Ισπανικές εκλογές: Δεν ενισχύθηκε η Ακροδεξιά, αλλά η πόλωση παραμένει

Δημοσιεύουμε μετάφραση άρθρου του σ. Βλαντ Μπόρτουν από το Internationalist Standpoint.

Στις πρόωρες εκλογές στην Ισπανία που πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή 23 Ιουλίου, το δεξιό μπλοκ του Λαϊκού Κόμματος (PP) και του ακροδεξιού Vox δεν κατάφερε να κερδίσει την πλειοψηφία, όπως προέβλεπαν πολλές δημοσκοπήσεις και σχολιαστές. Παρά το γεγονός ότι το PP ήρθε πρώτο, με 33% των ψήφων, είναι πιο πιθανό ότι ο κεντροαριστερός συνασπισμός του PSOE (σοσιαλδημοκρατικό) και του Σουμάρ (Sumar – ένας νέος αριστερός ρεφορμιστικός σχηματισμός) θα παραμείνει στην κυβέρνηση για άλλα τέσσερα χρόνια. Ωστόσο, είναι επίσης πιθανό  ότι η πόλωση που εκφράστηκε σε αυτές τις εκλογές, όπως και τα βαθύτερα προβλήματα που υπάρχουν στην κοινωνία, θα ενταθούν τα επόμενα χρόνια.

Το δεξιό Λαϊκό Κόμμα (PP) και το ακροδεξιό Vox

Η πολιτική πόλωση που παρατηρήθηκε στις προηγούμενες εκλογές συνεχίστηκε και σε αυτές με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. Αυτή τη φορά ωστόσο, βρήκε παραδόξως την έκφρασή της στην ενίσχυση των κυρίαρχων κομμάτων του νεοφιλελεύθερου κέντρου – PP και PSOE. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό αφενός στη λογική του «μικρότερου κακού» και αφετέρου στη σχετική «μετακίνηση» και των δύο κομμάτων από το κέντρο.

Τα τελευταία χρόνια, το PP ειδικότερα έχει ριζοσπαστικοποιήσει τον λόγο του, υιοθετώντας μια στάση υπέρ της ελεύθερης αγοράς, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την πρόεδρο της περιφέρειας της Μαδρίτης,
Ισαμπέλ Ντίας Αγιούσο (Isabel Díaz Ayuso), αλλά και υπερσυντηρητικές θέσεις σε κοινωνικά θέματα όπως ο φεμινισμός. Το τελευταίο καταδεικνύει τη συνεχιζόμενη διαδικασία ενσωμάτωσης της Ακροδεξιάς, η οποία φαίνεται να απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τη ρητορική του «εναντίον όλων»: μετά τις τοπικές και περιφερειακές εκλογές του Μαΐου, το PP και το Vox συμμετέχουν πλέον σε κυβερνητικούς συνασπισμούς σε περισσότερες από 140 τοπικές αρχές. Την ίδια ώρα η αύξηση των ποσοστών του PP στις εκλογές της 23ης Ιούλη σήμανε και σημαντικές απώλειες για το Vox (το οποίο έχασε περίπου το ένα τρίτο των εδρών που είχε το 2019). Το παραπάνω  δείχνει επίσης τις περιπλοκές στη συνείδηση και τη συνεχή επιρροή των νεοφιλελεύθερων και συντηρητικών ιδεών.

Το σοσιαλδημοκρατικό PSOE

Ενώ το PSOE δεν έχει μετακινηθεί τόσο πολύ προς τα αριστερά όσο το PP προς τα δεξιά, βρίσκεται σαφώς πιο αριστερά από το μεγαλύτερο μέρος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, ιδιαίτερα μετά την επιστροφή του Εργατικού Κόμματος του Ηνωμένου Βασιλείου σε νεοφιλελεύθερες θέσεις υπέρ της λιτότητας. Αντίθετα, τα κοινωνικά μέτρα της κυβέρνησης υπό την ηγεσία του PSOE –αν και απέχουν πολύ από το είδος των πολιτικών που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των δομικών προβλημάτων της Ισπανίας– έχουν φέρει κάποια βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο των λαϊκών  στρωμάτων. Τα σημαντικότερα από αυτά τα μέτρα ήταν η αύξηση του κατώτατου μισθού, η αναπροσαρμογή των συντάξεων σύμφωνα με τον πληθωρισμό και η μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας για την παροχή μεγαλύτερης προστασίας στους συμβασιούχους εργαζόμενους.

