1. Από την συνάντηση της Διεθνούς Συντονιστικής Επιτροπής της CWI, το Δεκέμβρη του 2009, οι εξελίξεις στην παγκόσμια κατάσταση και οικονομία έχουν επιβεβαιώσει τη γενική ανάλυση της CWI. Επιπλέον υλικό έχει παραχθεί το οποίο καλύπτει την κατάσταση στην παγκόσμια οικονομία και δεν είναι απαραίτητο να επαναλάβουμε όλα αυτά σε λεπτομέρεια σε αυτή την σύντομη απόφαση. Οι εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική κατάσταση αποτελούν το υπόβαθρο της κρίσης που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές άρχουσες τάξεις με κύριο χαρακτηριστικό την ισχυρότερη κρίση που έχει μέχρι σήμερα χτυπήσει την ευρωζώνη από την εποχή που δημιουργήθηκε το ευρώ. Την τελευταία περίοδο η παγκόσμια οικονομία περνά μια φάση περιορισμένης «ανάκαμψης» η οποία παραμένει εξαιρετικά αδύναμη και εύθραυστη. Τα τεράστια πακέτα ρευστότητας με τα οποία τροφοδοτήθηκε η διεθνής οικονομία, και ιδιαίτερα η αμερικανική, η κινέζικη και οι ευρωπαϊκές οικονομίες, έπαιξαν ρόλο στο να αποφευχθεί η πλήρης κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας και να οδηγηθεί σε μια κρίση αντίστοιχη μ’ αυτή του 1929-31. Όμως αυτές οι ενέσεις ρευστότητας είχαν περιορισμένο αντίκτυπο και δεν έχουν προσφέρει καμία λύση και καμία διέξοδο στην γενική κρίση η οποία επικρατεί.
2. Η «ανάκαμψη» αυτή δεν έχει φέρει κανένα σημαντικό αποτέλεσμα σε ότι αφορά την «πραγματική οικονομία», αντίθετα η τάση που αναπτύσσεται είναι να οδηγήσει σε μία «διπλή βουτιά» για την παγκόσμια οικονομία. Τα πρόσφατα στοιχεία στα οποία αναφέρονται οικονομολόγοι και αναλυτές μιλούν για μια αύξηση του ΑΕΠ στις ΗΠΑ και την Ευρώπη που όμως δεν αντιπροσωπεύει πραγματική ανάπτυξη της παραγωγικής δυνατότητας και είναι πολύ κάτω από τα επίπεδα της παραγωγής τα οποία είχαν σημειωθεί την περίοδο πριν από το ξεκίνημα της κρίσης. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου προβλέπει ότι το παγκόσμιο εμπόριο φέτος θα αναπτυχθεί κατά 9,5%. Ακόμη όμως και αν αυτό αποδειχθεί πραγματικό, δεν αντισταθμίζει την πτώση κατά 12,2% στο παγκόσμιο εμπόριο στην διάρκεια του 2009. Οι οικονομικές «επιτυχίες» που ακολούθησαν τις ενέσεις ρευστότητας στηρίχτηκαν σε προγράμματα τύπου «επιδοτήσεις για την απόσυρση αυτοκινήτων» ή, για παράδειγμα στη Βρετανία, στη μείωση του ΦΠΑ. Αυτά αποτελούν μέτρα προσωρινού χαρακτήρα, «μια κι έξω», και δεν αντιπροσωπεύουν επιστροφή σε πραγματική οικονομική ανάπτυξη. Οι επενδύσεις εξακολουθούν είτε να είναι στάσιμες είτε να υποχωρούν. Τον Φεβρουάριο στην Ευρωζώνη, τα επίσημα ποσοστά της ανεργίας ήταν στο 10%. Το μεγαλύτερο μέρος της «ανάπτυξης» σε αυτή τη φάση στηρίζεται στην αναπλήρωση αποθεμάτων με την δημιουργία νέων «φούσκων» οι οποίες είναι αποτέλεσμα των πακέτων ρευστότητας που παρείχε το κράτος στο σύστημα και ιδιαίτερα στο χρηματοπιστωτικό τομέα. Η Κίνα και η Γερμανία πέτυχαν την τελευταία αυτή περίοδο μια ώθηση στις εξαγωγές τους όμως το καθοριστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο παγκόσμιος καπιταλισμός είναι η «ανεπάρκεια της ζήτησης» και η ανυπαρξία νέων αγορών. Στην περίπτωση της Γερμανίας η αύξηση των εξαγωγών επιτεύχθηκε σε βάρος των ανταγωνιστών της, χωρίς καμία νέα ανάπτυξη στην εσωτερική της αγορά. Τώρα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) έχει αναθεωρήσει προς τα κάτω τις προβλέψεις του για την οικονομία της Γερμανίας για το 2010, από 1,5% στο 1,2%, παρουσιάζοντας την αδύναμη κατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα και του παγκόσμιου εμπορίου σαν τις βασικές αιτίες.
3. Τα λίγα «φωτεινά σημεία» του καπιταλισμού όπως είναι η Κίνα και η Βραζιλία και σε μικρότερο βαθμό η Ινδία, εξακολουθούν να κινδυνεύουν από την κρίση – να χτυπηθούν δηλαδή από αυτή με κάποια καθυστέρηση – και να βυθιστούν σε ύφεση. Η Κίνα η ποία είναι αντιμέτωπη με μία «φούσκα ακινήτων» μπορεί να δει μια σοβαρή συρρίκνωση της οικονομίας της η οποία και να προκαλέσει κοινωνική έκρηξη – κάτι το οποίο το καθεστώς προσπαθεί απεγνωσμένα να αποφύγει. Ακόμα κι όταν η παγκόσμια οικονομία μπορέσει να επιστρέψει σε μία περίοδο θετικών ρυθμών ανάπτυξης, πράγμα το οποίο είναι αναπόφευκτό σε κάποιο σημείο, είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε ότι κάτι τέτοιο δεν θα είναι αρκετό για να δώσει λύση στα εφιαλτικά κοινωνικά προβλήματα και στερήσεις που δημιούργησε για τις μάζες του πλανήτη η κρίση, καθώς και τις πολιτικές συνέπειες που απορρέουν από αυτή.
4. Επομένως η κατάσταση που επικρατεί σήμερα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σαν «ανάκαμψη» με την πραγματική έννοια του όρου – ιδιαίτερα καθώς η ανεργία συνεχίζει να αυξάνεται ή να παραμένει μαζική ακόμα κι εκεί όπου υπάρχουν θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης και καθώς οι άρχουσες τάξεις διεθνώς κοιτάνε πώς θα μειώσουν παραπέρα το βιοτικό επίπεδο, τους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας των λαϊκών στρωμάτων. Τα τελευταία 30 περίπου χρόνια του καπιταλισμού χαρακτηρίζονται, στην πραγματικότητα, από μια υποβόσκουσα βαθιά κρίση, όπως έχουμε εξηγήσει στις προηγούμενες αποφάσεις και αναλύσεις της CWI. Αυτή δεν μπορούσε να γίνει πλήρως αντιληπτή λόγω των καταναλωτικών δανείων και των κερδοσκοπικών φουσκών οι οποίες είχαν δημιουργηθεί σε όλη την προηγούμενη περίοδο. Αυτές οι φούσκες έχουν πια σκάσει.
5. Κάθε κρίση του καπιταλισμού εμπεριέχει κάποια στοιχεία ανάκαμψης και ανάπτυξης τα οποία όμως μετά από κάποιο χρονικό διάστημα θα παραχωρήσουν την θέση τους σε μια νέα κρίση, ύφεση ή στασιμότητα. Αυτό που έχουμε δει είναι μια σειρά από κρίσεις, μια αλυσιδωτή κρίση, κι αυτό είναι μια διαδικασία που παραμένει σε εξέλιξη. Η εμφάνιση της κρίσης πριν από 3 χρόνια αποτελούσε ένα τεράστιο ιδεολογικό πλήγμα για τον καπιταλισμό. Αυτό υποχρέωσε τις άρχουσες τάξεις να απαντήσουν με επείγοντα μέτρα, «κρατικοκαπιταλιστικού» χαρακτήρα, με το κράτος να υποχρεώνεται να παρέμβει στην «ελεύθερη αγορά» για να την στηρίξει και, στην ουσία, να την σώσει. Αυτό είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από τις «ισορροπίες» που προέκυψαν μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο και την ανάπτυξη της «μεικτής οικονομίας» που ακολούθησε. Αυτό σήμαινε, τότε, ότι η άρχουσα τάξη είχε υποχρεωθεί να αποδεχτεί, για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο, το κράτος να αναλάβει ένα σημαντικό μέρος της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής και να έχει σημαντική παρέμβαση στην οικονομία, η οποία συνοδεύτηκε από την εισαγωγή σημαντικών και ριζοσπαστικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. Σήμερα, σε αντίθεση με τότε, η παρέμβαση του κράτους και οι εθνικοποιήσεις έχουν χαρακτήρα προσωρινό -αποτελούν άμεσες δράσεις για την αποφυγή άμεσης της κατάρρευσης μεγάλων επιχειρηματικών κολοσσών- και ακολουθούνται σύντομα στη συνέχεια από τη δρομολόγηση νέων ιδιωτικοποιήσεων σε συνδυασμό με σκληρές αντιμεταρρυθμίσεις και επιθέσεις ενάντια στο βιοτικό επίπεδο.
