Την 1η Οκτωβρίου έχει προγραμματισθεί να γίνει το δημοψήφισμα για την απόσχιση της Καταλονίας από το ισπανικό κράτος με απόφαση του καταλανικού κοινοβουλίου (Ζενεραλιτάτ). Η κυβέρνηση της Μαδρίτης είχε δηλώσει εξαρχής πως θα το εμποδίσει με κάθε τρόπο, στο όνομα της «εθνικής ενότητας» και της «συνταγματικής ομαλότητας». To Συνταγματικό Δικαστήριο το έχει κρίνει ήδη παράνομο με βάση το Σύνταγμα του 1978 (την εποχή της μετάβασης από τη δικτατορία του Φράνκο στη λεγόμενη δημοκρατία). To Σύνταγμα αυτό ορίζει τη συνταγματική μοναρχία και καθορίζει τις αυτόνομες περιοχές του κράτους με περιφερειακές κυβερνήσεις που έχουν περιορισμένη ισχύ και απαγορεύει οποιαδήποτε αποσχιστική τάση. Eπιπλέον, κατοχυρώνει την «άρρηκτη ενότητα της πατρίδας» και αναθέτει στο στρατό την ευθύνη της υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιότητας του κράτους.
Πόλωση στην κοινωνία, άγρια καταστολή
Αποκορύφωμα αυτής της πόλωσης ήταν τα γεγονότα που συνέβησαν την Κυριακή 24/9 στην πόλη Σαραγόσα στην αυτόνομη περιφέρεια της Αραγονίας, όπου με πρωτοβουλία των Unidos Podemos («Ενωμένοι Μπορούμε» − η συνεργασία του Ποδέμος με την Ενωμένη Αριστερά) οργανώθηκε μία συνέλευση των Δήμων προκειμένου να συζητηθεί το ζήτημα του δημοψηφίσματος. Εκεί έκαναν την εμφάνισή τους κάποιες εκατοντάδες ακροδεξιοί διαδηλώνοντας ενάντια στη διενέργεια δημοψηφίσματος ενώ έφτασαν να επιτίθονται φραστικά, να πετούν μπουκάλι νερό στην πρόεδρο του τοπικού Κοινοβουλίου και μέλος των Podemos, Violeta Barba, να προπηλακίζουν μέλη της συνέλευσης και να φωνάζουν συνθήματα που θύμιζαν τις μαύρες μέρες του στρατιωτικού καθεστώτος του Φράνκο, όπως «Viva España». Λίγες μέρες μετά είχαμε επίθεση από ακροδεξιά οργάνωση («Ισπανία 2000») και στη Βαλένθια.
Η ίδια η κυβέρνηση του δεξιού Ραχόι λαμβάνοντας μέτρα τεράστιας καταστολής ενάντια στο δημοψήφισμα καταφέρνει να δίνει πάτημα και χώρο στην εμφάνιση αυτών των ακροδεξιών στοιχείων, την ίδια στιγμή που στερεί από τον καταλανικό λαό τα στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα. Την ίδια στιγμή που επιτρέπει τις συγκεντρώσεις των φασιστών, απαγορεύει τις συγκεντρώσεις υπέρ του δημοψηφίσματος.
Η λίστα της καταστολής είναι ατέλειωτη: Άρματα μάχης του στρατού στους δρόμους, κατάσχεση εκατομμυρίων ψηφοδελτίων, σύλληψη υψηλόβαθμων στελεχών της τοπικής κυβέρνησης, πάγωμα των λογαριασμών ώστε να υπάρξει οικονομική ασφυξία, επιβαλλόμενο «μαύρο» στα ΜΜΕ και κλείσιμο ιστοσελίδων σχετικών με το δημοψήφισμα, απειλές για φυλακίσεις σε δημάρχους που θα διευκολύνουν τη διενέργεια δημοψηφίσματος, επιδρομές στα κτίρια της τοπικής κυβέρνησης, προσαγωγές πολιτών για αφισοκόλληση… Τις τελευταίες μάλιστα μέρες η Εισαγγελία διέταξε αποκλεισμό των εκλογικών τμημάτων.
