Όπου και να κοιτάξεις γύρω σου (εκτός από τα προγράμματα των μεγάλων κομμάτων) η κρίση στην οποία βρίσκεται η κοινωνία είναι φανερή. Για τους εργαζόμενους η κατάσταση χειροτερεύει διαρκώς. Το πραγματικό εισόδημα πέφτει, όλο και περισσότεροι βασίζονται στον δανεισμό για να τα βγάλουν πέρα, και ότι μένει το καρπώνονται οι σύγχρονοι μανδαρίνοι (βλέπε υπερ-σκάνδαλο με τα αποθεματικά των ταμείων). Το περιβάλλον καταστρέφεται με ρυθμούς τυφώνα. Η παιδεία, το “μέλλον του τόπου” όπως το χαρακτηρίζουν, υποσκάπτεται μέρα με τη μέρα. Η καταστολή, είτε προληπτική (κάμερες, υποκλοπές) είτε άμεση (ζαρντινιέρες, σιδηρογροθιές, δακρυγόνα) δείχνει όλο και περισσότερο τα δόντια της.
Τι φταίει για όλα αυτά; Τι πάει στραβά;
Κάποιοι θα πουν ότι φταίει η ΝΔ. Και οι νεο-δημοκράτες θα πουν φταίει το ΠΑΣΟΚ… Εδώ πρέπει να παραδεχτούμε ότι η παρούσα κυβέρνηση έκανε ότι περνούσε από το χέρι της για να χειροτερέψει την κατάσταση. Κάτι που επίσης ισχύει για τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ πριν από τη σημερινή της ΝΔ. Όμως, αλήθεια, είναι δυνατό για όλα τα σημερινά χάλια να φταίνε οι ηγεσίες των δυο μεγάλων κομμάτων; Μα τόσο βλάκες είναι τελικά;
Όχι, δεν είναι αυτή η εξήγηση. Κάθε άλλο παρά βλάκες είναι. Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν είναι παρά μέρος του προβλήματος. Η ρίζα του προβλήματος είναι το ίδιο το σύστημα, ο καπιταλισμός. Όλα τα “κακά της μοίρας μας” προέρχονται από την λογική του συστήματος, την λογική του κέρδους. Την λογική που μετράει περισσότερο τα επιχειρηματικά κέρδη από το βιοτικό επίπεδο. Την λογική για την οποία οι άνθρωποι είναι απλά “άλλη μια στατιστική”.
Οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ έχουν υποταχθεί σε αυτή την λογική, και γι’ αυτό εμείς, οι εργαζόμενοι και οι νέοι, δεν πρόκειται να δούμε άσπρη μέρα από αυτούς. Για τον ΣΕΒ (Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων) βέβαια, οι μέρες ασπρίζουν όλο και περισσότερο. Η οικονομία όμως πάει καλά, ε;
Αυτό είναι το τροπάρι των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια. “Το ξέρουμε ότι υποφέρετε, αλλά όμως η οικονομία ανθεί, και αργά ή γρήγορα θα επωφεληθείτε και εσείς από αυτό” μας λένε όλοι οι ιθύνοντες των οικονομικών.
Βασικά, η παραπάνω πρόταση περιέχει 3 ψέματα.
Ψέμα 1ο: “Το ξέρουμε ότι υποφέρετε…”.
Ναι, οι υπουργοί στο πίσω κάθισμα της Mercedes διαβάζουν τους “Άθλιους” του Βίκτορα Ουγκώ, και οι βιομήχανοι στα σπίτια των 800 τ.μ. διαβάζουν το “Ένας κόσμος ανάποδα” του Εντουάρντο Γκαλεάνο και τους πιάνει μεγάλη στενοχώρια.
Η πραγματικότητα είναι πως καμία επαφή με τον πραγματικό κόσμο δεν έχουν όλοι αυτοί… Πιστεύουν πως όποιος δεν είναι πλούσιος είναι τεμπέλης!
Ψέμα 2ο: “Η οικονομία ανθεί…”.
Μόνο που τα άνθη της δεν είναι και τόσο όμορφα… Η ελληνική οικονομία όντως είχε συγκριτικά πολύ ψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια (μ.ο. 4,1% τα την τελευταία 10ετία). Πως γίνεται όμως να έχουμε τόση ανάπτυξη και ταυτόχρονα να υπάρχει αποβιομηχάνιση, να κλείνουν εργοστάσια σωρηδόν; Μα γιατί αυτή η ανάπτυξη βασίστηκε στα λεφτά από τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης και στα δάνεια. Μάλιστα, σε πρόσφατη έρευνα της Κομισιόν, αποκαλύφθηκε ότι η Ελλάδα φέτος θα ήταν σε ύφεση αν δεν υπήρχαν οι χρηματοδοτήσεις της ΕΕ!
Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η ελληνική οικονομία διαρκώς πέφτει σε ανταγωνιστικότητα σε σχέση με τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ (Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη- το club των πιο ανεπτυγμένων χωρών του κόσμου). Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου (δηλαδή η διαφορά εισαγωγών- εξαγωγών) διαρκώς διευρύνεται. Οι καπιταλιστές αρνούνται να κάνουν επενδύσεις στην παραγωγή για να αυξήσουν την παραγωγικότητα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η “προσπάθεια για αύξηση της ανταγωνιστικότητας” είναι προσπάθεια να συμπιεστεί το εργασιακό κόστος. Όπου ακούς “να αυξήσουμε την παραγωγικότητα” διάβαζε “να μειώσουμε τους μισθούς”.
Όσο για τα άλλα μεγέθη της οικονομίας, εκεί η δημιουργική λογιστική πάει σύννεφο. Ο Αλογοσκούφης έχει αποδειχτεί εξαιρετικός μάγειρας, αλλά τον λογαριασμό τον πληρώνουμε και θα συνεχίσουμε να τον πληρώνουμε όλοι εμείς.
Ψέμα 3ο: “Αργά η γρήγορα θα επωφεληθείτε και εσείς…”.
Το πόσο έχουμε επωφεληθεί όλα αυτά τα χρόνια της ανάπτυξης δεν λέγεται:
· Οι έλληνες εργάζονται ως και 25% περισσότερο από τους Ευρωπαϊους συναδέλφους τους (“Ε”- 19/8/07)
· Ο μέσος όρος των εσόδων της ελληνικής οικογένειας φτάνει μετά βίας το 68% του κοινοτικού μέσου όρου (ο.π.)
· Η ανισοκατανομή του εισοδήματος και το ποσοστό της φτώχειας παραμένουν σε υψηλότερα επίπεδα στην Ελλάδα από ότι κατά μέσον όρο στην ΕΕ, και δεν έχουν μεταβληθεί ουσιαστικά στην χώρα μας την τελευταία δεκαετία (Ν. Γκαργκάνας, Διοικητής της ΤτΕ, “Ε”- 25/4/07)
· Η μείωση του ποσοστού ανεγίας που τόσο πανηγυρίζουν βασίζεται σε λογιστικές αλχημείες. Και δεν μετράνε βέβαια ότι 7 στις 10 νέες “θέσεις εργασίας” είναι μερικής ή προσωρινής απασχόλησης.
Αν όλα αυτά τα χρόνια της ανάπτυξης εμείς δεν κερδίσαμε σχεδόν τίποτα, τι μπορούμε να περιμένουμε για τα επόμενα; Τίποτα. Αυτό είναι πια το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουν όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι και νέοι.
Κάποιοι βέβαια έχουν τελείως διαφορετική άποψη. Είναι αυτοί που πραγματικά επωφελήθηκαν από την ανάπτυξη των τελευταίων χρόνων. Τα κέρδη των καπιταλιστών εκτινάχθηκαν, τόσο που προσέγγισαν την “χρυσή εποχή” του ελληνικού κεφαλαίου, την 7ετία της χούντας!
Και πάλι δεν τους φτάνουν
Δεν μας έφταναν οι ντόπιοι θιασώτες αυτής της πολιτικής, έχουμε και τους ξένους φίλους τους. Πριν το καλοκαίρι επισκέφτηκε την χώρα μας κλιμάκιο του ΟΟΣΑ, να δει τι γίνεται. Αυτοί οι κύριοι ενδιαφέρονται πολύ για το μέλλον του έλληνα εργαζόμενου και άνεργου και γι’ αυτό πρότειναν μια σειρά από μέτρα. Να μερικά από αυτά:
Α) Κατάργηση της εθνικής και των κλαδικών συμβάσεων εργασίας. Με λίγα λόγια, θεωρεί βαρίδι για τις επιχειρήσεις τις συλλογικές συμφωνίες εργαζομένων εργοδοτών που αναφέρονται σε θέματα μισθολογικά, ωραρίων, αποζημιώσεων, κτλ. Τι θέλει; Να καταργηθούν όλες αυτές οι “αγκυλώσεις” και να μπορούν οι επιχειρήσεις να κάνουν ότι θέλουν!
