Η πρόσφατη Πανελλαδική Σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε, χωρίς αμφιβολία, μια έκπληξη. Συνιστώσες που κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου είχαν ταχθεί με τον πιο αποφασιστικό τρόπο κατά της ανάγκης ύπαρξης μελών και της εκλογής οργάνων στο ΣΥΡΙΖΑ, απόψεις που υποστήριξαν και κατά τη διάρκεια του 2ημέρου, βρέθηκαν κατά ένα περίεργο τρόπο, να υπογράφουν από κοινού, «μίνιμουμ» υποτίθεται κείμενο, με ειλικρινείς υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ των μελών και των δημοκρατικά εκλεγμένων οργάνων.
Οι εκπρόσωποι της ΚΕΔΑ και της ΔΕΑ, για να αναφέρω τις πιο ακραίες περιπτώσεις, είχαν περισσότερο από μια φορά εκφράσει την αντίθεση τους στην έννοια του μέλους με το επιχείρημα ότι μια εξέλιξη αυτού του τύπου οδηγεί ουσιαστικά σε διάλυση των συνιστωσών και σε νέο κόμμα. Ο Γ. Θεωνάς – συντονιστής, μάλιστα, της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ – σε σειρά άρθρων του θεωρεί ότι όσοι υπέγραψαν το κείμενο που αναφερόταν στην ανάγκη να υπάρξει «ένα 2ο κύμα στο ΣΥΡΙΖΑ» παραχωρώντας δικαιώματα στους ανένταχτους είναι «εν δυνάμει» φραξιονιστές. Με κίνδυνο να κουράσω τους αναγνώστες θα παραθέσω τα επίδικα αποσπάσματα: «Είναι τυχαίο άραγε – γράφει ο Γ. Θεωνάς – ότι όλοι οι προβληματισμοί για μέλη και ενιαίο κόμμα, το μάζεμα υπογραφών, η «εν δυνάμει» φραξιονιστική δουλειά, συμπίπτει με τις παραμονές των Πανελλαδικών Συνδιασκέψεων; Τα ίδια είχαμε στην 1η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, τα ίδια και τώρα» … «Ταυτόχρονα, εμείς – συνεχίζει ο Γ. Θεωνάς – από την πλευρά μας, θα το υπογραμμίσουμε με όση ένταση μπορούμε. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προσφέρεται για λεηλασία ούτε από τους εταίρους του δικομματισμού, αλλά ούτε και από όποιους ενδιαφέρονται με όχημα τον ΣΥΡΙΖΑ να οικοδομήσουν άλλες οντότητες».
Η Τασία η Χριστοδουλοπούλου, ο Άλκης ο Ρήγος, ο Μάκης ο Σπαθής, ο Δημήτρης ο Μπελαντής και πολλοί άλλοι σύντροφοι που υπέγραψαν το κείμενο και ανήκουν για δεκαετίες στο χώρο της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής αριστεράς – οι οποίοι βέβαια ουδέποτε ζήτησαν τη διάλυση των συνιστωσών και τη δημιουργία ενός νέου κόμματος – χαρακτηρίστηκαν, όχι από ένα νεαρό και άπειρο μέλος, αλλά από τον Συντονιστή της Γραμματείας, ως αυτόκλητοι «προστάτες» των ανένταχτων και εν «δυνάμει φραξιονιστές» που έχουν ως στόχο, όπως και οι εταίροι του δικομματισμού, να «λεηλατήσουν» τον ΣΥΡΙΖΑ! Ο Αντώνης ο Νταβανέλος ήταν και είναι ασφαλώς πιο προσεκτικός. Ειλικρινά σέβομαι την άποψη του για την οργανωτική συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι όμως εντελώς απαράδεκτοι οι χαρακτηρισμοί που μας απέπεμψε. Αυτοί που απαιτούν ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει μέλη – ισχυρίστηκε, ακόμα και πρόσφατα – ούτε λίγο ούτε πολύ «ψαρεύουν στα θολά νερά». Για να αποδειχθεί για μια ακόμα φορά ότι σε περιόδους κρίσης αναβιώνουν οι χειρότερες παραδόσεις των ιστορικών ρευμάτων που συγκροτούν σήμερα τον ΣΥΡΙΖΑ …
Τελικά γιατί αυτοί οι σύντροφοι ψήφισαν το κείμενο; Ο Αλέκος Αλαβάνος ήδη από τη 2η συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ είχε υποστηρίξει την αναγκαιότητα όχι μόνο του μέλους, που μάλιστα θα έπρεπε να εφοδιαστεί και με κόκκινη κάρτα, αλλά και της εκλογής ακόμα και της ηγεσίας από τη βάση. «Τα μέλη και οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ – δήλωνε στις 22 του Ιούνη στη Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ ο Αλ. Αλαβάνος – έχουν πια το δικαίωμα να έχουν ρόλο και λόγο, να εκλέγουν τους αντιπροσώπους τους, να βάζουν αυτοί τη σφραγίδα τους στις πολιτικές κατευθύνσεις και την εκλογή όχι αρχηγού, αλλά συλλογικής ηγεσίας».