Η κρίση της Ευρωζώνης
6. Το πιο σημαντικό στοιχείο στην εξέλιξη της κρίσης στην Ευρώπη, το 2010, είναι μέχρι αυτή τη στιγμή, το «δράμα» το οποίο ξέσπασε σαν αποτέλεσμα του προβλήματος του ελληνικού χρέους. Αυτό το θέμα απέκτησε διεθνείς προεκτάσεις και πυροδότησε μια μεγάλη κρίση στο εσωτερικό της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Η κρίση έχει βγάλει στην επιφάνεια, με οξύ τρόπο, τους εθνικούς ανταγωνισμούς ανάμεσα στη Γερμανία και την Ελλάδα, αλλά και τη Γαλλία και άλλες δυνάμεις της ΕΕ.
7. Αυτό αποκάλυψε την σχετική αδυναμία του ευρώ και έθεσε το ζήτημα της μελλοντικής του επιβίωσης. Η αβεβαιότητα που αυτό έχει προκαλέσει αποτελεί ένα σημαντικό πλήγμα για τις άρχουσες τάξεις της Ευρώπης. Η Γερμανία, υπερασπιζόμενη τα δικά της εθνικά συμφέροντα, βασικά, απλά αρνήθηκε να «σώσει» την Ελλάδα αφήνοντας την στο έλεος των «αγορών». Η «σκληρή γραμμή» που υιοθέτησε η Μέρκελ αντανακλά τον φόβο του γερμανικού ιμπεριαλισμού ότι αν παρέμβαινε οικονομικά για να «σώσει» την Ελλάδα θα δημιουργούσε ένα προηγούμενο που θα την υποχρέωνε στο μέλλον να παρέμβει με ανάλογο τρόπο για να σώσει κι άλλες οικονομίες, καθώς η κρίση «κατευθύνεται» στην Ισπανία, την Πορτογαλία και άλλες χώρες. Επιδεικνύοντας μια νέα γερμανική επιθετικότητα η Μέρκελ απείλησε ότι χώρες οι οποίες μπαίνουν σε κρίση μπορεί να εκδιωχθούν από την ευρωζώνη. Αυτό, από μόνο του, δείχνει το βάθος της κρίσης με την οποία οι ευρωπαϊκές άρχουσες τάξεις είναι αντιμέτωπες. Από την άλλη, το να αφήσουν απλά την Ελλάδα να οδηγηθεί σε χρεοκοπία, θα προκαλούσε όχι μόνο μια μεγάλη πολιτική κρίση αλλά, επίσης, ακόμη μία χρηματοπιστωτική καταιγίδα.
8. Η αντίδραση των υπόλοιπων ευρωπαϊκών δυνάμεων και ιδιαίτερα της Γαλλίας, και οι συγκρούσεις που αναπτύχθηκαν μεταξύ τους μετέτρεψαν την κρίση της Ελλάδας σε μια ευρωπαϊκή κρίση. Ασκήθηκε τεράστια πίεση στη Γερμανία για να υποχρεωθεί να αλλάξει θέση. Η απόφαση να συμπεριλάβουν το ΔΝΤ στο δανεισμό της Ελλάδας αποτελεί πλήγμα για το κύρος των άρχουσων τάξεων στις χώρες της ευρωζώνης και για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Μια από τις αρχικές επιδιώξεις της δημιουργίας του ευρώ και της ΕΚΤ ήταν ακριβώς η δημιουργία ενός αντίβαρου στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και το ΔΝΤ. Όμως οι πρόσφατες εξελίξεις αποκαλύπτουν έναν «άλλο κόσμο», από τις αλκυονίδες μέρες και τους διθυράμβους του ευρωπαϊκού καπιταλισμού όταν είχε δημιουργηθεί το ευρώ και οι μεγάλες προσδοκίες για οικονομική ανάπτυξη, για ένα σκληρό ευρώ και για μία ομαλή πορεία προς μια όλο και μεγαλύτερη ευρωπαϊκή σύγκληση. Κάποιοι υποστήριζαν τότε ότι αυτή η διαδικασία θα κατέληγε στο ξεπέρασμα των εθνικών ανταγωνισμών στην Ευρώπη και στην κατάργηση των εθνικών κρατών μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
9. Η CWI διαφώνησε από την αρχή και έντονα με τέτοιου είδους αυταπάτες! Είχαμε προειδοποιήσει ότι η αναπόφευκτη προοπτική σε κάποιο στάδιο ήταν η κρίση και η ένταση των εθνικών ανταγωνισμών – κι αυτό βλέπουμε σήμερα. Αποκαλύπτονται έτσι τα όρια στην πραγματική ευρωπαϊκή σύγκληση και ενοποίηση και την αδυναμία του ξεπεράσματος των ορίων του εθνικού κράτους και των εθνικών συμφερόντων της άρχουσας τάξης σε κάθε μια χώρα. Ο βαθμός της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε καπιταλιστική βάση έχει, στην περίοδο που διανύουμε, φτάσει κατά πάσα πιθανότητα στα όρια του, με την διαδικασία αυτή να βρίσκεται σε τέλμα ή και σε οπισθοχώρηση.
10. Η κρίση του Ευρώ δεν σημαίνει ότι οι άρχουσες τάξεις απλά θα το εγκαταλείψουν. Το πιο πιθανό, στις νέες κρίσεις που είναι αναπόφευκτες, είναι ότι μια σειρά χώρες δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις (τον στενό κορσέ) που το ευρώ επιβάλλει στις εθνικές κυβερνήσεις. Ο βαθμός των εθνικών ανταγωνισμών, που προκάλεσε η επιμονή της Γερμανίας να εστιάζει στενά στα δικά της συμφέροντα, αντανακλάστηκε σε αναφορές που έγιναν δημόσια, σε σχέση με τον ρόλο του γερμανικού ιμπεριαλισμού στην κατοχή της Ελλάδας στην διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Μια τέτοια αναφορά φαίνεται ότι έκανε ακόμα και ο Σαρκοζί σύμφωνα με την Λε Μοντ ο οποίος ανέφερε σε φίλο του ότι «αυτοί δεν έχουν αλλάξει» (για τους γερμανούς ιμπεριαλιστές). Αυτή η σύγκρουση ανάμεσα στα γαλλικά και τα γερμανικά συμφέροντα αποτελεί μια καινούρια εξέλιξη σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο όπου Γαλλία και Γερμανία λειτουργούσαν σαν σύμμαχοι τουλάχιστον μέσα στα πλαίσια της ΕΕ. Την ίδια στιγμή αφήνει τον γαλλικό ιμπεριαλισμό σε μια πολύ αβέβαιη, επισφαλή κατάσταση. Η Γαλλία θα ήθελε να αποφύγει το να αναγκαστεί να στραφεί σε συμμαχία με την Βρετανία ή με τις ΗΠΑ. Από την άλλη όμως ο γερμανικός καπιταλισμός κατάφερε να εκμεταλλευτεί τις σταθερές ισοτιμίες που επιβάλλει το ευρώ για το δικό του όφελος ? σε βάρος δηλαδή και της Γαλλίας. Ο γερμανικός ιμπεριαλισμός είχε καταφέρει να υποχρεώσει μια απρόθυμη Γαλλία να αποδεχτεί τις δικές του θέσεις και όρους. Η Γερμανία, παρά την άνοδο των εξαγωγών της σε βάρος των υπολοίπων, παραμένει η κινητήρια δύναμη της ευρωπαϊκής οικονομικής ανάπτυξης. Αντιμέτωπη όμως με αυτή την κρίση προσπαθεί να επιβάλει «δελτίο» σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, απαιτώντας από τις ιδιαίτερα αδύναμες οικονομίες της ΕΕ την επιβολή δραστικών προγραμμάτων λιτότητας.
11. Μια προκλητική εθνικιστική εκστρατεία αναπτύχθηκε από την γερμανική άρχουσα τάξη ενάντια στον ελληνικό λαό. Την ίδια στιγμή, τμήματα της ελληνικής άρχουσας τάξης επίσης επιδιώκουν να αναθερμάνουν τα εθνικιστικά αισθήματα στην Ελλάδα. Αυτό αποδείχνει, όπως εδώ και χρόνια εξηγεί η CWI, ότι στην εξέλιξη μιας οικονομικής κρίσης αναπτύσσεται η τάση της στροφής των αστικών τάξεων στον εθνικισμό. Είναι πολύ σημαντικό να απαντήσουμε επιθετικά στον εθνικισμό όπου ενισχύεται και να παλέψουμε για τις ιδέες της εργατικής, ταξικής ενότητας. Τα ευρωπαϊκά μας τμήματα αναλαμβάνουν να συμβάλουν στην ανάπτυξη εκστρατειών για την ενίσχυση της ιδέας των κοινών ταξικών αγώνων των εργαζομένων σε πανευρωπαϊκή βάση ενάντια στις επιθέσεις του κεφαλαίου. Παρότι σε αυτή τη φάση είναι πρόωρο να προτάξουμε το σύνθημα για μια πανευρωπαϊκή 24ωρη απεργία, η ιδέα μιας πανευρωπαϊκής διαμαρτυρίας σε συγκεκριμένη ημερομηνία, ενάντια στις περικοπές και τις επιθέσεις στο βιοτικό επίπεδο, είναι κάτι που πρέπει να αρχίσουμε να ζυμώνουμε ενεργητικά.
