόνια).
5. Η ελληνική κυβέρνηση συμφώνησε ότι δεν θα κάνει καμία μονομερή ενέργεια. Μονομερής ενέργεια, κατά τους «Θεσμούς» είναι οτιδήποτε δεν έχει συζητηθεί και συμφωνηθεί. Με άλλα λόγια η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να κάνει ούτε ένα βήμα χωρίς την έγκριση των «Θεσμών» – ούτε να προχωρήσει στην υλοποίηση φιλολαϊκών μέτρων ούτε να καταργήσει μνημονιακά μέτρα.
Τι κέρδισε ο ΣΥΡΙΖΑ
Το πιο σημαντικό «κέρδος» του ΣΥΡΙΖΑ απ’ αυτή τη συμφωνία είναι η αναγνώριση από τη μεριά των «Θεσμών» ότι χρειάζεται ευελιξία στο θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Όπως εξηγήσαμε σε προηγούμενα άρθρα η κυβέρνηση ζητούσε να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα των επόμενων χρόνων στο 1,5% του ΑΕΠ από περίπου 4% κατά μέσο όρο, περίπου, για την περίοδο 2015 – 2020[1].
Αυτό μεταφράζεται σε μια προσπάθεια να εξοικονομήσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κάποια δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, τα οποία να προσανατολίσει σε μέτρα υπέρ των λαϊκών στρωμάτων. Τα ποσά που διεκδικεί η κυβέρνηση είναι, χονδρικά μιλώντας, γύρω στα 6 δισ. € σε ετήσια βάση. Αν υποθέσουμε ότι καταλήγει σε κάποιο συμβιβασμό με τους «Θεσμούς» πάνω σ’ αυτό το θέμα (πράγμα που είναι δυνατό) τότε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να κερδίσει κάτι ανάμεσα σε 2, 3, ή 4 δισ. ευρώ, σε ετήσια βάση.
Αυτά τα ποσά θα μπορούσαν να διοχετευτούν στην κατεύθυνση της επίλυσης της ανθρωπιστικής κρίσης και να ανακουφίσουν τα πιο σκληρά χτυπημένα στρώματα από την ύφεση. Το κόστος για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης ανέρχεται περίπου στα 2 δισ. ευρώ με βάση την κοστολόγηση του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης» που παρουσίασε στην ΔΕΘ τον περασμένο Σεπτέμβρη ο Α. Τσίπρας.
Και μετά;
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η επίλυση/άμβλυνση της ανθρωπιστικής κρίσης δεν είναι καθόλου ένα ασήμαντο ζήτημα! Όμως δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση να πάει «πολύ μακριά».
Το πρόγραμμα της Θεσ/νίκης, που στο βαθμό που εφαρμοζόταν θα μπορούσε να προσφέρει γενικότερη ανακούφιση στα λαϊκά στρώματα, με καλύτερες συντάξεις, με αύξηση του βασικού μισθού, κοκ, κοστίζει σύμφωνα με τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ 12 δισ. €.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν έτσι είναι δύο:
1. Που θα βρει η κυβέρνηση τα λεφτά για τα υπόλοιπα μέτρα του «προγράμματος της Θεσ/νίκης» (υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι όντως οι «Θεσμοί» παραχωρήσουν τα λεφτά που ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρώτος πυλώνας, που αφορά την ανθρωπιστική κρίση, χρηματοδοτηθεί);
2. Τι εξασφάλιση υπάρχει ότι οι «Θεσμοί» θα επιτρέψουν την εφαρμογή των υπόλοιπων φιλολαϊκών μέτρων που θέλει να περάσει η κυβέρνηση;
Κάποια κρίσιμα μέτρα
Ας δούμε μερικά απ’ αυτά τα μέτρα που ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε να περάσει, τονίζοντας μάλιστα ότι αυτά είναι αδιαπραγμάτευτα.
