Το τελευταίο διάστημα υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον διεθνώς γύρω από τις εξελίξεις στη Γερμανία, σε όλα τα επίπεδα: Η άνοδος του ακροδεξιού AfD, η πτώση του αριστερού κόμματος Die Linke, η πορεία του κόμματος της Σάρα Βάγκενκνεχτ στις πρόσφατες ευρωεκλογές, η οικονομική κατάσταση της χώρας. Αυτές οι συζητήσεις γίνονται τόσο στους κύκλους της άρχουσας τάξης όσο και στην Αριστερά. Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε αποσπάσματα συνέντευξης του Κλάους Λούντβιχ, μέλους της «Σοσιαλιστικής Εναλλακτικής» (SAV). Ολόκληρη η συνέντευξη στο internationaliststandpoint.org. Την συνέντευξη πήρε ο σ. Ανδρέας Παγιάτσος.
- ΑΠ: Κλάους, ας ξεκινήσουμε με την οικονομία. Μπορείς να περιγράψεις την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η γερμανική οικονομία και τον τρόπο που αυτή επηρεάζει την καθημερινή ζωή των εργαζομένων και της νεολαίας στη Γερμανία;
ΚΛ: Η γερμανική οικονομία συμπιέζεται από τον «Νέο Ψυχρό Πόλεμο» (ο οποίος γίνεται όλο και πιο θερμός) μεταξύ της Δύσης και της Κίνας. Σε προηγούμενη φάση, ο γερμανικός καπιταλισμός ήταν σε θέση να κάνει συμφωνίες με όλες τις πλευρές. Αγόραζε φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία, πουλούσε προϊόντα στην ΕΕ, στις ΗΠΑ και στην Κίνα. Σήμερα η αντιπαράθεση με τη Ρωσία έχει συμβάλει στην ενεργειακή κρίση και στο σοκ των τιμών στην αγορά ενέργειας. Η γερμανική άρχουσα τάξη πήρε την απόφαση να ταχθεί ανοιχτά στο πλευρό του αμερικανικού μπλοκ, διακινδυνεύοντας μια σειρά οικονομικές επιπτώσεις.
Αυτή η διαδικασία επιταχύνεται από τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι Γερμανοί καπιταλιστές στο να επενδύσουν και να αναπτύξουν νέα προϊόντα. Την ίδια ώρα που η Κίνα ανέπτυσσε συστηματικά τη βιομηχανία ηλεκτρικών οχημάτων, οι Γερμανοί κατασκευαστές αυτοκινήτων ασχολούνταν με την παραποίηση των στοιχείων για τις εκπομπές ρύπων των πετρελαιοκινητήρων τους. Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα που παράγονται στη Γερμανία δεν είναι ανταγωνιστικά σε σχέση με τα κινεζικά αυτοκίνητα που την έχουν κατακλύσει. Η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις στην Κίνα με υψηλότερους δασμούς στα προϊόντα της και η Γερμανία υποχρεώθηκε να συμμορφωθεί σε αυτή την απόφαση, αν και οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες φοβούνται αντίποινα που θα πλήξουν τις πωλήσεις τους στην κινεζική αγορά.
Η ύφεση επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι έχουν προηγηθεί δεκαετίες δημόσιας αποεπένδυσης, που έχουν οδηγήσει σε ετοιμόρροπους δρόμους, σχολεία και σιδηροδρομικές γραμμές. Πολλοί πλέον αναρωτιούνται πως η «γερμανική αποτελεσματικότητα» μετατράπηκε σε χάος στις δημόσιες μεταφορές. Στο μεταξύ οι σκληρές περικοπές που επέβαλε η γερμανική άρχουσα τάξη στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ στις αρχές της δεκαετίας του 2010 πλήττουν τώρα την οικονομία της τότε «νικήτριας χώρας».
