Δημοσιεύουμε άρθρο που μας έστειλε ο τακτικός αναγνώστης και συνεργάτης της ιστοσελίδας μας, σύντροφος Γιάννης Ανδρουλιδάκης, εκπαιδευτικός στο 3ο Γυμνάσιο Καλαμάτας.
Πολύ πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου είχε επισημανθεί μια μεγάλη αντινομία που υπήρχε στη ρητορική αρχικά και αργότερα στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν ήταν κατανοητό δηλαδή, πώς θα καταργήσει τα μνημόνια (το «σε ένα άρθρο» το αφήνω ασχολίαστο) και παρόλα αυτά θα μείνει η χώρα στην ευρωζώνη. Θεωρούνταν αδύνατον κάτι τέτοιο. Όσα συνέβησαν από την ημέρα της εκλογικής του νίκης μέχρι σήμερα επιβεβαίωσαν αυτόν τον προβληματισμό. Η κυβέρνηση έφτασε σε αδιέξοδο κινούμενη πάνω στις ράγες της αντιφατικής πολιτικής της. Σ’ αυτό συνέβαλε και η περίφημη δημιουργική ασάφεια της συμφωνίας που συνομολογήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου.
Η ημερομηνία αυτή ίσως αποδειχθεί ορόσημο για τις εξελίξεις. Μάλλον από κει και πέρα δεν υπήρξε πια καμιά διαπραγμάτευση, αλλά πιέσεις, εκβιασμοί και τελεσίγραφα από την πλευρά των δανειστών. Είναι φανερό ότι πολύ νωρίς η στρατηγική της διαπραγμάτευσης εξαερώθηκε. Τι κι αν οι συνομιλίες μεταφέρθηκαν στις Βρυξέλλες, τι κι αν οι δανειστές βαφτίστηκαν θεσμοί και η τρόικα τεχνικά κλιμάκια, ένα είναι βέβαιο: το μείγμα πολιτικής της ευρωζώνης δεν άλλαξε στο ελάχιστο Φάνηκε πόσο ουτοπιστικό ήταν να περιμένει κανείς κάτι διαφορετικό. Αποδείχθηκε πόσο μεγάλο λάθος ήταν η τακτική των υποχωρήσεων που εγκαινίασε η κυβέρνηση απέναντι στους «εταίρους». Από την πρώτη στιγμή αναγνώρισε το χρέος και δεσμεύτηκε να πληρώνει τις δόσεις κανονικά . Αυτή η κομβική οπισθοχώρηση οδήγησε σε άλλες, οι κόκκινες γραμμές συνεχώς μετατοπίζονταν και τελικά έπεσε στη φάκα τους. Οι αναφορές σε αμοιβαίες υποχωρήσεις, αμοιβαία επωφελή λύση και έντιμο συμβιβασμό αποδείχτηκαν γράμμα κενό. Αυτό θα προϋπέθετε ισοδύναμους συνομιλητές και όχι σχέση δανειστών – τοκογλύφων και δανειζόμενων – μπατίρηδων, όπου οι πρώτοι είναι σίγουρο ότι θα επιχειρήσουν να επιβάλλουν εκβιαστικά τους όρους τους στους δεύτερους.
Η κυβέρνηση πιστή στον ευρωμονόδρομο βρίσκεται τώρα στριμωγμένη στα σχοινιά λίγο πριν από το νοκ άουτ. Και όμως είχε το περιθώριο αμέσως μετά την άνοδο της στην εξουσία να ακολουθήσει άλλη στρατηγική και να προετοιμάσει τον κόσμο για το ενδεχόμενο μιας ρήξης. Αντί γι’ αυτό, νομίζω, ότι φοβήθηκε το λαϊκό παράγοντα, ο οποίος με μεγάλες συγκεντρώσεις τη στήριζε, και τον έστειλε στον καναπέ του να παρακολουθεί τις εξελίξεις από τα κατεστημένα ΜΜΕ με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ο ιστορικός συμβιβασμός για τον οποίο μιλούν σήμερα στελέχη της δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ιστορική ήττα για την αριστερά . Τώρα έχει μια μόνον επιλογή: να μην απογοητεύσει τον ελληνικό λαό και να μην προδώσει τις ελπίδες του. Να τον κοιτάξει στα μάτια και να μιλήσει ανοιχτά και ξεκάθαρα. Χωρίς αοριστίες και κλωθογυρίσματα. Να πει το μεγάλο όχι. Η κοινωνία θα το κατανοήσει και θα βρεθεί δίπλα της. Γιατί, βεβαίως, ο ΣΥΡΙΖΑ ψηφίστηκε για να διαπραγματευτεί, αλλά εκλέχτηκε για έναν ακόμη πιο σημαντικό λόγο: για να εφαρμόσει το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Ήρθε η ώρα λοιπόν να σταματήσει να αυτοαναιρείται συζητώντας και υιοθετώντας υφεσιακά μέτρα. Είναι ξεκάθαρο ότι ΕΝΦΙΑ, λιτότητα και μνημόνια είναι ασύμβατα με την αριστερά. Έφτασε η στιγμή να στείλει ένα σαφές και ξεκάθαρο πατριωτικό μήνυμα στις ευρωπαϊκές αυλές. Πρέπει να καταλάβει ότι αυτή η Ευρώπη ούτε μεταρρυθμίζεται, ούτε αλλάζει, ούτε μπαλώνεται..
Όχι, αυτή η Ευρώπη δε μας χωράει. Μας στενεύει και μας πνίγει. Μας ευνουχίζει πολιτικά και στραγγαλίζει τα όνειρα και τη ζωή ενός ολόκληρου λαού. Τσαλακώνει την ιστορική μας πορεία, την αξιοπρέπεια και τις δημοκρατικές μας επιλογές. Οι στιγμές είναι κρίσιμες και οι αποφάσεις, ασφαλώς, είναι δύσκολες. Όμως από την ώρα που ο δρόμος της λιτότητας και των υποχωρήσεων μετέτρεψε τη χώρα σε αποικία χρέους, μένει ο άλλος δρόμος. Εκείνος της πολιτικής εντιμότητας, της πατριωτικής περηφάνιας, της ρήξης. Ας μην τον φοβηθεί η κυβέρνηση και ας τον διαβεί μαζί με το λαό με εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους. Διαφορετικά φοβάμαι ότι, όσα θα συμβούν, δεν θα έχουν ούτε μία πινελιά αριστερής πολιτικής. Και τότε, όσο επώδυνο και να είναι, θα βρεθούν στην ανάγκη οι δυνάμεις που πιστεύουν σε μια άλλη πορεία εντός και εκτός του ΣΥΡΙΖΑ να ορίσουν ξανά τι είναι αριστερά. Χωρίς σολοικισμούς και ανορθογραφίες, όμως, αυτή τη φορά.