Στη πρόσφατη σύσκεψη επανέλαβε τη θέση του για το μέλος με την κόκκινη κάρτα του αντιπροσώπου αλλά παρέλειψε εντελώς να αναφερθεί στην εκλογή της συλλογικής ηγεσίας: « … Η δυναμική μας δημιούργησε ένα μεγάλο ρεύμα κοινωνικό – ανέφερε στην ομιλία του ο Αλ. Αλαβάνος – Πολίτες που είναι με τον ΣΥΡΙΖΑ, ανεξάρτητα από τις συνιστώσες του. Δεν είναι «ανένταχτοι». Είναι ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό πρέπει μα προχωρήσουμε σε μια σειρά ταχύτατα μέτρα. Αναγνώριση του μέλους του ΣΥΡΙΖΑ. Στην συνδιάσκεψη του Οκτώβρη να συμμετέχουν εκλεγμένοι εκπρόσωποι, με «κόκκινη κάρτα», με δυνατότητα δηλ να λαμβάνουν αποφάσεις σε συνδυασμό πάντα με λειτουργία των συνιστωσών. Η πολιτική γραμματεία να λειτουργεί ως κέντρο λήψης αποφάσεων».
Η διαφορά είναι εμφανής, είναι τόση όση χωρίζει την εκλογή της συλλογικής ηγεσίας με τον διορισμό από τις συνιστώσες πολιτικής γραμματείας ως κέντρο των πολιτικών αποφάσεων. Σύμφωνα με αυτές τις θέσεις ο ΣΥΡΙΖΑ θα μετατραπεί σε μια σαρανταποδαρούσα που θα έχει στη βάση μέλη – τα οποία θα έχουν τη δυνατότητα να εκλέγουν όργανα κλπ – αλλά η κεφαλή θα μείνει προνόμιο των συνιστωσών και μάλιστα όχι όλων εξ αυτών. Η πρόταση αυτή καταλήγει, στην ουσία, όχι στην εκλογή μιας συλλογικής ηγεσίας αλλά στη συγκρότηση ενός κλειστού διευθυντηρίου που θα λειτουργεί ως κέντρο λήψης των αποφάσεων. Στην ουσία αυτό που αυτή η πρόταση επιλέγει είναι ο ΣΥΡΙΖΑ των μελών στη βάση και ο ΣΥΡΙΖΑ των (επιλεγμένων) συνιστωσών στην κορυφή.
