Του Δημήτρη Μπελαντή. Αναδημοσίευση από το Rproject.gr
Ο σύντροφος Μανόλης Γλέζος έχει βιώσει στη μακρά ιστορική του διαδρομή δύο τελείως διαφορετικές προσεγγίσεις για το ζήτημα της εσωκομματικής δημοκρατίας και της «μονολιθικότητας» της Αριστεράς και ιδίως σχετικά με την έκφραση του δημόσιου λόγου της προς την κοινωνία. Για δεκαετίες, ο σ. Γλέζος υπήρξε στέλεχος του ενιαίου ΚΚΕ και βίωσε πιθανόν δραματικά το σύστημα εσωκομματικής δημόσιας ζωής που παρουσιαζόταν ως δήθεν συνέχεια του λενινιστικού «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού», ενώ στην πραγματικότητα ήταν ένα μοντέλο ενιαίας και μονολιθικής εξωτερίκευσης μιας μη δημοκρατικά ειλημμένης γραμμής, ήταν το μοντέλο του σταλινικά κωδικοποιημένου γραφειοκρατικού συγκεντρωτισμού.
Στη συνέχεια και μέσω της διάσπασης του ΚΚΕ το Φλεβάρη του 1968, ο Μ.Γ. τάχθηκε με το τμήμα εκείνο που, παρά όλα του τα προβλήματα και στρατηγικά ελαττώματα, έθετε ψηλά στην ατζέντα το ζήτημα της κομματικής δημοκρατίας αλλά και της ανάσχεσης του σταλινικού μονολιθισμού, με την ανανεωτική αριστερά στην πιο πλατιά εκδοχή της. Ακόμη παραπάνω, ο σ. Γλέζος μέσα από τη μεταπολιτευτική του πορεία στην ανανεωτική Αριστερά, και με όλες τις αντιρρήσεις που μπορεί να έχει κανείς με επιμέρους επιλογές του στη μεταπολιτευτική ΕΔΑ, μελέτησε και ανέπτυξε πρακτικά σε σημαντικό βαθμό το ζήτημα της άμεσης δημοκρατίας αλλά και της δημοκρατικής εσωκομματικής ζωής και της μη φοβικής σχέσης των αριστερών και των απόψεών τους με τη δημοσιοποίησή τους προς την κοινωνία.
Αυτή η προσέγγιση, παρά τις ισχυρές αντιθέσεις της προς το έτσι κι αλλιώς μη αδιαμφισβήτητο ή αλάθητο πια λενινιστικό κομματικό μοντέλο, ενίσχυσε μια διάσταση ανανέωσης, φρεσκάδας και ζωντάνιας στην εσωκομματική ζωή των αριστερών κομμάτων. Αυτήν την προσέγγιση ακολούθησε ο σ. Γλέζος και κατά τη διάρκεια της πολύχρονης συμμετοχής του στον ΣΥΡΙΖΑ, διαφωνώντας με μια μονολιθική ή και αρχηγική εκδοχή του «ενιαίου κόμματος των μελών» (βλ. και συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο 2013,όταν ο σ. Γλέζος επέκρινε μαζί και με πολλούς άλλους έντονα την εργαλειακή και επικίνδυνη για την εσωτερική δημοκρατία ηγετική γραμμή κατά των τάσεων και υπέρ μιας μη οργανικής αλλά διοικητικής και μηχανιστικής υπέρβασης και διάλυσης των συνιστωσών).