Μαζί με τον φόβο ότι η Ακροδεξιά θα έμπαινε στην κυβέρνηση για πρώτη φορά μετά τη δικτατορία του Φράνκο, αυτές οι κοινωνικές παραχωρήσεις είναι που επέτρεψαν στο PSOE να κερδίσει δύο επιπλέον έδρες και να είναι πλέον πιθανό να παραμείνει στην κυβέρνηση. Έτσι, μαζί με το αντίστοιχο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στην Πορτογαλία (Σοσιαλιστικό Κόμμα), το PSOE είναι σήμερα ένα από τα λίγα εναπομείναντα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη που σημειώνουν επιτυχίες, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη εξακολουθούν να είναι παγιδευμένα στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο που υποστηρίζουν τις τελευταίες δεκαετίες.

Φυσικά, το PSOE είναι τελικά ένα κόμμα που τοποθετείται υπέρ του καπιταλιστικού συστήματος, όπως φαίνεται για παράδειγμα από την κατανομή των κονδυλίων ανάκαμψης της ΕΕ που ωφελεί κυρίως τις μεγάλες επιχειρήσεις. Ούτε η νέο-μεταρρυθμιστική ατζέντα του Σουμάρ (ένας ευρύς συνασπισμός των Podemos, της «Ενωμένης Αριστεράς», του Mas País και άλλων αριστερών ομάδων, με επικεφαλής την αναπληρώτρια πρωθυπουργό Γιολάντα Ντίαζ) είναι επαρκής για την αντιμετώπιση των κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων της χώρας – από τους χαμηλούς μισθούς και τη στέγαση μέχρι τις υποχρηματοδοτούμενες δημόσιες υπηρεσίες και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Πράγματι (όπως σημειωνόταν εδώ πριν από τις εκλογές), ορισμένες από τις πιο φιλόδοξες προτάσεις της, όπως η δημιουργία μιας δημόσιας τράπεζας και μιας δημόσιας εταιρείας ενέργειας (χωρίς όμως να περάσουν οι ιδιωτικές εταιρείες σε δημόσια ιδιοκτησία) είναι πιθανό να αμβλυνθούν σε έναν ανανεωμένο κυβερνητικό συνασπισμό με ένα ενισχυμένο PSOE. Είναι δύσκολο να δούμε πώς και σε ποιο βαθμό το Σουμάρ –που πήρε λίγο πάνω από το 12% των ψήφων και ήρθε αμέσως μετά από το ακροδεξιό Vox– θα μπορέσει να ωθήσει το PSOE προς τα αριστερά τα επόμενα χρόνια.

Η λογική του μικρότερου κακού στοίχισε στη ριζοσπαστική Αριστερά

Η ψήφος για το «μικρότερο κακό», μάλλον επηρέασε περισσότερο τα κόμματα της ριζοσπαστικής, αντικαπιταλιστικής Αριστεράς: το καταλανικό κόμμα Υποψήφιοι της Λαϊκής Ενότητας (CUP), που τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας,  έχασε και τις δύο κοινοβουλευτικές έδρες του και πάνω από τις μισές ψήφους που είχε λάβει το 2019. Η πρωτοβουλία Εμπρός Ανδαλουσία (Adelante Andalucía) υπό την ηγεσία των Αντικαπιταλιστών(Anticapitalistas, πρώην Podemos) δεν κατάφερε να πιάσει το όριο του 2% στο Κάντιθ, που ήταν η μοναδική επαρχία που κατέβηκε στις εκλογές, και έμεινε επίσης εκτός κοινοβουλίου.

Αυτό το μέτριο αποτέλεσμα θα κάνει σίγουρα τη ριζοσπαστική Αριστερά σε όλο το ισπανικό κράτος να σκεφτεί τον προσανατολισμό, τη στρατηγική και την τακτική της για την επόμενη περίοδο. Η απομάκρυνση από την εκλογική και θεσμική λογική, που καθοδηγούσε αυτές τις πολιτικές δυνάμεις τα τελευταία χρόνια και ο προσανατολισμός στη βάση της κοινωνίας για την οικοδόμηση νέων κινημάτων γύρω από τα βασικά ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι λαϊκές τάξεις είναι ο μόνος δρόμος μπροστά. 

