Ραφ Κατερίνα Χατζηπαυλίδου
Τα τελευταία οχτώ χρόνια υπήρξαν ιδιαιτέρα σημαντικά για τη διεκδίκηση των ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιωμάτων σε διεθνές επίπεδο. Πληθώρα οργανώσεων αλλά και ανένταχτων πολιτών αγωνίστηκαν κινηματικά και η κοινότητα πράγματι βγήκε νικήτρια σε πολλές περιπτώσεις. Η νομιμοποίηση των γάμων μεταξύ ομόφυλων προσώπων, η νομιμοποίηση της τεκνοθεσίας από ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, η δυνατότητα αλλαγής ληξιαρχικών και άλλων εγγράφων των τρανς ανθρώπων χωρίς ιατρική γνωμάτευση, είναι κάποιες από τις κατακτήσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε πολλές χώρες του εξωτερικού. Ίσως τη μεγαλύτερη δημοσιότητα έλαβε η νομιμοποίηση των ομοφυλοφιλικών γάμων σε όλες τις πολιτείες των Η.Π.Α. Στον αγώνα διεκδίκησης των παραπάνω δικαιωμάτων, σημαντικό εργαλείο αποτέλεσαν αρκετά ΜΜΕ τα οποία έδωσαν την απαραίτητη ορατότητα στη κοινότητα και τα προβλήματα της, έδωσαν ακόμη το βήμα σε πολλά δημόσια πρόσωπα να μιλήσουν ανοιχτά για τη δική τους ταυτότητα. Καθώς και εκατοντάδες άνθρωποι μέσω του διαδικτύου εκφράστηκαν, αγωνίστηκαν, συσπειρώθηκαν και υπήρξαν στήριξη και έμπνευση για άλλους. Δυστυχώς, όμως, όλα τα παραπάνω φαίνεται να μην επηρεάζουν ουσιαστικά την ελληνική πραγματικότητα και κατά συνέπεια ούτε και τα εγχώρια ΜΜΕ, ή τουλάχιστον τη πλειοψηφία των γνωστών καναλιών, ιστοσελίδων, εφημερίδων κ.λπ.
Τα ομοφοβικά και τρανσφοβικά ελληνικά μίντια αποκαλύπτονται σε κάθε ευκαιρία. Το μεγαλύτερο τρανσφοβικό τους παραλήρημα ξέσπασε με την υπόθεσή της Caitlyn Jenner, την οποία οι περισσότερες εκπομπές σχολίασαν κοροϊδευτικά, επέκριναν την επιλογή της Caitlyn να επαναπροσδιορίσει το φύλο της, επέμειναν να χρησιμοποιούν προσβλητική ορολογία. Μάλιστα την πιο έντονη έκφραση τρανσφοβικής ρητορικής είχε αρθρώσει η γνωστή τηλεπαρουσιάστρια Τατιάνα Στεφανίδου, η οποία χαρακτήρισε ψυχιατρικά διαταραγμένη τη Caitlyn και υποστήριξε πως αν κάποιος έχει τέτοια «βίτσια» θα πρέπει να τα βιώνει στην αφάνεια και σιωπηλά. Όλα τα παραπάνω υποδηλώνουν την απουσία γνώσης σε ζητήματα που αφορούν τη σεξουαλικότητα και το φύλλο και προφανώς την έλλειψη κάθε ευαισθησίας των συγκεκριμένων δημοσιογράφων και συντελεστών. Εξάλλου η υπόθεση της Caitlyn είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα του λεκτικού τους μίσους.
