Ο μαρξισμός θεωρεί ότι ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό και για τον κοινωνικό μετασχηματισμό συνδέεται άμεσα με τα αιτήματα που σχετίζονται με τα δικαιώματα των γυναικών και τον αγώνα για τη χειραφέτηση τους.
Οι γυναίκες, όχι μόνο αποτελούν σημαντικό τμήμα του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού, αλλά και εκτελούν ένα μεγάλο μέρος των καθηκόντων που σχετίζονται με την κοινωνική αναπαραγωγή (γεννούν και μεγαλώνουν παιδιά, κάνουν τις δουλειές του σπιτιού, φροντίζουν τα άρρωστα και αδύναμα μέλη της οικογένειας), τα οποία στην ουσία είναι ένας τεράστιος όγκος απλήρωτης εργασίας, που μεταφράζεται σε εκατομμύρια κέρδη για την άρχουσα τάξη.
Οι γυναίκες αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της δύναμης που κάνει την κοινωνία να λειτουργεί και ως τέτοιες θα έπρεπε να παίζουν (και παίζουν) σημαντικό ρόλο στον αγώνα για την αλλαγή της κοινωνίας.
Οι αγώνες των γυναικών στις αρχές του 20ού αιώνα
Οι απαρχές του γυναικείου κινήματος εντοπίζονται γύρω στη δεκαετία του 1850 με την άνοδο του κινήματος των Σουφραζέτων στη Βρετανία, που αγωνίζονταν για τα πολιτικά δικαιώματα και κυρίως για το δικαίωμα στην ψήφο. Οι σοσιαλίστριες ήταν στην πρώτη γραμμή αυτού του αγώνα, ωστόσο πίστευαν ότι αυτό δεν είναι αρκετό. Κατανοούσαν ότι οι γυναίκες της εργατικής τάξης πρέπει να αγωνιστούν για πολύ περισσότερα: ίσες αμοιβές, υγειονομική περίθαλψη, φροντίδα των παιδιών, καλύτερες συνθήκες εργασίας.
Τη δεκαετία του 1910 ο αριθμός των γυναικών που οργανώνονταν στα σοσιαλιστικά κόμματα, ιδίως στη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, αυξανόταν ραγδαία. Η Κλάρα Τσέτκιν ήταν μία από τις πρωτοπόρες του σοσιαλιστικού φεμινιστικού κινήματος. Μετά από κινητοποιήσεις που οργανώθηκαν στη Νέα Υόρκη στις 8 Μαρτίου του 1908, την αποκαλούμενη «ημέρα της εργαζόμενης γυναίκας», η Τσέτκιν ήταν μία από εκείνες που αγωνίστηκαν για να καθιερωθεί η 8η Μαρτίου και στην Ευρώπη, ως ημέρα της εργαζόμενης γυναίκας. Πράγματι, σε τουλάχιστον 8 χώρες (μεταξύ των οποίων η Γερμανία, η Ελβετία, η Αυστρία, η Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο) η ημέρα της εργαζόμενης γυναίκας καθιερώθηκε το 1910. Είχαν προηγηθεί δύο συνέδρια γυναικών στα οποία γυναίκες μέλη των σοσιαλιστικών κομμάτων, κυρίως από τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, οργάνωσαν σημαντικές συζητήσεις γύρω από τον χαρακτήρα των δράσεων και τα αιτήματα που θα έπρεπε να προταθούν.
Ριζικές αλλαγές μετά τη Ρωσική Επανάσταση
Τα χρόνια της ριζοσπαστικοποίησης, των αγώνων και της ανόδου της συνείδησης οδήγησαν στο να έχουν οι γυναίκες έναν κεντρικό ρόλο στη Ρωσική Επανάσταση. Η ίδια η εξέγερση τον Φεβρουάριο του 1917 πυροδοτήθηκε από μια διαμαρτυρία των γυναικών την παγκόσμια ημέρα της γυναίκας (η σύγχυση σχετικά με τις ημερομηνίες οφείλεται στη διαφορά μεταξύ του παλιού και του νέου ημερολογίου).