- Επαναφορά εργασιακών σχέσεων (και Συλλογικών Συμβάσεων) στα προ κρίσης επίπεδα
- Επαναπρόσληψη απολυμένων εργαζόμενων από το δημόσιο – κατάργηση της μνημονιακής «αξιολόγησης»
- Επαναφορά βασικού μισθού στα 750 ευρώ
- 13η σύνταξη (δώρο Χριστουγέννων) για χαμηλοσυνταξιούχους, κάτω των 700 ευρώ
- Κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, σταμάτημα των πλειστηριασμών και προστασία της 1ης κατοικίας, αύξηση του αφορολόγητου στις 12.000 ευρώ
- Σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων
Δεν αναφέρουμε βέβαια όλα τα μέτρα, γιατί τα μέτρα που περιέχονται στο πρόγραμμα της Θεσ/νίκης είναι πάρα πολλά. Τα πιο πάνω είναι μερικά από τα πιο βασικά.
Χρειάζεται σύγκρουση – το πρόγραμμα της Θεσ/νίκης είναι μη εφαρμόσιμο
Όπως γράψαμε πιο πάνω το πρόγραμμα της Θεσ/νίκης κοστολογήθηκε (από τον ΣΥΡΙΖΑ) γύρω στα 12 δισ. €. Από πού θα βρεθούν τα 8 – 10 που υπολείπονται (πάντα υπό τον όρο ότι οι «Θεσμοί» παραχωρήσουν τα 2 – 3 που απαιτούνται για την ανθρωπιστική κρίση);
Ο ΣΥΡΙΖΑ, με βάση το δικό του πρόγραμμα, όπως το έθεσε στη Θεσ/νίκη, έχει μόνο μία επιλογή: να κτυπήσει τη διαφθορά, τη φοροδιαφυγή και να φορολογήσει τους πλουσίους.
Θα το κάνει;
Όποιος λέει απλά «και βέβαια θα το κάνει», παραβλέπει ότι η ουσιαστική σημασία αυτής της τοποθέτησης είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα συγκρουστεί με το κεφάλαιο και τα πλούσια στρώματα για να τους αφαιρέσει μέρος του πλούτου τους και να το μεταφέρει στα εργατικά και λαϊκά στρώματα!
Έχει κανείς την εντύπωση ότι το κεφάλαιο και οι πλούσιοι θα παρακολουθούν με αδιαφορία να μειώνονται τα κέρδη και ο πλούτος τους; Δεν είναι πιο «λογικό» γι’ αυτούς να μεταφέρουν πλούτη, κεφάλαια και επενδύσεις σε άλλους… παραδείσους, σαμποτάροντας έτσι την ελληνική οικονομία;
Δεύτερο και ίσως σημαντικότερο. Για την ΕΕ μερικά από τα πιο πάνω μέτρα είναι κόκκινο πανί, όχι μόνο για άμεσα οικονομικούς λόγους αλλά και για πολιτικούς.
Η ΕΕ εκπροσωπεί το ευρωπαϊκό πολυεθνικό κεφάλαιο που θέλει να μπει στην Ελλάδα για να εκμεταλλευτεί φτηνά εργατικά χέρια, να αγοράσει σε τιμές ξεπουλήματος τον δημόσιο πλούτο και να έχει τους εργαζόμενους να δουλεύουν σε «συνθήκες Κίνας».
Γιατί να δεχτεί η ΕΕ (ή οι «Θεσμοί») την αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων και την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, την αύξηση του βασικού μισθού, το σταμάτημα των ιδιωτικοποιήσεων και τη φορολογία των πλουσίων; Όταν μπορεί απλά και μόνο με ένα «nein» του Σόιμπλε να το σταματήσει, αφού αυτή ακριβώς τη δυνατότητα του Σόιμπλε αποδέχτηκε και υπόγραψε η κυβέρνηση;
Οι υποχωρήσεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι τέτοιες που στην πραγματικότητα έχει ναρκοθετήσει το πρόγραμμα της Θεσ/νίκης – για το οποίο τόνιζε πως ήταν μη διαπραγματεύσιμο και πως η χρηματοδότηση του θα ήταν εύκολη (πράγμα βέβαια με το οποίο διαφωνούσαμε: https://xekinima.org/arthra/view/article/ti-den-eipe-o-aleksis-tsipras-sti-deth/)
Για να μπει η οικονομία σε ανάπτυξη
Είναι πολύ πιθανό λοιπόν, οι «Θεσμοί» να παραχωρήσουν στο ΣΥΡΙΖΑ τη δυνατότητα να πάρει μια σειρά από μέτρα για την αντιμετώπιση της φτώχειας και της εξαθλίωσης που έχουν προκαλέσει τα μνημόνια (συμφωνώντας σε μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα που να πηγαίνουν στην αποπληρωμή των χρεών).