12. Η κρίση είχε επίσης καταστροφικές συνέπειες για την κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Οι μεγάλες προσδοκίες που δημιούργησαν οι καπιταλιστές στο όνομα της καπιταλιστικής παλινόρθωσης κάθε άλλο παρά πραγματοποιήθηκαν για τα λαϊκά στρώματα. Η καταστροφική διάλυση οικονομιών όπως της Λιθουανίας, της Λετονίας και της Εσθονίας είναι αντίστοιχη με την μεγάλη κρίση της δεκαετίας του 30. Η Ουγγαρία δεν τα καταφέρνει και πολύ καλύτερα. Εξαίρεση φαίνεται να αποτελεί η Πολωνία αλλά αυτό είναι περισσότερο επιφανειακό. Η συσσώρευση ενός αυξανόμενου δημόσιου χρέους που θα κινηθεί στα επίπεδα του 55-60% στην διάρκεια του επόμενου χρόνου θα έχει σαν αναπόφευκτο αποτέλεσμα περικοπές και επιθέσεις ενάντια στα λαϊκά στρώματα. Σ’ αυτή την εικόνα πρέπει να συνυπολογίσουμε την καταστροφή η οποία βρίσκεται υπό εξέλιξη στη Ρωσία. Η ανεργία σήμερα έχει πιθανά ξεπεράσει ακόμη και αυτήν του 1994 όταν η παραγωγή κατάρρευσε εντελώς σαν αποτέλεσμα της διάλυσης της ΕΣΣΔ. Σημαντικές ρωγμές εμφανίζονται στο εσωτερικό του καθεστώτος και η προοπτική κοινωνικής έκρηξης σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα καθόλου δεν μπορεί να αποκλειστεί.
13. Η εμφάνιση των εθνικών ανταγωνισμών στο εσωτερικό της Ευρώπης καθώς ξεδιπλώνεται η κρίση, είναι πολύ πιθανό να συνδυαστεί με την επανεμφάνιση του εθνικού ζητήματος και εθνικών διαφορών στο εσωτερικό χωρών όπως η Ισπανία και το Βέλγιο. Στην Βόρεια Ιρλανδία η αδυναμία του να βρεθεί λύση στο εθνικό πρόβλημα, μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, αντανακλάται σε μια σειρά σεχταριστικές επιθέσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες παρά τη συνέχιση της «ειρηνευτικής διαδικασίας» σε επίπεδο κορυφών. Καθώς η κρίση έχει χτυπήσει την Ισπανία πολύ σκληρά ένα μεγάλο κύμα εργατικών αγώνων αναπτύχθηκε με γρήγορο τρόπο, όμως την ίδια στιγμή εντάθηκαν και τα τοπικιστικά ή εθνικά αισθήματα, ιδιαίτερα στην χώρα των Βάσκων, την Καταλονία και αλλού. Η διαχείριση του 40% των κρατικών δαπανών της Ισπανίας περνά από τα χέρια των τοπικών διοικήσεων στις διάφορες περιφέρειες και επαρχίες. Αυτό μπορεί να αποτελέσει κεντρικό σημείο σύγκρουσης με την κεντρική κυβέρνηση μελλοντικά. Η CWI παλεύει για μια σοσιαλιστική ομοσπονδία και για μια ενωμένη εργατική τάξη για το σύνολο της ισπανικής επικράτειας, την ίδια στιγμή όμως υπερασπίζεται τα δικαιώματα των διαφορετικών περιφερειών και εθνοτήτων της Ισπανίας.
Δυσφημώντας τους Έλληνες εργαζόμενους – pigs (γουρούνια) και stupiid (βλάκες)
14. Η απειλή χρεοκοπίας της Ελλάδας φέρνει με μία έννοια κάποια στοιχεία της Λατινικής Αμερικής της δεκαετίας του ’80 στην Ευρώπη – συμπεριλαμβανομένων των αιτημάτων που θέτει το ελληνικό τμήμα της CWI για άρνηση της πληρωμής του χρέους! Όσο σημαντική και μεγάλη κι αν είναι η ελληνική κρίση σήμερα, από μόνη της, στην πραγματικότητα είναι ένα στάδιο πριν την επέκταση της κρίσης στην Πορτογαλία και ιδιαίτερα την Ισπανία, όπου μπορεί να λάβει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις. Με την ανεργία στην Ισπανία ήδη στο 20% – και 40% στο χώρο της νεολαίας – πρέπει να αναμένονται κοινωνικές εκρήξεις ανάλογες αυτών που έχουμε δει πρόσφατα στην Ελλάδα. Το βάθος και ο αντίκτυπος της κρίσης, διεθνώς και στην Ευρώπη, δεν μπορεί βέβαια να είναι ο ίδιος για όλες τις χώρες. Γενικά, μια βαθιά κρίση με τα χαρακτηριστικά της κρίσης της δεκ. του ’30, έχει αποφευχθεί, μέχρι αυτή τη στιγμή. Όμως για την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και βέβαια την Ελλάδα οι συνέπειες είναι πραγματικά καταστροφικές και εδώ, η κρίση εμφανίζει στοιχεία συγκρίσιμα με αυτή της δεκαετίας του 30. Στη Ιρλανδία η οικονομία συνεχίζει να συρρικνώνεται. Αυτές οι χώρες κάτω από το υποτιμητικό ακρωνύμιο «pigs» («γουρούνια», από τα αρχικά των Portugal, Ireland, Greece, Spain) διευρύνονται σήμερα στο stupiids (υποδεικνύει το stupids – «βλάκες», από τα αρχικά των Ισπανία (Spain), Τουρκία (Turkey), Βρετανία (UK), Πορτογαλία (Portugal), Ιρλανδία (Ireland), Ισλανδία (Iceland) και Ντουμπάϊ (Dubai)!
Οι κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις
15. Για την CWI και τα τμήματα της το καθοριστικό ζήτημα είναι οι κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες αυτής της κρίσης και ο τρόπος που επιδρούν στην ταξική πάλη. Τα ζητήματα των προοπτικών και των καθηκόντων είναι σήμερα αλληλένδετα όσο ποτέ. Οι επιπτώσεις της κρίσης στην ταξική πάλη, γενικά, δεν έχουν αποκαλυφθεί ακόμα στην πλήρη τους διάσταση. Παρόλα αυτά σημαντικοί αγώνες του εργατικού κινήματος έχουν ήδη ξεσπάσει σε μια σειρά χώρες – ιδιαίτερα στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Σε άλλες χώρες οι αγώνες της εργατικής τάξης θα ήταν πιο έντονοι και σκληροί αλλά τους εμπόδισε η δειλία και ο προδοτικός ρόλος των συνδικαλιστικών ηγετών, που γενικά λειτούργησαν πυροσβεστικά αντανακλώντας τα συμφέροντα των εργοδοτών αντί να παλέψουν για να υπερασπιστούν τα συμφέροντα των εργαζομένων. Σε αυτό θα πρέπει να προσθέσουμε και το κρίσιμο ζήτημα, προς το παρόν, του περιορισμένου επιπέδου «πολιτικής συνείδησης» της εργατικής τάξης, κληροδοτημένο από την προηγούμενη δεκαετία, σε συνδυασμό με την απουσία μαζικών, μαχητικών, εναλλακτικών, σοσιαλιστικών προτάσεων (πολιτικών φορέων). Η αποτυχία, ή άρνηση, των επίσημων ηγεσιών του εργατικού κινήματος να προσφέρουν μια σοσιαλιστική εναλλακτική λειτουργεί σαν φρένο στην ανάπτυξη της πολιτικής συνείδησης των εργαζομένων και της νεολαίας. Αυτές οι «αδυναμίες» σημαίνουν ότι η κρίση θα έχει ένα αντιφατικό, σύνθετο, παρατεταμένο χαρακτήρα. Παρόλα αυτά όμως, μεγάλοι κοινωνικοί αγώνες έχουν ήδη αναπτυχθεί σε μια σειρά χώρες και θα αναπτυχθούν ακόμη περισσότεροι σε όλη την Ευρώπη. Τα κινήματα που έχουν μέχρι στιγμής αναπτυχθεί, δεν αποτελούν παρά προοίμιο του τι θα έρθει στο μέλλον. Μεγάλοι κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες θα αναπτυχθούν που θα επιτρέψουν στα ευρωπαϊκά τμήματα της CWI να μεταφέρουν τις σοσιαλιστικές επαναστατικές ιδέες τους σε πολύ μεγαλύτερα ακροατήρια και να ενισχύσουν τις δυνάμεις και την επιρροή τους με γρήγορα βήματα, παρεμβαίνοντας βέβαια με τα σωστά συνθήματα, σωστή τακτική και εξήγηση των σοσιαλιστικών ιδεών και προοπτικών. Αυτή η πορεία προφανώς δεν θα είναι ευθύγραμμη ή αυτόματη ή ομαλή. Οι ρυθμοί και η ένταση της ταξικής πάλης καθώς και του γενικού επιπέδου της πολιτικής συνείδησης, θα διαφέρουν από χώρα σε χώρα.