Η εργατική τάξη βιώνει τα αποτελέσματα της κρίσης στο κόστος ζωής που βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια. Ο πληθωρισμός δεν βρίσκεται πλέον σε άνοδο, αλλά οι τιμές εξακολουθούν να είναι υψηλές και οι μισθοί δεν έχουν αυξηθεί αρκετά ώστε να καλύψουν τις αυξήσεις σε πολλούς τομείς. Ειδικά τα ενοίκια εξακολουθούν να ανεβαίνουν δραματικά. Καθώς η Γερμανία είναι μια χώρα ενοικιαστών, με μόνο το 45% του πληθυσμού να έχει δικό του διαμέρισμα ή σπίτι, αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα.
Η καταστροφή των θέσεων εργασίας στη βιομηχανία επιταχύνεται από το 2022. Από το 2018 έχουν ήδη χαθεί 60.000 θέσεις εργασίας στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, ενώ οι ειδικοί εκτιμούν ότι 100.000 έως 200.000 θέσεις εργασίας θα χαθούν στο εγγύς μέλλον μόνο σε αυτόν τον τομέα. Η ανεργία δεν σημείωσε δραματική αύξηση, αλλά ανέβηκε στο 6% το 2024 (από 5,3% το 2022). Αυτό όμως οφείλεται στη συνολική έλλειψη εργατικού δυναμικού σε πολλούς τομείς με βάση τον δημογραφικό παράγοντα (χαμηλό ποσοστό γεννήσεων, αλλά και μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού που εισέρχεται σε συνταξιοδοτική ηλικία). Έτσι πολλοί εργαζόμενοι που χάνουν τη δουλειά τους, βρίσκουν νέα απασχόληση πολύ σύντομα. Ωστόσο το να χάσει κανείς μια θέση εργασίας στην αυτοκινητοβιομηχανία, σημαίνει σίγουρα ότι θα αμείβεται λιγότερο στη νέα δουλειά που θα βρει. Και η τάση να μη βρίσκουν νέα δουλειά οι εργαζόμενοι που απολύονται, θα ενισχυθεί το επόμενο διάστημα.
- ΑΠ: Ποια ήταν τα βασικά στοιχεία των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου;
ΚΛ: Πρώτα απ’ όλα έχουμε μια βαθιά δυσπιστία απέναντι στην κυβέρνηση συνασπισμού που αποτελείται από τους Σοσιαλδημοκράτες, τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους. Δεύτερον, έχουμε την άνοδο του δεξιού λαϊκίστικού AfD («Εναλλακτική για τη Γερμανία») που πέτυχε συνολικά 16% και έγινε το ισχυρότερο κόμμα σε όλα τα ανατολικά ομόσπονδα κρατίδια. Καθώς είναι ακραίοι και φλερτάρουν με το ναζιστικό λεξιλόγιο, δεν γίνονται ακόμη αποδεκτοί από την άρχουσα τάξη ως επιλογή διακυβέρνησης (σε αντίθεση με τη Λεπέν, την Μελόνι κ.λπ.), παρότι κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση.
Τρίτον, έχουμε την υπαρξιακή κρίση του DIE LINKE («Η Αριστερά»), το οποίο έχασε όλη την εκλογική του βάση στην ύπαιθρο και στις μικρότερες πόλεις των ανατολικών περιοχών της χώρας, όπου κάποτε ήταν ισχυρό. Πλέον η δύναμή του περιορίζεται σε κάποια παραδοσιακά αριστερά στρώματα στις μεγαλύτερες πόλεις. Το DIE LINKE έχασε ιδιαίτερα την επιρροή του στα εργατικά στρώματα και τους ανέργους και πλέον ο κόσμος του αποτελείται κυρίως από ακαδημαϊκούς, φοιτητές και κάποιους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας.