Όμως αυτά δεν είναι αρκετά για να δώσουν λύση στο πρόβλημα της οικονομικής κρίσης. Δεν φτάνουν και δεν πρόκειται να θέσουν την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης. Και χωρίς ανάπτυξη, δεν θα λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας, της γενικευμένης φτωχοποίησης και του ανύπαρκτου κοινωνικού κράτους.
Γι’ αυτό η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν δικαιούται να πανηγυρίζει για το αποτέλεσμα των συμφωνιών με την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Έχει κάνει τεράστιες παραχωρήσεις και έχει θέσει την υπογραφή της κάτω από ένα κείμενο που εξακολουθεί να επιτρέπει στους «Θεσμούς» να αποφασίζουν για οτιδήποτε θα νομοθετήσει η κυβέρνηση.
Από την άλλη, βέβαια, ανάγκασε την ΕΕ να αφήσει χώρο για κάποια μέτρα που να απαλύνουν ελαφρώς την κατάσταση των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων. Αυτό δίνει ελπίδα στα φτωχότερα στρώματα, στους άνεργους, τους συνταξιούχους και τους χαμηλόμισθους και κάποια περίοδο χάριτος στην κυβέρνηση.
Όμως αυτή η περίοδος δεν θα είναι μεγάλη. Κάποια στιγμή, και αυτή δεν θα αργήσει, η κυβέρνηση θα πρέπει να καταφέρει να θέσει σε ανάπτυξη την οικονομία για να δώσει σιγά σιγά λύσεις στα τεράστια προβλήματα που έχουν συσσωρευθεί.
Τα μέτρα που απαιτούνται είναι πολυσυζητημένα και, μάλιστα, σε μεγάλο βαθμό περιέχονται σε προγραμματικά κείμενα του ΣΥΡΙΖΑ (παρότι δεν υπάρχουν στο «κυβερνητικό» πρόγραμμα της Θεσ/νίκης). Αυτά είναι κατά βάση: η διαγραφή του χρέους, η εθνικοποίηση των τραπεζών, ο δημόσιος, κοινωνικός και εργατικός έλεγχος και διαχείριση, η εθνικοποίηση των στρατηγικών τομέων της οικονομίας, η δημιουργία εθνικών φορέων ανά κλάδο και ο σχεδιασμός της οικονομίας για τις ανάγκες του συνόλου. Αυτά είναι μέτρα σοσιαλιστικά, και είναι ο μόνος τρόπος για να βγει η οικονομία και η κοινωνία από την κρίση. Και σίγουρα πρέπει να συνδυαστούν με διεθνιστικά ταξικά καλέσματα στους εργαζόμενους της υπόλοιπης Ευρώπης για να κινηθούμε όλοι μαζί σε μια κοινή πορεία και ένα κοινό στόχο – που δεν μπορεί να είναι άλλος από «μια άλλη Ευρώπη» που στην πράξη σημαίνει μια σοσιαλιστική Ευρώπη. (Δείτε πιο αναλυτικά τις προτάσεις μας, εδώ: https://xekinima.org/arthra/view/article/ora-na-feygoyn-psifizoyme-syriza-paleyoyme-gia-ena-ana/)
Αυτά τα μέτρα βέβαια σημαίνουν σύγκρουση με το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο καθώς και με τους «Θεσμούς». Κι αυτό σημαίνει έξοδο από το ευρώ (και κατά συνέπεια ελέγχους στη ροή των κεφαλαίων, δημόσιο έλεγχο του εξωτερικού εμπορίου, κλπ).