Η κεντρική κυβέρνηση της Ισπανίας επιλέγει να αυξήσει τις αστυνομικές δυνάμεις στην Καταλονία με αποστολή τους «να δράσουν σε περίπτωση που διεξαχθεί το παράνομο δημοψήφισμα». Η Καταλονία, έχει τη δική της αστυνομία (Mossos d’ Esquadra) όμως η κυβέρνηση της Μαδρίτης δεν φαίνεται να την εμπιστεύεται, με το υπουργείο Εσωτερικών να στέλνει και άλλες αστυνομικές δυνάμεις στην περιοχή. Σύμφωνα με ισπανικά μέσα ενημέρωσης 3.000 έως 4.000 αστυνομικοί έχουν ήδη φθάσει ή βρίσκονται καθ΄οδόν και θα ενωθούν με τους 5.000 που ήδη βρίσκονται στην Καταλονία. Στο λιμάνι της Βαρκελώνης στέλνονται πλοία προκειμένου να στεγάσουν τις αστυνομικές δυνάμεις, αλλά οι λιμενεργάτες καλούν σε απεργία για να εμποδίσουν τον ελλιμενισμό των πλοίων αυτών.
«Το Ισπανικό Κράτος έχει προχωρήσει σε ντε φάκτο αναστολή της αυτονομίας της Καταλονίας και έχει επί της ουσίας επιβάλλει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης»
δήλωσε ο Κ. Πουιτζεμόντ (αστός κεντροδεξιός πολιτικός), πρόεδρος της Ζενεραλιτάτ. Οι δηλώσεις του είναι ενδεικτικές της κατάστασης και δείχνει πόσο λίγο διατεθειμένη είναι η άρχουσα τάξη να κάνει παραχωρήσεις στην Καταλονία.
Η απάντηση του κινήματος
Όλη η αυτή η καταστολή φυσικά έχει προκαλέσει αντιδράσεις. Διαμαρτυρίες και πορείες οργανώθηκαν τόσο στην Καταλονία όσο και σε άλλες πόλεις με σύνθημα «Η Καταλονία έχει το δικαίωμα να αποφασίσει». Αυτές τις μέρες έχουν καλεστεί επίσης πορείες σε πολλές ισπανικές πόλεις.
Το δικαίωμα τους να οργανώσουν δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Καταλονίας υπερασπίστηκαν πάνω από από 700, από τους συνολικά 948 δημάρχους της περιφέρειας, παρά το γεγονός ότι αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο σύλληψης εξαιτίας των δικαστικών διώξεων σε βάρος τους.
Αναφέρθηκαν ήδη οι λιμενεργάτες, ενώ συζητιέται πλατιά στην καταλανική κοινωνία η γενική απεργία, αίτημα που φαίνεται να το αγκαλιάζει η κοινωνία αλλά να μην το προωθούν οι διεφθαρμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες.
Την Πέμπτη 28/9, το Συνδικάτο Σπουδαστών και Μαθητών οργάνωσε αποχή από τα μαθήματα και διαδηλώσεις, με 150.000 νεολαίους να διαδηλώνουν στους δρόμους της Βαρκελώνης.
Στις πορείες που διοργανώθηκαν αυτό το τελευταίο διάστημα ήταν έντονα τα συνθήματα ενάντια στις περικοπές και τη λιτότητα, ενάντια στη δεξιά κυβέρνηση της Μαδρίτης, ακόμα και ενάντια στη δεξιά διακυβέρνηση των τελευταίων χρόνων στην Καταλονία. Αυτό το γεγονός δείχνει μια ριζοσπαστικοποίηση των μαζών που συμμετέχουν στο κίνημα για ανεξαρτησία, κάτι που αποτελεί ποιοτική διαφορά σε σχέση με προηγούμενα χρόνια όταν ήταν κυρίως τα μικροαστικά στρώματα που επαίρναν θέση υπέρ της απόσχισης.
Ιστορικό
Το εθνικό ζήτημα έχει επανεμφανιστεί ως κρίσιμος παράγοντας για την κρίση του καπιταλισμού στην Ισπανία. Η Καταλονία έχει δεχθεί πολλές περικοπές στη δημόσια παιδεία και υγεία τα τελευταία χρόνια και η ανεργία στους νέους έχει αυξηθεί φτάνοντας το 2016 το 38%.
