Σε μια νέα «εθνικής σημασίας», καμπάνια προχώρησε η κυβέρνηση την προηγούμενη εβδομάδα, αυτή τη φορά με θέμα την αντιμετώπιση του bullying και της ενδοσχολικής βίας. Πίσω από τις γνωστές μεγαλόστομες διακηρύξεις για «εθνική γραμμή κατά της παραβατικότητας», για «τείχος προστασίας στα θύματα bullying», η κυβέρνηση προσπαθεί να κρύψει ότι με τα μέτρα που εξήγγειλε, το μόνο που κάνει είναι να κρύβει τα πραγματικά προβλήματα των σχολείων κάτω από το χαλί, να μεταθέτει την ευθύνη ενός κοινωνικού προβλήματος στα ίδια τα παιδιά, τις οικογένειές τους και τους εκπαιδευτικούς και να χρησιμοποιεί το bullying ως πρόσχημα προκειμένου να δημιουργήσει μηχανισμούς επιτήρησης και καταστολής εντός κι εκτός σχολείων με έναν διπλό στόχο: Από τη μια για να ανακοπεί η σημερινή και μελλοντική ριζοσπαστικοποίηση των μαθητών και της νεολαίας και από την άλλη να στοχοποιήσει και να ελέγξει ακόμη περισσότερο τα παιδιά και τους εφήβους «των τελευταίων θρανίων», που νιώθοντας ότι βρίσκονται στο περιθώριο της σχολικής διαδικασίας, ξεσπούν σε βίαιες συμπεριφορές.
Όσοι και όσες εμπλεκόμαστε με τα σχολεία από διαφορετικούς ρόλους (μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικοί), διαπιστώνουμε πράγματι ότι υπάρχει όντως κλιμάκωση και αύξηση των βίαιων περιστατικών μέσα στις αίθουσες, ειδικά την τελευταία τριετία. Κι ενώ σύμφωνα με έρευνα του ΕΠΙΨΥ τη δεκαπενταετία 2008 – 2022 τα περιστατικά βίας μειώνονταν έστω και με αργούς ρυθμούς, το τελευταίο διάστημα τα περιστατικά βίαιων συγκρούσεων, διαδικτυακού εκφοβισμού, επιθέσεων με ρατσιστικό ή ομοφοβικό κίνητρο αυξάνονται. Τι κάνει όμως η κυβέρνηση για αυτά; Αξίζει να μελετήσουμε ένα προς ένα τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν.
- Διαδικτυακή πλατφόρμα καταγραφής: Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το μέτρο κάθε μαθητής και μαθήτρια χρησιμοποιώντας τους μοναδικούς του κωδικούς θα μπορεί να καταγγείλει σε μια διαδικτυακή πλατφόρμα ένα περιστατικό εκφοβισμού που αντιμετώπισε είτε ως θύμα, είτε ως μάρτυρας και στη συνέχεια θα μεταβιβάζεται η καταγγελία ανάλογα με τη σοβαρότητά του περιστατικού, είτε στη Διεύθυνση του σχολείου, είτε στην Αστυνομία. Η ιδέα της καταγγελίας και της αποκάλυψης ακούγεται καλή, το ερώτημα όμως είναι τί θα γίνεται στη συνέχεια.
Όπως επισημαίνουν πολλοί σύλλογοι εκπαιδευτικών, ένα τέτοιο αποσπασματικό μέτρο το πιο πιθανό είναι να εντείνει το κλίμα καχυποψίας μέσα στα σχολεία, να δημιουργήσει συνθήκες εχθρότητας και κανιβαλισμού, να μετατρέψει τους συλλόγους διδασκόντων σε ένα είδος δικαστηρίου. Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που αυτή η κυβέρνηση λέει υποκριτικά στα θύματα βίας «Σπάστε τη σιωπή», «μιλήστε». Τι γίνεται όμως όταν κάποιο θύμα αποφασίζει να μιλήσει; Η περίπτωση της Κυριακής που δολοφονήθηκε έξω από το αστυνομικό τμήμα είναι χαρακτηριστική για την κρατική αδιαφορία. Πώς γίνεται λοιπόν η ίδια κυβέρνηση να διεκδικεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη παιδιών – θυμάτων bullying; Και τι θα συμβεί εάν κάποιο θύμα δεχθεί βία από κάποιον ισχυρότερο και όντως βρει το σθένος να την καταγγείλει; Υποθέσεις όπως αυτή της Γεωργίας Μπίκα ή της 12χρονης μαθήτριας στον Κολωνό δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. - Επιμόρφωση και εκπαιδευτικά προγράμματα: Για άλλη μια φορά ο υπουργός παιδείας εξήγγειλε κοινοτυπίες για την ανάγκη επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών και αξιοποίησης των Εργαστηρίων Δεξιοτήτων για την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης και της ψυχικής ανθεκτικότητας των παιδιών.