Τα προσωπικά σύμβολα της «εθνικής ενότητας»
Ανεξάρτητα, όμως, από την συμβολή του στο ζήτημα της δημοκρατίας τόσο στην κοινωνία όσο και στα αριστερά πολιτικά μορφώματα και κόμματα, ο σ. Γλέζος είναι ένα ζωντανό ιστορικό σύμβολο, όπως λίγοι ακόμη εν ζωή άνθρωποι της Αριστεράς στην Ελλάδα (όπως ο Θεοδωράκης, ο Μπιτσάκης και λίγοι ακόμη). Είναι από εκείνα τα ιστορικά σύμβολα που δημιουργούν στην Αριστερά υπερηφάνεια και αυτοπεποίθηση στις περισσότερες των περιστάσεων, αμηχανία σε λιγότερες. Αμηχανία ιδίως, όταν τίθεται ζήτημα έκφρασης της χώρας μέσα από ανώτατα αξιώματα. Στις περιπτώσεις αυτές, η Αριστερά, συχνά μέσα από μια έντονα συμπλεγματική συμπεριφορά, προκρίνει ως υπερέχοντα τα προσωπικά σύμβολα της «εθνικής ενότητας» και όχι τα σύμβολα της ιστορικής της ταξικής δικαίωσης και της ιστορικής της αγωνιστικής παρουσίας. Όμως, τα σύμβολα της -κατά την κυρίαρχη λογική- «εθνική ενότητας» ανήκουν σχεδόν πάντοτε αναγκαστικά στην αστική τάξη. Κανείς μη αστός πολιτικός δεν έχει εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας από το 1975 μέχρι σήμερα: Στασινόπουλος, Tσάτσος, Καραμανλής, Σαρτζετάκης, Στεφανόπουλος, Παπούλιας, Παυλόπουλος. Ούτε ένας αριστερός ή κομμουνιστής ούτε μια αριστερή ή κομμουνίστρια. Ο λόγος έχει εξηγηθεί επαρκώς από τον Μαρξ στη «Γερμανική Ιδεολογία»:
η κυρίαρχη ιδεολογία σε μια ταξική κοινωνία είναι η ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης.
Μήνυμα για ριζική στροφή πολιτικής
Με αυτήν τη διττή ιδιότητα και ευθύνη του, του αριστερού στελέχους που ερευνά και πειραματίζεται συνεχώς πρακτικά πάνω στο ζήτημα της δημοκρατίας/συμμετοχής και του ανθρώπου που αντιστάθηκε τότε έμπρακτα και απολύτως ενάντια στο ρεύμα, παρά τους κατοπινούς μύθους, στον ναζισμό, ο σ. Γλέζος έστειλε τώρα ένα ισχυρό πολιτικό μήνυμα προς την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ: το μήνυμα των σοβαρών προβλημάτων που εμπεριέχει η προσωρινή συμφωνία με τους δανειστές και του έντονου κινδύνου αθέτησης των προεκλογικών εξαγγελιών του ΣΥΡΙΖΑ σε προγραμματικό επίπεδο. Το αν ο ΣΥΡΙΖΑ καλλιέργησε μόνο «ψευδαισθήσεις» ως σήμερα, είναι ένα ζήτημα όπου μπορεί να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει κανείς ή πάντως να το θεωρήσει (ακόμη) ιστορικά ανοιχτό. Δεν έχει σημασία, όμως, η συμφωνία ή η διαφωνία με την πολύ συγκεκριμένη διατύπωση του Γλέζου. Αυτό που έχει πραγματικά σημασία είναι η διογκούμενη καθημερινά απόσταση ανάμεσα στις προεκλογικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ και στην τώρα εφαρμοσμένη κυβερνητική πολιτική του. Αυτό που επισημαίνει κριτικά η παρέμβαση του σ. Γλέζου είναι η επανοριοθέτηση της εσφαλμένης πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ από την τρέχουσα ηγεσία του και ειδικότερα:
– της εγκατάλειψης της διαγραφής του δημοσίου χρέους της χώρας και της προσχώρησης στη λογική της εικονικής «απομείωσης»
– της αποδοχής των «συμφωνημένων όρων», δηλαδή της αποδοχής τού ως σήμερα μνημονιακού πλαισίου-προγράμματος
– της αποδοχής της επιτήρησης όχι πια από την τρόικα αλλά από τους λεγόμενους Θεσμούς
– της αποφυγής των μονομερών ενεργειών, δηλαδή της πλήρους εφαρμογής του προεκλογικού μας προγράμματος
– της δέσμευσης για την ολοκλήρωση -έστω και με κάποιες εξαιρέσεις- του υφιστάμενου μνημονιακού προγράμματος
– της παραδοχής των περίφημων μνημονιακών πρωτογενών πλεονασμάτων, έστω και με τάση μειωτική του ποσοστού επί του ΑΕΠ
– της παραδοχής ότι όλα τα ως σήμερα μέτρα και οι «θυσίες» του λαού «καλώς τελικά συνέβησαν»
– της παραδοχής γενικά των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, κάτι που επί χρόνια αρνούνταν λυσσασμένα ακόμη και οι κεϊνσιανοί οικονομολόγοι
– της προώθησης δήθεν μεταρρυθμίσεων από την κυβέρνηση στη λογική του ΟΟΣΑ και της εργαλειοθήκης του και της σοσιαλφιλελεύθερης αναδιάταξης του κρατικού μηχανισμού
– της μη κατάργησης ως τώρα των εφαρμοστικών νόμων των Μνημονίων.