16. Πέρα από την οικονομική και κοινωνική κρίση έχουμε την κρίση στο περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή. Η απόφαση που πάρθηκε τον προηγούμενο Δεκέμβρη από την Διεθνή Συντονιστική Επιτροπή (IEC) της CWI, διατηρεί όλη την επικαιρότητα της στα θέματα του περιβάλλοντος. Αυτά τα θέματα, οφείλουν, σύμφωνα με τις ειλημμένες αποφάσεις μας, να αποτελούν διαρκή στοιχεία των οικονομικών και πολιτικών προοπτικών σε κάθε τμήμα μας. Το περιβάλλον εξελίσσεται σε ένα κεντρικό πρόβλημα όχι μόνο αντικειμενικά αλλά και στη συνείδηση των λαϊκών εργατικών στρωμάτων, μαζικά, καθώς οι συνέπειες του επηρεάζουν όλο και περισσότερο τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Αυτό ισχύει όχι μόνο για τις φτωχές χώρες του τρίτου κόσμου αλλά και για την Ευρώπη. Τα μαζικά κινήματα στην Ισπανία που αναπτύχθηκαν γύρω από το θέμα του νερού στην Ανδαλουσία, αποτελούν ένα τέτοιο παράδειγμα. Ένα τμήμα της αστικής τάξης έχει θέσει το ζήτημα των «πράσινων βιομηχανιών» σαν προοπτική και σαν απάντηση στην κρίση – είναι όμως εντελώς απίθανο, οι νέες αυτές βιομηχανίες να ανοίξουν τον δρόμο σε οποιουδήποτε είδους σοβαρή ανάπτυξη ή νέες αγορές στις οποίες η αστική τάξη να μπορέσει να διοχετεύσει τα εμπορεύματα της.
Εργατικοί αγώνες και συνδικάτα
17. Παρά την αντιφατικότητα που χαρακτηρίζει το επίπεδο της πολιτικής συνείδησης μεγάλων τμημάτων του εργατικού κινήματος και της νεολαίας το μεγαλύτερο λάθος θα ήταν να υποτιμήσει κανείς την έκταση της αγανάκτησης και της οργής που ήδη επικρατούν. Αυτές οι διαθέσεις δεν αντανακλούνται στην πραγματική τους διάσταση στο εσωτερικό του «επίσημου» συνδικαλιστικού κινήματος.
18. Έχουν ήδη υπάρξει πολύ σημαντικοί αγώνες των εργαζομένων σε πολλές χώρες σαν απάντηση στην κρίση και στις επιθέσεις ενάντια στο εργατικό κίνημα, αγώνες που είχαν κατά κύριο λόγο ένα αμυντικό χαρακτήρα. Το πρώτο μισό του 2009 είδαμε στην Ιρλανδία πολύ σημαντικές απεργίες και διαμαρτυρίες εργαζομένων. Οι απεργίες στον δημόσιο τομέα και οι τρεις μαζικές γενικές απεργίες στην Ελλάδα δείχνουν πως η εργατική τάξη οδηγείται στο δρόμο του αγώνα όταν αντιμετωπίζει τόσο σκληρές επιθέσεις. Οι απεργίες στο δημόσιο τομέα στην Πορτογαλία και το ενδεχόμενο μιας γενικής απεργίας (που συζητιέται πλατιά) δείχνουν την απελπιστική κατάσταση στην οποία οδηγούνται οι εργαζόμενοι. Οι μαζικές διαδηλώσεις στην Ισπανία και το γενικευμένο αίτημα μέσα στα εργατικά στρώματα για το κάλεσμα γενικής απεργίας προκαλούν έντονες ανησυχίες στην άρχουσα τάξη όχι μόνο στην Ισπανία αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στην Τουρκία, παρότι αυτή αυστηρά δεν ανήκει γεωγραφικά στην Ευρώπη όμως κοινωνικά και πολιτικά έχει στενή σχέση μ’ αυτή, η εκπληκτική απεργία των εργατών της ΤΕΚΕΛ αντανακλά, στην πραγματικότητα, μια καμπή στην κατάσταση.
19. Η Ισπανία με μια πολύ μεγαλύτερη οικονομία απ’ ότι η Ελλάδα και με πιο ισχυρή αριθμητικά εργατική τάξη από την ελληνική, μπορεί να βρεθεί στο κέντρο της κρίσης στην Ευρώπη την επόμενη περίοδο. Ο φόβος μπροστά σε μία τέτοια κοινωνική έκρηξη έχει υποχρεώσει την ισπανική κυβέρνηση να αποσύρει μερικές από τις προτάσεις για παράταση των ετών συνταξιοδότησης που είχαν προκαλέσει οργή μέσα στις εργατικές μάζες. Στην κορύφωση των αγώνων του ελληνικού κινήματος την προηγούμενη περίοδο εμφανίστηκαν στοιχεία που χαρακτηρίζουν μια προεπαναστατική κατάσταση (εξέγερση νεολαίας, Δεκέμβρης 2008). Η αποτυχία των ηγεσιών του εργατικού κινήματος να προσφέρουν οποιαδήποτε πολιτική εναλλακτική, σε συνδυασμό με τα «όρια» στο επίπεδο της πολιτικής συνείδησης και οργάνωσης από τα κάτω, ήταν οι βασικοί λόγοι που το κίνημα δεν μπόρεσε να προχωρήσει παραπέρα. Η πραγματικότητα είναι ότι οι μάζες είναι περισσότερο ριζοσπαστικές απ? ότι οι ηγεσίες τους και κατά κανόνα οι διαθέσεις τους βρίσκονται στα αριστερά των ηγεσιών τους. Κοινωνικές εκρήξεις που είδαμε στην Ελλάδα την προηγούμενη περίοδο μπορούν να εμφανιστούν σε μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες και να προχωρήσουν μάλιστα πιο μακριά από ότι το κίνημα στην Ελλάδα βρίσκεται σε αυτή τη φάση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις χώρες της νότιας Ευρώπης. Τα στοιχεία μιας προεπαναστατικής κατάστασης που είδαμε την προηγούμενη περίοδο στην Ελλάδα είναι κάτι που μπορεί να εμφανιστεί σε αυτή τη νέα εποχή που διανύουμε σε ένα αριθμό ευρωπαϊκών χωρών, στους επόμενους μήνες και χρόνια. Αυτή η περίοδος, όμως, θα είναι πιο περίπλοκη, γεμάτη αντιφατικά χαρακτηριστικά και παρατεταμένη σε διάρκεια, λόγω της ανυπαρξίας μαζικών πολιτικών οργανώσεων της εργατικής τάξης.
20. Στην Βρετανία σαν συνέχεια των περσινών μεγάλων εργατικών αγώνων στα διυλιστήρια του Lindsey, στα εργοστάσια της Linamar και της Vestas και τις απεργίες των εργαζομένων στα βρετανικά ταχυδρομεία, το 2010 έχει δώσει μία σειρά από απεργίες των εργαζομένων στις Βρετανικές Αερογραμμές, των εργαζομένων στο δημόσιο και στους σιδηρόδρομους, που δείχνουν ότι αναπτύσσεται μια νέα κατάσταση. Στη Γαλλία είδαμε το κάλεσμα γενικής απεργίας στις 23 Μάρτη. Στο Βέλγιο μία σειρά από απεργίες ξεκίνησαν από τα κάτω.
