Την Τετάρτη 12 Μάη η κυβέρνηση έδωσε στη δημοσιότητα το νέο νομοσχέδιο για τα εργασιακά. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά αντεργατικό νομοσχέδιο, που
- ικανοποιεί πάγια αιτήματα των μεγαλοεργοδοτών και του ΣΕΒ (Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων) προς την κυβέρνηση,
- νομιμοποιεί μια σειρά από αυθαίρετες και παραβατικές εργοδοτικές πρακτικές
- και καταργεί εργατικά δικαιώματα που είχαν κατακτήσει οι εργαζόμενοι κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα με μεγάλους αγώνες, ακόμα και με αίμα.
Προσπαθώντας να δώσει μια προοδευτική χροιά στο νομοσχέδιο η κυβέρνηση ενσωμάτωσε σε αυτό τη «Σύμβαση για τη Βία και την Παρενόχληση» της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Η ενσωμάτωση όμως δεν έγινε με έναν τρόπο που να μπορεί να έχει κάποιον πραγματικό αντίκτυπο στους χώρους εργασίας. Αντιθέτως, βλέπουμε γενικόλογες εκφράσεις, κάποια διαχειρίσιμα πρόστιμα για εργοδότες και προτάσεις δράσεων που σε περιπτώσεις καταλήγουν να τιμωρούν το θύμα αντί για τον θύτη. Επιπλέον η κυβέρνηση προσπάθησε να χρυσώσει το χάπι του νομοσχεδίου δίνοντας 14 μέρες άδειας στους πατέρες κατά τη γέννηση του παιδιού, γονική άδεια 4 μηνών και στους δυο γονείς κ.α. Καμία από αυτές τις προβλέψεις δεν αλλάζει τον βασικό χαρακτήρα του νομοσχεδίου.
Ακολουθούν αναλυτικά οι πιο βασικές αντεργατικές διατάξεις του νομοσχεδίου Χατζηδάκη.
Κατάργηση 8ωρου – απλήρωτες υπερωρίες – παράκαμψη των σωματείων
Καταργείται το 8ώρο, επιτρέποντας 3ωρη υπερωριακή απασχόληση ημερησίως (άρθρο 57) η οποία μπορεί να μην αποζημιώνεται ως υπερωρία, αλλά να ανταλλάσσεται με ρεπό, άδεια ή μειωμένο ωράριο εντός εξαμήνου (άρθρο 58).
Η αντικατάσταση των πληρωμένων υπερωριών με ρεπό, άδεια, ή μειωμένο ωράριο γίνεται με ατομική συμφωνία του εργαζομένου με τον εργοδότη.
Πρόκειται για μια πρόβλεψη που διαλύει τους εργαζόμενους, καθώς η ξεκούραση, το πώς θα προγραμματίσουν το ελεύθερο χρόνο τους και την οικογενειακή τους ζωή εξαρτάται από τα ωράρια που θα επιβάλλει ο εργοδότης για εξυπηρετήσει τις ανάγκες της επιχείρησης του (με βάση πότε έχει περισσότερη δουλειά και πότε λιγότερη) και τα κέρδη του.
Αυτή η προαναφερόμενη «διευθέτηση του χρόνου εργασίας» υποτίθεται ότι προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη του εργαζόμενου. Πόσοι όμως εργαζόμενοι μπορούν, ειδικά στη σημερινή πραγματικότητα, να αρνηθούν μια τέτοια «πρόταση» του εργοδότη;
Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι ατομικές συμφωνίες εργοδότη – εργαζόμενου θα γίνονται μόνο όταν «δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση ή δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ της συνδικαλιστικής οργάνωσης και του εργοδότη». Στον ιδιωτικό τομέα οι χώροι εργασίας χωρίς σωματείο είναι άπειροι.
Ωστόσο και εκεί όπου υπάρχουν σωματεία το νομοσχέδιο επιτρέπει στην πραγματικότητα την παράκαμψη τους. Ο εργοδότης μπορεί να κάνει μια προσχηματική συζήτηση με το σωματείο, η οποία να μην καταλήξει σε συμφωνία και στη συνέχεια να καλέσει ατομικά τους εργαζόμενους να διευθετήσουν το ωράριο εργασίας τους με τον τρόπο που εξυπηρετεί καλύτερα τις ανάγκες της επιχείρησης και της κερδοφορίας του εργοδότη. Φυσικά, δεν θα λείψουν και τα σωματεία εκείνα που θα υπογράψουν ότι ακριβώς θέλουν οι εργοδότες. Στην εποχή παρακμής του συνδικαλιστικού κινήματος που ζούμε και όπου οι συμβιβασμένες και ξεπουλημένες ηγεσίες σωματείων αποτελούν την πλειοψηφία η κατάργηση των 8ώρου δεν πρόκειται να συναντήσει αντιστάσεις από τα επίσημα συνδικάτα.
