Η άνοδος του Ούγκο Τσάβες στην εξουσία το 1998, αντιπροσώπευε μια σημαντική αλλαγή στην διεθνή πολιτική κατάσταση. Ήταν η πρώτη κυβέρνηση που ήρθε στην εξουσία με ένα πρόγραμμα ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό μετά το 1989. Η εκλογή του Τσάβες αντιπροσώπευε έτσι μια σημαντική θετική εξέλιξη. Η κυβέρνηση προχώρησε σε μια σειρά προοδευτικών μεταρρυθμίσεων που έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό από τους εργαζόμενους.
Εκατομμύρια άνθρωποι απέκτησαν για πρώτη φορά πρόσβαση στην εκπαίδευση και στην ιατρική φροντίδα, 2.5 εκ. εκτάρια γης έχουν διανεμηθεί μέσω του προγράμματος για την αγροτική μεταρρύθμιση σε συνεταιρισμούς αγροτών, ενώ για πρώτη φορά η Βενεζουέλα αποκτά μια κυβέρνηση που δεν υποτάσσεται στην πολιτική των ΗΠΑ.
Αυτές οι ριζοσπαστικές πολιτικές προκάλεσαν την οργή της άρχουσας τάξης της χώρας και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού που προσπάθησαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση Τσάβες πολλές φορές και με διάφορους τρόπους.
Η αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2002, το λοκ-άουτ των εργοδοτών, που έκλειναν τα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις προσπαθώντας να παραλύσουν την οικονομία και να προκαλέσουν δυσαρέσκεια για την κυβέρνηση, τα σαμποτάζ στην διανομή των αγαθών, οι εκλογικές αναμετρήσεις με τα ΜΜΕ και την κυβέρνηση των ΗΠΑ να στηρίζουν με κάθε μέσο την αντιπολίτευση, όλες οι προσπάθειες της αντίδρασης να ανατρέψει την κυβέρνηση απέβησαν άκαρπες. Το μαζικό και αυθόρμητο κίνημα εργαζομένων, νεολαίων και φτωχών αγροτών που στηρίζει την κυβέρνηση Τσάβες απέτρεψε τα σχέδια της αντίδρασης. Ήταν η πίεση αυτού του μαζικού κινήματος που έσπρωξε τον Τσάβες – που μέχρι τότε ποτέ δεν είχε χρησιμοποιήσει τέτοιους όρους – να αρχίσει από το 2005 και μετά να μιλά για τον «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα».
«Σοσιαλισμός του 21ου αιώνα»;
Η πραγματικότητα βέβαια απέχει πολύ από τα λόγια. Το μαζικό κίνημα που ανέβασε τον Τσάβες στην εξουσία δεν ήταν αρκετό για να ανατραπεί ο καπιταλισμός και να αρχίσει να χτίζεται μια σοσιαλιστική κοινωνία. Έτσι 11 χρόνια μετά, από την μια οι καπιταλιστές εξακολουθούν να εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους και τους φτωχούς και από την άλλη έχει δημιουργηθεί και γιγαντωθεί μια κυβερνητική γραφειοκρατία, που χρησιμοποιεί σοσιαλιστική ρητορική αλλά είναι βουτηγμένη στην διαφθορά.
Μια από τις σημαντικότερες αδυναμίες που οδήγησαν σε αυτά τα φαινόμενα ήταν η έλλειψη μιας οργάνωσης της εργατικής τάξης που να τεθεί επικεφαλής της πάλης. Το μπολιβαριανό κίνημα (όπως ονομάστηκε το κίνημα υποστήριξης του Τσάβες) λειτουργούσε με έναν πλήρως γραφειοκρατικό, αντιδημοκρατικό τρόπο χωρίς κανέναν έλεγχο από τους εργαζόμενους. Σαν αποτέλεσμα, η νέα αυτή γραφειοκρατία άρχισε να παίρνει καταπιεστικά μέτρα ενάντια στην εργατική τάξη και σε όποιον κάνει κριτική από τα αριστερά στην κυβέρνηση.
Οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στην Βενεζουέλα, δεν υπάρχει άλλος τρόπος να χαρακτηριστούν παρά επαναστατικές. Οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει το κίνημα από τους καπιταλιστές και τους γραφειοκράτες αποδεικνύουν για άλλη μια φορά πως μια επαναστατική διαδικασία δεν μπορεί να μένει για πολύ καιρό μετέωρη. Ή θα προχωρήσει μπροστά ή θα συντριβεί.
Σαν αποτέλεσμα αυτών των αντιφάσεων η δημοτικότητα του Τσάβες έχει μειωθεί σημαντικά. Ακόμα και η ιδέα του σοσιαλισμού έχει αρχίσει να απαξιώνεται στην συνείδηση ενός στρώματος των εργαζομένων εξαιτίας της αποτυχίας του κινήματος να προχωρήσει προς τα μπροστά. Οι κατακτήσεις των εργαζομένων κινδυνεύουν από την επικράτηση των δυνάμεων της αντεπανάστασης που βρίσκονται όχι μόνο στην αντιπολίτευση αλλά και μέσα στις γραμμές των υποστηρικτών του Τσάβες.
Η «μπολιβαριανή αστική τάξη»
Με αυτόν τον όρο έχει γίνει γνωστό το κομμάτι εκείνο της παλιάς ελίτ που συνεργάζεται και υποστηρίζει τον Τσάβες, βγάζοντας τεράστια κέρδη. Επιπλέον υπάρχει και η «νέα ελίτ» που αναδύθηκε τα τελευταία χρόνια. Στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν σημαντικό αριθμό επιχειρηματιών και γραφειοκρατών που στο όνομα του «σοσιαλισμού» ασχολείται με τον προσωπικό του πλουτισμό. Έχει ιδρυθεί ακόμα και μια οργάνωση από «σοσιαλιστικές επιχειρήσεις» – επιχειρήσεις που αυτοανακηρύσσονται σε σοσιαλιστικές ενώ λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους της αγοράς!
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της νέας αυτής ελίτ είναι ο Wilmer Ruperti (Ουίλμερ Ρουπέρτι). Πριν από μια δεκαετία ήταν απλά ένας επιχειρηματίας. Σήμερα είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος στην Βενεζουέλα. Γιγάντωσε την περιουσία του κατά την διάρκεια του λοκ αουτ των εργοδοτών, σπάζοντας την «απεργία» και εξάγοντας πετρέλαιο για λογαριασμό της κυβέρνησης. Από τότε, η κρατική εταιρεία πετρελαίου του προσφέρει διαρκώς εξαιρετικά συμφέροντα συμβόλαια.
Η ενδυνάμωση της «μπολιβαριανής αστικής τάξης» είναι ένα στοιχείο που θα συνεχίσει να υπάρχει και την επόμενη περίοδο. Ο Τσάβες, βρισκόμενος αντιμέτωπος με μια φθίνουσα οικονομία – χαρακτηριστικό είναι πως το προηγούμενο τρίμηνο η βιομηχανική παραγωγή έπεσε κατά 10.25% – απευθύνθηκε δημόσια στους επιχειρηματίες του ιδιωτικού τομέα καλώντας τους να βοηθήσουν να δοθεί ώθηση στην οικονομία. Την ίδια στιγμή κάλεσε τις ιδιωτικές τράπεζες να αυξήσουν τις πιστώσεις προς τον εμπορικό τομέα της οικονομίας σε μια προσπάθεια να τονωθεί η αγορά.
Ενώ ορισμένες από τις «εθνικοποιήσεις» στις οποίες προχώρησε η κυβέρνηση Τσάβες έχουν λάβει διεθνή δημοσιότητα, στην πραγματικότητα στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων δημιουργήθηκαν «μεικτές» επιχειρήσεις. Όλη η ουσία της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης είναι η αύξηση μεν της κρατικής παρέμβασης στις «εθνικοποιημένες» επιχειρήσεις αλλά με τμήμα τους να παραμένει στα χέρια ιδιωτών. Αυτές οι επιχειρήσεις ονομάζονται από την κυβέρνηση «σοσιαλιστικές».