Η νέα σοβιετική εξουσία που προέκυψε μετά την επανάσταση, καθιέρωσε από πολύ νωρίς πολύ προχωρημένα μέτρα και νόμους που αφορούσαν τις γυναίκες, όπως για παράδειγμα:
- Πλήρη πολιτικά δικαιώματα στις γυναίκες με ένα από τα πρώτα διατάγματα, τον Δεκέμβριο του 1917. Η ισότητα κατοχυρώθηκε από το νέο σύνταγμα του 1918.
- Οι νόμοι που απέδιδαν στις γυναίκες κατώτερη θέση ακυρώθηκαν.
- Εισήχθη νέος οικογενειακός κώδικας στον οποίο καταργήθηκε η έννοια του «αρχηγού της οικογένειας», ο οποίος επιπλέον όριζε ότι η οικογένεια επιλέγει αν θα χρησιμοποιεί το επώνυμο της μητέρας ή του πατέρα.
- Ο νόμος που όριζε τα «νόμιμα» και τα «νόθα» παιδιά καταργήθηκε επίσης.
- Καθιερώθηκαν ο πολιτικός γάμος και το διαζύγιο. Καθιερώθηκε επίσης η διατροφή για το παιδί στο ένα τρίτο του μισθού του πατέρα. Εάν ο πατέρας ήταν άγνωστος, θα έπρεπε να αναλάβουν αυτό το χρέος οι ερωτικοί σύντροφοι της γυναίκας που θα ήταν πιθανοί πατέρες των παιδιών.
- Αποποινικοποιήθηκε η πορνεία και ποινικοποιήθηκε η μαστροπεία. Καθιερώθηκαν θέσεις μαθητείας για τις πρώην πόρνες, ώστε να μπορούν να βρουν εργασία και να επανενταχθούν στην κοινωνία.
- Οι αμβλώσεις νομιμοποιήθηκαν και διενεργούνταν δωρεάν στα δημόσια νοσοκομεία.
- Οργανώθηκε ένα σύστημα κοινωνικής πρόνοιας με μαιευτήρια, κλινικές, σχολεία, βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς, κοινωνικές κουζίνες και πλυντήρια.
- Καθιερώθηκε η ίση αμοιβή για ίση εργασία.
- Η άδεια μητρότητας επί πληρωμή ήταν εγγυημένη και κάλυπτε την προγεννητική και μεταγεννητική φροντίδα. Κατοχυρώθηκαν επίσης νομικά τα διαλείμματα θηλασμού και ειδικές άδειες για τις ημέρες της περιόδου.
- Η πρώτη γυναίκα που κατέλαβε υπουργική θέση παγκοσμίως ήταν η Αλεξάντα Κολλόνταϊ, η οποία διορίστηκε Λαϊκός Επίτροπος Πρόνοιας στην ΕΣΣΔ.
Εξίσου σημαντικά προχωρήματα κατακτήθηκαν και για τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα:
- Η ομοφυλοφιλία αποποινικοποιήθηκε.
- Επιτράπηκε στους ομοφυλόφιλους να κατέχουν δημόσια αξιώματα. Ο Γκεόργκι Βασίλιεβιτς Τσιτσέριν (Georgy Vasilyevich Chicherin), ένας ανοιχτά ομοφυλόφιλος άνδρας, διορίστηκε Επίτροπος Εξωτερικών Υποθέσεων από το 1918 έως το 1930.
- Το δικαίωμα αλλαγής φύλου στα δημόσια έγγραφα καθιερώθηκε με νόμο. Παρέχονταν ιατρική περίθαλψη για τα διεμφυλικά άτομα, καθώς και η δυνατότητα χειρουργικής επέμβασης αλλαγής φύλου. Ξεκίνησε μια διαδικασία έρευνας γύρω από τη μετάβαση.
- Καθιερώνεται ο γάμος μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου.