Τέλος αξίζει να σημειώσουμε ότι πολλές από τις άδειες, ρεπό κλπ που θα οφείλονται στους εργαζόμενους ως αντάλλαγμα υπερωριών δεν θα δίνονται ποτέ. Μια ματιά στη σημερινή εργασιακή πραγματικότητα το επιβεβαιώνει. Και δεν μιλάμε για την Άγρια Δύση του ιδιωτικού τομέα, αλλά και για το ίδιο το Δημόσιο. Χιλιάδες ρεπό οφείλονται στους εργαζόμενους της ΟΣΥ, όπως και στους εργαζόμενους στα νοσοκομεία (πολύ πριν την πανδημία) τα οποία δεν προβλέπεται να πάρουν ποτέ γιατί δεν υπάρχουν αρκετοί εργαζόμενοι ώστε να καλυφθούν και τα προγράμματα λειτουργίας συγκοινωνιών και νοσοκομείων και να πάρουν οι εργαζόμενοι τα προβλεπόμενα ρεπό τους.
Όταν το ίδιο το κράτος καταπατά την εργατική νομοθεσία, ποιος ιδιώτης θα την τηρήσει;
Όσες υπερωρίες αποφασίσει το Υπουργείο…
Το νομοσχέδιο αυξάνει την επιτρεπόμενη υπερωριακή απασχόληση σε 150 ώρες ετησίως από 96 ώρες που ίσχυε για τις βιομηχανίες και 120 για τους υπόλοιπους εργασιακούς χώρους.
Όμως ακόμα και αυτό το νέο «ανώτατο» όριο δίνεται δυνατότητα να ξεπερνιέται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας (άρθρο 57)!
Εντατικοποίηση και ξεζούμισμα των εργαζομένων πέρα από κάθε όριο. Αυτό προβλέπει, με δυο λόγια, το νέο νομοσχέδιο της κυβέρνησης.
Επιπλέον, οι υπερωρίες που θα πληρώνονται και δεν «διευθετούνται» με ρεπό και άδειες, θα αμείβονται με προσαύξηση 40% αντί για 60% που ίσχυε έως σήμερα.
Σύμφωνα με υπολογισμούς του ΜΕΤΑ η αλλαγή στο καθεστώς των υπερωριών συνολικά θα αυξήσει την κερδοφορία του κεφαλαίου έως και 15%.
Στην απέναντι πλευρά, ένα μεγάλο κομμάτι των εργαζομένων θα δουλεύει πολλές περισσότερες ώρες με τις ίδιες ή και χαμηλότερες αποδοχές.
Ο Νίκος Μαυροκέφαλος, μέλος της εκτελεστικής γραμματείας του ΠΑΜΕ κάνοντας τα πράγματα πιο συγκεκριμένα σε μια συνέντευξη στο news 24.7 εξηγούσε ότι:
«Σήμερα μπορεί ένας εργαζόμενος στη βιομηχανία ή στις υπηρεσίες να δουλέψει υπερωρία 96 ή 120 ώρες και να τις πληρωθεί. Με τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας που θα γίνεται σε εξάμηνη βάση, ένας εργαζόμενος υπολογίζουμε ότι θα δουλεύει περίπου 350 με 425 ώρες υπερωρία και από αυτές θα πληρώνεται στην καλύτερη περίπτωση μόνο τις 150»
Κατάργηση της Κυριακάτικης Αργίας για περισσότερους κλάδους
Το άρθρο 62 του νομοσχεδίου καταργεί την Κυριακάτικη αργία για δεκάδες ακόμα κλάδους, όπως courier, αποθήκες και logistics, πληροφορική, τηλεφωνικά κέντρα, data centers, βιομηχανία σκυροδέματος, εξορυκτικές δραστηριότητες κ.α., ελαστικοποιώντας ακόμα περισσότερο τη ζωή των εργαζομένων, πάντα προς όφελος των επιχειρηματιών και των κερδών τους.
Μεγαλύτερη ασυδοσία στις απολύσεις & και νομικά μπόνους στους εργοδότες
Το άρθρο 65 του νομοσχεδίου έχει τον τίτλο «προστασία από τις απολύσεις». Ο τίτλος αυτός ωστόσο δεν έχει καμία σχέση με το περιεχόμενο του άρθρου.