Β) Κατάργηση του κατώτατου μισθού. Ο κατώτατος μισθός εμποδίζει, λέει, την είσοδο νέων εργαζόμενων στην αγορά εργασίας. Λες και είναι “είσοδος στην αγορά εργασίας” το να πιάσει κάποιος δουλειά με 400 ευρώ το μήνα. Εδώ είναι πρακτικά αδύνατο να επιβιώσει κάποιος με το σημερινό κατώτατο, θα το μειώσουμε κιόλας;
Γ) Άρση της “δυσκαμψίας” στο σύστημα απολύσεων. Δηλαδή, να απολύει ο εργοδότης όσους θέλει, και όποτε θέλει, χωρίς κανένα περιορισμό. Αυτό δεν είναι ελευθερία;
Όλα τα παραπάνω, μαζί με το άνοιγμα του ασφαλιστικού μετά τις εκλογές, δεν είναι μόνο στην “κρυφή ατζέντα” της ΝΔ. Θα είναι στο πρόγραμμα κάθε κυβέρνησης του κεφαλαίου. Αυτές οι “μεταρρυθμίσεις” είναι βαθιά ριζωμένες στην λογική του συστήματος, το οποίο είναι αχόρταγο και δεν πρόκειται να σταματήσει πουθενά. Το μέλλον που μας προετοιμάζουν (αυτό που θα θέλανε, άλλο αν εμείς δεν πρόκειται να τους αφήσουμε) για να είμαστε “ανταγωνιστικοί” είναι το παρόν των εργαζομένων στις χώρες του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Αυτή είναι η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση!
Παντού, όχι μόνο στην Ελλάδα, το σύστημα επιβάλλει τέτοιες λογικές. Οι πολιτικές του άκρατου νεοφιλελευθερισμού εφαρμόζονται όχι μόνο σε “αναπτυσσόμενες χώρες” αλλά και στις ίδιες τις μητροπόλεις του καπιταλισμού. Δεν είναι λοιπόν ούτε μια τοπική, ελληνική ιδιαιτερότητα, ούτε κάτι έκτακτο που θα αλλάξει αν κάνουμε λίγο ακόμα υπομονή. Η δίψα για κέρδος από το κεφάλαιο δεν έχει όριο, και όσο τους αφήνουμε θα μας πατάνε κάτω.
Και δεν είναι μόνο το θέμα των μισθών. Ο καπιταλισμός είναι συνυφασμένος με τον ρατσισμό, τους πολέμους, την καταστροφή του περιβάλλοντος, την γυναικεία καταπίεση, την διαφθορά, την ανισότητα, την καταστολή. Όποιος έχει ανακαλύψει καπιταλιστικό σύστημα που να μην έχει αυτά τα στοιχεία, να μας πάρει τηλέφωνο…
Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς
Ότι καταφέρουμε για την καλυτέρευση της ζωής μας θα είναι μέσω των αγώνων ενάντια σε αυτό το σύστημα. Ξεκινώντας από τα μικρά, καθημερινά ζητήματα στις γειτονιές, τους εργασιακούς χώρους, τις σχολές και τα σχολεία μπορούμε να δώσουμε μάχες και να πετύχουμε νίκες. Όλοι αυτοί οι αγώνες, όλα αυτά τα κινήματα όμως πρέπει να συντονιστούν, να δώσουνε κοινές μάχες απέναντι στην κοινή ρίζα του προβλήματος.
Η αριστερά έχει να παίξει αυτό τον ιστορικό ρόλο. Να συνενώσει τους αγώνες, και να τους δώσει προοπτική. Γιατί δεν αρκεί να παλεύουμε ενάντια στο σύστημα, πρέπει να έχουμε μια εναλλακτική για να το αντικαταστήσουμε. Η αριστερά πρέπει να ξανακάνει επίκαιρο το όραμα μια πιο δίκαιης, πραγματικά σοσιαλιστικής κοινωνίας για να δώσει ώθηση στους αγώνες.
Γιατί σοσιαλισμός
Σοσιαλισμός είναι μια από τις λέξεις που έχουν παραχαρακτεί περισσότερο στην ιστορία της ανθρωπότητας. Όταν λέμε σοσιαλισμό δεν εννοούμε ούτε το σταλινικό- γραφειοκρατικό καθεστώς που επιβλήθηκε στην Σοβιετική Ένωση, ούτε το “όραμα” των διαφόρων σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, που τελικά ήταν και πάλι καπιταλισμός καμουφλαρισμένος.
Μια πραγματικά σοσιαλιστική κοινωνία, την οποία περιέγραψαν οι κλασσικοί του μαρξισμού, και για την οποία πάλεψαν εκατομμύρια αγνοί αγωνιστές σε όλο τον κόσμο, είναι σήμερα περισσότερο εφικτή και αναγκαία από ποτέ.
Μια κοινωνία στην οποία θα συμμετέχουν όλοι στην λήψη των αποφάσεων, και όχι μόνο μια μικρή μειοψηφία. Στην οποία θα λειτουργούν λαϊκά συμβούλια στις γειτονιές, στα εργοστάσια, στην εκπαίδευση, σε κάθε χώρο, στην Υγεία, και τα οποία με εκλεγμένους και άμεσα αιρετούς αντιπροσώπους θα καθορίζουν την πορεία των πραγμάτων. Όπου όλα τα διοικητικά καθήκοντα δεν θα έχουν κανένα προνόμιο και θα εναλάσσονται για να μην αναπτύσσεται γραφειοκρατία (1).