21. Αυτά τα κινήματα και πολλά άλλα, έλαβαν χώρα παρά τον ρόλο των ηγεσιών του συνδικαλιστικού κινήματος οι οποίες, τρομοκρατημένες από την κρίση, κοιτάζουν μόνο πώς να παίξουν το ρόλο των «διαιτητών» αντί των υπερασπιστών της εργατικής τάξης. Στην Γαλλία, την Ιταλία, την Ιρλανδία, την Ισπανία και τη Σουηδία, αντί να παλέψουν ενάντια στις κυβερνήσεις, αγωνιούν για το πώς να καταφέρουν να επανεγκαταστήσουν «τον κοινωνικό διάλογο» και το «κοινωνικό συμβόλαιο» αποφεύγοντας επίμονα να καλέσουν οποιουδήποτε είδους γενικές κινητοποιήσεις. Έχουν τοποθετηθεί δημόσια υπέρ των περικοπών στους μισθούς σαν απάντηση στην άνοδο της ανεργίας, και επιδιώκουν να λειτουργήσουν σαν «διαιτητές» ανάμεσα στους εργοδότες και τις κυβερνήσεις τους από την μια και την εργατική τάξη από την άλλη. Όταν αυτές οι ηγεσίες καλούν εργατικούς αγώνες, ένα μεγάλο τμήμα των εργαζομένων πια αντιλαμβάνονται πως πρόκειται για μια διαδικασία «εκτόνωσης» αντί για ένα σοβαρό αγώνα με στόχο την ανατροπή των πολιτικών που εφαρμόζονται. Η γενική διάθεση για αγώνες που υπάρχει αποκαλύπτεται από παραδείγματα όπως στην Ιρλανδία όπου το 83% των εργαζομένων στο συνδικάτο των δημοσίων υπαλλήλων (CPSU) ψήφισε υπέρ της ανάληψης απεργιακής δράσης, ενώ τα ίδια εξαιρετικά υψηλά ποσοστά δόθηκαν υπέρ της απεργιακής κινητοποίησης από τους εργαζόμενους της British Αirways.
Η γενική απεργία
22. Στην Ιταλία, παρά το αυξανόμενο κύμα δυσαρέσκειας προς τον Μπερλουσκόνι, που είχε για μια ακόμη φορά αντανακλαστεί σε πολύ μεγάλες πορείες στη Ρώμη και το Μιλάνο, η βασική συνδικαλιστική ομοσπονδία, SGIL, δεν ήταν διατεθειμένη να καλέσει παρά μόνο μία τετράωρη στάση εργασίας. Όπως έχουμε ήδη γράψει και σε άλλα κείμενά μας το ζήτημα της γενικής απεργίας τίθεται εξ αντικειμένου απ’ άκρη σε άκρη στην Ευρώπη. Όλα τα τμήματα μας αναφέρονται σ’ αυτό το θέμα στη γενική μας προπαγάνδα και όπου κρίνεται σωστό χρειάζεται να το προβάλλουμε σαν ένα από τα κεντρικά αιτήματα μας. Σε χώρες όπως η Ελλάδα όπου μία σειρά γενικών απεργιών ήδη έχουν καλεστεί αλλά από τις οποίες λείπει ένα καθαρό πρόγραμμα δράσης και μια καθαρή εναλλακτική πολιτική πρόταση, ασφαλώς προχωρούμε παραπέρα καλώντας για περισσότερες κινητοποιήσεις, όπως νέες 24ωρες και 48ωρες γενικές απεργίες, συμπληρώνοντας πως στο βαθμό που αυτές δεν υποχρεώσουν την κυβέρνηση σε υποχώρηση χρειάζεται ακόμα πιο σοβαρή και σε διάρκεια απεργιακή δράση η οποία περιλαμβάνει επαναλαμβανόμενες γενικές απεργίες, ακόμα και το αίτημα, σε κάποια φάση, της γενικής απεργίας διαρκείας.
23. Το ζήτημα της γενικής απεργίας αποτελεί ένα σημαντικό θέμα με το οποίο είναι αντιμέτωπη η εργατική τάξη αλλά και οι οργανώσεις της CWI στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και το αίτημα της γενικής απεργίας αποτελεί τμήμα του προγράμματος μας. Ανάλογα με την περίοδο και τις συγκεκριμένες συνθήκες θα κρίνουμε πότε είναι κατάλληλο να το προβάλουμε σαν ένα από τα κεντρικά συνθήματα μας. Σήμερα όμως αυτό το θέμα είναι πιο περίπλοκο από ότι στο παρελθόν, λόγω του ρόλου των συνδικαλιστικών ηγεσιών και του πιο «περιορισμένου επιπέδου» πολιτικής συνείδησης του εργατικού κινήματος. Οι γενικές απεργίες, ή οι μερικές γενικές απεργίες (στάσεις εργασίας) που έχουν λάβει χώρα στην πρόσφατη περίοδο έχουν τα χαρακτηριστικά μίας δράσης διαμαρτυρίας – θυμίζουν τα χαρακτηριστικά των γενικών απεργιών που καλούνταν σε μία σειρά χωρών της Ευρώπης την περίοδο πριν από τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μία γενική απεργία διαρκείας, όμως, αναπόφευκτα θα έθετε το ζήτημα της εξουσίας. Όμως σε αυτή τη φάση το γενικό επίπεδο της «πολιτικής συνείδησης» της εργατικής τάξης υστερεί απέναντι σε τέτοιου είδους και τέτοιου μεγέθους καθήκοντα. Είμαστε σε μια φάση που αυτό που μπορούμε να προτείνουμε είναι η κλιμάκωση των αγώνων, όπου είναι δυνατό με 24ωρες ή 48ωρες γενικές απεργίες σε συνδυασμό με το χτίσιμο συντονιστικών επιτροπών ή επιτροπών αγώνα στη βάση του κινήματος. Αυτό κάνει ήδη το ελληνικό τμήμα της CWI θέτοντας ταυτόχρονα το αίτημα μιας κυβέρνησης της αριστεράς στην βάση ενός σοσιαλιστικού προγράμματος, που αποτελεί μία εκλαϊκευμένη έκφραση της πρότασης μας για την αναγκαιότητα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, την εργατική εξουσία και εργατική δημοκρατία.
24. Οι συγκεκριμένες, ειδικές προτάσεις που κάνουμε όταν παρεμβαίνουμε σε εργατικούς αγώνες – για το πώς να οργανωθούν καλύτερα και τι είδους δράσεις απαιτούνται- είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα σε αυτή την περίοδο, λόγω της έλλειψης, σε μεγάλο βαθμό, αγωνιστικών εμπειριών από τη νέα γενιά των εργαζομένων. Ο κατάλληλος χρόνος για την προβολή των σωστών προτάσεων δράσης και μαχητικών πρωτοβουλιών, αποτελεί ένα επίσης σημαντικό στοιχείο που θα βοηθήσει το εργατικό κίνημα να προχωρήσει μπροστά και να ξεχωρίσει τις προτάσεις των τμημάτων της CWI από αυτές των σεχταριστικών ή οπορτουνιστικών ομάδων της αριστεράς.
25. Ένα άλλο πολύ σημαντικό ζήτημα είναι η διατήρηση της κατάλληλης ισορροπίας ανάμεσα στην παρέμβαση μας στο επίσημο συνδικαλιστικό κίνημα και τις δομές του από τη μια, και από την άλλη, τις πρωτοβουλίες μας για τη δημιουργία «ανεπίσημων» δομών, δημοκρατικά εκλεγμένων επιτροπών δράσης, έξω από τις δομές του επίσημου συνδικαλιστικού κινήματος. Αυτή η αναγκαιότητα έχει ενισχυθεί στη διάρκεια της παρούσας κρίσης. Γίνεται δε ιδιαίτερα σημαντικό στις συνθήκες της υποχώρησης του αριθμού του συνδικαλισμένων εργατών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, ιδιαίτερα μέσα στους νέους, και του ρόλου της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Ο αυξανόμενος αριθμός νέων εργατών οι οποίοι δουλεύουν για πολλά χρόνια σε θέσεις μερικής απασχόλησης χωρίς καμία μονιμότητα και σε πλήρη επισφάλεια είναι ένα από τα βασικά σημεία στα οποία πρέπει να κατευθύνουμε τις προσπάθειές μας στην επόμενη περίοδο.
26. Οι σημαντικοί εργατικοί αγώνες που έχουμε δει να λαμβάνουν χώρα δεν αντιπροσωπεύουν παρά μόνο τις πρώτες αντιδράσεις στις επιπτώσεις της κρίσης. Πρέπει επίσης να παρατηρήσουμε ότι στην πορεία της ανάπτυξης της πολιτικής συνείδησης και των διαθέσεων γενικά των εργαζομένων έχουν υπάρξει διαφορετικές φάσεις. Για παράδειγμα, σε πρώτη φάση είχαμε την εμφάνιση μιας έντονης ριζοσπαστικοποίησης σε πλατιά λαϊκά στρώματα σαν αποτέλεσμα της οργής ενάντια στους τραπεζίτες και το μεγάλο κεφάλαιο σε μία σειρά από χώρες. Την ίδια στιγμή όμως είχαμε ένα σχετικό πάγωμα μία σχετική παραλυσία λόγω του βάθους και της έκτασης της κρίσης! Αυτό ισχύει και για στην περίπτωση της Ελλάδας και της Ιρλανδίας. «Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε από το να αποδεχτούμε κάποιες περικοπές» – είναι η αντίληψη που επικρατεί σε μεγάλο τμήμα του εργατικού κινήματος. Σε άλλα τμήματα του κινήματος επικρατεί μία φρούδα ελπίδα ότι η κρίση και οι συνέπειες της θα είναι σύντομης διάρκειας. Αυτό συνδυάστηκε με την προσδοκία, ως ένα βαθμό, ότι τα «πακέτα διάσωσης» θα έλυναν το πρόβλημα και η ζωή θα επέστρεφε στους κανονικούς της ρυθμούς».