Οικονομική κρίση και κοινωνικές δαπάνες
Όταν ξέσπασε η διεθνής οικονομική κρίση, ο Τσάβες ισχυρίστηκε πως δεν πρόκειται να επηρεάσει την Βενεζουέλα. Στην πραγματικότητα, η πτώση της τιμής του πετρελαίου – που είναι το βασικό εξαγωγικό προϊόν της χώρας – έχει αρχίσει να χτυπά την οικονομία. Είναι ενδεικτικό πως η κρατική εταιρεία πετρελαίου PDVSA είχε αύξηση χρεών το 2008 κατά 146%! Εκτιμάται πως η PDVSA χρωστά συνολικά 12 δις δολάρια.
Τα περισσότερα από τα κοινωνικά προγράμματα που εφάρμοζε η κυβέρνηση την προηγούμενη περίοδο χρηματοδοτούνταν από τα κέρδη της PDVSA. Το αυξανόμενο χρέος της αναγκάζει τώρα την κυβέρνηση να προχωρήσει σε μεγάλες περικοπές. Μόνο στην διάρκεια του 2008, οι κοινωνικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 58% και το 2009 οι περικοπές συνεχίστηκαν.
Γραφειοκρατική κακοδιαχείριση και αναποτελεσματικότητα
Πέρα από τις περικοπές, σημαντικά στοιχεία είναι η γιγάντωση της γραφειοκρατίας και η απίστευτη κακοδιαχείριση που έχει ως αποτέλεσμα την υπόσκαψη ακόμα και των πιο δημοφιλών προγραμμάτων – όπως αυτών για την υγεία και την παιδεία.
Οι κλινικές που είχαν ανοίξει στα πλαίσια του προγράμματος για την υγεία στις περισσότερες περιπτώσεις κλείνουν ή λειτουργούν με πολύ σοβαρά προβλήματα. Τα παράπονα των Κουβανών γιατρών που είχαν πάει στην Βενεζουέλα ως εθελοντές ώθησαν τον Φιντέλ Κάστρο να γράψει ένα γράμμα στον Τσάβες εξηγώντας του πως το σύστημα υγείας δεν δουλεύει. Ο Τσάβες ανακοίνωσε δημόσια πως πήρε ένα γράμμα από τον Κάστρο για το ζήτημα και πως κάτι πρέπει να γίνει! Θα νόμιζε κανείς πως ο Τσάβες δεν έχει καμία ευθύνη για το πρόβλημα!
Οι μεταρρυθμίσεις στην υγεία συνθλίβονται ανάμεσα στην γραφειοκρατία, την διαφθορά και την έλλειψη σχεδιασμού. Ο τομέας της υγείας βυθίζεται διαρκώς σε μεγαλύτερη κρίση. Η ίδρυση καινούργιων κλινικών στις φτωχότερες περιοχές συνοδεύτηκε από στασιμότητα και περικοπές στις ήδη υπάρχουσες δομές δημόσιας υγείας.
Στο Agodonal (Αγοδονάλ), ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της πρωτεύουσας, βασικές υποδομές, όπως τα μαγειρεία και τα πλυντήρια παραμένουν κλειστά ή υπολειτουργούν – προκαλώντας λοιμώξεις στους ασθενείς – εδώ και χρόνια. Από το 2007 ως το 2009 η κυβέρνηση αποφάσισε να επενδύσει εκ. δολάρια σε υποδομές υγείας. Δυο χρόνια μετά κανένα έργο δεν έχει προχωρήσει περισσότερο από το 30%. Περιδιαβαίνοντας στο Αγοδονάλ μπορεί να βρει κανείς πολλά μισοτελειωμένα έργα που δεν έχουν προχωρήσει καθόλου τον τελευταίο χρόνο. Το νοσοκομείο αυτή την στιγμή λειτουργεί με το 30% των δυνατοτήτων του εξαιτίας της μη ολοκλήρωσης των έργων.