Συγκεκριμένα, οι εργοδότες μπορούν να απολύουν εργαζόμενους χωρίς να αιτιολογούν το λόγο της απόλυσης, ενώ οι περιπτώσεις για τις οποίες υπάρχει ρητή απαγόρευση των απολύσεων είναι πολύ περιορισμένες και προβλεπόταν ήδη από άλλες διατάξεις (π.χ. εγκυμοσύνη, συνδικαλιστική δράση κ.α.).
Το ίδιο άρθρο του νομοσχεδίου περιέχει μια σειρά ευνοϊκές διατάξεις για τους εργοδότες σε περίπτωση που κάποιος/α εργαζόμενος/η προσβάλει δικαστικά την απόλυσή του/της.
Ο/η εργαζόμενος/η καλείται να επιλέξει αν θα διεκδικήσει επαναπρόσληψη και καταβολή αποδοχών υπερημερίας ή μια αστική αποζημίωση από τον εργοδότη, αλλά όχι και τα δύο!
Και στις δυο περιπτώσεις η δικαίωση για τον/την εργαζόμενο/η, στην αισιόδοξη περίπτωση που κερδίσει, είναι περιορισμένη καθώς και δικηγόρο πληρώνει από την τσέπη του και δεν αποζημιώνεται πραγματικά για όσα τράβηξε.
Επιπλέον, σύμφωνα με τον δικηγόρο Κ. Παπαδάκη,
«Στην ουσία η διάταξη ανοίγει τον δρόμο για να καταργηθεί ως συνέπεια της ακυρότητας απόλυσης η υποχρέωση επαναπρόσληψης και καταβολής αποδοχών υπερημερίας και αντί αυτών να περιορισθούν σε μια μικρή αποζημίωση.»
Νέα χτυπήματα στα συνδικαλιστικά δικαιώματα και ελευθερίες
Η ύφεση του κινήματος από το 2015 και μετά έδωσε την ευκαιρία στις κυβερνήσεις να ξηλώσουν τον συνδικαλιστικό νόμο 1264/82, έναν από τους πιο προοδευτικούς συνδικαλιστικούς νόμους της Ευρώπης και να βάλουν όσα περισσότερα εμπόδια μπορούν στη δράση των εργαζομένων και του εργατικού κινήματος. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι το κίνημα θα επανέλθει κάποια στιγμή στο μέλλον, διεκδικώντας ότι του στερήθηκε και ακόμα παραπάνω. Και προετοιμάζονται φέρνοντας τον έναν νόμο μετά τον άλλο. Μερικά από τα πιο βασικά που προβλέπονται στο συγκεκριμένο σχέδιο νόμου είναι τα εξής:
- Υποχρεώνει τα σωματεία να εγγραφούν στο Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕ.ΜΗ.Σ.Ο.Ε.) και να τηρούν ηλεκτρονικούς φακέλους με τα μέλη τους, στους οποίους έχουν πρόσβαση όλοι όσοι έχουν «έννομο συμφέρον». Με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση μπορεί να εποπτεύει καλύτερα τα σωματεία, ενώ οι εργοδότες με το πάτημα ενός κουμπιού θα γνωρίζουν ποιοι εργαζόμενοι είναι εγγεγραμμένοι σε σωματείο, ποιοι είναι μέλη ΔΣ σωματείου κοκ και να παίρνουν αποφάσεις για προσλήψεις, απολύσεις κοκ ανάλογα. Σωματεία που αρνηθούν να τηρήσουν αυτές τις διατάξεις του νόμου θα χάνουν νομικά το δικαίωμα να υπογράφουν Συλλογικές Συμβάσεις, να καλούν σε απεργία κ.α.
- Η ηλεκτρονική συμμετοχή στις συνελεύσεις και η ηλεκτρονική ψηφοφορία, που μειώνουν την επαφή και την ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των εργαζομένων και ευνοούν τους εργοδοτικούς και απεργοσπαστικούς μηχανισμούς γίνονται προϋπόθεση για την εγκυρότητα μιας συνέλευση και ιδιαίτερα για τη δυνατότητα μιας συνέλευσης να πάρει νόμιμη απόφαση για απεργία!
