Γράφει η Μαρία Καπαράκη
Την τελευταία περίοδο όλο και περισσότερες κατηγορίες εργαζομένων του γερμανικού δημοσίου τομέα πραγματοποιούν απεργιακές κινητοποιήσεις για να διεκδικήσουν “μερίδιο από την ανάπτυξη” της χώρας, αφού παρά το γεγονός πως η Γερμανία διαθέτει μια από τις πιο εύρωστες οικονομίες διεθνώς, οι εργαζόμενοι δεν έχουν πάρει αυξήσεις εδώ και χρόνια.
Από τα τέλη Φλεβάρη στα κρατίδια του Σάαρλαντ και της Έσσης ξεκίνησαν 24ωρες απεργίες εργαζομένων στις δημόσιες υπηρεσίες, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια. Τις μέρες που ακολούθησαν πραγματοποιήθηκαν κυλιόμενες απεργίες του δημοσίου τομέα και σε άλλα κρατίδια της χώρας (Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, Σλέσβιχ-Χόλσταϊν, Αμβούργο, Βάδη-Βυρτεμβέργη, Κάτω Σαξονία και Βρέμη).
Οι εργαζόμενοι διεκδικούν αυξήσεις που κυμαίνονται στο 3-5%. Αντίθετα η κυβέρνηση απαντά ότι μπορεί να προσφέρει αυξήσεις μόνο 1.5%.
Την ίδια στιγμή κινητοποιήσεις πραγματοποιούν και οι εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους. Ύστερα από απόφαση του συνδικάτου GDL, οι εργαζόμενοι στις επτά μεγαλύτερες σιδηροδρομικές εταιρείες της Γερμανίας προχωρούν σε απεργίες, μετά από τρεις “προειδοποιητικές” στάσεις εργασίας που είχε πραγματοποιήσει το συνδικάτο τον προηγούμενο μήνα.
Οι μηχανοδηγοί στους σιδηροδρόμους διεκδικούν αυξήσεις 6%, καθώς και υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας με ενιαίο μισθολόγιο για το σύνολο των 26.000 μηχανοδηγών. Επιπλέον, διεκδικούν την κατάργηση του μισθολογικού “ντάμπινγκ”: πλέον μια σειρά από ιδιωτικές εταιρίες εκμεταλλεύονται κομμάτια των γερμανικών σιδηροδρόμων που έχουν εγκαταλειφθεί από τους κρατικούς σιδηρόδρομους ως ζημιογόνα. Οι εταιρίες αυτές, για εξοικονόμηση κέρδους, απασχολούν εργαζόμενους με κατά πολύ μικρότερους μισθούς από αυτούς που λαμβάνουν οι συνάδελφοί τους στους κρατικούς σιδηροδρόμους.
Αυτή τη στιγμή η Γερμανία παρουσιάζει το υψηλότερο εμπορικό πλεόνασμα από το 1974, αποτέλεσμα των αυξημένων εξαγωγών της την τελευταία περίοδο. Όμως ο μεγαλύτερος πελάτης της Γερμανίας στις εξαγωγές είναι η ίδια η ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι ο τομέας των εξαγωγών είναι πολύ πιθανό να υποστεί πλήγμα την επόμενη περίοδο, μιας και πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες αντιμετωπίζουν σοβαρότατα προβλήματα. Κάτι τέτοιο θα σημαίνει ακόμα πιο σκληρά μέτρα για τους Γερμανούς εργαζόμενους, κι ακόμα μεγαλύτερες προκλήσεις για το εργατικό κίνημα της χώρας.