Τα μισοτελειωμένα έργα δεν είναι ένα φαινόμενο που παρουσιάζεται μόνο στον τομέα της υγείας. Μια νέα λεοφωρειολωρίδα που θα φτιαχνόταν στους κεντρικούς δρόμους του Καράκας παραμένει μισοτελειωμένη και γεμάτη αμάξια και μηχανές επειδή η ρωσική εταιρεία στην οποία είχε ανατεθεί το έργο πήρε τα λεφτά και εξαφανίστηκε! Την τελευταία περίοδο συχνές είναι και οι διακοπές στην παροχή ρεύματος και νερού. Αυτό συμβαίνει από την μία εξαιτίας της έλλειψης επενδύσεων σε υποδομές και από την άλλη εξαιτίας της απίστευτης κακοδιαχείρισης από τους γραφειοκράτες. Είναι ενδεικτικό πως στην κρατική εταιρεία ηλεκτρισμού ενώ απασχολούνται 42.000 εργαζόμενοι υπάρχουν πάνω από 200 διοικητικές μονάδες στις οποίες είναι χωρισμένοι!
Η Βενεζουέλα εξαιτίας του ότι έχει πολλούς και μεγάλους ποταμούς θα μπορούσε με τις κατάλληλες επενδύσεις να λύσει αυτά τα προβλήματα εύκολα. Ο Τσάβες από την άλλη ισχυρίζεται πως για τις διακοπές στο ρεύμα και το νερό φταίνε οι κλιματικές αλλαγές. Η λύση μάλιστα που προτείνει είναι τα 3λεπτα ντους. "Ένα λεπτό για να βραχείς, ένα λεπτό για να σαπουνιστείς και άλλο ένα για να ξεπλυθείς".
Ακόμα και η – σχετικά περιορισμένη – αγροτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης κινδυνεύει από τις γραφειοκρατικές μεθόδους και την έλλειψη επενδύσεων σε τεχνολογία. Έτσι, ενώ από την άνοδο του Τσάβες στην εξουσία έχουν απαλλοτριωθεί 2.5 εκ. εκτάρια γης, η παραγωγή κρέατος από 17.4 κιλά τον μήνα κατ’ άτομο το 1999 έχει πέσει 10 χρόνια μετά στα 7.8 κιλά – καλύπτοντας μόνο το 38% των τοπικών αναγκών. Αυτό αναγκάζει το κράτος να εισάγει πάνω από το 50% του κρέατος που καταναλώνεται στη χώρα.
Η εργατική τάξη αναμφισβήτητα είναι προετοιμασμένη να κάνει θυσίες και να δει το βιοτικό της επίπεδο να πέφτει για μια συγκεκριμένη περίοδο στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο κάτω από ορισμένες συνθήκες. Αυτό συνέβη για παράδειγμα τα πρώτα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση όταν ο εμφύλιος πόλεμος σε συνδυασμό με την επίθεση που δεχόταν το νεαρό σοβιετικό κράτος από τους στρατούς 21 ιμπεριαλιστικών χωρών, είχαν δημιουργήσει σοβαρές ελλείψεις στην παραγωγή και στην τροφοδοσία. Ωστόσο, για να δεχτεί η εργατική τάξη να κάνει αυτές τις θυσίες πρέπει να αισθάνεται πως υπερασπίζεται την σοσιαλιστική επανάσταση και πως οι ηγέτες της είναι διατεθειμένοι να κάνουν και αυτοί τις ίδιες θυσίες. Όταν οι ανισότητες και η διαφθορά μεγαλώνουν και ένα στρώμα του πληθυσμού την ίδια ώρα πλουτίζει, τα χτυπήματα στο βιοτικό επίπεδο δεν γίνονται ανεκτά από τους εργαζόμενους.
Η CWI χαιρέτισε από την αρχή τις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης Τσάβες σαν ένα θετικό βήμα. Την ίδια ώρα προειδοποιούσε πως χωρίς την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση μιας πραγματικά σοσιαλιστικής κοινωνίας με εργατικό έλεγχο και εργατική δημοκρατία, αυτές οι κατακτήσεις δεν θα μπορούσαν να διατηρηθούν και να εξαπλωθούν. Τώρα, κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσης, βλέπουμε την κυβέρνηση να παίρνει σταδιακά πίσω αυτές τις κατακτήσεις.
