Δημοσιεύουμε άρθρο που μας έστειλε ο τακτικός αναγνώστης και συνεργάτης της ιστοσελίδας μας, σύντροφος Γιάννης Ανδρουλιδάκης, εκπαιδευτικός στο 3ο Γυμνάσιο Καλαμάτας
Στις 25 Ιανουαρίου, όπως είναι γνωστό, έγινε στη χώρα μας κυβερνητική αλλαγή, αφού ο ελληνικός λαός έδωσε εντολή στο ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσει ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα: εκείνο της Θεσσαλονίκης. Αν αυτή θα οδηγήσει και σε πολιτική αλλαγή, μένει να το δούμε. Το επόμενο διάστημα θα ξέρουμε ποιες εξαγγελίες θα υλοποιηθούν και ποιες θα παραπεμφθούν στο άδηλο μέλλον. Εκτός από αυτό, όμως, ο κόσμος περιμένει να δει έναν άλλο τρόπο διακυβέρνησης, ένα διαφορετικό ήθος. Η αλήθεια είναι ότι συχνά κυβερνητικά στελέχη αναφέρονται σε αυτό το αλλιώτικο δείγμα γραφής και μάλιστα προσπαθούν να το περάσουν στην κοινωνία Το βέβαιο είναι, επίσης, ότι υπάρχουν συμπεριφορές και αποφάσεις και μάλιστα σε κορυφαίο επίπεδο που θυμίζουν έντονα παρελθόν.
Θα ξεκινήσω με όσα συνέβησαν πριν από λίγες ημέρες με την υποβάθμιση του κ. Βαρουφάκη και την ανάθεση του συντονισμού της διαπραγμάτευσης στον κ. Τσακαλώτο. Προσωπικά από πολύ νωρίς είχα κάνει κριτική στον τρόπο που ο ίδιος αντιμετώπιζε τα ΜΜΕ και θεωρούσα ότι αυτή η υπερέκθεση θα βλάψει πρωτίστως την εικόνα του και δευτερευόντως την υπόθεση της διαπραγμάτευσης. Ο κ. Γιάνης Βαρουφάκης ανέλαβε να σηκώσει το βάρος της αρχικής σύγκρουσης με το σκληρό πυρήνα της ΕΕ. Και τα κατάφερε. Πολλοί, νομίζω, αισθανθήκαμε περηφάνια, όταν τον ακούγαμε να προβάλλει τα δίκαια της χώρας μπροστά στα ξινισμένα μούτρα του κ. Ντάισεμπλουμ και του κ. Σόιμπλε. Περισσότεροι , επιπλέον, νιώσαμε ότι επανήλθε η αξιοπρέπεια σε αυτήν την χώρα, γιατί , επιτέλους, στη λυκοφωλιά του Eurogroup ένας Έλληνας υπουργός Οικονομικών φώναζε ένα βροντερό όχι στις εξωφρενικές απαιτήσεις των δανειστών – τοκογλύφων. Αποφασιστικός, γιατί αντλούσε δύναμη από το δίκιο ενός λαού και άνετος, γιατί είναι άριστος γνώστης των οικονομικών θεμάτων και του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος. Σε κάθε περίπτωση, τότε, από επίσημα κυβερνητικά χείλη τονίζονταν ότι οι απόψεις και οι ενέργειες του υπουργού Οικονομικών είναι συλλογικές. Τι άλλαξε λοιπόν;
Φαίνεται ότι ο κ. Βαρουφάκης ενόχλησε το ευρωπαϊκό ιερατείο με τις θέσεις του και τη μαχητικότητα του και έπρεπε να φύγει σιγά – σιγά από τη μέση. Έτσι άρχισε η συστηματική του αποδόμηση. Η αρχή έγινε με τις στιλιστικές του επιλογές και γενικά με τον τρόπο ζωής του. Βεβαίως και ο ίδιος έδωσε τροφή για σχόλια. Ωστόσο την κρίσιμη στιγμή δεν τον στήριξε ούτε ο κ Δραγασάκης, ούτε ο κ. Πρωθυπουργός και ανέθεσαν σε άλλη ομάδα την ευθύνη της διαπραγμάτευσης. Κακά τα ψέματα η υποβάθμιση του υπουργού Οικονομικών έρχεται μετά από απαίτηση των δανειστών, και ας μην ομολογείται. Συνδέεται δε με μια μεγάλη, απ’ ό,τι φαίνεται, υποχώρηση από τις κόκκινες γραμμές, την οποία δεν ήταν, μάλλον, διατεθειμένος να κάνει ο κ Βαρουφάκης. Τα καλά λόγια με τα οποία αναφέρθηκαν στο πρόσωπο του (Asset τον αποκάλεσε ο Κ. Τσίπρας για να μην υστερήσει από τον προκάτοχο του που μιλούσε συχνά με αγγλικούς όρους!!!) θυμίζουν την παροιμία <<να σε κάψω Γιάννη να σ αλείψω λάδι>>. To μεθοδευμένο αυτό άδειασμα, το οποίο πιστεύω θα ολοκληρωθεί το επόμενο διάστημα, είναι ξένο προς το ήθος , τις πρακτικές και τις αντιλήψεις της αριστεράς.
Άσχημη εντύπωση και δικαιολογημένες αντιδράσεις προκάλεσε ακόμη η απόφαση του Πρωθυπουργού να μεταφέρει τα ταμειακά αποθέματα δημόσιων φορέων στην Τράπεζα της Ελλάδας με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου. Τα στελέχη της κυβέρνησης βρέθηκαν σε προφανή αμηχανία, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ όλο το προηγούμενο διάστημα κατηγορούσε τη μνημονιακή κυβέρνηση ότι κυβερνά με αυτόν τον αντιδημοκρατικό τρόπο, και στην προσπάθεια τους να εξηγήσουν, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ υιοθέτησε μια τέτοια πρακτική, έπεφταν από τη μια αντίφαση στην άλλη. Προβλήθηκε το κατεπείγον του θέματος, η προσωρινότητα του μέτρου και διάφορα άλλα, τα οποία ελάχιστους έπεισαν. Αποτελεί τεράστιο λάθος ότι δεν ήρθε το θέμα στη Βουλή(είχε άραγε προτεραιότητα το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης;) και ότι δεν προηγήθηκε διάλογος με όσους εμπλέκονταν σε αυτήν τη διαδικασία. Η πρόφαση ότι η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου θα έρθει για κύρωση στο Κοινοβούλιο δεν αίρει την αυταρχικότητα της πολιτικής αυτής απόφασης. Πρέπει να καταδικαστεί απερίφραστα αυτό το γεγονός και να γίνει ξεκάθαρο σε όλους τους τόνους ότι σε καμιά μα καμιά περίπτωση η αριστερά δεν επιλέγει τέτοιες τακτικές. Διαφορετικά ακολουθεί ένας κατήφορος αδιέξοδος και επικίνδυνος.
Ακούω από πολλούς, χωρίς να το ενστερνίζομαι, ότι δε θα τους ενοχλήσει τόσο ένας ετεροβαρής συμβιβασμός όσο τους δυσαρεστεί να βλέπουν ότι επαναλαμβάνονται πρακτικές του παρελθόντος. Απογοητεύονται, γιατί μέχρι τώρα, τουλάχιστον, η αριστερά ξεχώριζε για το ήθος της, για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και του διαλόγου και για την καταδίκη κάθε αυταρχικής μεθόδου. Αυτές οι αξίες δεν πρέπει να τραυματίζονται και πολύ περισσότερο να χαθούν για χάρη κανενός ρεαλισμού και πατριωτικού καθήκοντος.