Το σοβιετικό δίκαιο σε γενικές γραμμές βασιζόταν στις ακόλουθες αρχές:
- Την απολύτως καμία ανάμειξη του κράτους σε σεξουαλικά ζητήματα εφόσον δεν βλάπτεται κανείς και δεν παρεμποδίζονται τα συμφέροντα κανενός.
- Οι σεξουαλικές σχέσεις δεν χαρακτηρίζονται σε κανένα πλαίσιο ως «σοδομισμός» ή ως «παραβίαση της δημόσιας ηθικής»: στη σοβιετική νομοθεσία όλες οι σεξουαλικές σχέσεις και επαφές θεωρούνται προσωπική υπόθεση. Μόνο στις περιπτώσεις όπου ασκείται βία ή δεν υπάρχει συναίνεση, αν ένα άτομο βλάπτεται ή παρεμποδίζονται τα δικαιώματά του, μόνο τότε οι σεξουαλικές σχέσεις γίνονται αντικείμενο ποινικής δίωξης. Κατά μία έννοια αυτή ήταν η πρώτη φορά που η έννοια της συναίνεσης εντάχθηκε στη δημόσια πολιτική.
Είναι σαφές ότι οι πολιτικές αυτές ήταν τόσο προχωρημένες, που θεωρούνται ριζοσπαστικές ακόμη και σήμερα, ακόμη και στις πιο ανεπτυγμένες χώρες.
Η νομοθεσία δεν αρκεί: η αλλαγή της νοοτροπίας των ανθρώπων
Βέβαια, οι νόμοι και τα διατάγματα δεν αρκούν για να αλλάξουν οι παραδόσεις και οι συνήθειες που έχουν εδραιωθεί επί αιώνες. Οι Μπολσεβίκοι είχαν επίγνωση του γεγονότος ότι οι αντιλήψεις, οι νοοτροπίες και η συνείδηση έπρεπε να αλλάξουν και ότι αυτό είναι μια μακρά διαδικασία που απαιτεί καθημερινή δουλειά και χρόνο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Αλεξάνδρα Κολλοντάι και η Ινέσσα Αρμάν πήραν την πρωτοβουλία να δημιουργήσουν το γυναικείο τμήμα «Ζενοτντέλ» (Zhenotdel).
Ήδη από το 1918 διοργάνωσαν συνέδριο στο οποίο συμμετείχαν περισσότερες από 1.500 γυναίκες. Το Ζενοτντέλ διοργάνωσε επίσης αποστολές σε όλη την αχανή χώρα, με τα μέλη του να προσπαθούν να πείσουν τις γυναίκες να στείλουν τα παιδιά τους σε παιδικούς σταθμούς, να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή, να συμμετέχουν στις ψηφοφορίες για τους εκπροσώπους τους στους χώρους εργασίας και στο κόμμα, να απορρίψουν τις καταπιεστικές παραδόσεις – όπως η μαντίλα στις μουσουλμανικές περιοχές. Η διαδικασία αυτή δεν ήταν εύκολη και υπήρξαν ακόμη και επιθέσεις εναντίον των γυναικών του Ζενοτντέλ. Ήταν όμως η αρχή μιας μακράς εκπαιδευτικής διαδικασίας που σταμάτησε απότομα με την άνοδο της γραφειοκρατίας στην ΕΣΣΔ.
Η κληρονομιά των ιδεών
Οι σοσιαλίστριες φεμινίστριες και ιδιαίτερα η Αλεξάνδρα Κολλοντάι, μας έχουν αφήσει μια πλούσια κληρονομιά πνευματικής εργασίας γύρω από αυτά τα ζητήματα. Αυτό το εκπαιδευτικό έργο δεν απευθυνόταν φυσικά μόνο στις ίδιες τις γυναίκες, αλλά και στους άνδρες. Όλη αυτή η ριζική αλλαγή δεν θα ήταν δυνατή αν οι αντιλήψεις των ανδρών έμπαιναν εμπόδιο στον δρόμο τους, αν και αυτό –όπως ήταν αναμενόμενο– συνέβαινε συχνά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Λένιν συχνά επέκρινε τις σεξιστικές συμπεριφορές και απόψεις που εξέφραζαν οι σύντροφοί του.