Η Καταλονία αποτελεί περιοχή στην Ιβηρική χερσόνησο με την δική της ιστορία, γλώσσα, πολιτιστικές παραδόσεις και εθνική συνείδηση. Με πληθυσμό που αντιστοιχεί στο 16% της Ισπανίας, με έσοδα που συνεισφέρουν κατά 20% στο ΑΕΠ, με το 1/5 της εθνικής παραγωγής και το 1/4 των εξαγωγών, αποτελεί πολύ σημαντική περιοχή για τα συμφέροντα της αστικής τάξης του ισπανικού κράτους, η οποία δεν πρόκειται να την αφήσει έτσι απλά να φύγει και να χάσει όλα αυτά τα οικονομικά προνόμια που της προσφέρει.
Η Καταλονία αρχίζει να διαμορφώνεται σαν εθνότητα ήδη από τον 12ο αιώνα. Το πρώτο Καταλανικό Σύνταγμα έγινε το 1283, ενώ η πρώτη εξέγερση ενάντια στο ισπανικό στέμμα το 1640.
Η προσάρτηση της στο ισπανικό βασίλειο έγινε στις 11 Σεπτέμβρη του 1714, έπειτα από 14 μήνες πολιορκίας και έκτοτε αυτή η μέρα αποτελεί εθνική επέτειο την λεγόμενη Diada ή Ημέρα της Καταλονίας. Αυτό σήμαινε την κατάργηση όλων των καταλανικών θεσμών, την κατάργηση της καταλανικής ως επίσημης γλώσσας και την ένταξη της Καταλονίας στο ισπανικό βασίλειο. Η Diada γιορτάστηκε για πρώτη φορά το 1886, αλλά οι εκδηλώσεις απαγορεύτηκαν από τη δικτατορία του Φράνκο το 1939 και άρχισαν πάλι το 1980, όταν αποκαταστάθηκε η αυτόνομη κυβέρνηση της Καταλονίας μετά την πτώση της δικτατορίας. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, πάνω από 1 εκατομμύριο άνθρωποι κάθε χρόνο βγαίνουν στους δρόμους της Βαρκελώνης (πρωτεύουσα της Καταλονίας) και άλλων πόλεων τη συγκεκριμένη μέρα – για να διαμαρτυρηθούν.
Επί Φράνκο (1939-1974) εξαφανίζεται ουσιαστικά οποιαδήποτε έκφραση καταλανισμού, απαγορεύονται τα προνόμια και το ειδικό καθεστώς που είχε η περιοχή κατά τη διάρκεια της Β’Ισπανικής Δημοκρατίας (το ίδιο ίσχυε και για τη Χώρα των Βάσκων και τη Γαλικία), απαγορεύεται η χρήση της καταλανικής γλώσσας και η διάδοσή της, κοκ. Ξεκινά μια περίοδος ακραίας καταστολής ενάντια στις καταπιεσμένες εθνότητες, ενώ ο ισπανικός εθνικισμός ήταν ένας από τους βασικούς ιδεολογικούς άξονες του καθεστώτος, με βάση το «Ισπανία – μια, μεγάλη και αδιαίρετη» που εξακολουθεί να είναι το σύνθημα της Δεξιάς σήμερα.
Στο πλαίσιο της διεθνούς ανάκαμψης των κοινωνικών αγώνων μετά το 1968 στην Ευρώπη, τα θεμέλια της δικτατορίας στην Ισπανία είχαν επανειλημμένα κλονιστεί από μαζικές απεργίες και κοινωνικά κινήματα στις αρχές της δεκαετίας του ’70.
Καθώς στην διπλανή Πορτογαλία ξεσπούσε μια σοσιαλιστική επανάσταση, ανατρέποντας τη δικτατορία, η ισπανική άρχουσα τάξη άρχισε να συνειδητοποιεί ότι οι μέρες της δικτατορίας ήταν μετρημένες.
Άρχισαν να συγκροτούν μια στρατηγική για την εισαγωγή της «δημοκρατίας» με τρόπο που να αποτρέπει την απειλή της επαναστατικής αλλαγής. Αυτό περιλάμβανε την αποτροπή του κινδύνου της αυτοδιάθεσης των εθνοτήτων – Βάσκων και Καταλανών ειδικότερα.