Ο έλεγχος των τιμών στα καταναλωτικά αγαθά που είχε εγκαθιδρύσει ο Τσάβες έχει στην ουσία καταργηθεί. Ακόμα και τα κρατικά σουπερμάρκετ Μερκάλ έχουν προχωρήσει την τελευταία περίοδο σε μεγάλες αυξήσεις τιμών. Ενδεικτικά, τον τελευταίο χρόνο έχουν αυξήσει την τιμή του γάλατος κατά 68%, του ρυζιού κατά 29% και των ζυμαρικών κατά 78%. Παρόλο που τα σουπερμάρκετ Μερκάλ εξακολουθούν να έχουν φτηνότερες τιμές από τα ιδιωτικά σουπερμάρκετ, αυτές οι αυξήσεις χτυπάνε σημαντικά το βιοτικό επίπεδο του φτωχότερου τμήματος του πληθυσμού.
Πέρα από τις αυξήσεις τιμών, η κακοδιαχείριση και η διαφθορά προκαλούν και μεγάλες ελλείψεις προϊόντων. Δεν είναι σπάνιο, να χρειαστεί κανείς να ψάξει σε 4-5 μαγαζιά για να καταφέρει να βρει γάλα. Αυτού του είδους οι ελλείψεις στην τροφοδοσία είναι αναπόφευκτες όσο δεν υπάρχει δημοκρατικός σχεδιασμός της οικονομίας.
Αυτές οι ελλείψεις οφείλονται από την μία στο συνειδητό σαμποτάζ των καπιταλιστών και από την άλλη στην ανικανότητα και την διαφθορά της γραφειοκρατίας.
Κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης της Χιλής από τον Σαλβαδόρ Αλιέντε το 1970 – ’73, παρόμοια προβλήματα υπήρχαν εξαιτίας των σαμποτάζ της αστικής τάξης που προετοίμαζε το έδαφος για την βίαιη ανατροπή της κυβέρνησης. Ως ένα βαθμό το πρόβλημα τότε αντιμετωπίστηκε επειδή οι εργάτες και οι αγρότες είχαν φτιάξει συντονιστικές επιτροπές για να ελέγχουν τις τιμές και την διανομή των αγαθών και να προσπεράσουν τους μεσάζοντες. Τέτοιου είδους επιτροπές είναι απαραίτητες για να αντιμετωπιστούν τα σαμποτάζ των εργοδοτών αλλά και η γραφειοκρατία. Στη Βενεζουέλα δυστυχώς, δεν έχει δημιουργηθεί κάτι αντίστοιχο.
Τα μαθήματα της ιστορίας
Το καθεστώς του Τσάβες είναι αντιμέτωπο με τις αντιφάσεις του. Δηλαδή με την προσπάθεια από την μία να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, χωρίς την ίδια ώρα να προχωρά στην ανατροπή του καπιταλισμού και το χτίσιμο μιας πραγματικά σοσιαλιστικής κοινωνίας. Οι μαρξιστές υποστηρίζουν κάθε μεταρρύθμιση που είναι προς όφελος της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Ωστόσο, όσο δεν ανατρέπεται ο καπιταλισμός κάθε κατάκτηση του κινήματος κινδυνεύει να ανατραπεί. Το καπιταλιστικό σύστημα δεν αντέχει και ούτε πρόκειται να ανεχτεί ένα μόνιμο πρόγραμμα σταδιακών μεταρρυθμίσεων. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα και στα μεγάλα επαναστατικά γεγονότα στο Μεξικό από το 1910 ως το 1920 και την Βολιβία το 1952. Και στις δύο περιπτώσεις η αδυναμία να ανατραπούν η φεουδαρχία και ο καπιταλισμός είχε ως αποτέλεσμα το κίνημα να τσακιστεί και όλες οι μεγάλες κατακτήσεις που είχαν κερδηθεί να παρθούν πίσω. Η ίδια διαδικασία επαναλαμβάνεται αυτή την περίοδο στην Βενεζουέλα.
