Ανακοίνωση του Ξεκινήματος
Η κρίση στην οποία μπήκε το ΠΑΣΟΚ για άλλη μια φορά τις τελευταίες μέρες, αποδεικνύει δύο πράγματα:
– Την πλήρη αδυναμία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ανακάμψει, να διαφοροποιηθεί ουσιαστικά από τις κυβερνητικές πολιτικές και να αποτελέσει μια ουσιαστική πολιτική αντιπρόταση για τους εργαζόμενους και την κοινωνία. Είναι αυτή η αδυναμία που το οδηγεί εδώ και καιρό από εσωτερική κρίση σε εσωτερική κρίση.
– Τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες που έχει η αριστερά και πιο ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ να βγει για άλλη μια φορά μπροστά προβάλλοντας ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα διεκδικήσεων, που να απαντά στα προβλήματα των εργαζομένων και να δίνει προοπτική και διέξοδο, προβάλλοντας μια εναλλακτική αριστερή πολιτική πρόταση – ενάντια και στη ΝΔ και στο ΠΑΣΟΚ
Η δημόσια επιστολή και διαφοροποίηση Σημίτη στο θέμα του δημοψηφίσματος για τη Συνθήκη της Λισσαβόνας οδήγησε στη διαγραφή του από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, το θέμα της συνθήκης είναι πολύ μικρό για να αποτελέσει από μόνο του αιτία εσωκομματικής κρίσης. Εξάλλου, το δημοψήφισμα της Ιρλανδίας ήταν αυτό που θα καθόριζε και την πορεία της συνθήκης. Η εσωκομματική κρίση που ακολούθησε και εκφράστηκε με δημόσιες διαφωνίες στελεχών για τη διαγραφή Σημίτη και με απειλές της ηγεσίας για νέες διαγραφές, στην ουσία τους δεν αφορούν ούτε στο δημοψήφισμα ούτε στη διαγραφή Σημίτη. Έχουν να κάνουν με την πολιτική κρίση του ΠΑΣΟΚ, το οποίο δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί ουσιαστικά από τις πολιτικές της ΝΔ σε κανένα θέμα, γι’ αυτό δεν μπορεί να ανακάμψει. Σαν αποτέλεσμα τα στελέχη του «σκοτώνονται» μεταξύ τους ρίχνοντας τις ευθύνες ο ένας στον άλλο.
Στο ίδιο το θέμα της συνθήκης της Λισσαβόνας τα δύο μεγάλα κόμματα συμφωνούν πλήρως και είναι αυτά τα οποία επικύρωσαν την εφαρμογή της στο ελληνικό κοινοβούλιο. Στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων του ΟΤΕ, των λιμανιών, της ΟΑ, των ΕΛΤΑ, της ΔΕΗ κλπ αυτό που είναι πραγματικότητα και αυτό που πλατιά καταλαβαίνει η κοινωνία είναι ότι η ΝΔ συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε το ξεπούλημα του δημοσίου και η ΝΔ το συνέχισε. Η αποδιοργάνωση των εργασιακών σχέσεων το ίδιο. Στο ασφαλιστικό, η ΝΔ κατάφερε να περάσει αυτό που δεν είχε καταφέρει το ΠΑΣΟΚ την περίοδο Σημίτη. Στα ζητήματα της παιδείας τα δύο μεγάλα κόμματα ουσιαστικά συμφωνούσαν. Τα σκάνδαλα της ΝΔ είναι ανάλογου μεγέθους με αυτά των στελεχών του ΠΑΣΟΚ την προηγούμενη δεκαετία κοκ. Η πρόσφατη εμπλοκή του Μαντέλη και του Τσουκάτου στο σκάνδαλο της Ζήμενς το αποδεικνύει αυτό και ταυτόχρονα βαθαίνει παραπέρα την κρίση του ΠΑΣΟΚ.
Η κρίση αυτή του ΠΑΣΟΚ αποτελεί ιστορική ευκαιρία για την αριστερά και ειδικά για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Σ’ αυτό το κενό όμως ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να απαντήσει συγκεκριμένα, κι όχι απλά να περιμένει να κερδίζει από το ΠΑΣΟΚ επειδή αυτό «σαπίζει».
Και, η μόνη απάντηση η οποία μπορεί να στρατεύσει κόσμο γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ και να εμπνεύσει μαζικά εργαζόμενους και νέους είναι να δοθεί με σαφήνεια στην κοινωνία η προοπτική μιας αριστερής διακυβέρνησης του τόπου.