Πάνω σε αυτό το πλαίσιο συμφωνήθηκε η «μετάβαση». Όσον αφορά το εθνικό ζήτημα, η άρχουσα τάξη ήξερε ότι έπρεπε να προσφέρει κάτι προς τις εθνότητες των οποίων τα δικαιώματα είχαν τόσο ποδοπατηθεί στη διάρκεια της 40χρονης δικτατορίας, αλλά την ίδια στιγμή ήξεραν ότι η παροχή του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης στις εθνότητες, ή η εγκαθίδρυση της ενότητας του κράτους σε εθελοντική ομοσπονδιακή βάση, ήταν πράγματα ανεπίτρεπτα από καπιταλιστική άποψη. Υπήρχε επίσης το ενδεχόμενο ντόμινο: αν έδιναν αυτονομία σε μία κοινότητα θα ακολουθούσαν και οι άλλες. Η λύση τους σε αυτό ήταν το σημερινό σύστημα των «αυτόνομων περιοχών» (συνολικά 17 στην Ισπανία). Ο στόχος ήταν να δοθούν κάποιες παραχωρήσεις σε αυτές τις καταπιεσμένες εθνότητες την ίδια στιγμή που προσπαθούσαν να υποβαθμίσουν τον εθνικό τους χαρακτήρα, σαν να ήταν απλώς μια άλλη γεωγραφική περιοχή της Ισπανίας, όπως η Μαδρίτη ή η Μούρθια (μερικές από τις άλλες αυτόνομες περιφέρειες).
Πως προέκυψε ξανά το εθνικό ζήτημα στη Καταλονία
Στην Καταλονία, ο κύριος παράγοντας που έκανε τα ποσοστά υπέρ της ανεξαρτησίας να εκτοξευθούν από περίπου 20% πριν 10 χρόνια, σε 50% ή περισσότερο κατά τα τελευταία έτη, ήταν η έλευση της οικονομικής κρίσης όπως αναφέρθηκε ήδη.
Επηρεασμένοι από τη σχετική οικονομική ισχύ της Καταλονίας και από την απουσία ενός ριζοσπαστικού κινήματος σε όλη την Ισπανία ενάντια στη λιτότητα, τα εκατομμύρια των Καταλανών εργαζομένων και της νεολαίας άρχισαν να ελπίζουν ότι η ανεξαρτησία θα μπορούσε να προσφέρει μια διέξοδο. Η γραμμή των αστών εθνικιστών (με βάση πραγματικά στοιχεία) ότι η περιοχή της Καταλονίας χάνει δισεκατομμύρια ευρώ στα δημόσια ταμεία κάθε χρόνο, ουσιαστικά «επιδοτώντας» το ισπανικό κράτος, συνδέθηκε με την ιδέα ότι μια ανεξάρτητη Καταλονία θα προσφέρει μια εναλλακτική λύση για τη βάναυση περικοπή των δημοσίων δαπανών από τη δεξιά κυβέρνηση.
Η κύρια αντίφαση στο όλο κλίμα μέχρι στιγμής, όπως συμβαίνει συχνά, είναι το ζήτημα της ηγεσίας. Στην Καταλονία αυτό εκφράζεται μέσα από ένα μαζικό λαϊκό κίνημα σε μεγάλο βαθμό στηριγμένο σε μια διάθεση αντι-λιτότητας, που καθοδηγείται από τους πολιτικούς υπέρ της λιτότητας.
Ο Artur Mas, ο οποίος ηγούνταν της κυβέρνησης ως τις εκλογές του Νοεμβρίου του 2015 εφάρμοσε δραστικές περικοπές στις δημόσιες υπηρεσίες και τους μισθούς στο δημόσιο τομέα στην Καταλονία, πέρα ακόμα και από ό,τι είχε προτείνει η κεντρική κυβέρνηση. Παρ’ όλα αυτά, προσπαθώντας επιδέξια να ελέγξει το κίνημα υπέρ της ανεξαρτησίας κατάφερε να τοποθετήσει τον εαυτό του και το κόμμα του στην πρώτη γραμμή.
