Η βιομηχανία των λεγόμενων «πράσινων» μετάλλων, αυτών δηλαδή που απαιτούνται για την κατασκευή των μπαταριών που υποτίθεται ότι θα οδηγήσουν τον κόσμο στην «πράσινη» μετάβαση, μέχρι πρόσφατα είχε τη βάση της σε χώρες της Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας. Από τις ανεμογεννήτριες, μέχρι κάθε είδους ηλεκτρικό όχημα, οι μπαταρίες αυτές απαιτούν μεγάλες ποσότητες λιθίου, κοβαλτίου, νικελίου και άλλων μετάλλων, που κατά κανόνα εξορύσσονται σε όλες τις ηπείρους εκτός της Ευρώπης.
Για παράδειγμα, το κοβάλτιο που χρησιμοποιείται σήμερα στη βιομηχανία ενέργειας, εξορύσσεται σχεδόν κατά 70% στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Πρωταθλήτρια στην παραγωγή νικελίου είναι η Ινδονησία ακολουθούμενη από τις Φιλιππίνες, ενώ στην παραγωγή λιθίου πρώτη στον κόσμο είναι η Αυστραλία, με τη Χιλή και την Κίνα να βρίσκονται στη δεύτερη και τρίτη θέση αντίστοιχα.
Επόμενος στόχος της βιομηχανίας ενέργειας φαίνεται να είναι τα σημαντικά κοιτάσματα λιθίου στην Ευρώπη, κυρίως στη Γαλλία και την Πορτογαλία. Από τη μεριά τους, οι ευρωπαϊκές χώρες που διαθέτουν αυτά τα κοιτάσματα, μιλάνε για τη μεγάλη ευκαιρία απεξάρτησης της «πράσινης» βιομηχανίας τους από τις εισαγωγές.
Από το υπέδαφος στην «πράσινη μετάβαση»
Για την κατασκευή μιας μπαταρίας ηλεκτρικού αυτοκινήτου απαιτούνται περίπου οκτώ κιλά λιθίου. Προκειμένου επομένως μέσα στα επόμενα χρόνια να κυριαρχεί στις μετακινήσεις η χρήση ηλεκτρικών οχημάτων (με βάση τον στόχο που έχει θέσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) η παραγωγή λιθίου και άλλων μετάλλων που απαιτούνται για την κατασκευή τους, πρέπει να αυξηθεί δραστικά.
Το λίθιο βέβαια, είναι τοξικό για την πανίδα και τη χλωρίδα των περιοχών όπου εξορύσσεται, ενώ σε περίπτωση διαρροής στο πόσιμο νερό και κατανάλωσης από τον άνθρωπο, ή και συστηματικής εισπνοής του, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως νευρολογικές παθήσεις και διάφορες μορφές καρκίνου, κυρίως του αναπνευστικού. Σε αντίθεση με όσα ισχυρίζονται κυβερνήσεις και εκπρόσωποι των εταιρειών της υποτιθέμενης πράσινης ενέργειας, ο δρόμος του λιθίου και των υπόλοιπων μετάλλων από το υπέδαφος στην παραγωγή μπαταριών, είναι ένας ακόμη δρόμος περιβαλλοντικής καταστροφής.
Το λίθιο και το δάσος Κολέτ
Στη κεντρική Γαλλία, δίπλα στο δάσος Κολέτ (Colette), συνολικής έκτασης 2.000 εκταρίων (20.000 στρεμμάτων) βρίσκεται ένα παλιό ορυχείο πηλού που ανήκει στην εταιρεία Imerys. Εκτός από τον πηλό, στη συγκεκριμένη έκταση έχουν εντοπιστεί μεγάλες ποσότητες μετάλλων, ανάμεσα στα οποία λίθιο, που αποτελεί το νέο βασικό ενδιαφέρον της εταιρείας.
Η εταιρεία ισχυρίζεται ότι οι επιπτώσεις στο περιβάλλον θα είναι οι λιγότερες δυνατές, καθώς το σχέδιο είναι η εξόρυξη να γίνει αποκλειστικά κάτω από το έδαφος και όχι με ανοιχτά ορύγματα. Με αυτόν τον τρόπο, η σκόνη, ο θόρυβος και οι επιπτώσεις στο δάσος και τα είδη που φιλοξενεί, θα είναι υποτίθεται ασήμαντες. Στην πραγματικότητα βέβαια, ο μεγαλύτερος κίνδυνος από τις εξορύξεις όλων των ειδών είναι η διαρροή τοξικών αποβλήτων στο έδαφος, τις λίμνες, τα ποτάμια, τις υπόγειες αποθήκες νερού, τις κοντινές καλλιέργειες, κα. Στην περίπτωση του δάσους Κολέτ, κάτοικοι της περιοχής και ακτιβιστές περιβαλλοντικών οργανώσεων εκτιμούν ότι η εξόρυξη λιθίου αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τη βιοποικιλότητα που φιλοξενεί, αλλά και για τις πηγές και τα ποτάμια του.
Το μεγαλύτερο ορυχείο στην Ευρώπη
Ολόκληρη η βόρεια Πορτογαλία ενδέχεται να αποτελέσει τους επόμενους μήνες και χρόνια, πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα στους κατοίκους της και τις εξορυκτικές εταιρείες, που επιδιώκουν να αποκτήσουν τους περίπου 60.000 τόνους λιθίου που εκτιμάται ότι υπάρχουν στο υπέδαφος της περιοχής. Κοντά στο χωριό Κόβας ντε Μπαρόσο (Covas De Barroso), κυβέρνηση, τοπικές αρχές και η εταιρεία Savannah Resources σχεδιάζουν να κατασκευάσουν το μεγαλύτερο ορυχείο λιθίου στην Ευρώπη.