Αυτό που διαπιστώνει, με το ισχυρό διαχρονικό ταξικό του ένστικτο, ο σ. Γλέζος υπερβαίνει το βαθμό δυσαρέσκειας και κινητοποίησης των αριστερών αντιπολιτεύσεων του ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα/ιδίως της Αριστερής Πλατφόρμας. Σε σχέση με την ως σήμερα ρητορική και αντίσταση της Αριστερής Πλατφόρμας, ο σ. Γλέζος αρθρώνει έναν λόγο σχετικά πιο ολοκληρωμένο και θαρραλέο τόσο από ταξική όσο και από εθνικοαπελευθερωτική άποψη. Θέτει το πρόβλημα ότι η προσωρινή συνθήκη διαψεύδει και ακυρώνει το πρόγραμμα της ΔΕΘ, αλλά και γενικότερα την κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών τους νόμων. Θέτει το πρόβλημα ότι χρειάζεται μια ριζική στροφή πολιτικής, έστω και τώρα, προς την κατεύθυνση της διαγραφής του χρέους και των μνημονίων και ότι δεν αρκεί η στρατηγική δήθεν τεχνικής απομείωσης του χρέους – τα οικονομοτεχνικά δεν είναι αριστερή πολιτική.
Η ιδιαίτερη αγωνία του σ. Γλέζου, με βάση τη βαθιά και βαριά πολιτική εμπειρία του, είναι ιδιαίτερα σημαντική και καθοδηγητική. Υποστηρίζει ότι η βάσει των μνημονιακών δεσμεύσεων μη κατάργηση των μνημονιακών εφαρμοστικών νόμων είναι ηθελημένη και δεν οφείλεται σε πλημμέλεια. Υποστηρίζει ακόμη, κατά τρόπο εύλογο, ότι η υπόσχεση κατάργησης των μνημονίων στηρίχθηκε προεκλογικά σε μια ανταγωνιστική πολιτική στρατηγική και όχι σε αποκλίνουσες προτεραιότητες ή σε παρεξηγήσεις και λάθος κατανόηση ή σε παζάρια του τύπου win-win. Υποστηρίζει, τέλος, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η προσωρινή συμφωνία κυβέρνησης και δανειστών είναι ο στρατηγικός κόμβος και η βασική αιτία νομοθετικής αδράνειας της παρούσας κυβέρνησης και όχι η δήθεν προετοιμασία μιας ρήξης σε τέσσερις μήνες. Όλα αυτά φαίνεται να επιβεβαιώνονται από μια συγκυρία όπου, μέχρις νεοτέρου, η παραλυτική νομοθετική αδράνεια του ΣΥΡΙΖΑ έχει υποκαταστήσει τον καταστροφικό νομοθετικό οργασμό της κυβέρνησης Σαμαρά.