Τέταρτον, έχουμε την άνοδο ενός νέου «αριστερού συντηρητικού» κόμματος γύρω από την πρώην βουλευτή του DIE LINKE, Σάρα Βάγκενκνεχτ (το οποίο έχει το όνομά της) και συνδυάζει κάποια στοιχεία προπαγάνδας κατά των πλουσίων με το αίτημα για ειρήνη με τη Ρωσία και αντιπροσφυγικές/αντιφεμινιστικές θέσεις.
- ΑΠ: Ποιος είναι ο σημερινός συσχετισμός δυνάμεων μετά τις ευρωεκλογές; Ποιες προοπτικές υπάρχουν για την κυβέρνηση συνασπισμού;
ΚΛ: Η κυβέρνηση συνασπισμού μοιάζει με τον τέλειο ορισμό της κουτσής πάπιας. Δεν αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, απλώς διαχειρίζεται την κατάσταση, αλλά είναι απίθανο να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, καθώς σε αυτές μπορεί μόνο να χάσει. Το πιθανότερο είναι να περιμένουν μέχρι το φθινόπωρο του 2025 (τον κανονικό χρόνο διεξαγωγής των επόμενων εκλογών) και να προσεύχονται για ένα θαύμα.
Από αυτές τις εκλογές και μετά, η εργατική τάξη πρέπει να προετοιμαστεί για μια κυβέρνηση υπό την ηγεσία του CDU (Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα). Αυτή η κυβέρνηση θα είναι πολύ δεξιότερη σε σχέση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις του CDU υπό την Μέρκελ και θα οργανώσει νέες επιθέσεις στο κοινωνικό κράτος και τα εργασιακά/συνδικαλιστικά δικαιώματα.
- ΑΠ: Μπορείς να μας πεις λίγα περισσότερα για το AfD; Για τον χαρακτήρα, το πρόγραμμά και τις προοπτικές του; Τι επίδραση έχει αυτό στις ναζιστικές ομάδες, είτε εντός είτε εκτός του AfD, αλλά και πώς συζητά η Αριστερά την ανάπτυξη του;
ΚΛ: Το AfD είναι ένα δεξιό λαϊκιστικό κόμμα με φασιστικό «δυναμικό» στο εσωτερικό του. Άλλαξε την ηγεσία του τέσσερις φορές τα τελευταία δέκα χρόνια και με κάθε τέτοια αλλαγή πήγαινε πιο δεξιά. Ορισμένοι από τους προηγούμενους ηγέτες του, όπως ο Hoecke, «παίζουν» με τη ναζιστική τους εικόνα και προχωράνε σε λεκτικές προκλήσεις από καιρό σε καιρό για να δοκιμάσουν το έδαφος. Αλλά το AfD δεν έχει στραφεί ακόμη στη βία του δρόμου, οι μέθοδοί του εξακολουθούν να επικεντρώνονται στην προπαγάνδα.
Το πρόγραμμά του είναι εντελώς αντιφατικό. Με την ευρεία έννοια, το επίσημο πρόγραμμά του κόμματος εξακολουθεί να είναι ένα νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα. Κατά διαστήματα όμως, προσπαθούν να προσεγγίσουν τις λαϊκές μάζες μιλώντας για το πόσο υποφέρουν οι φτωχοί και επιχειρηματολογώντας για την προστασία των θέσεων εργασίας.
Τη δεκαετία του 2010 το AfD δεν έπαιρνε πολλές ψήφους από τα φτωχά εργατικά στρώματα, αλλά περιοριζόταν στα πολύ συντηρητικά, κυρίως μικροαστικά στρώματα στα ανατολικά της χώρας. Αυτό έχει εν μέρει αλλάξει, με όλο και περισσότερους εργάτες να ψηφίζουν AfD.
