Η Κίνα εδώ και δεκαετίες λειτουργεί αναμφίβολα σαν μια από τις πιο σημαντικές ατμομηχανές της παγκόσμιας οικονομίας. Όχι μόνο αποτελεί τον κυριότερο βιομηχανικό προμηθευτή ολόκληρου του δυτικού κόσμου, αλλά απορροφά και τεράστια ποσά απ’ τα λιμνάζοντα κεφάλαια του παγκόσμιου καπιταλισμού που αδυνατούν να επενδυθούν κερδοφόρα στις οικονομίες της Δύσης. Ωστόσο, τα σύννεφα που συσσωρεύονται πάνω της τα τελευταία χρόνια έχουν πυκνώσει επικίνδυνα.
Αν για κάθε κυβέρνηση η πορεία της οικονομίας είναι ένας παράγοντας εξαιρετικής σπουδαιότητας, αυτό για την Κίνα ισχύει δυο φορές. Γιατί εκεί το μονοκομματικό καθεστώς στηρίζεται στον φόβο και την καταστολή αλλά αυτό γίνεται δυνατό μόνο χάρη στη ραγδαία και –όπως φαινόταν ως τώρα– αέναη οικονομική ανάπτυξη. Αν αυτή σταματήσει, ακόμα χειρότερα αν μετατραπεί σε ύφεση ή κρίση, οι πολιτικές συνέπειες θα είναι συγκλονιστικές, και όχι μόνο για το εσωτερικό της χώρας.
Πτώση των ρυθμών ανάπτυξης
Για περισσότερα από 30 χρόνια, η κινέζικη οικονομία αναπτυσσόταν με μέσο ρυθμό 10% το χρόνο. Πέρυσι ανακοινώθηκε ανάπτυξη 7,4%, ενώ για φέτος η πρόβλεψη είναι «περίπου 7%», ένας στόχος που ο ίδιος ο πρωθυπουργός χαρακτηρίζει «κάθε άλλο παρά εύκολο». Όλα δείχνουν ότι είναι και κάθε άλλο παρά αληθινός.
Η απόδειξη γι’ αυτό δεν θα αναζητηθεί βέβαια στις επίσημες ανακοινώσεις, αλλά σε άλλους δείκτες που μάλλον δείχνουν με μεγαλύτερη ακρίβεια την αλήθεια: Η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος για παράδειγμα, παρέμεινε στο πρώτο τρίμηνο σταθερή σε σχέση με πέρυσι, κάτι που είχε να συμβεί από το 2008, όταν η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση έπληξε και την Κίνα. Ακόμη πιο σοβαρή είναι η μείωση κατά 9% των σιδηροδρομικών μεταφορών στο ίδιο τρίμηνο.
Τα παραπάνω στοιχεία οδηγούν τους οικονομικούς αναλυτές να υπολογίζουν την αύξηση του ΑΕΠ για φέτος γύρω στο 3%. Αυτό για την Κίνα ισοδυναμεί με ύφεση.
Αυτό συμβαίνει επειδή ολόκληρη η κινέζικη οικονομία έχει χτιστεί γύρω απ’ την ραγδαία αύξηση του ΑΕΠ. Κάθε παρεκτροπή απ’ αυτή την πορεία μπορεί να σημάνει την καταστροφή.
Ο κατασκευαστικός τομέας
Ας πάρουμε για παράδειγμα τον τομέα κατασκευής κατοικιών, που τα τελευταία χρόνια αποτελεί τον βασικό πυλώνα της κινεζικής οικονομίας, ξεπερνώντας ακόμα και τις εξαγωγές.
Οι τιμές των κατοικιών έπεσαν 6% τον περασμένο χρόνο, μετά από δεκαετίες συνεχούς ανόδου. Στο τέλος του 2014 υπολογιζόταν ότι υπήρχαν 7,5 δισεκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα κατοικιών είτε στο στάδιο της κατασκευής είτε ετοιμοπαράδοτα. Ακόμα κι αν η ζήτηση παραμείνει ανεπηρέαστη, χρειάζονται πάνω από 5 χρόνια για να απορροφηθούν.
Αυτό προκαλεί αλυσιδωτές επιπτώσεις, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Στο εσωτερικό δημιουργεί τεράστια προβλήματα στις τοπικές κυβερνήσεις, που είχαν πέρυσι περίπου τα μισά τους έσοδα να προέρχονται από τις πωλήσεις κατοικιών και επαγγελματικών χώρων και που μαστίζονται από χρέη (6,4 τρισεκατομμύρια δολάρια υπολογίζονται) που μπροστά τους το ελληνικό μοιάζει με ανέκδοτο.
Στο εξωτερικό, καθώς η Κίνα απορροφούσε τα τελευταία χρόνια το 50% περίπου της παγκόσμιας παραγωγής μετάλλων, το φρένο στον τομέα των κατασκευών δημιουργεί ήδη τεράστια προβλήματα στις παραγωγούς χώρες, στην Αυστραλία, τη Βραζιλία, τη Χιλή και μια σειρά χώρες της Αφρικής.
Η παγίδα του χρέους και η κρίση πλεονάζοντος δυναμικού
Μια οικονομία με τέτοιους ρυθμούς ανάπτυξης δε μπορούσε παρά να δημιουργήσει τεράστια χρέη, χρέη που αποπληρώνονταν από τη δημιουργία περισσότερου πλούτου. Πόσο μπορεί να διαρκέσει αυτή η διαδικασία;
Κάθε φορά, ο καπιταλισμός ισχυρίζεται ότι «αυτή τη φορά είναι αλλιώς». Πρόκειται για ανοησίες.