Ο σύντροφος Γλέζος και το Δικαστήριο της Ιστορίας
Με όλη την πολιτική σοφία και την εκτεταμένη πολιτική εμπειρία που τον διακρίνει, ο σ. Γλέζος θέτει με τη λακωνική δήλωσή του ένα σοβαρό ζήτημα, το οποίο δεν εξαντλείται στην εφαρμογή ή μη της ΔΕΘ και του προεκλογικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ το 2014-2015. Εκφράζει τη βαθύτερη ανησυχία του για την κρίση του έργου του ΣΥΡΙΖΑ όχι από την τρόικα ή τους Θεσμούς ή άλλα όργανα κρίσης και αξιολόγησης των δανειστών, αλλά από ένα όργανο υψηλότερου διεθνούς κύρους και μεγαλύτερης ηθικής εμβέλειας. Από ένα όργανο που ξεπερνά αξιολογήσεις και διεθνή όργανα εποπτείας. Για την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ από αυτό που ο ύψιστος φιλόσοφος Έγελος θα χαρακτήριζε ως το Δικαστήριο της Ιστορίας. Τι σημαίνει, άραγε, αυτό και γιατί είναι τόσο βαρύγδουπο αλλά και τόσο εκτιθέμενο στην απαξιωτική κριτική; Αυτό βασικά σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δεσμευθεί πολύπλευρα να αλλάξει την ζωή των υποτελών τάξεων και τη ρότα της πατρίδας μας -και, υπό την έννοια των κυριαρχούμενων τάξεων και της συμμαχίας τους, δεν υπάρχει καμία ντροπή να χρησιμοποιείς τον όρο «πατρίδα» και «εθνική ανεξαρτησία»- προς μια αρχικά φιλεργατική, φιλολαϊκή και ανεξάρτητη από τον ιμπεριαλισμό πολιτική κατεύθυνση και στη συνέχεια να ανοίξει αποφασιστικά το δρόμο προς τη σοσιαλιστική/κομμουνιστική μετάβαση. Μα, θα μας πούνε, συντροφε Γλέζο, ότι ο λαός δεν έδωσε τέτοια εξουσιοδότηση, έδωσε μόνο μια δειλή εντολή για την επίλυση της ανθρωπιστικής κρίσης! Η τοποθέτηση του σ. Γλέζου αποκαλύπτει εμφατικά το ψέμα και τη δολιότητα πίσω από αυτήν τη ρητορική. Είτε είναι μαζί μας το 36% είτε το 87%, κατά την Public Issue ή όποια άλλη δημοσκοπική εταιρεία, το πραγματικό εκλογικό σώμα, κάτι πολύ διαφορετικό από τους πρόσκαιρους αποδέκτες και μετόχους των δημοσκοπήσεων, μας έδωσε την εντολή να εφαρμόσουμε το προεκλογικό πρόγραμμά μας κατά 100% και να καταργήσουμε τα μνημόνια επίσης κατά 100%. Το πώς επεξεργάστηκε τα ζητήματα αυτά η κυβέρνηση και ο κατά τα λοιπά συμπαθής κ. Βαρουφάκης, είναι ένα απολύτως διακριτό θέμα – ο λαός θα μας κρίνει με βάση το πρόγραμμά μας και όχι την πολιτική άποψη, την ιδιαίτερη επικοινωνιακή αισθητική ή την απουσία λαιμοδέτη του κ. υπουργού Οικονομικών.