Οι αντιφάσεις στη Βενεζουέλα γίνονται ακόμη μεγαλύτερες από το γεγονός πως το ίδιο το κίνημα είναι γραφειοκρατικά διαμορφωμένο και απόλυτα ελεγχόμενο από την κυβέρνηση. Η απουσία ανεξάρτητα οργανωμένου εργατικού κινήματος είναι παντελής και οι μάζες δεν έχουν κανέναν έλεγχο πάνω στους ηγέτες τους.
Αυτού του τύπου η γραφειοκρατική οργάνωση προωθήθηκε εξαρχής από τον Τσάβες και αντανακλά το στρατιωτικό του παρελθόν και την παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης που έχει στην εργατική τάξη. Στην Βενεζουέλα, σε αντίθεση με την Χιλή, την Βολιβία ή την Βραζιλία, η ανεξάρτητη οργάνωση του εργατικού κινήματος ήταν ιστορικά πάντα πολύ αδύναμη. Η πρώτη εργατική συνομοσπονδία στην χώρα δεν ιδρύθηκε παρά το 1931, ενώ άρχισε να λειτουργεί πραγματικά στην δεκαετία του ’50.
Αυτές οι αδυναμίες στο οργανωμένο εργατικό κίνημα επέτρεψαν στον Τσάβες και τους υποστηρικτές του να ηγηθούν απόλυτα του κινήματος και να διαμορφώσουν τον χαρακτήρα του από τις αρχές της δεκαετίας του ?90. Ο Βρετανός συγγραφέας Richard Gott (Ρίτσαρντ Γκοτ) στο βιβλίο του "Στην σκιά του απελευθερωτή" περιγράφει μια συζήτηση ανάμεσα στον Τσάβες και τον Douglas Bravo (Ντάγκλας Μπράβο), ιστορικό ηγέτη του αριστερού αντάρτικου. Οι δύο άντρες συζητούσαν για το ενδεχόμενο μιας γενικής απεργίας που θα ανέτρεπε το προηγούμενο καθεστώς. Ο Γκοτ γράφει: "Αυτό ακριβώς δεν ήθελε με τίποτα ο Τσάβες. Δεν ήθελε ο λαός να συμμετέχει στο κίνημα σαν ανεξάρτητος παράγοντας."
Σε πρόσφατες συζητήσεις με τον συγγραφέα ο Μπράβο περιέγραψε και άλλο ένα πολύ χαρακτηριστικό περιστατικό. Το 1992 ο Τσάβες, προσπάθησε να ανατρέψει την κυβέρνηση βασισμένος σε μια ομάδα ριζοσπαστών στρατιωτικών της οποίας ήταν ο αρχηγός. Μια σειρά οργανώσεις νεολαίας και κοινωνικών κινημάτων είχαν έρθει σε συνεννόηση με τον Τσάβες για να κινηθούν ταυτόχρονα στις 8 του Φλεβάρη με σκοπό να ανατρέψουν την κυβέρνηση. Αντ’ αυτού ο Τσάβες έδωσε εντολή στην ομάδα του να ξεκινήσει την προσπάθεια ανατροπής στις 3 του Φλεβάρη, ακριβώς για να μην ανακατευτούν πολίτες στο κίνημα. Τελικά η απόπειρα απέτυχε.
Η CWI είχε εξηγήσει σε μια σειρά κείμενα της τους κινδύνους που έχει μια τέτοια γραφειοκρατική οργάνωση του κινήματος. Για παράδειγμα στο άρθρο "Οι επαναστάτες σοσιαλιστές και η μπολιβαριανή επανάσταση" του 2004 γράφαμε " … χωρίς τον έλεγχο της εργατικής τάξης, αυτά τα τμήματα του στρατεύματος που βρίσκονται επικεφαλής του κινήματος αναπόφευκτα θα αναπτύξουν γραφειοκρατικές τάσεις. Χωρίς μια καθαρή αντίληψη για το ρόλο που πρέπει να παίξει η εργατική τάξη στην επανάσταση και τον διαρκή έλεγχο από αυτή των πεπραγμένων τους ακόμα και οι πιο καλοπροαίρετοι αξιωματικοί θα τείνουν να επιβάλλουν με αυταρχικό τρόπο την θέληση τους πάνω στους εργαζόμενους."