Εκτιμώ ότι οι αντίθετοι με την έννοια του μέλους και της δημοκρατικής συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ από τη βάση μέχρι την κορυφή υπερψήφισαν το κείμενο από τη μια γιατί το αίτημα αυτό έχει πια ωριμάσει στη βάση του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο στα μέλη των συνιστωσών όσο και στους ανένταχτους, και από την άλλη γιατί αυτό που πραγματικά επιζητούν είναι η ηγεσία του εγχειρήματος να παραμείνει σε ένα μη εκλεγμένο όργανο στον έλεγχο ορισμένων συνιστωσών. Ο Αλ. Αλαβάνος όχι μόνο ζήτησε η πολιτική γραμματεία « … να λειτουργεί ως κέντρο λήψης αποφάσεων» αλλά και εκτός χειρογράφου «φωτογράφισε» αυτούς που θα συμμετέχουν, όχι στη σημερινή υποτίθεται πλαδαρή, αλλά σε μια ολιγομελή αποτελεσματική Γραμματεία, τον Γ. Θεωνά, τον Ρ. Ρινάλντι κλπ. Η ΚΟΕ εδώ και πολύ καιρό έχει εκφράσει ανάλογες απόψεις. Είναι γνωστή η θέση της για ένα μικρό όργανο στην ηγεσία ενώ κατά κανόνα απουσιάζει από τα κείμενα της η ανάγκη εκλογής των οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα της γραμματείας του. Εξάλλου χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στη πρόσφατη διαμάχη για το ποιος εκπροσωπεί τον ΣΥΡΙΖΑ η ΚΟΕ είναι, αν δεν κάνω λάθος, η μόνη συνιστώσα που τοποθετήθηκε στο ζήτημα τασσόμενη με τον Αλ. Αλαβάνο. «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι σχήμα εκλογικής υποστήριξης – εκτιμά η ΚΟΕ – είναι ένα ριζοσπαστικό και πρωτότυπο εγχείρημα πολιτικής ενότητας της αριστεράς. Η παραμονή του σ. Αλαβάνου ως επικεφαλής του εγχειρήματος, αντικειμενικά θα βοηθήσει στην κατοχύρωση αυτής της ταυτότητας». Από κει και η ενεργή συμμετοχή της στη γνωστή συγκέντρωση της Βαλτετσίου.
Η υπογραφή του κειμένου, κατά κύριο λόγο από το «Κοκκινοπράσινο Δίκτυο» του Συνασπισμού και την ΑΚΟΑ, αλλά και από το «Κόκκινο» και τη «Ρόζα» και ορισμένους ανένταχτους είναι κατά την άποψη μου μια λανθασμένη κίνηση γιατί στην ουσία αυτό δεν είναι ένα κείμενο για τα δικαιώματα των μελών, όπως καλοπροαίρετα εκτιμούν οι σύντροφοι που το υπέγραψαν, αλλά ένα κείμενο που, δια της απαλείψεως, επιλέγει από τη μια τη λύση της διορισμένης γραμματείας στην κορυφή της ηγεσίας – λύση κλειστού διευθυντηρίου υποστηρίζω εγώ – και από την άλλη τοποθετείται, ανεξάρτητα από προθέσεις, στο ζήτημα της «διαρχίας». Δεν είναι τυχαίο ότι το πάντα ενημερωμένο για τις εξελίξεις στο ΣΥΡΙΖΑ «Συγκρότημα Λαμπράκη» εξέλαβε τη διαμάχη του 2ημέρου- όπως φαίνεται και από τον τίτλο του άρθρου στα «ΝΈΑ» (20/07/09) «Συνιστώσες κατά ΣΥΝ με «αρχηγό» τον Αλέκο» – όχι ως μια σύγκρουση για τα μέλη και τη δημοκρατική συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ως μια σύγκρουση των συνιστωσών κατά του Συνασπισμού, υπέρ του Αλαβάνου και κατά του Τσίπρα.
Ασφαλώς και η ηγεσία του Συνασπισμού έχει τις δικές της ευθύνες για τη σημερινή αρνητική πορεία των γεγονότων. Αντί μετά την περίφημη πρώτη Πανελλαδική Συνδιάσκεψη, τον Μάρτη του 2008, που τόσες ελπίδες ανέπτυξε, να πρωτοστατήσει στη δημιουργία ενός μεγάλου ΣΥΡΙΖΑ, που θα αγκάλιαζε ισότιμα συνιστώσες και ανένταχτους και θα σταθεροποιούσε τη συσπείρωση που αποκάλυπταν οι δημοσκοπήσεις, κινήθηκε στην αντίθετη κατεύθυνση, στη στενή κομματική οικοδόμηση. Γεγονός που όχι μόνο λειτούργησε εντελώς αρνητικά για τους χιλιάδες «ανένταχτους», που ήδη ασφυκτιούσαν στα περιορισμένα πολιτικά και οργανωτικά πλαίσια του ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών, αλλά και ενίσχυσε τον ήδη ισχυρό κομματικό πατριωτισμό ορισμένων μικρότερων συνιστωσών που καθηλώθηκαν στην αυτάρκεια της μικρής ομάδας. Από κει και η εναγώνια προσπάθεια των περισσότερων συνιστωσών, ακόμα και τάσεων τους, να εξασφαλίσουν τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη, από τα οικονομικά μέχρι την εκλογή ευρωβουλευτών, βουλευτών, αποσπασμένων επαγγελματικών στελεχών κλπ. Εκτιμώ ότι οι διαμάχες που ξέσπασαν με αφορμή τα θέματα αυτά, και έγιναν αντιληπτές από τον κόσμο της αριστεράς, εξέθεσαν και δυσφήμισαν ανεπανόρθωτα το ενωτικό μας εγχείρημα. Ο καθηγητής Α. Μανιτάκης είχε δίκιο να υποστηρίζει ότι «Το χειρότερο που έχει να πάθει μια πολιτική παράταξη είναι να διαψεύσει τις προσδοκίες που δημιούργησε, η προδοσία της ελπίδας όχι μόνον δεν συγχωρείται πολιτικά, αλλά δημιουργεί και αισθήματα πολιτικής αντιπάθειας». (Α. Μανιτάκης: Η προδοσία της ελπίδας, Αυγή 29/03/09).