27. Στην Ιρλανδία ο προδοτικός ρόλος των συνδικαλιστικών ηγεσιών έχει μεγεθύνει τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα των ορίων της «πολιτικής συνείδησης» και της αυτοπεποίθησης μέσα στο μαζικό κίνημα. Μετά από περισσότερα από 20 χρόνια ανάπτυξης της οικονομίας η εργατική τάξη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα εργατικό τσουνάμι. Οι εργαζόμενοι νοιώθουν μια τεράστια πίκρα, οργή και αγανάκτηση, την ίδια στιγμή νοιώθουν υποχρεωμένοι να αποδεχτούν με σφιγμένα δόντια τα μέτρα, καθώς δεν τίθεται από καμιά από τις ηγεσίες του κινήματος κάποια εναλλακτική πρόταση στην τεράστιας έκταση οικονομική κατάρρευση. Έτσι εξηγείται η απουσία ενός πραγματικά μεγάλου κινήματος από τα κάτω. Ασφαλώς το ιρλανδικό μας τμήμα προσπαθεί να αντιστρέψει την κατάσταση αυτή όμως η φωνή μας δεν είναι ακόμη τόσο δυνατή ώστε να μπορέσει να επηρεάσει την αντίληψη και τη συνείδηση των πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Χρειάζεται, από την άλλη, να είμαστε πάντα έτοιμοι για την περίπτωση που τα πράγματα αλλάξουν γρήγορα και δραματικά, φέρνοντας κοινωνικές εκρήξεις στο προσκήνιο.
28. Είναι σημαντικό να προσπαθούμε να κατανοήσουμε έγκαιρα την ανάπτυξη τέτοιων διαθέσεων και να τις λαμβάνουμε υπόψη στην επεξεργασία των θέσεων και αναλύσεών μας. Εστιάζοντας στην αντιφατικότητα και σχετική παραλυσία που μπορεί να χαρακτηρίζουν τμήματα του κινήματος στην Ευρώπη, χρειάζεται να έχουμε συνέχεια υπόψη ότι η αποδοχή μια πολιτικής με «σφιγμένα δόντια» και κάτω από την αφόρητη πίεση των αστών και της ανυπαρξίας μιας μαζικής αριστερής εναλλακτικής, είναι κάτι που εύκολα και γρήγορα μπορεί να ανατραπεί. Κάτω από κάποιες συνθήκες μία τέτοια ανατροπή μπορεί να είναι πραγματικά εκρηκτική και να προκληθεί ακόμα και από μια σχετικά «ασήμαντη» αφορμή.
Η απουσία μίας ισχυρής σοσιαλιστικής εναλλακτικής και οι επιπτώσεις της
29. Η απουσία μίας μαζικής σοσιαλιστικής εναλλακτικής πρότασης και μιας πλατιάς σοσιαλιστικής συνείδησης μέσα στο εργατικό κίνημα, αποτελεί το βασικό εμπόδιο για την ανάπτυξη μαζικών αγώνων με προοπτική και στόχο τη σοσιαλιστική ανατροπή στις παρούσες συνθήκες. Η αστική τάξη μπορεί πραγματικά να θεωρεί τον εαυτό της τυχερό, που σε αυτή την ιστορική περίοδο δεν έχει να αντιμετωπίσει μία ισχυρή αριστερά, έστω αριστερο-ρεφορμιστική ή κεντριστική (με αριστερή μεν φρασεολογία αλλά όχι επαναστατική) όπως υπήρχε στο παρελθόν. Ένα από τα πεδία στα οποία αντανακλάται η απογοήτευση ή το κενό από την απουσία μια μαζικής σοσιαλιστικής εναλλακτικής είναι ένα πιο ψηλό επίπεδο αποχής στις εκλογές σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
30. Είναι αναμφίβολο αν έστω μία κυβέρνηση στην Ευρώπη μπορεί να θεωρηθεί σταθερή σε αυτή τη χρονική συγκυρία. Η αστάθεια της κατάστασης αντανακλάται ακόμα και στην κυβέρνηση της Μέρκελ στην οποία έχουμε ανοιχτές συγκρούσεις ανάμεσα στους υπουργούς της κυβερνητικής συμμαχίας, CDU, CSU και FDP. Στην Ιταλία η εμφάνιση, μαζικών αντιπολιτευτικών διαθέσεων απέναντι στον Μπερλουσκόνι και η πτώση στα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις, αποτελεί μία ακόμα επιβεβαίωση αυτής της αστάθειας – παρότι η προσδοκώμενη κατάρρευση της κεντροδεξιάς στις τοπικές και νομαρχιακές εκλογές δεν έλαβε χώρα. Στην Ιταλία η άρχουσα τάξη δεν προσπαθεί καν να κρύψει ότι βαθιά ανήσυχη με τον Μπερλουσκόνι. Αν υπήρχε μία ισχυρή αριστερά – όχι μόνο στην Ιταλία αλλά στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης – θα είχαμε ανατροπή των κομμάτων που βρίσκονται σήμερα στη εξουσία. Λόγω της απουσίας όμως μίας τέτοιας μαζικής αριστεράς έχουμε την έντονη παρουσία του φαινομένου του «μικρότερου κακού», στοιχείο που καθορίζει τις πολιτικές εξελίξεις σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Όπως έχουμε σημειώσει στην απόφαση της Διεθνούς Επιτροπής τον περασμένο Δεκέμβριο αυτό χαρακτήριζε την κατάσταση στην Ελλάδα, την προηγούμενη περίοδο, με την επανεκλογή του ΠΑΣΟΚ. Οι πρόσφατες νομαρχιακές και περιφερειακές εκλογές στη Γαλλία έχουν επίσης χαρακτηριστεί από το ίδιο φαινόμενο με την άνοδο των ποσοστών του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Στην Ιρλανδία αυτό αντανακλάται στην άνοδο των ποσοστών του ιρλανδικού Εργατικού Κόμματος στις δημοσκοπήσεις. Ακόμα και στη Βρετανία, μετά από δεκατρία χρόνια κυβέρνησης των Νέων Εργατικών, ο φόβος των εργαζομένων για το τι μπορεί να σημαίνει η επιστροφή μιας κυβέρνησης των Συντηρητικών, σημαίνει τελικά πως ο Μπράουν μπορεί να πάρει ένα καλύτερο αποτέλεσμα από ότι φαινόταν πιθανό ως πριν από μερικούς μήνες. Αυτό θα μπορούσε να έχει ως κατάληξη ακόμη και μια κυβέρνηση μειοψηφίας των Εργατικών – στηριγμένη σε μία άτυπη συνεργασία με τους Φιλελεύθερους. Μία κυβέρνηση μειοψηφίας των Συντηρητικών επίσης παραμένει πιθανή, όμως μία τέτοια κυβέρνηση σε μία τόσο έκρυθμη κοινωνική κατάσταση θα μπορούσε να αποδειχθεί εξαιρετικά βραχύβια.
31. Η αύξηση των εκλογικών ποσοστών των πρώην παραδοσιακών κομμάτων της εργατικής τάξης (Σοσιαλδημοκρατικών ή Εργατικών κομμάτων) σε αρκετές χώρες όμως, δεν έχει τα ίδια χαρακτηριστικά όπως στο παρελθόν. Έχουν πολύ πιο αδύναμες ρίζες στην κοινωνία σήμερα και οι προσδοκίες του κόσμου από αυτά είναι πολύ πιο περιορισμένες. Όσα από τα κόμματα αυτά σημείωσαν άνοδο στα εκλογικά τους ποσοστά δεν είχαν καμία αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των μελών τους που προέρχονται από τα εργατικά στρώματα. Ένα από τα πιο χτυπητά χαρακτηριστικά της περιόδου που διανύουμε, στο επίπεδο των εκλογικών διαθέσεων, είναι η ρευστότητα που επικρατεί: μπορεί να υπάρχουν εξαιρετικά απότομες αλλαγές στην διάθεση των λαϊκών στρωμάτων, με την άνοδο της εκλογικής υποστήριξης σε ένα κόμμα να εξανεμίζεται και σε πολύ σύντομο χρόνο να μετατρέπεται σε οργισμένη δυσαρέσκεια.
32. Αυτό το είδαμε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο στην περίπτωση της Ισλανδίας μετά την νίκη στις εκλογές της συμμαχίας Σοσιαλδημοκρατών – Αριστεράς – Πρασίνων. Μέσα σε πολύ λίγους μήνες οι ελπίδες και οι αυταπάτες που υπήρχαν σε αυτή την κυβέρνηση (για πρώτη φορά στην ιστορία της Ισλανδίας οι Σοσιαλδημοκράτες είχαν την κυβέρνηση) διαλύθηκαν. Η απόφαση της κυβέρνησης να αποδεχθεί τους όρους αποπληρωμής που απαιτούσε η κυβέρνηση της Βρετανίας προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση των λαϊκών στρωμάτων. Ο πρόεδρος της χώρας αναγκάστηκε να λάβει υπόψη αυτή την μαζική πίεση και αρνήθηκε να υπογράψει την απόφαση του κοινοβουλίου. Αυτό οδήγησε στο δημοψήφισμα, στο οποίο απορρίφθηκε η αποδοχή της συμφωνίας με την βρετανική κυβέρνηση από το 93%!