Αυτό σημαίνει, πρώτα και κύρια, πρόγραμμα. Ένα πρόγραμμα ταξικό, στην υπηρεσία των λαϊκών στρωμάτων σε σύγκρουση με την κυριαρχία του κεφαλαίου και την δικτατορία των αγορών. Στις σημερινές συνθήκες ένα τέτοιο πρόγραμμα θα σήμαινε, βασικά:
– 35ωρο – 7ωρο – 5μερο και κατάργηση της κατάργηση της επισφαλούς απασχόλησης, ενάντια στην ανεργία.
– Δραστικές αυξήσεις στους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους και Αυτόματη Τιμαριθμική Προσαρμογή για να χτυπηθεί η νέα φτώχεια.
– Ανατροπή όλων των αντι-ασφαλιστικών, αντεργατικών νόμων και αντι-εκπαιδευτικών νόμων της προηγούμενης περιόδου, μαζικές επενδύσεις στην Υγεία, την Παιδεία και το κοινωνικό κράτος.
– Βαριά φορολογία στο κεφάλαιο για διασφάλιση των απαιτούμενων πόρων.
– Επιστροφή στο δημόσιο όλων των ΔΕΚΟ που ιδιωτικοποιήθηκαν την προηγούμενη περίοδο.
– Εθνικοποίηση των μεγάλων στρατηγικών μονάδων της παραγωγής, των μονοπωλίων, των ολιγοπωλίων, και των τραπεζών.
– Διαφάνεια και κοινωνικός έλεγχος σε όλες τις δημόσιες επιχειρήσεις. Αιρετές διοικήσεις με κυρίαρχη την συμμετοχή των εργαζόμενων σ’ αυτές μέσα από εκλεγμένους και ανακλητούς εκπροσώπους, για να πάψει η διαφθορά, οι μίζες, οι προμήθειες και τα προνόμια. Επιτροπές ελέγχου με κυρίαρχη την παρουσία των εργαζομένων σ’ αυτές σ’ όλο το φάσμα της οικονομίας ώστε να ελέγχεται η κακοδιαχείριση, η διαφθορά, η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή από τους εργοδότες.
Στο ερώτημα «ποιες δυνάμεις», «ποια κυβέρνηση», η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι άλλη από ανοιχτό κάλεσμα στο ΚΚΕ πρώτα, αλλά και στο σύνολο της αριστεράς στη συνέχεια, για μια κοινή κυβέρνηση της αριστεράς, στη βάση ενός τέτοιου προγράμματος.
Το γεγονός ότι η ηγεσία του ΚΚΕ δεν θέλει με τίποτα να ακούσει για συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ καθόλου δεν πρέπει να εμποδίσει ένα τέτοιο ταξικό ενωτικό κάλεσμα. Η βάση του ΚΚΕ παρακολουθεί και ακούει. Ακόμη περισσότερο αυτό το κάνει η κοινωνία πλατιά, μαζικά.
Αυτή την πρόταση θα την αγκαλιάσουν εκατομμύρια εργαζόμενοι και νέοι, με ενθουσιασμό. Θα εμπνευστούν και θα μπουν στη μάχη. Έτσι θα καθίσει και ο κάθε κατεργάρης στον μπάγκο του. Και η ηγεσία του ΚΚΕ αλλά και του ΠΑΣΟΚ η οποία το παίζει «αριστερή» και «ενωτική» προς τον ΣΥΡΙΖΑ, στην ουσία μπλοφάροντας. Γιατί όταν ο ΣΥΡΙΖΑ βγει με ένα πρόγραμμα σοσιαλιστικό όπως το πιο πάνω, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ θα αναζητήσει συμμαχίες με τη ΝΔ για να σώσουν το σύστημα. Τεράστια κομμάτια της εκλογικής επιρροής όμως του ΠΑΣΟΚ θα κινηθούν αποφασιστικά προς τα αριστερά.
Αυτή είναι η πρόταση του «Ξ» για την επόμενη περίοδο. Αυτή η πρόταση μπορεί να διατηρήσει και να ενισχύσει την κοινωνική δυναμική που ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει όλη την τελευταία περίοδο. Και μπορεί να βάλει τις βάσεις για να αλλάξει μια για πάντα τα δεδομένα και τις ζωές των εργαζομένων στην Ελλάδα, στέλνοντας ένας πανίσχυρο μήνυμα και στην υπόλοιπη Ευρώπη και διεθνώς.