Θα φανταζόταν όμως κανείς ότι οι ΛΟΑΤΚΙ+ άνθρωποι που προβάλλονται στα ΜΜΕ θα υποστήριζαν σθεναρά την κοινότητα και ως επακόλουθο και τον ίδιο τους τον εαυτό. Αντίθετα οι περισσότεροι εντάσσονται σε κλίκες και βιώνουν μια πλαστή ελευθερία μέσα στους κόλπους του γκέτο τους και ακόμη και όσοι το τολμούν να «βγούνε από τη ντουλάπα» το κάνουν με «μετριοπάθεια», φοβούμενοι μήπως εγείρουν σκληρές αντιδράσεις, τόσο από τους συναδέλφους όσο και από το κοινό τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Φώτη Σεργουλόπουλου, όπου ανοιχτά έχει δηλώσει ότι είναι ομοφυλόφιλος παρόλα αυτά όταν γνωστός δημοσιογράφος και παρουσιαστής αμφισβήτησε το κατά πόσο μπορεί να προσφέρει μια ομαλή ζωή στο γιο του ο κ. Σεργουλόπουλος, έμεινε σιωπηλός για δύο χρόνια. Την σιωπή του έσπασε πρόσφατα άλλα και πάλι απέφυγε να κατονομάσει το λόγο που δέχθηκε αυτή τη κριτική, ο οποίος είναι σαφώς ο ερωτικός του προσανατολισμός.
Όταν τα δημόσια πρόσωπα δυσκολεύονται να είναι ειλικρινή για τη ταυτότητα τους ή την κρύβουν εξολοκλήρου και διατηρούν μετριοπαθή στάση επιτρέπουν στις εσφαλμένες αντιλήψεις να αναπαράγονται διαρκώς και σίγουρα δεν αντιλαμβάνονται ούτε εκμεταλλεύονται την επιρροή που διαθέτουν στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης.
Σαφώς βιώνουν και εκείνοι το φόβο των αντιδράσεων, κάτι απόλυτα λογικό, διότι γνωρίζουν το πόσο «ανέτοιμη» είναι η κοινωνία στην οποία ανήκουν και επηρεάζεται και η δική τους ζωή από αυτήν. Ο φόβος όμως είναι γνωστό όργανο για την επιβολή της εξουσίας, δε μπορούμε να τον ακολουθούμε, ο φόβος είναι κάτι το μη πραγματικό, ένα παιχνίδι του μυαλού μας, μια συνθήκη που μας κρατά φυλακισμένους στην ανημποριά μας. Συνεπώς η κοινότητα θα πάσχει από την έλλειψη αντιπροσώπων στα ΜΜΕ, όσο ο φόβος διακατέχει τους ανθρώπους της.
Πολλοί θεωρούν ευτύχημα την ύπαρξη ΛΟΑΤ χαρακτήρων σε ελληνικές σειρές και ταινίες. Να υπενθυμίσω πως αυτό δεν αποτελεί κάτι το καινοτόμο για την Ελλάδα. Γκέι χαρακτήρες τουλάχιστον υπήρχαν από τη δεκαετία του ‘60 στον ελληνικό κινηματογράφο. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο πόσο στερεοτυπικά αυτοί οι χαρακτήρες προβάλλονταν και προβάλλονται ακόμη και σήμερα.
Οι δημιουργοί των έργων αυτών παρουσιάζουν τους γκέι χαρακτήρες ως γραφικούς και με έντονη κινησιολογία, προσπαθώντας να τους σκιαγραφήσουν σχεδόν γελοιογραφικά και εκμαιεύοντας την κωμωδία (ως επί το πλείστον σε κωμωδίες παρουσιάζονται) μέσα από την ίδια τους την ταυτότητα.
Το πρόβλημα με όλα τα παραπάνω είναι ότι καλλιεργούν μια ομοφοβική και τρανσφοβική κοινωνία. Μια κοινωνία που αγνοεί τα πραγματικά προβλήματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, που πιστεύει σε στερεότυπα και που καλουπώνει τους ανθρώπους της μέσα σε φοβικά κουστούμια. Είναι πλέον καιρός να αλλάξουν αυτές οι συνθήκες και οι ΛΟΑΤΚΙ+ άνθρωποι να εκφραστούν ελεύθερα.