Σχόλιο από το Ξεκίνημα
Το Δεκέμβρη που πέρασε η κυβέρνηση είχε αποσύρει την τροπολογία που περιόριζε δραστικά το δικαίωμα στην απεργία με την δικαιολογία ότι θα προχωρούσε σε «νομοτεχνικές βελτιώσεις». Σήμερα το περιεχόμενο της τροπολογίας επανέρχεται χωρίς καμία απολύτως αλλαγή, μέσα σ’ ένα πολυνομοσχέδιο… 400 άρθρων!
Τι προβλέπει το άρθρο 211 για τις απεργίες
Το άρθρο 211 για τις απεργίες προβλέπει πως τα πρωτοβάθμια επιχειρησιακά σωματεία δεν θα μπορούν να πάρουν απόφαση για απεργία αν στη συνέλευση δεν συμμετέχει τουλάχιστον το 1/2 των οικονομικά ταχτοποιημένων μελών του σωματείου, ενώ μέχρι σήμερα αποφάσεις για απεργία μπορούσαν να ληφθούν με συμμετοχή του 1/3 των οικονομικά ταχτοποιημένων μελών (συνδικαλιστικός νόμος 1265/82).
Με αυτό τον τρόπο ο νέος νόμος καταργεί και τη δυνατότητα που είχαν τα σωματεία να λαμβάνουν αποφάσεις για απεργία με τη συμμετοχή του 1/5 των οικονομικά ταχτοποιημένων μελών εάν σε δυο διαδοχικές συνελεύσεις (για το ίδιο θέμα) δεν υπήρχε απαρτία του 1/3 των οικονομικά ταχτοποιημένων μελών.
Από το νόμο εξαιρούνται τα πρωτοβάθμια σωματεία περιφερειακής ή πανελλαδικής εμβέλειας (όπως τα σωματεία των εργαζομένων σε σούπερ-μάρκετ, σε τράπεζες, σε εταιρίες τηλεφωνίας κλπ). Αυτό όμως δεν αποτελεί κανενός είδους… «παρηγοριά»! Από τη στιγμή που άρχισε το «κούρεμα» του συνδικαλιστικού νόμου 1264/82, είναι θέμα χρόνου να θιγούν και τα υπόλοιπα σωματεία (και όχι μόνο πρώτου βαθμού) καθώς και πολλές ακόμα κατακτήσεις του συνδικαλιστικού κινήματος.
«Για το καλό του κινήματος»
Μια σειρά στελέχη της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζονται πως η τροπολογία για τις απεργίες αποτελεί μια ευκαιρία να «αναζωογονηθεί» το συνδικαλιστικό κίνημα και να συμμετέχουν περισσότεροι εργαζόμενοι στις συνελεύσεις των σωματείων τους*!
Τίποτε δεν απέχει πιο πολύ από την αλήθεια – ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες με την πλειοψηφία του κόσμου να αισθάνεται ηττημένος και απογοητευμένος και με την εργοδοτική τρομοκρατία στον ιδιωτικό τομέα να δίνει ρεσιτάλ!
Μα είναι δυνατόν να πετυχαίνουν απεργίες όταν δεν αποφασίζονται από έστω τους μισούς εργαζόμενους ενός σωματείου; Με τέτοιου είδους «εξυπνάδες» προσπαθούν τα παπαγαλάκια της κυβέρνησης να στηρίξουν το νέο νόμο.