Φτάνουμε στη συνέχεια στις εκλογές του Νοέμβρη του ’15 που παρουσιάστηκαν ως ένα ντε φάκτο «δημοψήφισμα» για την καταλανική ανεξαρτησία, δεδομένης της επανειλημμένης άρνησης της ισπανικής κυβέρνησης να επιτρέψει ένα δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία. Τα δύο μεγαλύτερα κόμματα επισήμως υπέρ της ανεξαρτησίας – το CDC (Δημοκρατική Σύγκλιση Καταλονίας) και το ERC (Ρεπουμπλικάνικη Αριστερά Καταλονίας) σύστησαν μια κοινή λίστα που ονομάστηκε Junts pel Si (Μαζί για το Ναι) με επικεφαλής πολύ γνωστά πολιτικά στελέχη. Οι ψήφοι γι’ αυτή τη λίστα μαζί με τις ψήφους υπέρ του CUP (του αριστερού ριζοσπαστικού κόμματος) θα εκλαμβάνονταν ως ψήφοι υπέρ του Ναι. Από την άλλη, η ψήφοι των κομμάτων εναντίον της ανεξαρτησίας –συμπεριλαμβανομένου του Λαϊκού Κόμματος και του δεξιού φιλελεύθερου Ciudadanos (Θιουδαδάνος – «Πολίτες») θα λαμβάνονταν ως ψήφοι υπέρ του Όχι.
Μια άλλη ευρεία αριστερή λίστα, η Catalunya, si que es pot (Καταλονία, Ναι Μπορούμε) με τη συμμετοχή των Podemos και των καταλανικών τμημάτων της Ενωμένης Αριστεράς ήταν κάπου στο ενδιάμεσο.
Το αποτέλεσμα ήταν το «Junts pel Si» να κερδίσει το 39,5% των ψήφων και 62 έδρες –ελάχιστα κάτω από τις 64 έδρες που απαιτούνται για την απόλυτη πλειοψηφία– ενώ το CUP κέρδισε 8,2% και 10 έδρες. Η πλευρά του «Ναι» κέρδισε έτσι αρκετές έδρες για μια συνολική πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, αν και ελαφρώς κάτω από το 50% του συνόλου των ψήφων.
Το CUP –κατά την άποψή μας λαθεμένα και παρά τις διαφωνίες στη βάση– υπέγραψε για να υποστηρίξει αυτή την κυβέρνηση, έχοντας επιτύχει την απομάκρυνση του Mas ως πρωθυπουργού και την αντικατάστασή του από τον Puigdemont. Το αποτέλεσμα αυτού είναι η διατήρηση στην εξουσία της Δεξιάς και η αντεργατική διακυβέρνηση.
Στην Καταλονία, ιδίως, οι πλούσιοι έχουν μια μακρά ιστορία καιροσκοπικής εκμετάλλευσης των εθνικών αισθημάτων και βλέψεων των μαζών, για τα δικά τους συμφέροντα. Η καταλανική άρχουσα τάξη αυτή τη στιγμή έχει «συρθεί» σε ένα δημοψήφισμα έχοντας όμως ως στόχο να διατηρήσει τα δικά της συμφέροντα αναλλοίωτα και στην καλύτερη περίπτωση στοχεύει σε μια καπιταλιστική Καταλονία.
Podemos
Αλλά και η στάση της ηγεσίας του Ποδέμος δεν είναι καλύτερη ή πιο ξεκάθαρη. Από την αρχή προσπαθεί να πάρει θέση κάπου στη μέση με δηλώσεις του Pablo Iglesias πως θα υπερασπιστούν το δημοψήφισμα αρκεί να είναι «συμφωνημένο και με εγγυήσεις», ενώ μετά από πίεση η Ada Colau, δήμαρχος της Βαρκελώνης και στέλεχος του κόμματος, αναγκάστηκε να δηλώσει πως ο δήμος θα παραχωρήσει χώρους διεξαγωγής του δημοψηφίσματος. Η στάση αυτή έχει προκαλέσει δυσαρέσκεια στη βάση του κόμματος, ενώ η ηγεσία φαίνεται να έχει ξεχάσει από πού προήλθε, δηλαδή από τα κινήματα των πλατειών που δεν «σέβονταν» τους θεσμούς και τις απαγορεύσεις συγκεντρώσεων και καταλήψεων των πλατειών.
Για μια ανεξάρτητη σοσιαλιστική Καταλονία
Το καθήκον της επαναστατικής Αριστεράς είναι να μπει μπροστά και να συνδέσει τον αγώνα ενάντια στην εθνική καταπίεση με τον αγώνα για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση, μια σοσιαλιστική κοινωνία. Μόνο έτσι θα μπορέσει η Αριστερά να προσδώσει ταξική και διεθνιστική προοπτική σ’ αυτό το κίνημα ώστε να μην το εκμεταλλευτούν οι εθνικιστές και από τις δύο πλευρές, για να διαιρέσουν το εργατικό και λαϊκό κίνημα και να επιφέρουν νέες ήττες.