Μια κοινωνία στην οποία τα μέσα παραγωγής θα είναι κοινωνικοποιημένα και δεν θα δουλεύουν για το συμφέρον κανενός ξεχωριστά, αλλά για το συμφέρον όλων. Που θα υπάρχει εργατικός έλεγχος στην παραγωγή, και εργατική διαχείριση της οικονομίας.
Μια κοινωνία που θα εξασφαλίζει σε όλους ένα καλό βιοτικό επίπεδο, περισσότερο ελεύθερο χρόνο και δυνατότητες να αξιοποιηθεί δημιουργικά.
Μια κοινωνία με πλήρη ελευθερία στην έκφραση, με σεβασμό στην διαφωνία και την διαφορετική άποψη, με θεσμοθετημένο πολυκομματικό σύστημα (2).
Μια κοινωνία στην οποία η παραγωγή θα είναι κεντρικά σχεδιασμένη με βάση τις ανάγκες της πλειοψηφίας του πληθυσμού, χωρίς το χάος, την σπατάλη και την αναρχία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Μια κοινωνία που όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, θρησκείας, εθνότητας και σεξουαλικών προτιμήσεων θα ζουν αρμονικά μεταξύ τους γιατί δεν θα έχουν τίποτα να χωρίσουν.
Μια κοινωνία που θα απελευθερώσει όλη την δημιουργική δύναμη της ανθρωπότητας, και στην οποία η αλληλεγγύη, η ισότητα, η ελευθερία και η δικαιοσύνη θα βρουν το πραγματικό τους νόημα.
Γίνεται;
Οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν ότι μια τέτοια κοινωνία θα ήταν η ιδανική. Θα ρωτήσουν όμως: μπορεί να γίνει;
Εμείς θα απαντήσουμε με δύο ερωτήματα:
1. Μπορούμε να αντέξουμε να ζούμε στις συνθήκες που μας έχει καταδικάσει το σύστημα; Αργά ή γρήγορα όλοι θα φωνάξουμε “φτάνει πια”, γιατί το σύστημα δεν μας αφήνει άλλη επιλογή. Και όσο πιο γρήγορα συνειδητοποιήσουμε ότι δεν πάει άλλο με αυτό το σύστημα, τόσο το καλύτερο.
2. Την κοινωνία την φτιάχνουν κάποιοι από πάνω στους οποίους έχουμε δώσει κάποια λευκή επιταγή, ή μήπως είναι στο χέρι μας να καθορίσουμε εμείς το πως θα ζούμε; Οι εργαζόμενοι έχουν αποδείξει ότι όταν ενώνουν τις δυνάμεις τους μπορούν να κάνουν “θαύματα”. Αν το πάρουμε απόφαση, μπορούμε να τα καταφέρουμε. Αυτό σημαίνει να οργανωθούμε πολιτικά, στη βάση των πιο πάνω στόχων, γιατί κανένας δεν μπορεί μόνος του.
Η πάλη για να αλλάξουμε την ζωή μας συνδέεται με την πάλη για να αλλάξουμε την κοινωνία, να ανατρέψουμε τον καπιταλισμό και να εγκαθιδρύσουμε μια σοσιαλιστική κοινωνία. Δεν είναι εύκολο, αλλά είναι μια ιστορική αναγκαιότητα. Και για να το πετύχουμε πρέπει να κάνουμε το πρώτο βήμα: να οργανωθούμε.
1. Οι προτάσεις αυτές περιέχονται (ανάμεσα σε άλλα κλασσικά κείμενα) στο “Κράτος κι Επανάσταση” του Λένιν, ένα από το πιο σημαντικά του κείμενα. Δείχνει πως η αντίληψη του Λένιν για τη σοσιαλιστική κοινωνία δεν είχε καμία σχέση με αυτό που είδαμε να αναπτύσσεται στη συνέχεια κάτω από το καθεστώς του Στάλιν και που διατηρήθηκε μέχρι την κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ το 1990.
2. Η μονοκομματική δικτατορία που χαρακτήριζε τα σταλινικά καθεστώτα στην ΕΣΣΔ, την Αν. Ευρώπη, και την Κίνα (Μαοϊσμός) δεν ήταν ποτέ στο πρόγραμμα των Μπολσεβίκων, και δεν υπήρξε ποτέ αρχή, όσο ήταν στη ζωή ακόμα ο Λένιν. Καθιερώθηκε και ταυτίστηκε με τον “σοσιαλισμό” από τον Στάλιν, τον οποίο αντέγραψε στη συνέχεια ο Μάο.