Έχοντας υπάρξει κατηγορούμενος μπροστά στα πολιτικά δικαστήρια του έκτακτου μετεμφυλιακού αστικού κράτους -ιδίως στη δίκη του 1960 με βάση τον νόμο περί κατασκοπείας και με ορίζοντα τον θάνατο- ο σ. Γλέζος γνωρίζει πολύ καλά την ειδική διαλεκτική του κατήγορου και του κατηγορουμένου, της δίωξης και της υπεράσπισης, τη δυναμική της πολιτικής δίκης. Όμως, ο πρώην κατηγορούμενος Γλέζος έναντι του μετεμφυλιακού κράτους και των στρατοδικείων του, ο σ. Γλέζος, δεν επιστρέφει ως τιμωρός ή ως κατήγορος ή ως απηνής διώκτης. Ούτε εναντίον της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ούτε καν κατά των δανειστών και της πολιτικά απαξιωτέας επιθετικής γερμανικής ηγεμονίας εντός της Ε.Ε. Ούτε καν κατά αυτών των εφήμερων ιστορικά Γερμανών αξιωματούχων που αρνούνται ξετσίπωτα το δικαίωμα της Ελλάδας και των θυμάτων στις γερμανικές αποζημιώσεις. Ο Γλέζος δεν επανακάμπτει για να ψέξει και να επικρίνει πολιτικά ή ηθικά τον Σόιμπλε, τον Γιουνκέρ ή και αυτόν ακόμη τον σ. Τσίπρα. Είναι πολύ επάνω από όλα αυτά. Έρχεται για να θυμίσει και να υπογραμμίσει το ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ, του προέδρου του, της ηγεσίας του, των στελεχών του και των μελών του απέναντι σε έναν κρίσιμο και μοναδικό θεσμό -το μόνο πραγματικό Θεσμό απέναντι στα αποκαΐδια της ευρωενωσιακής οργάνωσης και πολιτικής- απέναντι στο Δικαστήριο της Ιστορίας, απέναντι στη μελλοντική αδιάσειστη ιστορική κρίση για το τι έκανε η ελληνική και η διεθνής Αριστερά ανάμεσα στο 2015 και στο 2020. Στο τι έκανε ενεργητικά, στο τι δέχθηκε παθητικά, στο πού συμβιβάστηκε, στο τι διεκδίκησε, στο πού μεγαλούργησε και πού ταπεινώθηκε, στο πού συντηρήθηκε και στο πού υπέκυψε απέναντι στο ντόπιο κεφάλαιο και στην ηγεσία της Ε.Ε. Η ισχυρή ιστορική παρέμβαση του σ. Γλέζου μπορεί να μην έχει την πολιτική πληρότητα και τεκμηρίωση των θεσμικών αντιπολιτεύσεων του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά μπορεί, ταυτόχρονα, να υπερκερνά κατά πολύ την εμβέλεια των δικών τους παρεμβάσεων. Τελικά, η παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησής του μπορεί να γράψει Ιστορία, με τη θετική ή την αρνητική σηματοδότηση του όρου. Αναμφισβήτητο όριο και συνιστώσα αυτής της Ιστορίας θα είναι και η σημερινή υπόμνηση του σ. Γλέζου, μια υπόμνηση που έρχεται από το βαθύ παρελθόν και πάει στο βαθύ μέλλον.
Ανεξάρτητα από την ιδιαίτερη άποψη ή το ψυχολογικό κίνητρο του σ. Γλέζου, ο εμφανής πόνος και η ανησυχία του δείχνουν εμφατικά τη μικρή απόσταση ανάμεσα στην επιβολή/εγκαθίδρυση της ΠΕΕΑ το Μάρτιο του ’44 και τη Βάρκιζα το Φλεβάρη του ’45, ανάμεσα στην πολύμορφη σύγκρουση/ρήξη και την πολύμορφη συνθηκολόγηση. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα καταγράψει αν αυτή η κρίσιμη παρέμβαση λήφθηκε σοβαρά υπόψη και οδήγησε σε μια ταξική και εθνικοαπελευθερωτική ανάκαμψη και ανόρθωση της Αριστεράς ή αν αγνοήθηκε και «μπήκε στο αρχείο», με αποτέλεσμα για άλλη μια φορά η έστω περιορισμένη τωρινή έφοδος της Αριστεράς στον ουρανό να οδηγήσει σε μια ακόμη υποσημείωση της Ιστορίας. Σύντροφε Γλέζο, έτσι ή αλλιώς, δεν έμεινες βουβός. Αυτό και μόνο έχει πολιτική σημασία. Για έναν ακόμη λόγο, η Ιστορία δεν θα σε ξεχάσει.