Το χρέος της Κίνας (κρατικό, τοπικό και ιδιωτικό) τετραπλασιάστηκε μέσα σε 7 χρόνια, από το 2007 ως το 2014. Σήμερα υπολογίζεται στο 282% του ΑΕΠ!
Πέρα από το γεγονός ότι η φρενίτιδα της κατασκευής φαραωνικών έργων προς δόξα του καθεστώτος συνοδεύτηκε από μια άνευ προηγουμένου διαφθορά και υπερκοστολόγηση, αυτό οδήγησε φυσικά και στη δημιουργία τεράστιων χρεών που μόνο μέσα απ’ τη συνεχή επέκταση μπορούσαν να καλυφθούν, με αποτέλεσμα π.χ σήμερα το χρέος του υπουργείου σιδηροδρόμων να ξεπερνάει αυτό της Ελλάδας (354 δις δολάρια).
Η αναχρηματοδότηση τέτοιων εξωφρενικών χρεών μπορεί να γίνει μόνο μέσα από τη συνεχή και ραγδαία ανάπτυξη όπως είπαμε πιο πάνω. Αυτό που βλέπουμε να συμβαίνει σήμερα όμως, είναι ακριβώς το τέλος αυτής της χρυσής εποχής ή στην καλύτερη περίπτωση η αρχή του τέλους της.
Πλεονάζον δυναμικό
Δεν υπάρχει πιο παραστατική απόδειξη γι’ αυτό από το πλεονάζον δυναμικό που έχει πια κυριεύσει την κινέζικη οικονομία και είναι εμφανές σε όλους τους τομείς της.
Η Κίνα παράγει σήμερα το μισό ατσάλι που παράγεται παγκοσμίως (800 εκ. τόνους το 2014). Το πλεονάζον δυναμικό της ξεπερνάει τα 200 εκ. τόνους, διπλάσιους απ’ την παραγωγή των ΗΠΑ που βρίσκονται στη δεύτερη θέση.
Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στην παραγωγή αυτοκινήτων όπου η Κίνα κατέχει επίσης τα πρωτεία.
Φέτος τα εργοστάσια της Κίνας είναι σε θέση να κατασκευάσουν περίπου 11 εκατομμύρια οχήματα περισσότερα απ’ όσα μπορούν να πωληθούν, και πάλι δυο φορές περισσότερα από ολόκληρη την παραγωγή της Ιαπωνίας!
Είναι ποτέ δυνατόν να συντηρηθούν τέτοιες βιομηχανίες και να είναι ταυτόχρονα σε θέση να ξεπληρώνουν τα δάνεια που έχουν πάρει;
Η διόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα και η φούσκα του χρηματιστηρίου
Η «λύση», βέβαια, από τη σκοπιά του καθεστώτος, είναι μόνο μία: Περισσότερο φτηνό χρήμα από την κεντρική κυβέρνηση.
Αυτή δεν είναι φυσικά μια καινούρια λύση, τη βλέπουμε να εφαρμόζεται σ’ ολόκληρο τον δυτικό κόσμο εδώ και πάνω από 15 χρόνια, την είδαμε να εφαρμόζεται και στην πανίσχυρη ιαπωνική οικονομία από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Τα αποτελέσματα τα έχουμε δει…
Αναιμική ανάπτυξη και αποπληθωρισμός χτυπάνε σήμερα και την πόρτα της Κίνας. Το νόμισμα της Κίνας, το γουάν, αποδυναμώνεται. Οι φθηνότερες κινεζικές εξαγωγές, έτσι, ενισχύουν τις αποπληθωριστικές τάσεις που ήδη ταλαιπωρούν τη διεθνή οικονομία. Ταυτόχρονα, δημιουργούν φυγή κεφαλαίων από τη χώρα, σε μεγέθη πέρα από κάθε προηγούμενο. 300 δισ. δολάρια εκτιμάται ότι εγκατέλειψαν την Κίνα στους τελευταίους 12 μήνες, τρεις φορές περισσότερα απ’ ότι παραδέχονται τα επίσημα στοιχεία.
Προς το παρόν όμως η κύρια επίπτωση είναι άλλη, αυτή που ξέρουμε ότι συνήθως αποτελεί την τελευταία πράξη τέτοιων δομικών αντιφάσεων. Το φτηνό χρήμα και η αδυναμία επικερδών επενδύσεων έχει οδηγήσει σε μια άνευ προηγουμένου χρηματιστηριακή φούσκα. Οι δείκτες έχουν ανέβει 80% τους τελευταίους μήνες…
Οι περιορισμοί στις χρηματιστηριακές «επενδύσεις» σχεδόν εξαφανίστηκαν, κάθε Κινέζος μπορεί ν’ ανοίγει όσους λογαριασμούς θέλει, η αγορά μετοχών με δανεικά (ή με αέρα) κυριαρχεί και έτσι ο δείκτης υψηλής τεχνολογίας (για ν’ αναφέρουμε ένα μόνο παράδειγμα) έχει ξεπεράσει κάθε ιστορικό προηγούμενο.
Το σκηνικό για μια χρηματιστική και οικονομική κρίση έχει στηθεί.