Ηλέκτρα Κλείτσα
Το Σάββατο 15 Νοέμβρη, στα πλαίσια διαμαρτυρίας στην πόλη Τζόμπσταουν του Τάλαγκ, ενάντια στο τέλος ύδρευσης που προσπαθεί να επιβάλλει η ιρλανδική κυβέρνηση, η αναπληρώτρια πρωθυπουργός Τζόαν Μπάρτον έμεινε για περίπου δύο ώρες καθηλωμένη στο αυτοκίνητό της, σαν αποτέλεσμα απόφασης των διαδηλωτών να την καθυστερήσουν σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Αυτό που ακολούθησε στη συνέχεια ήταν ένα πραγματικό παραλήρημα ψεμάτων και λάσπης από την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ. Το κατεστημένο στράφηκε με μανία ενάντια στη «Συμμαχία Ενάντια στη Λιτότητα»[1], το Σοσιαλιστικό Κόμμα-CWI και ειδικά τον βουλευτή του, Πολ Μέρφι, με κατηγορίες για «βίαιη συμπεριφορά» και αποκαλώντας τους «αντιδημοκρατικό όχλο».
Η πραγματικότητα είναι ότι τόσο η κυβέρνηση, όσο και ο μισητός φόρος στην ύδρευση, βρίσκονται σε τεντωμένο σκοινί. Το κίνημα ενάντια στην πληρωμή του φόρου που αναπτύσσεται, τρομάζει πλέον την κυβέρνηση πολύ περισσότερο απ’ ότι θέλει να παραδεχτεί. Της έχει απομείνει μόνο ένα μέσο, το οποίο και χρησιμοποιεί αφειδώς: η λασπολογία, η καταστολή και τα δικαστήρια.
Τα γεγονότα
Στις 14 Νοέμβρη, μια τοπική επιτροπή της «Συμμαχίας ενάντια στη Λιτότητα» κάλεσε σε συγκέντρωση για την επόμενη μέρα, 15 Νοέμβρη, ενάντια στην επίσκεψη της αναπληρώτριας πρωθυπουργού Τζόαν Μπάρτον, η οποία θα βρισκόταν στην πόλη για να παρακολουθήσει μια τελετή αποφοίτησης. Πράγματι την επόμενη μέρα, οι συγκεντρωμένοι, ανάμεσα τους και ο Πολ Μέρφι, βρέθηκαν έξω από το χώρο της τελετής φωνάζοντας συνθήματα ενάντια στην πολιτική της κυβέρνησης και ιδιαίτερα ενάντια στη θέσπιση τέλους ύδρευσης.
Κατά την έξοδό της, η Τζόαν Μπάρτον, περικυκλώθηκε από τους διαδηλωτές οι οποίοι κάθισαν στο δρόμο γύρω από το αυτοκίνητό της, καθυστερώντας την αναχώρησή της σε ένδειξη διαμαρτυρίας και εξακολουθώντας να φωνάζουν συνθήματα.
Όσο περνούσε η ώρα, τόσο οι διαδηλωτές, όσο και οι δυνάμεις της αστυνομίας αυξάνονταν, καταλήγοντας τελικά σε ένα σκηνικό με αρκετές εντάσεις, με κάποιους από τους διαδηλωτές να πετάνε αυγά και την αστυνομία να προσπαθεί να τους απομακρύνει βίαια, τραβώντας τους από τα ρούχα. Ανάμεσα στους διαδηλωτές που δοκίμασαν τις αβροφροσύνες της αστυνομίας ήταν και ο βουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος-CWI Πολ Μέρφι, ο οποίος βρέθηκε ξαφνικά χωρίς μπλούζα και μπουφάν, τα οποία έμειναν στα χέρια των «οργάνων της τάξης».
Τελικά, μετά από δύο ώρες περίπου, η αστυνομία κατάφερε να φυγαδεύσει την Μπάρτον.
Λάσπη και ψέματα
Aπό την επόμενη κιόλας μέρα, τα ΜΜΕ επιδόθηκαν σε μια άθλια εκστρατεία συκοφάντησης του κινήματος, διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα. Ανάμεσα στα άλλα ανέφεραν ότι η Μπάρτον έπεσε θύμα… απαγωγής (!) από τους διαδηλωτές, οι οποίοι της συμπεριφέρθηκαν βίαια και απηύθυναν εναντίον της σεξιστικά σχόλια και συνθήματα.
Η πραγματικότητα είναι ότι σε καμία φάση της διαμαρτυρίας δεν απειλήθηκε η σωματική ακεραιότητα της αναπληρώτριας πρωθυπουργού, ενώ τα συνθήματα εναντίον της ήταν πολιτικά. Φυσικά η οργή ήταν κυρίαρχη στην κινητοποίηση, αλλά αυτό απέχει πολύ από το να χαρακτηρίζονται τα μέλη του κινήματος «απαγωγείς», «σεξιστές» και «βίαιος όχλος». Μάλιστα τα μέσα ενημέρωσης κατηγόρησαν τον Πολ Μέρφι ως υπεύθυνο για την οργάνωση αυτού του … «όχλου», όπως και για «υποκίνηση μίσους».
Φυσικά, η απάντηση από την πλευρά των εκπροσώπων της «Συμμαχίας Ενάντια στη Λιτότητα» και του Σοσιαλιστικού Κόμματος ήταν ότι η τοπική κοινότητα του Τζόμπσταουν που διαδηλώνει ενάντια στις ληστρικές πολιτικές της κυβέρνησης δεν έχει να απολογηθεί για τίποτα. Αν οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης θεωρούν ότι μπορούν να ασκούν την καταστροφική για τους εργαζόμενους και τους φτωχούς πολιτική τους και ταυτόχρονα να γίνονται δεκτοί μετά βαΐων και κλάδων από τις τοπικές κοινωνίες που επισκέπτονται, κάνουν μεγάλο λάθος.
Ο χρόνος της κυβέρνησης τελειώνει
Η κυβέρνηση είχε υποτιμήσει τις διαστάσεις που μπορεί να πάρει το κίνημα και την υποστήριξη που κερδίζει ανάμεσα σε πλατιά στρώματα της κοινωνίας. Η πραγματική διάθεση της κοινωνίας φάνηκε ξεκάθαρα στη μεγαλειώδη διαδήλωση των 100.000 ενάντια στο τέλος που έγινε στο Δουβλίνο τον προηγούμενο μήνα.[2]
Προκειμένου δε να… πείσει τον κόσμο να εγγραφεί στο σύστημα τιμολόγησης της εταιρίας ύδρευσης (μιας και είναι πάρα πολλοί οι Ιρλανδοί που αρνήθηκαν να συμπληρώσουν την αίτηση)[3] η κυβέρνηση υπόσχεται ότι όλοι όσοι εγγραφούν θα πάρουν πίσω… 100 ευρώ από το τέλος που θα πληρώσουν!
Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις σε σχέση με το τέλος ύδρευσης, το ποσοστό των ερωτηθέντων που δε σκοπεύει να το πληρώσει κυμαίνεται από 60 έως 82%.
Η μαζική συμμετοχή στην επόμενη κεντρική κινητοποίηση στις 10 Δεκέμβρη, η μαζική άρνηση πληρωμής και η οργάνωση του κινήματος σε κάθε γειτονιά, μπορεί να επιφέρει ένα τεράστιο πλήγμα στην κυβέρνηση – να αποτελειώσει το τέλος ύδρευσης αλλά και την ίδια την κυβέρνηση!