Έρευνα της Eurostat που βγήκε πρόσφατα στην δημοσιότητα «αποκάλυψε» αυτό που όλοι λίγο-πολύ γνωρίζαμε: δηλαδή ότι στην «μετα»-μνημονιακή Ελλάδα οι νέοι άνθρωποι, ακόμη και όταν εργάζονται, δυσκολεύονται πάρα πολύ να εγκαταλείψουν την οικογενειακή εστία.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα, το ποσοστό των νέων 25 έως 34 ετών που το 2019 έμεναν με τους γονείς τους ανέρχεται στο 30%, κατά μέσο όρο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Φυσικά από χώρα σε χώρα τα ποσοστά διαφέρουν δραματικά. Σε χώρες όπως η Δανία το ποσοστό αυτό βρίσκεται κάτω από το 4%, στην Φινλανδία στο 4,8% και στην Σουηδία στο 5,7%. Την ίδια στιγμή στην Ελλάδα το ποσοστό ανέρχεται στο θηριώδες 57,8% με μόνο τους νέους της Κροατίας να βρίσκονται σε χειρότερη μοίρα (62%).
Φυσικά αυτές οι χαώδεις διαφορές μεταξύ των χωρών του Βορρά, με τη σχετικά μικρή ανεργία και το χτυπημένο αλλά ακόμη ισχυρό κοινωνικό κράτος και χωρών όπως η Ελλάδα, όπου το κοινωνικό κράτος μετά από μια δεκαετία βάναυσης λιτότητας έχει διαλυθεί και τα ποσοστά ανεργίας –ειδικά στους νέους– είναι δυσθεώρητα, μόνο τυχαίες δεν είναι.
***
Σύμφωνα ακόμη και με τα επίσημα στοιχεία, που ως γνωστόν «κουκουλώνουν» το πρόβλημα, τον Δεκέμβρη του 2019 –πριν δηλαδή η κρίση του κορονοϊού εκτινάξει ξανά τα ποσοστά ανεργίας– οι ηλικιακές ομάδες στην χώρα μας που παρουσίαζαν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας ήταν αυτές των νέων 15-24 ετών (34,7%) και 25 έως 34 ετών (22,2%).
Την ίδια περίοδο (Δεκέμβρης 2019) δημοσιεύτηκε έρευνα του Πανεπιστημίου Αιγαίου σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα είναι η χώρα της ΕΕ με το μεγαλύτερο ποσοστό νέων εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης.
Συγκεκριμένα το 19,5% των νέων 15-29 ετών δεν εργάζεται ούτε παρακολουθεί κάποιο επιμορφωτικό πρόγραμμα. Το πρόβλημα εμφανίζεται ιδιαίτερα οξυμένο στις ηλικίες των 25 έως 29 ετών. Την περίοδο 2006-2009 οι νέοι 25-29 ετών εκτός εργασίας ή επιμόρφωσης αποτελούσαν το 25% του συνόλου αυτής της πληθυσμιακής ομάδας στην Ελλάδα. Το 2013 άγγιξαν το 40%, στη συνέχεια άρχισαν να μειώνονται και το 2018 έφτασαν να αποτελούν το 29,5%. Κι αυτό παρά τη δημογραφική συρρίκνωση αυτής της πληθυσμιακής ομάδας, η οποία το 2006 περιελάμβανε 800.000 άτομα και το 2018 περίπου 560.000, λόγω brain drain, το οποίο δεν μείωσε τα ποσοστά ανεργίας.
***
Σαν να μην έφτανε αυτή η κατάσταση, οι νέοι άνεργοι έχουν να αντιμετωπίσουν και τον χλευασμό ορισμένων καλοθρεμμένων τύπων, όπως ο βουλευτής της ΝΔ Κ. Κυρανάκης, που πριν μερικές μέρες δήλωσε με θράσος χιλίων καρδιναλίων πως οι νέοι δεν βρίσκουν δουλειά επειδή «δεν ψάχνουν στο ίντερνετ».
Πρόσθεσε δε μάλιστα πως:
«Το ‘χω δει και στη γενιά μου, υπάρχουν νέα παιδιά που πάνε από πολιτικό γραφείο σε πολιτικό γραφείο για να ψάξουν δουλειά, αλλά δεν κάθονται να κάνουν μια σωστή δόμηση βιογραφικού…»
Άνθρωποι λοιπόν που το μόνο τους προσόν είναι ότι μπαστακώθηκαν από νωρίς στα κατάλληλα πολιτικά γραφεία, κουνάνε από πάνω και το δάχτυλο στη νεολαία!
Όπως είναι βέβαια γνωστό, ακόμη και οι νέοι που εργάζονται λαμβάνουν στην μεγάλη τους πλειοψηφία μισθούς-ψίχουλα της τάξεως των 300-500 ευρώ, πολλές φορές ανασφάλιστοι ή με μπλοκάκι. Συνδυάζοντας τα παραπάνω εύκολα καταλαβαίνει κανείς πως η παραμονή στην γονεϊκή εστία σε τόσο προχωρημένες ηλικίες δεν είναι επιλογή των νέων, αλλά μια αναγκαστική κατάσταση. Μια κατάσταση που γεννά ένα σωρό προβλήματα, με τα σημαντικότερα να αφορούν την ψυχική υγεία των νέων ανθρώπων στους οποίους γεννιούνται μαζικά αισθήματα μειωμένου αυτοσεβασμού με ότι αυτό συνεπάγεται για την ψυχολογία τους.