Είναι πλέον το ισχυρότερο κόμμα σε όλα τα ανατολικά ομόσπονδα κρατίδια εκτός από το Βερολίνο. Το AfD πάτησε σε μεγάλο βαθμό πάνω στη μαζική ρατσιστική προπαγάνδα όλων των κομμάτων του συστήματος από το 2015 και μετά. Επωφελήθηκε από την περίοδο της απομόνωσης της πανδημίας και άπλωσε ρίζες ανάμεσα στους αντιεμβολιαστές και είδαν τη δημοφιλία τους να αυξάνεται από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Οι ανοιχτά ναζιστικές οργανώσεις έχουν περιθωριοποιηθεί μέσω της ανάπτυξης του AfD. Κάποιες προσχώρησαν σε αυτό, ενώ άλλες προσπαθούν να χτίσουν τις δυνάμεις τους ανεξάρτητα – κάτι που δεν φαίνεται να έχει μεγάλη επιτυχία. Στη Σαξονία, όπου η Δεξιά έχει γενικά καλύτερα αποτελέσματα, η πιο μαχητική ομάδα που ονομάζεται «Ελεύθεροι Σαξόνες», έχει καταφέρει να αναπτυχθεί σε έναν βαθμό.
Για τις δυνάμεις της Αριστεράς είναι σαφές ότι το AfD είναι επικίνδυνο. Όταν αποκτήσει ισχυρή κοινοβουλευτική δύναμη, ή αν καταφέρει να συμμετάσχει σε κάποιου είδους κυβέρνηση –ήδη έχουν εκλεγεί οι πρώτοι του δήμαρχοι μέσα στο 2024– θα κινηθεί κι άλλο προς τα δεξιά, θα ενισχύσει τη ρατσιστική του προπαγάνδα και τις επιθέσεις ενάντια στην Αριστερά. Το έδαφος γι’ αυτό προετοιμάζεται καθημερινά από τα λεγόμενα «δημοκρατικά κόμματα»: τα δημοκρατικά δικαιώματα δέχονται επιθέσεις, η ελευθερία της έκφρασης περιορίζεται όταν πρόκειται για τον πόλεμο στη Γάζα, οι περιβαλλοντικοί ακτιβιστές δέχονται αστυνομική βία και δικαστικές διώξεις, κ.λπ.
Υπάρχει όμως και ένας υπερβολικός φόβος ότι ο φασισμός βρίσκεται προ των πυλών της εξουσίας. Αυτή η εκτίμηση δεν είναι σωστή – η άρχουσα τάξη δεν χρειάζεται τον φασισμό στο σύντομο μέλλον. Χρειάζεται ένα σταθερό σύστημα στο οποίο πρέπει να ενσωματωθούν οι δεξιοί λαϊκιστές. Ενώ δεν είναι λάθος να προειδοποιούμε για τον φασιστικό κίνδυνο, αυτό που κάνουν τμήματα της Αριστεράς, να αποδέχονται κάθε είδους συμμαχία αρκεί να στρέφεται ενάντια στο AfD, αποτελεί σοβαρό λάθος.
Στις αρχές του χρόνου είδαμε ένα εντυπωσιακό κίνημα με πάνω από δύο εκατομμύρια ανθρώπους να διαδηλώνουν ενάντια στο AfD. Πολιτικά ωστόσο, αυτό το κίνημα καθοδηγήθηκε από τα κόμματα του κατεστημένου, τα οποία μιλάνε για την «υπεράσπιση της δημοκρατίας» γενικά κι όχι μόνο από το AfD, για παράδειγμα κι από τη Ρωσία και την Κίνα. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, διαδηλωτές/τριες υπέρ της Παλαιστίνης πετάχτηκαν έξω από τις συγκεντρώσεις.
Έτσι, ενώ πρέπει να είμαστε σοβαροί σχετικά με τους κινδύνους και τις επιπλοκές που συνοδεύουν την άνοδο του AfD, η Αριστερά πρέπει να μείνει μακριά από συμμαχίες με τα κόμματα του κατεστημένου, καθώς αυτά τα ίδια προετοιμάζουν το έδαφος για την ανάπτυξη της ακροδεξιά.
