Του Κυριάκου Χάλαρη
Θεωρώντας ότι ένα καθεστώς πολιτικής «ευρωδιακυβέρνησης» μπορεί να αποτρέψει τη διολίσθηση προς την οικονομική ύφεση και προκειμένου να ανταγωνιστούν τον αμερικανικό καπιταλισμό, οι μεγάλες δυνάμεις της ΕΕ προσπάθησαν το προηγούμενο διάστημα να συμφωνήσουν πάνω στο Ευρωσύνταγμα. Σκοπός του Ευρωσυντάγματος είναι από τη μια η συνολική αναθεώρηση της δομής της ΕΕ που γίνεται όλο και περισσότερο αντιδημοκρατική και γραφειοκρατική και από την άλλη ο συντονισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο της επίθεσης ενάντια στις κατακτήσεις και τα δικαιώματα των εργαζομένων και της νεολαίας.
Το ευρωσύνταγμα με λίγα λόγια προβλέπει την ενιαιοποίηση της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ μέσα από την απόλυτη ανεξαρτησία και κυριαρχία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της ευρωπαϊκής πολιτικής στα ζητήματα της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής. Όλα αυτά πρακτικά σημαίνουν την περαιτέρω εφαρμογή μέτρων που προωθούν ελαστικές μορφές απασχόλησης, χτύπημα των συντάξεων μέσα από νέους αντί-ασφαλιστικούς νόμους, ξεπούλημα του δημόσιου τομέα και μεγαλύτερα μέτρα «ασφάλειας» που θα περιλαμβάνουν περισσότερη αστυνόμευση, παρακολούθηση και μεταναστευτικό έλεγχο. Επίσης προβλέπεται η δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού στρατού που θα κινείται στη λογική των προληπτικών επεμβάσεων ενάντια στην «τρομοκρατία».
Η εφαρμογή όλων αυτών των πολιτικών μέσα από ένα ευρωσύνταγμα που θα έχει ισχύ μεγαλύτερη από ότι τα εθνικά συντάγματα στοχεύει στο να εξαναγκάσει τους εργαζόμενους κάθε χώρας να τις αποδεχθούν χωρίς αντίδραση.
Όσον αφορά τη δομή της ΕΕ, το ευρωσύνταγμα προβλέπει κατάργηση του βέτο, αναβάθμιση του ρόλου των μεγαλύτερων κρατών (Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία) στις αποφάσεις μέσα από τη δημιουργία σκληρού πυρήνα και μεγαλύτερη εξουσία στα ευρωπαϊκά όργανα σε σχέση με την εθνική νομοθεσία. Αυτό πρακτικά σημαίνει θεσμοθέτηση νέων οργάνων ακόμα πιο ανεξέλεγκτων και ανεξάρτητων από τους εργαζόμενους και την κοινωνία.
Βέβαια, οι περσινές συγκρούσεις κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Ιράκ μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών που συμμετείχαν στον πόλεμο και αυτών που δεν συμμετείχαν φανέρωσαν τις μεγάλες ενδοευρωπαϊκές αντιθέσεις και οδήγησαν σε αδιέξοδο τις συζητήσεις για το ευρωσύνταγμα. Η ανάγκη όμως των ευρωπαίων καπιταλιστών να ανταγωνιστούν τις αμερικάνικές επιχειρήσεις και να συντονίσουν την επίθεσή τους στους εργαζόμενους και τους νεολαίους της Ευρώπης τους κάνει να επανέρχονται.
Απέναντί τους, αυτό που χρειάζεται είναι ο αγώνας των εργαζομένων για την ανάδειξη μια εναλλακτικής πρότασης απέναντι στην ΕΕ του κεφαλαίου και των πολυεθνικών. Η αρχή για την ανάδειξη μιας τέτοιας πρότασης είναι οι σημερινές μάχες των εργαζομένων στη Γερμανία και σε όλη την Ευρώπη ενάντια στις πολιτικές λιτότητας των κυβερνήσεών τους. Ωστόσο είναι η δημιουργία νέων εργατικών κομμάτων και οργανώσεων που θα αναδείξει την ανάγκη για μια δημοκρατική, σοσιαλιστική Ευρώπη.