Tου Κυριάκου Χάλαρη
Για άλλη μια φορά η κλεψύδρα φαίνεται να αδειάζει μπροστά σε μια αξιολόγηση. Η κυβέρνηση, υποχρεωμένη να πληρώσει τον Απρίλιο πάνω από 3 δις για την εξυπηρέτηση του χρέους είναι «αναγκασμένη» να υποχωρήσει στις απαιτήσεις των δανειστών προκειμένου να πάρει τη δόση. Και ενώ όλο το προηγούμενο διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούσε να χτίσει σιγά σιγά το δικό του success story, δηλώνοντας αισιοδοξία ότι η 2η αξιολόγηση θα έκλεινε από τις 5 Δεκέμβρη, οι εξελίξεις σε συνδυασμό και με την παρατεταμένη κρίση του ευρωπαϊκού καπιταλισμού το ξεθωριάζουν εντελώς.
Μέχρι σήμερα αυτό που ήταν γνωστό, ήταν η διάσταση απόψεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ για το τι πρέπει να κάνει η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση. Το ΔΝΤ επέμενε ότι για να συμμετέχει στη διαπραγμάτευση χρειάζεται η δέσμευση της ελληνικής πλευράς ότι θα νομοθετηθούν άμεσα μέτρα που θα εξασφαλίσουν την αποτελεσματικότητα του προγράμματος. Ποια είναι αυτά τα μέτρα; Μείωση ακόμα περισσότερο του αφορολόγητου ορίου, επιπλέον αλλαγές στο ασφαλιστικό, αλλαγές στα εργασιακά κλπ!
Η «κατά γενική ομολογία» (των δανειστών…) αναγκαία παρουσία του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, στην πραγματικότητα δεν αφήνει περιθώρια ουσιαστικής αντίστασης. Σαν αποτέλεσμα στο τραπέζι μπαίνουν μέτρα που θα πρέπει να πάρει η κυβέρνηση για τα χρόνια μετά τη λήξη του προγράμματος, δηλαδή από το 2018 και μετά, προκειμένου να συνεχίζει να εξυπηρετεί το χρέος. Σε αυτά βασικό στοιχείο είναι ότι παραμένουν οι στόχοι για μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα, πάνω από 3,5% του ΑΕΠ για τα έτη 2018 και 2019 αρχικά και μετά βλέπουμε (ο Σόιμπλε επιμένει να μείνουν σ’ αυτό το επίπεδο για μια ολόκληρη δεκαετία). Φυσικά μιλάμε για πλεονάσματα που θα πηγαίνουν όλα στη μαύρη τρύπα του χρέους.
Επίσης, ο περίφημος «κόφτης», ο μηχανισμός δηλαδή που θα παρεμβαίνει αυτόματα και εκτός οποιασδήποτε κοινοβουλευτικής διαδικασίας για να κόβει μισθούς και συντάξεις όταν δεν πιάνονται οι στόχοι και τα πλεονάσματα του 3,5% είναι σχεδόν σίγουρο πως θα επεκταθεί για τουλάχιστον ένα επιπλέον χρόνο, και βλέπουμε. Όλα δείχνουν, τη στιγμή που το «Ξ» αποστέλλεται στο τυπογραφείο, πως δεν θα υπάρχει συμφωνία προτού μπούμε για τα καλά στο Φλεβάρη.
Τι θα πάρει η κυβέρνηση για να χτίσει το success story της; Πολύ λίγα, ειδικά αν τα συγκρίνει κανείς με τις προσδοκίες του Τσίπρα για «οριστική λύση στο χρέος μέσα στο 2016». Κατά βάση τα λεγόμενα «βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος», θα έχουν πολύ μικρή επίπτωση για το επόμενο διάστημα! Θυμίζουμε ότι πρόκειται για τα μέτρα που ήταν να εφαρμοστούν από Δεκέμβρη αλλά οι θεσμοί τα πάγωσαν μετά τις εξαγγελίες Τσίπρα για παροχές στους χαμηλοσυνταξιούχους – «παρεξήγηση» που λύθηκε μόνο μετά την εξευτελιστική επιστολή Τσακαλώτου προς την Τρόικα όπου επί της ουσίας δεσμευόταν ότι η ελληνική κυβέρνηση «δεν θα το ξανακάνει αν δεν τους ρωτήσει πρώτα». Όσο για τα «μεσοπρόθεσμα μέτρα» που θα μείωναν με πιο ουσιαστικό τρόπο το χρέος, δεν περιλαμβάνονται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης για τη δεύτερη αξιολόγηση, και παραπέμπονται στο μέλλον.
Η συζήτηση για άλλη μια αξιολόγηση μοιάζει πανομοιότυπη με αυτές που έχουμε γνωρίσει τα προηγούμενα χρόνια των μνημονίων. Λεονταρισμοί και success story από την κυβέρνηση, εκβιασμοί από την Τρόικα, ΝΑΙ σε όλα «για να μείνουμε Ευρώπη».
Αυτό που έχει αλλάξει ωστόσο είναι η κατάσταση της ίδιας της ΕΕ λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης. To Brexit, η εκλογή του Τράμπ, η άνοδος του Ευρωσκεπτικισμού που αναμένεται να αποτυπωθεί με τις εκλογές που έρχονται σε Γερμανία και Γαλλία, αλλά κυρίως οι δραματικές οικονομικές εξελίξεις που τα αστικά οικονομικά επιτελεία βλέπουν να έρχονται καθιστούν το πρόβλημα που λέγεται Ελλάδα δευτερεύον για τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό.
Η δήλωση του Ντράγκι «η έξοδος από το ευρώ στοιχίζει – όποιος φεύγει πληρώνει» δείχνει ότι έχει ξεκινήσει σε επίπεδο πολύ ανώτερο πλέον, αυτό που μέχρι τώρα ήταν ταμπού υπό το φόβο της αντίδρασης των αγορών: η συζήτηση για το τέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης με τη μορφή τουλάχιστον που έχει σήμερα.