Τα αποτελέσματα στις περιοχές με άλυτα εθνικά ζητήματα

Στην Καταλονία, το PSC (η καταλανική οργάνωση του PSOE) εδραίωσε το καλό αποτέλεσμα των περιφερειακών και τοπικών εκλογών του Μαΐου και έγινε η κυρίαρχη πολιτική δύναμη της περιοχής. Με το Σουμάρ και το PP να έρχονται δεύτερο και τρίτο αντίστοιχα, τα οποία τάσσονται υπέρ της «ισπανικής ενότητας», τα κόμματα υπέρ της ανεξαρτησίας συγκέντρωσαν συνολικά λιγότερες από ένα εκατομμύριο ψήφους για πρώτη φορά από το 2010.

Αυτό σηματοδοτεί ότι, μετά τις αναταραχές της τελευταίας δεκαετίας, το αίτημα για ανεξαρτησία της Καταλονίας είναι πιθανό να έχει χάσει τη λαϊκή απήχηση που είχε κατά την περίοδο κορύφωσης του κινήματος το 2017. Η πλευρά των δυνάμεων υπέρ της ανεξαρτησίας, που είναι διχασμένη στα ταξικά ζητήματα, απέτυχε να προσφέρει ένα όραμα για μια ανεξάρτητη καταλανική δημοκρατία. Ένα πιο θετικό αποτέλεσμα ήρθε από τη Χώρα των Βάσκων (Euskal Herria) όπου το Vox συγκέντρωσε λιγότερο από το 3% των ψήφων και το νέο-ρεφορμιστικό αριστερό κόμμα Επανένωση της Χώρας των Βάσκων (EH Bildu) – με ιστορικούς δεσμούς με την πρώην αυτονομιστική ένοπλη Βασκική γη Και Ελευθερία (ΕΤΑ) που χρησιμοποιήθηκαν αδιάκοπα από τη δεξιά προπαγάνδα ενόψει των εκλογών – είχε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα. Το Bildu πλέον έχει την ίδια εκλογική απήχηση με το PSOE και το κεντροδεξιό εθνικιστικό PNV.

Για να παραμείνει στην κυβέρνηση, ο συνασπισμός PSOE-Sumar θα χρειαστεί την υποστήριξη αυτών και άλλων περιφερειακών κομμάτων. Έτσι, παρά τα αποτελέσματα στην Καταλονία, είναι πιθανό το εθνικό ζήτημα να παραμείνει στο πολιτικό, αφού τα κόμματα αυτά θα επιδιώξουν να αποδείξουν τη συνέπειά τους στο αίτημα για ανεξαρτησία, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τν συνασπισμό PSOE-Sumar. Έτσι, δεν είναι απίθανο οι διαπραγματεύσεις να αποτύχουν και να προκαλέσουν έναν νέο γύρο εκλογών.

Μπροστά σε έναν νέο κύκλο

Στις εκλογές αυτές ενισχύθηκε το πολιτικό κέντρο και το δικομματικό σύστημα. Σηματοδοτούν, επομένως, το τέλος του κύκλου των κοινωνικών αναταραχών και κινητοποιήσεων της δεκαετίας του 2010, ο οποίος βρήκε την έκφρασή του σε μαζικές εξελίξεις όπως το κίνημα των Αγανακτισμένων, η άνοδος των Podemos και ο αγώνας για την ανεξαρτησία της Καταλονίας.

Ένας νέος κύκλος έχει ξεκινήσει, ο οποίος θα γεννήσει νέα κινήματα και πολιτικούς σχηματισμούς, καθώς η «πολυκρίση» (όρος που περιγράφει τις ταυτόχρονες και αλληλένδετες κρίσεις που αντιμετωπίζει σήμερα το καπιταλιστικό σύστημα) βαθαίνει.

Είναι καθήκον της επαναστατικής Αριστεράς να παρέμβει στα κινήματα και τους σχηματισμούς αυτούς, με συνειδητό τρόπο και διάθεση συνεργασίας, για να αποκτήσουν ριζοσπαστικό πρόγραμμα και προοπτικές αμφισβήτησης και ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος.

σχετικά άρθρα:

Ακολουθήστε το «Ξ» στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία άρθρα μας.

Μπορείτε επίσης να βρείτε αναρτήσεις, φωτογραφίες, γραφικά, βίντεο και ηχητικά μας σε facebook, twitter, instagram, youtube, spotify.

Ενισχύστε οικονομικά το xekinima.org

διαβάστε επίσης:

7,246ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,002ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
1,118ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
425ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Επίκαιρες θεματικές

Πρόσφατα άρθρα