- Προβλέπεται ακύρωση της Απόφασης Γενικής Συνέλευσης αν στη Συνέλευση παραβρέθηκαν φυσικώς ή εξ αποστάσεως πρόσωπα που δεν ήταν μέλη της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Η παρουσία εργαζομένων και συνδικαλιστών σε συνελεύσεις σωματείων στα οποία δεν είναι μέλη είναι μια συνήθης πρακτική σε περιόδους αγώνων που έχει σκοπό την ενθάρρυνση των εργαζομένων να συμμετέχουν σε απεργία, τη μεταφορά εμπειριών κ.α. Η κυβέρνηση προσπαθεί να παρεμποδίσει στην πραγματικότητα όσο μπορεί την ελεύθερη επικοινωνία, το συντονισμό και την αλληλεγγύη μεταξύ των σωματείων. Στο άρθρο 90 ο σκοπός αυτός φαίνεται πιο καθαρά καθώς περιορίζεται κατά πολύ η δυνατότητα πρωτοβάθμιων σωματείων να κηρύξουν απεργία αλληλεγγύης προς εργαζομένους σε άλλες επιχειρήσεις.
- Απαγορεύονται οι απεργιακές φρουρές και το δικαίωμα υπεράσπισης της απεργίας ενάντια σε απεργοσπάστες ποινικοποιείται και μετατρέπει την απεργία σε παράνομη.
- Μειώνεται ο αριθμός των μελών του ΔΣ ενός σωματείου που «προστατεύονται» από απόλυση (η προστασία είναι πολύ σχετική, γιατί μπορεί η εργοδοσία να μην απολύει αλλά να κάνει το βίο αβίωτο σε μαχητικά στοιχεία του κινήματος) καθώς και ο αριθμός των ιδρυτικών μελών ενός σωματείου (που «προστατεύονται» από απόλυση).
- Σε κρίσιμους κλάδους περιορίζεται ευθέως και το ίδιο το δικαίωμα της απεργίας. Στις κοινωφελείς επιχειρήσεις και σε όσες επιχειρήσεις προβλέπεται η υποχρέωση προσωπικού ασφαλείας, το άρθρο 94 του νομοσχεδίου επιβάλει τη διάθεση επιπλέον προσωπικού από το σωματείο που να εξασφαλίζει ότι θα πραγματοποιείται το 1/3 του έργου που πραγματοποιείται σε κανονικές συνθήκες. Έτσι στην καλύτερη περίπτωση οι απεργίες σε μια σειρά κλάδους θα ξεκινούν με τα 2/3 των εργαζομένων δηλαδή με μικρότερη δυναμική και μειωμένη δυνατότητα πίεσης, αφού κάποιες βασικές υπηρεσίες και έργα θα παράγονται.
Να αντισταθούμε!
Απέναντι στην ολομέτωπη επίθεση με στόχο τη διάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων, χρειάζεται να υπάρξει μαζική αντίσταση. Η κατάσταση βέβαια στο συνδικαλιστικό-εργατικό κίνημα είναι εντελώς πίσω από τις ανάγκες, λόγω του ρόλου των γραφειοκρατικών ηγεσιών των μεγάλων συνδικάτων και το πέρασμα της ΓΣΕΕ, στην πραγματικότητα, στο στρατόπεδο του αντιπάλου.
Για να μπορέσει το εργατικό κίνημα να αντεπιτεθεί χρειάζεται ένα συνολικό σχέδιο αγώνα με διάρκεια και συντονισμό. Αυτό σημαίνει:
- Συντονισμός της ριζοσπαστικής-ανατρεπτικής Αριστεράς στους χώρους δουλειάς και συστηματική από κοινού δουλειά, με υπομονή, και με στόχο να περάσουν σταδιακά τα σωματεία στα χέρια των εργαζομένων.
- Συνέχιση, επέκταση και συστηματοποίηση του από τα κάτω συντονισμού των μαχητικών πρωτοβάθμιων σωματείων και ομοσπονδιών.
- Η σημασία της ενότητας στη δράση και στη μάχη είναι θέμα κρίσιμης σημασίας. Στο χώρο της ανατρεπτικής (εξωκοινοβουλευτικής) Αριστεράς πρέπει να γίνουν προσπάθειες για κοινές δράσεις και πρωτοβουλίες με το ΚΚΕ.
Διατηρώντας τις όποιες διαφορές μας, μπορούμε και πρέπει να ξαναχτίσουμε από κοινού και ενωτικά τα σωματεία, τις οργανώσεις μέσα από τις οποίες το εργατικό κίνημα μπορεί να δώσει αποτελεσματικά τις μάχες για την ανατροπή αυτού του όλο και πιο βαθιού εργασιακού μεσαίωνα.