- ΑΠ: Η Σάρα Βάνγκενχερτ δημιούργησε ένα νέο κόμμα, στο όνομα υποτίθεται της παρεμπόδισης της ανάπτυξης του AfD. Ποιος είναι ο χαρακτήρας του;
ΚΛ: Το BSW («Συμμαχία Σάρα Βάγκενκνεχτ») πήρε ψήφους από όλα τα κόμματα, περισσότερο όμως από το SPD (Σοσιαλδημοκράτες) και το CDU (Χριστιανοδημοκράτες), ανάλογα με το ομόσπονδο κρατίδιο, αλλά και το DIE LINKE («Η Αριστερά») παρά από το AfD.
Το κόμμα ελέγχεται με εντελώς γραφειοκρατικό τρόπο από την ηγεσία. Τα περισσότερα ηγετικά στελέχη προέρχονται από το DIE LINKE, αρκετοί από αυτούς από την πρώην αριστερή πτέρυγα. Η Βάγκενχερτ επινόησε τη φράση «αριστερός συντηρητισμός, ενώ άλλα στελέχη του λένε πως οι έννοιες «Δεξιά» και «Αριστερά» δεν έχουν σήμερα πραγματικό περιεχόμενο έξω από την «ακαδημαϊκή φούσκα».
Ενώ προβάλλουν αιτήματα για δίκαιους μισθούς και υψηλότερους φόρους για τους πλούσιους, δεν κάνουν καμία κριτική στο καπιταλιστικό σύστημα σαν σύνολο. Συχνά συντάσσονται ακόμη και με τους Χριστιανοδημοκράτες (π.χ. για την περικοπή των επιδομάτων ανεργίας). Αν και θεωρούνται ευρέως ως «κοινωνικό» κόμμα, βασικά πατάνε πάνω δυσαρέσκεια των εργαζομένων, η οποία όμως περιλαμβάνει και πολλές ανοιχτά αντιδραστικές ιδέες.
- ΑΠ: Σε ποια κατάσταση βρίσκεται σήμερα το Die Linke; Υπάρχουν εξελίξεις έξω από το Die Linke, στον «αντικαπιταλιστικό χώρο»;
ΚΛ: Το κόμμα βρίσκεται σε σύγχυση, κυρίως καθώς είναι ένα κόμμα εκλογοκεντρικό, που ποντάρει πολλά στην κοινοβουλευτική παρουσία. Έτσι, η ίδια η ύπαρξή του απειλείται από τα κακά εκλογικά αποτελέσματα. Αν δεν υπάρξει κάποια σοβαρή αλλαγή στην αντικειμενική κατάσταση, δεν θα μπει στην επόμενη βουλή (μετά τις εκλογές του 2025).
Για ένα διάστημα μετά την αποχώρηση της Βάγκενκνεχτ, υπήρχαν ελπίδες ότι το κόμμα θα μπορούσε να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά. Η Βάγκενκνεχτ όμως ήταν μόνο μια πτυχή της κρίσης, αφού το κόμμα βασιζόταν πάντα στον συμβιβασμό μεταξύ διαφορετικών τάσεων. Το DIE LINKE δεν είναι σε θέση να προσαρμοστεί σε νέες καταστάσεις. Ενώ είχε μια κατά βάση σωστή αντιρατσιστική θέση όταν ήρθαν οι πρόσφυγες στη Γερμανία το 2015, δεν κατάλαβε ποτέ τον κίνδυνο της Ακροδεξιάς και την ανάγκη να δώσει ταξικές απαντήσεις για να αντιμετωπίσει την προπαγάνδα τους. Τάχθηκε άκριτα στο πλευρό του κατεστημένου κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ενώ δεν κατάφερε να πάρει ξεκάθαρη θέση για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πολλά εξέχοντα στελέχη του DIE LINKE υποστήριξαν την αποστολή όπλων στην Ουκρανία παρόλο που η επίσημη θέση του κόμματος δεν ήταν αυτή. Όμως το κόμμα ακολούθησε μια μονόπλευρα αντιρωσική στάση, χωρίς να βλέπει τον ενδοϊμπεριαλιστικό χαρακτήρα του πολέμου, πράγμα που αποξένωσε πολύ κόσμο (και ενίσχυσε την Ακροδεξιά).