Οι κάτοικοι του χωριού, στη μεγάλη τους πλειοψηφία κτηνοτρόφοι, έχουν το τελευταίο διάστημα οργανώσει κινητοποιήσεις ενάντια στο ορυχείο. Τόσο το μέλλον της φύσης της περιοχής, όσο και τα μέσα επιβίωσής τους απειλούνται από τα εξορυκτικά σχέδια. Η βασική ανησυχία τους έχει να κάνει με τα αποθέματα νερού της περιοχής, τα οποία κινδυνεύουν τόσο από τη ρύπανση με τοξικά απόβλητα, όσο και από την ανεξέλεγκτη χρήση και κατασπατάλησή τους. Οι διακηρύξεις για νέες θέσεις εργασίας χάρη στην επένδυση δεν φαίνεται να πείθουν τους κατοίκους, που καταλαβαίνουν ότι οι θέσεις αυτές θα αφορούν εξειδικευμένο προσωπικό και δεν θα ήταν δυνατό να καλυφθούν από τους ίδιους.
Σε ένα ρεσιτάλ υποκρισίας, η εταιρεία ανακοίνωσε πρόσφατα ότι η λειτουργία του ορυχείου θα έχει περιορισμένες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, σε σχέση με τα αρχικά σχέδια. Τα τελευταία χρόνια, εταιρείες ενέργειας και εξορύξεων, μιλάνε για την ανάγκη περιορισμού των εκπομπών αερίων ρύπων σαν να πρόκειται για το μοναδικό καθήκον απέναντι στο περιβάλλον και την προστασία του πλανήτη από την κλιματική αλλαγή. Στην πραγματικότητα, η προστασία οικοσυστημάτων σαν αυτά που κινδυνεύουν άμεσα από τις ίδιες τις εξορύξεις κάθε είδους, είναι εξίσου σημαντική με τον περιορισμό των εκπομπών. Συνήθως όμως οι εταιρείες του συγκεκριμένου τομέα «ξεχνάνε» να αναφέρουν αυτή την πληροφορία όταν προσπαθούν να διαφημίσουν το «φιλοπεριβαλλοντικό» τους πρόσωπο.
Το παράδειγμα της Σερβίας
Στα μέσα του περασμένου χρόνου, μετά από μακροχρόνιες προσπάθειες να βάλει στο χέρι μια μεγάλη έκταση με κοιτάσματα λιθίου στην κοιλάδα Γιαντάρ στη Σερβία, η αυστραλιανή εταιρεία Rio Tinto αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα σχέδιά της. Οι μαζικές κινητοποιήσεις των κατοίκων ανάγκασαν την κυβέρνηση να κάνει πίσω, δείχνοντας τον δρόμο στα περιβαλλοντικά κινήματα στην υπόλοιπη Ευρώπη και τον κόσμο.
Η μάχη όμως δεν έχει τελειώσει. Από τότε μέχρι σήμερα, η εταιρεία έχει δαπανήσει τουλάχιστον 1,2 εκατομμύρια ευρώ σαν «οικονομική βοήθεια» σε τοπικές επιχειρήσεις. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια καθαρή προσπάθεια δωροδοκίας τμήματος του ντόπιου πληθυσμού εν αναμονή ενός ενδεχόμενου μελλοντικού δημοψηφίσματος για το θέμα. Εξάλλου, πρόκειται για μια πρακτική στην οποία η εταιρεία επιδίδεται εδώ και χρόνια στη συγκεκριμένη περιοχή, άλλοτε επενδύοντας σε κοινωφελείς υποδομές, άλλοτε προσφέροντας απευθείας χρήματα σε κατοίκους που θεωρεί σημαντικούς για την προώθηση των σχεδίων της.
Κι άλλες μάχες
Αντίστοιχες μάχες θα δοθούν στο μέλλον και σε άλλες περιοχές. Άλλοτε με το πρόσχημα της προστασίας του περιβάλλοντος, άλλοτε με ωμούς εκβιασμούς, δωροδοκίες ή και καταστολή, μια σειρά ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και εξορυκτικές εταιρείες είναι αποφασισμένες να αποκτήσουν τον «λευκό χρυσό» όπως αποκαλούν το λίθιο, καθώς αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της βιομηχανίας της ηλεκτροκίνησης. Μιας βιομηχανίας που στη θεωρία υπόσχεται να περιορίσει τις εκπομπές αερίων ρύπων, αλλά στην πράξη δεν πρόκειται να το κάνει, αφού η ενέργεια που χρησιμοποιείται για να φορτίσει τις μπαταρίες των ηλεκτρικών οχημάτων παράγεται στο μεγαλύτερο μέρος της από ορυκτά καύσιμα.
Από την πλευρά τους οι τοπικοί πληθυσμοί και τα περιβαλλοντικά κινήματα, έχουν κάθε λόγο να παλέψουν για να βάλουν φρένο στα σχέδιά τους. Ταυτόχρονα, είναι απαραίτητο να διεκδικήσουν μαζική στροφή στην έρευνα γύρω από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) με στόχο την πλήρη αντικατάσταση των ρυπογόνων ορυκτών καυσίμων, με τη μικρότερη δυνατή επιβάρυνση στο περιβάλλον των περιοχών όπου δημιουργούνται εναλλακτικές μονάδες παραγωγής ενέργειας. Η κλιματική κρίση δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί με βάση τα σχέδια και τα συμφέροντα των «πράσινων» επιχειρηματιών. Μόνο οι ίδιες οι κοινωνίες μπορούν να την αντιμετωπίσουν, ανατρέποντας την κυριαρχία τους στην οικονομία και την παραγωγή και σχεδιάζοντας τις με σεβασμό στο μέλλον του πλανήτη, στη φύση και στην ανθρώπινη ζωή.