Η βάση για όλες αυτές τις αλλαγές ήταν φυσικά οι διαφορετικές οικονομικές σχέσεις, δηλαδή η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, η οποία με τη σειρά της δημιούργησε διαφορετικές κοινωνικές σχέσεις. Η εκπαίδευση και η κοινωνικοποίηση της οικιακής εργασίας είχαν τεράστια συμβολή στην αλλαγή του ρόλου και της θέσης της γυναίκας στην κοινωνία. Ο μαρξισμός, σε θεωρητικό επίπεδο (με βάση τα γραπτά των Ένγκελς, Λένιν, Τρότσκι), υποστηρίζει ότι η διπλή εκμετάλλευση και καταπίεση των γυναικών (από την άποψη τόσο της εργασίας όσο και του φύλου) αποτελεί δομικό στοιχείο του καπιταλισμού και ταυτόχρονα το κύριο εμπόδιο για τη χειραφέτησή τους. Αναθέτοντας τα οικιακά καθήκοντα σε κοινωνικοποιημένες υπηρεσίες, οι γυναίκες αποκτούν πολύ περισσότερο ελεύθερο χρόνο, τον οποίο μπορούν να αφιερώσουν τόσο στην εμπλοκή τους στην κοινωνική/πολιτική ζωή όσο και στην προσωπική τους μόρφωση και καλλιέργεια.
Τα παραπάνω βέβαια συνδέονται και με τη δομή και τη λειτουργία της οικογένειας. Σε πολλά από τα γραπτά της, η Κολλοντάι υποστηρίζει ότι οι ανθρώπινες σχέσεις όπως ο έρωτας, ο γάμος κλπ, δεν μπορούν να είναι υγιείς αν είναι συνδεδεμένες με οικονομικές ανάγκες και εξαρτήσεις. Στον καπιταλισμό δεν είναι δυνατή ούτε η απόλυτη ελευθερία του άνδρα ούτε η χειραφέτηση της γυναίκας, ακριβώς επειδή δεν υπάρχει οικονομική ανεξαρτησία.
Έτσι, η Κολλοντάι υπερασπίστηκε την απελευθέρωση της γυναίκας από το βάρος που συνοδεύει τις δομές της παραδοσιακής οικογένειας, αλλά και τη σεξουαλική απελευθέρωση. Οι σχέσεις θα πρέπει να βασίζονται στην επιλογή, στη συμβατότητα των χαρακτήρων και όχι στους οικονομικούς δεσμούς. Υποστήριξε επίσης ότι με την εξέλιξη του σοσιαλισμού, θα αναδυθεί μια «νέα ηθική». Με βάση την ηθική αυτή, οι σχέσεις δεν θα ήταν απαραίτητα μονογαμικές ή μακροχρόνιες. Οι άνδρες και οι γυναίκες (δεν γίνεται καμία αναφορά στις σχέσεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου) θα παρέμεναν μαζί για όσο διαρκεί η αγάπη και θα χώριζαν όταν αυτή τελείωνε. Δεδομένου ότι οι γυναίκες δεν θα εξαρτώνταν οικονομικά από τους άνδρες και όλα όσα σχετίζονται με τη φροντίδα των παιδιών θα ήταν στην ευθύνη του κοινωνικού συνόλου, δεν θα υπήρχε καμία από τις επιπλοκές που εμφανίζονται όταν οι σχέσεις διαλύονται στον καπιταλισμό.
Η παραπάνω ιδέα μπορεί να φαντάζει δύσκολη στη σύλληψη ακόμη και σήμερα, αλλά σχεδιάστηκε στην επαναστατική Ρωσία ως κομμάτι της διαδικασίας αλλαγής των αντιλήψεων, που θα οδηγούσε στην εξάλειψη της κτητικότητας και άλλων τοξικών συμπεριφορών που οφείλονται στην αλλοτρίωση των ανθρώπινων σχέσεων στο πλαίσιο του καπιταλισμού. Ο σοσιαλισμός δεν αφορά μόνο στην αλλαγή του τρόπου διαχείρισης της οικονομίας, ακριβώς επειδή η οικονομία συνδέεται στενά και διαλεκτικά με τις κοινωνικές, πολιτικές και ανθρώπινες σχέσεις σε μια κοινωνία.