Ακόμα και σήμερα η λύση που καταλήγει να υιοθετήσει η ηγεσία του Συνασπισμού, σε όσους επιχειρούν να λύσουν το υπαρκτό πρόβλημα της «διαρχίας» με τη συγκρότηση διευθυντηρίου, είναι κατά την άποψη μου εντελώς λανθασμένη. Η επιλογή της κομματικής περιχαράκωσης δεν λύνει ούτε το εσωτερικό πρόβλημα του Συνασπισμού – η Ανανεωτική Πτέρυγα ήδη απαιτεί αναθεώρηση των αποφάσεων του συνεδρίου – ούτε τα προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ. Το φάρμακο αυτό δυστυχώς δεν θεραπεύει την ασθένεια.
Είναι προφανές ότι η λύση βρίσκεται όχι στο παρελθόν αλλά στο μέλλον. Στο ΣΥΡΙΖΑ των μελών, των αποφασιστικών συνδιασκέψεων και των εκλεγμένων οργάνων από τη βάση μέχρι την κορυφή με πρόνοιες που θα σέβονται τους υπαρκτούς συσχετισμούς δυνάμεων, χωρίς διευθυντήρια και χαρισματικούς ηγέτες. Αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταργεί τις συνιστώσες, τις τάσεις των συνιστωσών κλπ αλλά τις αναβαθμίζει μέσα σε ένα μεγάλο ενωτικό ρεύμα ικανό να εκφράσει και πάλι τις χαμένες ελπίδες εκατοντάδων χιλιάδων αριστερών, ιδιαίτερα των νέων, οι οποίοι απογοητευτήκαν και από τη δική μας πολιτική. Αυτός ο ριζοσπαστικός αλλά και βαθιά ανανεωτικός ΣΥΡΙΖΑ έχει τη δυνατότητα, σε αντίθεση με την μέχρι σήμερα πρακτική, να επεξεργαστεί, μαζί με τα μέλη του και την κοινωνία, ένα πρόγραμμα μετάβασης που να συνδέει τα άμεσα αιτήματα – που η υποστήριξη τους μέσα στο βάθος της σημερινής κρίσης παίρνει στην κυριολεξία έναν επαναστατικό χαρακτήρα – με τους ιστορικούς στόχους του κινήματος, τον σοσιαλισμό με δημοκρατία, αυτοδιαχείριση κλπ.
Η υποβολή στη πανελλαδική σύσκεψη της περασμένης εβδομάδας των προτάσεων των ανένταχτων και ενταγμένων σε συνιστώσες, μέσα από την πρωτοβουλία «για ένα 2ο κύμα στο ΣΥΡΙΖΑ», είχε σαν σκοπό – σε αντίθεση με το «μίνιμουμ» κείμενο της τελευταίας στιγμής που υπογράφηκε από δυνάμεις με μη συνθέσιμες στο επίδικο ζήτημα απόψεις – να δείξει το δρόμο για τη δημοκρατική συγκρότηση, από τη βάση μέχρι την κορυφή, του ΣΥΡΙΖΑ, τη μόνη που κατά την άποψη μου μπορεί να εμπνεύσει και πάλι ένα μεγάλο τμήμα από τους αγωνιστές που είτε συσπειρώθηκαν στις γραμμές μας είτε μας έδιναν μέχρι πρόσφατα την αμέριστη εμπιστοσύνη τους.
Τάκης Μαστρογιαννόπουλος