Με αυτόν τον τρόπο ουσιαστικά ρίχνει την ευθύνη για την ενδοσχολική βία στους εκπαιδευτικούς που είναι «ανενημέρωτοι» και «δεν τρέχουν πολλά προγράμματα». Αποσιωπά ότι τα όποια επιμορφωτικά προγράμματα τα τελευταία χρόνια είναι προχειροδουλειές προκειμένου να απορροφηθούν ευρωπαϊκά κονδύλια και είναι πλήρως απαξιωμένα στη συνείδηση των εκπαιδευτικών που νιώθουν πλήρως αβοήθητοι στην αντιμετώπιση οξέων κοινωνικών προβλημάτων που «σκάνε» μέσα στην τάξη. Την ίδια στιγμή, στα πολυδιαφημισμένα εργαστήρια δεξιοτήτων, πράγματι υπάρχει ήδη μια πληθώρα προγραμμάτων που έχουν να κάνουν με την επίλυση συγκρούσεων και την καλλιέργεια ήπιων δεξιοτήτων. Κάποια από αυτά είναι επίσης προχειροδουλειές με εμπλοκή ΜΚΟ, κάποια άλλα όντως προτείνουν κάποιες αξιόλογες δραστηριότητες.
Είναι όμως τουλάχιστον υποκριτικό να πιστεύει κάποιος ότι η μία ώρα την εβδομάδα και οι εκδηλώσεις μία μέρα τον χρόνο μπορούν να ανατρέψουν την εικόνα ενός σχολείου που καλλιεργεί από μικρές ηλικίες τον ανταγωνισμό, τη βαθμοθηρία, που είναι εχθρικό στους πιο ευάλωτους και εντελώς μακριά από τα ενδιαφέροντα και τις αγωνίες των νέων ανθρώπων. - Μέτρα καταστολής: Το κερασάκι στην τούρτα είναι τα μέτρα επιτήρησης και καταστολής με τα οποία η κυβέρνηση προσπαθεί να δείξει ότι «βάζει τάξη» στα σχολεία, χαϊδεύοντας τα αφτιά των πιο συντηρητικών κομματιών της εκπαιδευτικής κοινότητας. Μέτρα όπως η ηλεκτρονική καταγραφή των απουσιών, η επαναφορά του ορίου αδικαιολόγητων απουσιών και της 5νθήμερης αποβολής και η απλοποίηση της αλλαγής σχολικού περιβάλλοντος το μόνο που κάνουν είναι να δημιουργούν ένα σχολείο ακόμη πιο αυταρχικό και αποκρουστικό για την πλειοψηφία των μαθητών, στέλνοντας μάλιστα το μήνυμα ότι για την έξαρση της βίας ευθύνεται η «επιείκεια των εκπαιδευτικών» και η «χαλάρωση της σχολικής ζωής» που υπήρξε τα χρόνια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση πετάει το μπαλάκι της ευθύνης αυτή τη φορά στις οικογένειες των μαθητών λέγοντάς τους «μαζέψτε τα παιδιά σας», στοχοποιώντας ειδικά τους γονείς από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα ότι έχουν χάσει τον έλεγχο. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι το υπουργείο τσουβαλιάζει μέσα στην ενδοσχολική βία και τους «βανδαλισμούς» σχολικών χώρων, όπου υποχρεώνει τους γονείς των μαθητών να καλύπτουν τις ζημιές, δημιουργώντας το πλαίσιο για μεγαλύτερη καταστολή των μαθητικών καταλήψεων και αγώνων.
Ήδη πολλοί σύλλογοι εκπαιδευτικών, αλλά και η ΑΣΓΜΕ (Ανώτατη Συνομοσπονδία Γονέων Μαθητών Ελλάδας) έχουν τοποθετηθεί ενάντια στο σχέδιο αυτό της κυβέρνησης με τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία. Καταδεικνύουν ότι η κυβέρνηση δεν κάνει τίποτα για την πρόληψη της σχολικής βίας και για το χτύπημα των αιτιών που τη γεννούν. Οι αιτίες αυτές βρίσκονται στην απουσία μόνιμων και σταθερών ψυχολόγων στα σχολεία, στις ελλείψεις σε εκπαιδευτικούς αλλά και στην εξουθένωση αυτών που υπηρετούν, στα απαρχαιωμένα προγράμματα σπουδών και στην ίδια τη δομή του ενός σχολείου φραγμών και διακρίσεων που περιθωριοποιεί και αποκλείει σημαντικά στρώματα μαθητών.
Βρίσκονται εντέλει στην ίδια την κοινωνία της εκμετάλλευσης που δημιουργεί συνθήκες φτώχειας, στέρησης και αποκλεισμών για όλο και μεγαλύτερα κομμάτια του πληθυσμού, που αφήνει τις οικογένειες μόνες τους στην ανατροφή των παιδιών και στερεί κάθε θετική προοπτική για την πλειοψηφία των μαθητών σήμερα.
Ο δρόμος επομένως για την αντιμετώπιση της σχολικής βίας, μπορεί να περάσει μόνο μέσα από τους συντονισμένους, κοινούς αγώνες των μαθητών, των γονιών, των εκπαιδευτικών για ένα σχολείο που θα απευθύνεται σε όλα τα παιδιά, που θα λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες τους, που θα μορφώνει χωρίς να εξοντώνει. Όσο κι αν προσπαθεί η κυβέρνηση να συνδέσει τους αγώνες αυτούς με τη βία, η αλήθεια είναι ότι μέσα απ’ αυτούς τους αγώνες είναι που «σπάει» ο ατομισμός και καλλιεργείται η πραγματική αλληλεγγύη.