Νέα αριστερά κόμματα/συμμαχίες
33. Η γενική εικόνα των νέων εργατικών κομμάτων/ συμμαχιών, όπου υπάρχουν, είναι ότι έχουν αποτύχει να καλύψουν το κενό και το μέλλον τους παραμένει ασαφές και αμφίβολο. Αντιμέτωπα με μια ιστορική κρίση του καπιταλισμού έχουν, σαν γενικό κανόνα, κινηθεί περισσότερο προς τα δεξιά παρά προς τ’ αριστερά, προκαλώντας μια παραπέρα όξυνση του φαινομένου της ιδεολογικής κρίσης και του κενού στον χώρο της αριστεράς. Αυτός είναι χωρίς καμία αμφιβολία ένας από τους βασικούς λόγους που αυτές οι συμμαχίες/ κόμματα δεν έχουν μπορέσει να εμφανίσουν ενίσχυση των δυνάμεων και της απήχησής τους στην πρόσφατη περίοδο. Στη Γαλλία και στην Ελλάδα, για παράδειγμα, και το ΝΑΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν πέσει αισθητά από τα πολύ υψηλά ποσοστά της προηγούμενης περιόδου, και μάλιστα την ίδια στιγμή που η κρίση ξεδιπλωνόταν, επεκτεινόταν και βάθαινε. Τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα του ΝΑΚ (2.5%) και του ολλανδικού Σοσιαλιστικού Κόμματος βρίσκονται σε πλήρη αντιδιαστολή με την τεράστια εκλογική μας επιτυχία στην Ιρλανδία και την εκλογή του σ. Τζο Χίγκινς στο ευρωκοινοβούλιο.
34. Στη Γερμανία, το Die Linke, παρότι έκανε μια στροφή προς τα αριστερά στο πρόσφατο «προσχέδιο προγράμματος» αυτή ήταν μόνο στα λόγια και στις δημοσκοπήσεις παραμένει καθηλωμένο γύρω στο 11%. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, είναι πιθανό να εισέλθει στο πιο μεγάλο τοπικό κοινοβούλιο της Γερμανίας, στη βόρεια Ρηνανία – Βεστφαλία, για πρώτη φορά, πράγμα που βέβαια θα ερμηνευτεί σαν επιτυχία. Σ’ αυτό το στάδιο οι νέοι αριστεροί σχηματισμοί δεν έχουν μπορέσει να ελκύσουν σημαντικούς αριθμούς εργατών στις γραμμές τους. Αυτό, αποτελεί αντανάκλαση της αδυναμίας τους να προτείνουν μια καθαρή, συνεπή, σοσιαλιστική αντιπρόταση στην κρίση και την πλήρη αδυναμία των ηγεσιών τους να συνδυάσουν την εκλογική δουλειά με την ουσιαστική παρέμβαση στους εργατικούς και νεολαιίστικους αγώνες που αναπτύσσονται. Εν μέρει, επίσης, αντανακλά τη γενική «αντι-πολιτική» διάθεση που χαρακτηρίζει πολλούς εργαζόμενους και νέους, μια στάση δηλαδή ενάντια στα κόμματα γενικά, όπου δεν βλέπουν λόγο να εμπλακούν σε κανένα πολιτικό κόμμα.
35. Αυτό, αργά ή γρήγορα, θα αλλάξει, καθώς οι εργαζόμενοι, μέσα από ένα συνδυασμό των δικών τους εμπειριών από τους αγώνες, τη συνέχιση της κρίσης, την παρέμβαση των συνειδητών σοσιαλιστών γενικά και των δικών μας δυνάμεων πιο ειδικά, θα κατανοούν ότι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να παλέψουν για το χτίσιμο της δικής τους «πολιτικής φωνής». Αυτό δεν είναι μια απλή ή ευθύγραμμη διαδικασία. Θα χρειαστούν ακόμα αρκετοί μεγάλοι αγώνες προτού μια τέτοια μαζική αριστερά, στηριγμένη στην ενεργή εμπλοκή πολλών πρωτοπόρων εργατών σε αυτή, εμφανιστεί σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα. Παραμένει ακόμη ασαφές αν οι υπάρχουσες δυνάμεις της αριστεράς θα μπορέσουν να εξελιχτούν σε αυτή την κατεύθυνση ή αν θα χρειαστεί να εμφανιστούν νέες δυνάμεις. Είναι όμως σημαντικό να συνεχίσουμε να συμμετέχουμε στις υπάρχουσες οργανώσεις επιχειρώντας να συμβάλλουμε στην διαμόρφωση της φυσιογνωμίας και της εξέλιξης τους, όπως κάνουμε για παράδειγμα στην Ελλάδα με τη συμμετοχή μας στον ΣΥΡΙΖΑ. Η εμφάνιση διάφορων αριστερών συσπειρώσεων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόσφατη περίοδο σηματοδοτεί ένα θετικό βήμα και μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στο πως θα σχηματοποιηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και μια μαζική αριστερά με σοσιαλιστικές προδιαγραφές, στις γραμμές του ελληνικού εργατικού κινήματος. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για πολλές στροφές και αλλαγές σε αυτές τις διεργασίες και εξελίξεις και έτοιμοι να προσαρμόζουμε τις τακτικές μας επιλογές ανάλογα.
36. Θα ήταν λάθος να υποτιμήσουμε τον αντίκτυπο που μπορούμε να έχουμε σε παρόμοιου είδους διεργασίες. Ένα παράδειγμα είναι οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και στο P-Sol στην Βραζιλία. Ένα άλλο παράδειγμα είναι οι εξελίξεις στην Βρετανία και η Συνδικαλιστική Σοσιαλιστική Συμμαχία (TUSC) που χτίζει το τμήμα μας μαζί με το Συνδικάτο των εργαζομένων στους Σιδηρόδρομους (RMT). Το τελευταίο αποτελεί μια πολύ σημαντική εξέλιξη και είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα των αποφασιστικών και πολύ επιτυχημένων παρεμβάσεων του τμήματος μας σε μια σειρά σημαντικούς εργατικούς αγώνες την τελευταία περίοδο.
37. Η δημιουργία νέων κομμάτων και σχηματισμών της Αριστεράς δεν αποτελεί αυτοσκοπό αλλά ένα εργαλείο πάλης για την διασφάλιση και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, των δικαιωμάτων και των συνθηκών ζωής, της εργατικής τάξης. Ακόμα και όταν υπάρχουν, και έχουν σημαντική ισχύ, και ακόμα και αν στις γραμμές τους δραστηριοποιούνται σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης και της νεολαίας, όπως δείχνει η εμπειρία της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης στην Ιταλία, αν δεν υπάρχει μια ισχυρή μαρξιστική δύναμη στο εσωτερικό τους για να συμβάλλει στην διαμόρφωση της πορείας και της φυσιογνωμία τους τότε τα ρεφορμιστικά, ή ακόμα και τα κεντριστικά στοιχεία σε αυτά, θα τα υποσκάψουν οδηγώντας τα στην καταστροφή μέσα από λαθεμένα προγράμματα και θέσεις, τακτικές και μεθόδους. Όπου κάτι τέτοιο συμβεί η απογοήτευση που ακολουθεί μπορεί να κάνει πιο δύσκολη την προσπάθεια να χτιστεί μια νέα αριστερή δύναμη στη συνέχεια. Αυτό φαίνεται με έναν αρκετά καθαρό τρόπο στην Ιταλία όπου η ψήφος για την «Ομοσπονδία της Αριστεράς» – η συμμαχία της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης με τους Ιταλούς Κομμουνιστές και άλλες αριστερές δυνάμεις στις πρόσφατες δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές – περιορίστηκε σ’ ένα φτωχό 3%. Η αποτυχία της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης σε συνδυασμό με το ρόλο του Δημοκρατικού Κόμματος έχει ανοίξει τον δρόμο για την εμφάνιση τέτοιων φαινομένων όπως το «Κίνημα των Μωβ». Παρόμοιοι ασαφείς, θολοί και άμορφοι πολιτικοί σχηματισμοί, δεν είναι δύσκολο να εμφανιστούν και σε άλλες χώρες αν δεν υπάρξουν εν τω μεταξύ ισχυρά κόμματα των εργαζομένων με σαφή αριστερά – αντικαπιταλιστικά – σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά.