Ανατροπή των κεκτημένων από τον σταλινισμό
Οι εξελίξεις στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ τη δεκαετία του 1930 και η άνοδος της γραφειοκρατίας έβαλαν φρένο στις τεράστιες αλλαγές που συντελούνταν και ανέτρεψαν πολλές από αυτές. Η ΕΣΣΔ εισήλθε σε έναν στρατιωτικό και βιομηχανικό ανταγωνισμό με τη Δύση, ο οποίος ήταν βέβαια αναμενόμενος. Αλλά η σταλινική ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος δεν μπήκε σε αυτόν τον αγώνα βασισμένη στον διεθνισμό και τα κεκτημένα της επανάστασης. Αντίθετα, το έκανε προσπαθώντας να ανταγωνιστεί το καπιταλιστικό μπλοκ στο δικό του γήπεδο.
Για παράδειγμα, η Σοβιετική Ένωση προσπάθησε να αυξήσει τον αριθμό των εργατικών χεριών που διέθετε, άρα θα έπρεπε να γεννηθούν περισσότερα παιδιά. Επομένως προωθήθηκε η επιστροφή στην έννοια της παραδοσιακής οικογένειας, προκειμένου να εξυπηρετηθεί αυτός ο σκοπός. Δόθηκαν βραβεία στις γυναίκες που γεννούσαν περισσότερα παιδιά, ενώ οι αμβλώσεις απαγορεύτηκαν και πάλι και η πρόσβαση στην αντισύλληψη περιορίστηκε. Η σεξουαλική ελευθερία περιθωριοποιήθηκε και πάλι ή και δαιμονοποιήθηκε. Οι κοινωνικές πολιτικές της περιόδου της ανόδου του σταλινισμού προωθούσαν τη μητρότητα, την παραδοσιακή οικογένεια και φυσικά την ετεροφυλοφιλία. Η ομοφυλοφιλία απαγορεύτηκε και πάλι και χαρακτηρίστηκε «σοδομισμός».
Αυτά τα πισωγυρίσματα ήταν βέβαια απογοητευτικά και δημιούργησαν τεράστια σύγχυση όχι μόνο στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ, αλλά και στην Αριστερά και τα κινήματα παγκοσμίως. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι πριν από τη βίαιη διακοπή αυτών των διαδικασιών από τη γραφειοκρατία στις αρχές της δεκαετίας του 1920, οι πολιτικές των Μπολσεβίκων στα θέματα που είχαν να κάνουν με την ισότητα των φύλων αποτελούσαν μια τεράστια πρόοδο. Πολλά από τα μέτρα που υιοθέτησαν φαίνονται ουτοπικά στις περισσότερες από τις ανεπτυγμένες χώρες ακόμη και σήμερα. Ωστόσο έγιναν εφικτά μέσα από τη διαδικασία του κοινωνικού μετασχηματισμού και της ανατροπής του καπιταλισμού.
Στις μέρες μας, είναι απαραίτητο να προβάλλουμε αιτήματα, όπως αυτά που αναδεικνύει το φεμινιστικό κίνημα: ίσες αμοιβές, ποιοτικές κοινωνιές υπηρεσίες, νόμιμες αμβλώσεις, δωρεάν αντισύλληψη. Όλα αυτά είναι βασικά αιτήματα για τα οποία πρέπει να αγωνιζόμαστε, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι μια ριζική και μακροχρόνια αλλαγή για τις γυναίκες και τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, η πλήρης χειραφέτησή τους, δεν είναι εφικτή μέσα στον καπιταλισμό και μπορεί να επιτευχθεί μόνο σε μια σοσιαλιστική κοινωνία, απαλλαγμένη από το βάρος της γραφειοκρατίας.