Από 1/4/2023 ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε στα 667 ευρώ καθαρά (780 μεικτά) από 614 καθαρά (713 μεικτά). Αυτή η απόφαση οδήγησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη να δηλώσει ότι:
«…τώρα είναι η ώρα να στηριχθούν οι εργαζόμενοι με μια γενναία αύξηση του βασικού μισθού, γιατί το μέρισμα της ανάπτυξης πρέπει να το καρπώνονται δίκαια όλοι.»
Όταν η κερδοφορία των μεγαλύτερων επιχειρηματικών ομίλων καλπάζει, είναι εξοργιστικό η αύξηση των 1,76 ευρώ τη μέρα να αναφέρεται ως «δίκαιο μοίρασμα της ανάπτυξης» – λες και πρέπει να πουν και «ευχαριστώ» οι εργαζόμενοι/ες για την «απλόχερη» αυτή κίνηση!
Τι αύξηση;
Οι τυμπανοκρουσίες όμως για την τελευταία αύξηση του βασικού μισθού, συνοδεύονται και από μια σειρά ψέματα.
- Ο κατώτατος μισθός αυξάνεται κατά 9,4%. Ωστόσο λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός για το 2022 έκλεισε στο 9,6%, γίνεται κατανοητό ότι αυτή η αύξηση απλώς «ισοφαρίζει» την επίσημη ακρίβεια.
- Η πραγματική ακρίβεια όμως στα τρόφιμα και τα υπόλοιπα βασικά αγαθά στα οποία ξοδεύεται σχεδόν το σύνολο του εργατικού εισοδήματος είναι πολύ μεγαλύτερη – η Eurostat υπολογίζει ότι τα φτωχότερα στρώματα πλήττονται από πληθωρισμό της τάξης του 16%. Επομένως, ας μη μιλάει με τόσο μεγάλα λόγια η ΝΔ, όταν στην ουσία δεν πρόκειται για αύξηση αλλά για μείωση!
- Η ΝΔ συγκρίνει την αύξηση του βασικού μισθού από το 2019 που ανέλαβε την κυβέρνηση και με βάση αυτό τη «βολεύει» να μιλάει για 2-3 επιπλέον μισθούς που έχουν λάβει οι εργαζόμενοι. Αυτό το κάνει απλά και μόνο για λόγους εντυπωσιασμού, επειδή βολεύουν τα νούμερα. Αν θα άξιζε να γίνει κάποια σύγκριση, αυτή θα ήταν με την περίοδο πριν τις μεγάλες μνημονιακές περικοπές. Τότε, το 2011 ο βασικός μισθός ήταν 751 ευρώ μεικτά. Δηλαδή σήμερα, που ΝΔ, ΣΥΡΖΙΑ κλπ πανηγυρίζουν για «έξοδο από τα μνημόνια», μιλάμε για μια πολύ μικρή αύξηση, όταν η αγοραστική δύναμη των μισθών έχει μειωθεί δραματικά σ’ όλο αυτό το διάστημα.
- Ακόμα, η τελευταία αυτή αύξηση δεν θα είναι όλη «καθαρή», καθώς το ετήσιο εισόδημα πλέον θα ξεπερνάει το αφορολόγητο όριο. Δηλαδή αυτή η «γενναία αύξηση» θα φορολογηθεί κιόλας!
- Τέλος, η ΝΔ μπορεί να χρησιμοποιεί προεκλογικά το «κατώτατος μισθός 780 ευρώ», για να περάσει το μήνυμα ότι αυτό είναι το «πάτωμα» και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι/ες έχουν μεγαλύτερες αμοιβές, ωστόσο η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του «ΕΡΓΑΝΗ» για τον Φλεβάρη, 5 στους 10 νέες συμβάσεις εργασίας είναι μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης και αμείβονται με 327 ευρώ καθαρά!
Δεν ντρέπονται να μιλούν για εργασιακά δικαιώματα;
Αν κάτι επικρατεί στην αγορά εργασίας, αυτό είναι το καθεστώς «ζούγκλας» και υποδηλωμένης εργασίας. Σύμφωνα με το σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», οι προσλήψεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης είναι περισσότερες από τις συμβάσεις πλήρους εργασίας, συμβάσεις πλήρους μετατρέπονται σε μερικής, ενώ ακόμα δεν έχει ξεκινήσει η σεζόν για τον κλάδο του τουρισμού και επισιτισμού, όπου αυτά τα φαινόμενα είναι ο «κανόνας».
Η κυβέρνηση που με τον αντεργατικό νόμο Χατζηδάκη (4808/2021) κατάργησε το 8ωρο, που προωθεί τις ατομικές συμβάσεις εργασίας, που διευκολύνει τους εργοδότες στις απολύσεις, που βάζει εμπόδια στη συνδικαλιστική δράση, που έχει υπονομεύσει τον ρόλο της Επιθεώρησης Εργασίας, έχει το θράσος να λέει ότι νοιάζεται για τις ανάγκες των εργαζομένων και ότι νομοθετεί υπέρ τους.
Μαχητικές διεκδικήσεις
Είναι προφανές ότι ακόμα και η παραμικρή αύξηση στο μηνιάτικο των εργαζομένων, μπορεί να δώσει μια μικρή ανακούφιση. Σε αυτό ποντάρει και η ΝΔ, προσπαθώντας να κουκουλώσει την αντεργατική πολιτική που εφάρμοσε τα τελευταία χρόνια. Είναι όμως ακόμα πιο προφανές ότι τέτοιες αυξήσεις δεν είναι καθόλου αρκετές – πόσο μάλλον να αλλάξουν σημαντικά την καθημερινότητα των ανθρώπων της εργατικής τάξης.
Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μαζικούς και μαχητικούς αγώνες, μερικούς απ’ τους οποίους είδαμε το προηγούμενο διάστημα, όπως ήταν αυτός των ντελιβεράδων της e-food, των λιμενεργατών της COSCO, το μεγαλειώδες κίνημα για το έγκλημα στα Τέμπη που κατέβασε εκατομμύρια στους δρόμους κλπ.
Χρειάζεται να βάλουμε μπροστά το αίτημα για πραγματικές αυξήσεις σε μισθούς-συντάξεις-επιδόματα, τουλάχιστον στο ύψος του πληθωρισμού, αλλά αυτό να γίνεται αυτόματα σε ετήσια βάση. Να επανέλθει δηλαδή η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ), μέτρο που κατάργησε η κυβέρνηση του πατέρα Μητσοτάκη το 1990, σαν βάση για περαιτέρω διεκδικήσεις.