Στη μεγάλη πλειοψηφία των σωματείων, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων δε συμμετέχει ενεργά στη «ζωή» των σωματείων (συνελεύσεις, διαδηλώσεις κλπ). Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι τα μέλη αυτά δε συμφωνούν και δε συμμετέχουν στις απεργιακές κινητοποιήσεις όταν καλούνται. Αν πάρουμε για παράδειγμα τα σωματεία των αστικών συγκοινωνιών της Αθήνας, στις συνελεύσεις συμμετέχει περίπου 1/3 – 1/5 των εργαζομένων. Στις απεργίες όμως, η συμμετοχή είναι καθολική. Παρόμοια είναι η εικόνα και για μεγάλο μέρος του υπόλοιπου δημόσιου τομέα, στις φάσεις της ανόδου του κινήματος, με τη συμμετοχή στις απεργίες να ξεπερνά κατά πολύ τη συμμετοχή των εργαζομένων στις συνελεύσεις και στις διαδηλώσεις. Την περίοδο δε του 2011-2013 όταν δινόταν οι μεγάλες μάχες ενάντια στα μνημόνια η συμμετοχή στις απεργίες χτυπούσε ταβάνι, με πολλές περιπτώσεις να φτάνει και το 90%. Το γιατί οι απεργίες με τόσο μαζική συμμετοχή δε νίκησαν είναι μια άλλη «ιστορία», με την οποία έχουμε καταπιαστεί σε προηγούμενα άρθρα. Το ίδιο φαινόμενο ωστόσο βλέπουμε και σε μια σημαντική μερίδα του ιδιωτικού τομέα, όπου, όταν καλούνται απεργίες, ο αριθμός των εργαζομένων που απεργεί συχνά ξεπερνά κατά πολύ τον αριθμό των εγγεγραμμένων μελών του σωματείου (βλ. π.χ. απεργίες στις τηλεπικοινωνίες).
Κυβέρνηση και Τρόικα προσπαθούν να χτυπήσουν το (κατ’ αυτούς) «κακό» στη ρίζα του: Τη δυνατότητα να ληφθεί η απόφαση για απεργία – η οποία στη συνέχεια μπορεί να αποκτήσει δυναμική και να κινητοποιήσει μεγαλύτερα τμήματα εργαζομένων πέρα από τους «συνήθεις υπόπτους».
Γιατί τώρα;
Παρότι τα χτυπήματα που έχει δεχτεί το εργατικό κίνημα τα τελευταία 7 χρόνια είναι πολύ βαριά, δεν ήταν αρκετά δυνατά ώστε να σπάσουν τη ραχοκοκαλιά του. Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά τόσο η κυβέρνηση όσο και η Τρόικα. Και γνωρίζουν επίσης πολύ καλά πως η σημερινή φάση της «κοιλιάς» του κινήματος είναι προσωρινή – πως αργά ή γρήγορα οι εργαζόμενοι θα βρουν τις δυνάμεις και τον τρόπο να ξανασηκωθούν για να παλέψουν ενάντια στον εργασιακό μεσαίωνα που έχει επιβληθεί.
Γι’ αυτή τη φάση του κινήματος προετοιμάζονται και περνάνε, σήμερα που μπορούν, νόμους που θα βάλουν όσο το δυνατόν περισσότερα εμπόδια, στα μεγάλα κινήματα (και θα είναι μεγάλα) του μέλλοντος.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι πρέπει να περιμένουμε «τα κινήματα του μέλλοντος» για να αντιδράσουμε… Οι ηγεσίες των μεγάλων σωματείων, των ομοσπονδιών και των συνομοσπονδιών (ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ) για πολλοστή φορά αρνούνται να δώσουν τη μάχη.
Καλούν κινητοποιήσεις την ημέρα της ψήφισης (τη στιγμή που γράφεται το άρθρο η ΓΣΕΕ δεν έχει καν καλέσει σε απεργία, αλλά σε απογευματινή συγκέντρωση) δίνοντας το μήνυμα ότι πρόκειται απλά για μια τουφεκιά στον αέρα απέναντι σε ένα νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί έτσι κι αλλιώς και όχι για μάχη με στόχο το νομοσχέδιο να μην ψηφιστεί.
Οι αλλαγές των ισοζυγίων στο συνδικαλιστικό κίνημα, η απομάκρυνση των γραφειοκρατών συνδικαλιστών της ΠΑΣΚΕ, της ΔΑΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ από τα ΔΣ των πρωτοβάθμιων σωματείων και των υπόλοιπων συνδικαλιστικών βαθμίδων και η αντικατάστασή τους από μαχητικούς συνδικαλιστές, είναι ζωτικής σημασίας για το κίνημα. Γιατί αυτό που δεν καταφέρνουν οι νόμοι, οι δικαστές και οι κατασταλτικοί μηχανισμοί όταν το κίνημα φουσκώνει, το καταφέρνουν οι μαχαιριές και οι προδοσίες «από τα μέσα». Και αυτή είναι λίγο-πολύ η ιστορία του γιατί οι εξαιρετικά μαζικοί αγώνες του 2010-2013 δεν κατάφεραν να νικήσουν.