Ο ΣΥΡΙΖΑ από τη μια και τα κινήματα από την άλλη πρέπει να πάρουν τις αποφάσεις τους
Αυτή είναι η ρήξη που απαιτείται για να δει η ελληνική κοινωνία φως στην άκρη του τούνελ.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δήλωνε πως δεν χρειαζόταν καμία ρήξη, αλλά μόνο μια επωφελής «διαπραγμάτευση» με την ΕΕ και τους «Θεσμούς». Ο συμβιβασμός της κυβέρνησης στις 20 Φλεβάρη, έδειξε ότι δεν υπήρχε πραγματικά τέτοια δυνατότητα.
Υπάρχει όμως χρόνος για αλλαγή πορείας. Μέσα στις επόμενες βδομάδες και μήνες, θα έχει ακόμα τη μαζική στήριξη του ελληνικού λαού για μετωπική σύγκρουση με τους «Θεσμούς».
Θα το κάνει;
Αυτή η ερώτηση δεν αφορά τόσο την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ όσο την κοινωνία, το εργατικό κίνημα, τα κοινωνικά κινήματα. Τα κινήματα δεν πρέπει να περιμένουν την κυβέρνηση να βγάλει συμπεράσματα και να «αποφασίσει». Πρέπει να μπουν στη μάχη για τα δικαιώματά τους. Κατ’ αρχήν γι’ αυτά που υποσχέθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ: να πάει ο βασικός στα 750, να σταματήσει η επισφαλής απασχόληση, να καταργηθεί η ενοικίαση εργαζομένων, η εργασία να είναι μόνιμη, να επαναπροσληφθούν οι απολυμένοι, να σταματήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις, να καταργηθεί το ΤΑΙΠΕΔ, να σταματήσει το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου, να φύγει η Eldorado από τις Σκουριές, να καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ, κλπ κλπ.
Έτσι θα σπρώξουν τον ΣΥΡΙΖΑ προς τα αριστερά. Και στο βαθμό που γίνει αυτό, τότε αναπόφευκτα θα τεθεί το θέμα του ευρώ. Την απόφαση γι’ αυτό πρέπει να την πάρει ο ίδιος ο ελληνικός λαός, είτε με δημοψήφισμα είτε με εκλογές. Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν έχουμε καμία αμφιβολία για το αποτέλεσμα.
_____________________
[1] Γράφαμε στις 6/2, (https://xekinima.org/arthra/view/article/oyte-bima-piso/ )
«…Αυτό που στην πραγματικότητα διεκδικεί η ελληνική κυβέρνηση από τους λεγόμενους «εταίρους» είναι πολύ «μικρό» σε σχέση και με τις αρχικές της διακηρύξεις, αλλά και σαν οικονομικό μέγεθος.
Η προσπάθεια της κυβέρνησης εστιάζεται στο να διασφαλίσει, μέσα από επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους και μείωσης των επιτοκίων, ότι το πρωτογενές πλεόνασμα σε ετήσια βάση δεν θα είναι στο 4% (κατ’ ακρίβεια στο 4,3 – 4,5% από το 2016 και μετά) αλλά στο 1 – 1,5% του ΑΕΠ.
Με δεδομένο δε ότι το 1 – 1,5% αποτελεί θέμα «διαπραγμάτευσης», σημαίνει πως θα μπορούσε να καταλήξει κάπου γύρω στο 2 – 2,5% αντί για το 4%. Με αυτό τον τρόπο αντί να πηγαίνει το 4% περίπου του ΑΕΠ κάθε χρόνο στην εξόφληση του χρέους, θα πηγαίνει ένα μικρότερο ποσοστό.
Αυτό μεταφράζεται στην εξοικονόμηση μερικών, μόνο, δισ. € σε ετήσια βάση. Ενός «μικροποσού», στην πραγματικότητα, με το οποίο όμως η κυβέρνηση θα μπορεί να ελαφρύνει λίγο τα βάρη που έχουν οδηγήσει σε φτώχεια και απελπισία εκατομμύρια εργαζομένων, ανέργων και φτωχών…»