38. Ενώ η δημιουργία νέων, μαζικών εργατικών – αριστερών κομμάτων αποτελεί ένα σημαντικό αντικειμενικό καθήκον για το εργατικό κίνημα, και για μας, η ανυπαρξία τέτοιων σχηματισμών δεν αποτελεί εμπόδιο για την σημαντική ανάπτυξη των κομμάτων και των οργανώσεων που αποτελούν τμήματα της CWI. Ενώ ένα πλατύ, μαζικό κόμμα της αριστεράς θα λειτουργούσε σαν πόλος έλξης για μεγάλες μάζες του εργατικού κινήματος, ένας σημαντικός αριθμός αγωνιστών της εργατικής τάξης και της νεολαίας αναζητούν τις επαναστατικές τις μαρξιστικές ιδέες και είναι έτοιμοι να ενταχθούν στις δικές μας οργανώσεις.
39. Ένα από τα θέματα που έχουν προκύψει στο Die Linke, στον ΣΥΡΙΖΑ, την Κομμουνιστική Επανίδρυση, στο P-Sol και στο ΝΑΚ, είναι το ζήτημα των συνεργασιών με τα κόμματα της Σοσιαλδημοκρατίας. Πρόκειται για ένα θέμα το οποίο μπορεί να είναι σημαντικό για τα εργατικά στρώματα και επομένως και για τα τμήματα μας. Χρειάζεται να παρεμβαίνουμε στην συζήτηση αυτή όποτε προκύπτει υπερασπίζοντας την θέση αρχής των οργανώσεων της CWI – δηλαδή την άρνηση της σύμπλευσης και συγκυβέρνησης με τα κόμματα της ΣΔ. Όμως σε συνθήκες όπου τα μαζικά εργατικά στρώματα έχουν για οποιοδήποτε λόγο αυταπάτες σ’ αυτά τα κόμματα, ο τρόπος που αναπτύσσουμε, αναλύουμε κι εξηγούμε τη θέση αρχής που μας χαρακτηρίζει, χρειάζεται να είναι προσεκτικός ή και ευαίσθητος. Στο παρελθόν το θέμα αυτό, ενάντια δηλαδή στην στήριξη σε κόμματα του κεφαλαίου, ήταν πιο εύκολα κατανοητό από τους πιο προχωρημένους αγωνιστές της αριστεράς – όμως σήμερα προκαλεί σύγχυση κι αυτό είναι ένα ακόμη σημείο που δείχνει πώς η συνείδηση οπισθοχώρησε στη δεκαετία του ’90, μετά την κατάρρευση των πρώην σταλινικών κρατών.
Ακροδεξιά και ρατσισμός
40. Η ανυπαρξία μιας μαζικής, αριστερής, εναλλακτικής πρότασης αντανακλάται και στην ενίσχυση της ακροδεξιάς σε μια σειρά χώρες. Πρόκειται για ένα καθοριστικό ζήτημα για το εργατικό κίνημα και την CWI. Η πρόσφατη ενίσχυση της απήχησης του FPO στην Αυστρία, οι σοβαρές πιθανότητες για μια ισχυρή εμφάνιση του BNP στις επερχόμενες βρετανικές βουλευτικές εκλογές, οι πρόσφατες επιτυχίες του Λεπέν στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές (17% κατά μέσο όρο όπου κατέβηκε) οι επιτυχίες της ακροδεξιάς στην Ολλανδία και την Ουγγαρία, παράλληλα με την άνοδο της Λίγκας του Βορρά στις ιταλικές εκλογές, δείχνουν τους κινδύνους που ενυπάρχουν. Ένα από τα χαρακτηριστικά της ακροδεξιάς σε μια σειρά χώρες είναι η χρήση από μέρους τους αντικαπιταλιστικής, λαϊκιστικής προπαγάνδας – κάτι στο οποίο το εργατικό κίνημα και η αριστερά θα πρέπει να απαντήσει. Η άνοδος της ακροδεξιάς, βασικά, αντανακλά το πολιτικό κενό που υπάρχει: οι επιπτώσεις της κρίσης αντανακλούνται με έναν αρνητικό και αντιδραστικό τρόπο στην άνοδο του ρατσισμού, ενάντια στους μετανάστες και τους μουσουλμάνους. Όλα τα τμήματα μας χρειάζεται να είναι μπροστά στην αντιρατσιστική πάλη, ιδιαίτερα στον τομέα της δουλειάς μας στη νεολαία. Χρειάζεται να αναπτύξουμε σε λεπτομέρεια το πρόγραμμα τα αιτήματα και τις πρωτοβουλίες μας στο θέμα του ρατσισμού, για να συμβάλουμε στην ανάπτυξη της ταξικής ενότητας, αλλά ευέλικτα και με προσοχή έτσι ώστε να μην αποξενώσουμε αλλά να βρούμε τον τρόπο να απευθυνθούμε στα τμήματα εκείνα των εργαζομένων που παρασύρονται από την ρατσιστική προπαγάνδα, χωρίς την ίδια στιγμή να υιοθετούν τη ρατσιστική ιδεολογία.
Ριζοσπαστικοποίηση νεολαίας
41. Είναι απαραίτητο, σε πολλές χώρες Ευρώπης, όταν επιδιώκουμε την προσέγγιση διαφορετικών τμημάτων της εργατικής τάξης να λαμβάνουμε ειδικά υπόψη τις διαθέσεις και το επίπεδο συνείδησης των νεολαιίστικών στρωμάτων. Με την επίθεση στην παιδεία και την ραγδαία άνοδο της ανεργίας (21% των νέων εργαζομένων που αναζητούν εργασία στις χώρες της ευρωζώνης είναι άνεργοι, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ) αναπτύσσεται μια εκρηκτική κατάσταση. Τα πρόσφατα κινήματα νεολαίας στην Γερμανία, Αυστρία και Ισπανία αποτελούν προοίμιο μεγάλων ταξικών αγώνων που είναι πιθανόν να αναπτυχθούν στις ευρωπαϊκές χώρες, ή ακόμα και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, την επόμενη περίοδο. Οι επιθέσεις που εκπορεύονται από την Συνθήκη της Μπολόνια έχουν καταστρεπτικές συνέπειες για την Παιδεία και μπορεί να προκαλέσουν ακόμα μεγαλύτερους αγώνες απ’ ότι έχουμε ήδη δει. Είναι σημαντικό να τονίζουμε την αναγκαιότητα τέτοιων μαζικών νεολαιίστικων κινητοποιήσεων, όπως είναι σημαντικό, την ίδια στιγμή, να τονίζουμε την απαραίτητη στροφή και σύνδεση τους με το εργατικό κίνημα με στόχο το χτίσιμο ενός μετώπου εργαζομένων – φοιτητών – νεολαίας. Οι αγώνες της νεολαίας λειτουργούν συχνά σαν πρελούδιο πιο μεγάλων εργατικών αγώνων. Αυτοί οι αγώνες είναι πολύ σημαντικοί και για την κοινωνία και για εμάς. Ένα μεγάλο τμήμα της νεολαίας είναι εντελώς αντίθετο με τα υπάρχοντα κόμματα και, σε έναν αριθμό χωρών, απορρίπτει το κατεστημένο και το σύστημα συνολικά. Πολλοί από αυτούς τους νέους βρίσκονται σε μια διαρκή σύγκρουση με την αστυνομία και την κρατική μηχανή. Ένα μεγάλο κομμάτι της νεολαίας οδηγείται όλο και περισσότερο στην κοινωνική περιθωριοποίηση.
42. Αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω είναι ότι ένα αξιοσημείωτο τμήμα της νεολαίας ελκύεται από τον αναρχισμό. Έχουμε ευθύνη να προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε τα καλύτερα στοιχεία από αυτό το στρώμα και να διασφαλίσουμε γενικά, ότι το υλικό, η γλώσσα μας, τα αιτήματα μας κτλ, αντανακλούν σε επαρκή βαθμό τον θυμό και το μίσος που νιώθουν ενάντια στο σύστημα. Προσέχοντας από την μια να μην υποκύπτουμε στον σεχταρισμό και από την άλλη να διασφαλίζουμε ότι η προσέγγιση μας δεν είναι καθόλου «μαλακή». Ο βαθμός αποξένωσης και περιθωριοποίησης μεγάλων τμημάτων της νεολαίας στην περίπτωση της Ελλάδας αντανακλάται και στην εμφάνιση ενός αριθμού μικρών τρομοκρατικών οργανώσεων. Αυτή η αρνητική και αδιέξοδη αντίδραση στην καταπίεση του συστήματος μπορεί να εμφανιστεί και σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της βόρειας Ευρώπης.
43. Κλείνοντας διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μια νέα, ευνοϊκή για τις επαναστατικές ιδέες του μαρξισμού κατάσταση στην Ευρώπη η οποία παρέχει στην CWI σημαντικές ευκαιρίες ενίσχυσης των δυνάμεων της μέσα από την παρέμβασή μας στο κίνημα. Επιδίωξή μας είναι το χτίσιμο μαζικών μαρξιστικών κομμάτων στην υπηρεσία των εργατικών μαζών και των σοσιαλιστικών ιδεών. Η ενίσχυση των δυνάμεών μας σήμερα αποτελεί καταλυτικό παράγοντα για την εμφάνιση τέτοιων μαζικών κομμάτων στο μέλλον.