Σήμερα πολλοί ακτιβιστές του κόμματος λένε ότι αυτό θα πρέπει να επικεντρωθεί σε «κοινωνικά ζητήματα», όπως η στέγαση, ότι θα πρέπει να διδαχθεί από το Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστρίας, του οποίου οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι παίρνουν τον βασικό εργατικό μισθό, κλπ. Αυτές είναι σωστές προτάσεις, αλλά δεν αρκούν. Αν το κόμμα δεν έχει ξεκάθαρη θέση στα «μεγάλα ζητήματα», όπως ο πόλεμος, δεν θα ανακάμψει ποτέ. Αλλά μια τέτοια στροφή είναι απίθανη.
Είναι πιθανό το κόμμα να διαλυθεί μετά τις επόμενες γενικές εκλογές, αλλά καθώς δεν υπάρχει εναλλακτική λύση σε εθνικό επίπεδο, θα μπορούσε να παραμείνει ζωντανό για ένα διάστημα. Χιλιάδες ακτιβιστές βρίσκονται στο κόμμα γιατί δεν έχουν πουθενά αλλού να πάνε.
Συνολικά στην κοινωνία, η πόλωση δεν αναπτύσσεται κατά μήκος ταξικών γραμμών, αλλά κατά μήκος κάποιων «ιδεολογικών γραμμών», όπως για παράδειγμα σχετικά με τις «αξίες» και την «κουλτούρα»· αυτό σε έναν βαθμό αντιστοιχεί σε σύγκρουση ανάμεσα στην φιλελεύθερη και την Ακροδεξιάς μέθοδο αντιμετώπισης των πολλαπλών κρίσεων του καπιταλισμού. Αυτό συμβάλλει στην περιθωριοποίηση των δυνάμεων της Αριστεράς.
Η διάθεση στη νεολαία είναι ανάμεικτη. Η Ακροδεξιά έχει ενισχυθεί στα νέα στρώματα, ενώ υπάρχει και μια αντιπεριβαλλοντική, αντιφεμινιστική διάθεση, ιδιαίτερα ανάμεσα σε τμήματα των νέων αντρών. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί η χιονοστιβάδα της μιλιταριστικής, ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας που προβάλλεται καθημερινά από τα ΜΜΕ, με έντονη αντιρωσική χροιά και με υποστήριξη προς τον Δυτικό ιμπεριαλισμό, που απευθύνεται κυρίως στη νεολαία.
Ωστόσο, μια αυξανόμενη μειοψηφία στρέφεται προς τα αριστερά, προσπερνώντας το DIE LINKE και κοιτώντας προς μικρότερες αριστερές ομάδες. Υπάρχει μια σχετική αναβίωση νεοσταλινικών και μαοϊκών ομάδων, ενώ και οι τροτσκιστικές ομάδες αυξάνονται επίσης, αν και ακόμα σε μικρότερο βαθμό. Περισσότεροι νέοι δραστηριοποιούνται με την ευρύτερη έννοια, στρεφόμενοι εν μέρει συνειδητά προς την οργανωμένη εργατική τάξη, το φεμινιστικό, το περιβαλλοντικό και το ΛΟΑΤΚΙ κίνημα. Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι τα νέα στρώματα (16-20 ετών) εντάσσονται στην επαναστατική πολιτική, αλλά ακόμα δεν διαφαίνεται να προχωράει κάποιος νέος σχηματισμός, ή να αναπτύσσεται μια σχετική τάση. Οι ταξικοί αγώνες εξακολουθούν να βρίσκονται σε χαμηλό επίπεδο, ωστόσο όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι συμμετείχαν πρόσφατα σε απεργίες σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο.