Του Γιάννη Ανδρουλιδάκη, εκπαιδευτικού. Αναδημοσίευση από την Ελευθεροτυπία
Τις τελευταίες μέρες, με αφορμή την ανακοίνωση της κυβέρνησης ότι θα ξεκινήσει τον Φεβρουάριο η διαδικασία εκλογής του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, αναζωπυρώθηκε η συζήτηση για τα πρόσωπα και τον τρόπο εκλογής του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα.
Εκφράστηκε μάλιστα η άποψη ότι η μειοψηφία τουλάχιστον 121 βουλευτών, οι οποίοι, πιθανώς, δεν θα συναινέσουν στην εκλογή Προέδρου, επιβάλλει την απόφασή της στην πλειοψηφία των συναδέλφων της, οι οποίοι θα ήθελαν εκλογή από την παρούσα Βουλή, και ότι η σχετική συνταγματική διάταξη δεν θεσπίστηκε για να δίνει το δικαίωμα στους λίγους να οδηγούν τη χώρα σε πρόωρες εκλογές και να ανατρέπουν μια κυβέρνηση, η οποία έχει τη δεδηλωμένη του Κοινοβουλίου.
Η άποψη αυτή είναι σεβαστή. Επειδή, όμως, δεν είμαι συνταγματολόγος, δεν θα συνταγματολογήσω. Θα τοποθετηθώ πολιτικά. Είναι, λοιπόν, ξεκάθαρο ότι η σημερινή αντιπροσώπευση των κομμάτων στο Κοινοβούλιο δεν βρίσκεται σε αρμονία με τη λαϊκή βούληση, όπως αυτή καταγράφτηκε στις πρόσφατες ευρωεκλογές και όπως επιβεβαιώνεται σε αλλεπάλληλες σφυγμομετρήσεις. Ολοι καταλαβαίνουμε ότι αν γίνονταν σήμερα εκλογές το πολιτικό τοπίο θα ήταν τελείως διαφορετικό. Αυτό δεν αμφισβητείται από κανέναν πια. Επομένως, δεν μπορούμε να ζητάμε από την παρούσα Βουλή, με τους πλασματικούς συσχετισμούς, να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο όνομα μιας θολής εθνικής συνεννόησης.
Αλήθεια, όμως, ποιο είναι το εθνικό συμφέρον που χρειάζεται τη συναίνεση όλων; Γιατί δεν πρέπει να ανατραπεί η σημερινή κυβέρνηση; Μήπως βρίσκεται σε κάποια εθνική-πατριωτική αποστολή, η οποία δεν πρέπει για κανένα λόγο να διακοπεί; Τι σημαίνει, επιτέλους, εθνική συνεννόηση και με ποιους μπορεί να γίνει; Συνέχιση, μήπως, της ίδιας καταστροφικής πολιτικής ή αλλαγή της προς όφελος της κοινωνίας που υποφέρει; Εχουν θέση σε αυτήν όσοι άνοιξαν πόλεμο με την κοινωνία, εκείνοι που ξεπουλάνε τη χώρα στα ξένα συμφέροντα, αυτοί που καθιέρωσαν τη μονιμότητα των χαρατσιών; Για τη δημοκρατία και την εθνική συνεννόηση απαιτείται, άραγε, υποχρεωτική εισφορά από τον «πλούσιο» ελληνικό λαό και εθελοντική από τους «φτωχούς» εφοπλιστές; Είναι προφανές ότι δεν αντιλαμβανόμαστε το ίδιο όλοι ούτε την έννοια του έθνους ούτε την έννοια της πατρίδας. Επομένως, για ποια εθνική συνεννόηση να μιλήσουμε;
Τούτη την ώρα συναίνεση σημαίνει συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής, της ανεργίας, του αυταρχισμού, του οικονομικού, πολιτικού και κοινωνικού αδιεξόδου. Συνεπάγεται παράταση θητείας για τη σημερινή κυβέρνηση. Αρα ποια σοβαρή αντιπολίτευση (εξαιρείται η ναζιστική Χ.Α.) θα εξαργύρωνε τις ελπίδες του ελληνικού λαού για κάτι καλύτερο στο όνομα της περίφημης εθνικής συνεννόησης; Ποιο μήνυμα θα εξέπεμπε στην καταθλιπτική κοινωνία μας; Οτι εκλέγουν τον επόμενο Πρόεδρο, ο οποίος θα συνεχίσει, όπως έκανε και ο νυν, να υπογράφει τα Π.Δ. και να αποδέχεται τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου με τις οποίες κυβερνά η δικομματική; Οτι η πολιτική που σήμερα εφαρμόζεται στη χώρα μας είναι μονόδρομος;
Προφανώς ο στόχος της εθνικής συνεννόησης είναι ένας: να βρεθούν οι 180 βουλευτές που θα εκλέξουν Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για να παραμείνει στην εξουσία η ετοιμόρροπη κυβέρνηση των Σαμαρά-Βενιζέλου. Παρεμπιπτόντως, θεωρώ ότι, αν δεν εξασφαλιστεί αυτός ο αριθμός, η κυβέρνηση δεν θα μπει στη διαδικασία εκλογής Προέδρου, αλλά θα προκηρύξει πρόωρες εκλογές επικαλούμενη σοβαρό εθνικό θέμα, για να εμποδίσει την επόμενη Βουλή να εκλέξει Πρόεδρο με σχετική πλειοψηφία, ξεχνώντας την εθνική συναίνεση την οποία τώρα ζητά.
Εθνική συνεννόηση, λοιπόν, που μεταφράζεται σε φιλί της ζωής στην κυβέρνηση, δεν θέλει ο ελληνικός λαός και ούτε μπορεί να αποδεχθεί μια υπεύθυνη αντιπολίτευση. Οι δυνάμεις που εκπροσωπούν τη χειμαζόμενη κοινωνία έχουν χρέος να χρησιμοποιήσουν όλα τα δημοκρατικά μέσα που έχουν στα χέρια τους και να εκμεταλλευτούν κάθε ευκαιρία που δίνεται για να ανατρέψουν την κυβέρνηση. Από την ώρα, άρα, που διαπιστώνεται δυσαρμονία ανάμεσα στη λαϊκή θέληση και στην κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, υπάρχει ένας δρόμος έντιμος και βαθιά δημοκρατικός, ο οποίος πρέπει να ανοίξει άμεσα για το καλό του τόπου: η προσφυγή στις κάλπες. Και αυτή η λύση είναι μια από τις θεμελιώδεις αρετές της κουρελιασμένης δημοκρατίας μας.