Σήμερα, η κρατική και κομματική γραφειοκρατία χρησιμοποιεί την εξουσία της για να επιτεθεί στα τμήματα εκείνα των εργαζομένων που αγωνίζονται για να υπερασπιστούν τους μισθούς, τις εργασιακές συνθήκες και τα δημοκρατικά τους δικαιώματα.
Καταπίεση και σταλινικές πρακτικές
Οι γραφειοκράτες ολοένα και με μεγαλύτερη ένταση χρησιμοποιούν σταλινικές μεθόδους καταστολής ενάντια στην εργατική τάξη και σε όσους αμφισβητούν την κυβέρνηση από τα αριστερά. Τα στελέχη του PSUV (Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Βενεζουέλας – το κόμμα του Τσάβες) και της κρατικής μηχανής, υπερασπίζοντας υποτίθεται την "σοσιαλιστική επανάσταση" κατηγορούν ως "αντεπαναστάτη" και "πράκτορα της CIA" όποιον τολμά να ασκήσει κριτική. Μέσα στο PSUV οι γραφειοκράτες επιτίθενται συνεχώς σε όσα μέλη παλεύουν για εργατικό έλεγχο, διαμαρτύρονται για την διαφθορά ή αναφέρουν το όνομα του Τρότσκυ. Σε μια περίπτωση, στέλεχος του κόμματος είπε σε ένα μέλος της CWI πως επιτρέπεται να μιλάει μόνο για "τον Τσάβες, τον Φιντέλ, τον Τσε, τον Μάο αλλά όχι για τον αντεπαναστάτη Τρότσκυ". Αυτό παρόλο που ο Τσάβες είχε αναφερθεί με θερμά λόγια στον Τρότσκυ σε παλιότερη ομιλία του.
Μέτρα καταστολής χρησιμοποιούνται από την κυβέρνηση και ενάντια σε εργατικές κινητοποιήσεις. Όταν οι εργαζόμενοι του μετρό στο Καράκας προετοιμάζονταν να κατεβούν σε απεργία υπερασπιζόμενοι την συλλογική τους σύμβαση ο Τσάβες απείλησε να τους επιστρατεύσει και η απεργία απαγορεύτηκε. Στην περιοχή Zulia (Θούλια), όταν οι εργάτες στην πετρελαιοβιομηχανία έκαναν απεργία διεκδικώντας καλύτερους μισθούς η κυβέρνηση έστειλε άντρες τους εθνοφρουράς που επιτέθηκαν στους εργάτες και συνέλαβαν τους ηγέτες του συνδικάτου τους που παρέμειναν κρατούμενοι για 17 ώρες.
Μια άλλη χαρακτηριστική περίπτωση είναι η αντιμετώπιση που επιφύλαξε η κυβέρνηση στους εργάτες που δουλεύουν στην επιχείρηση Vtelca (Βτέλκα), η οποία έφτιαξε το πρώτο «σοσιαλιστικό κινητό τηλέφωνο» – σύμφωνα με τον Τσάβες. Όταν οι εργάτες έφτιαξαν μια συντονιστική επιτροπή για να συναντηθούν με την εργοδοσία και να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες δουλειάς η κυβέρνηση έστειλε τους άνδρες της Εθνοφρουράς έξω από το εργοστάσιο για να τρομοκρατήσει τους εργαζόμενους. Τελικά 60 εργαζόμενοι απολύθηκαν για «έλλειψη αφοσίωσης στην δουλειά τους».
Παρόλη την καταστολή οι εργατικές κινητοποιήσεις αυξήθηκαν κατά πολύ το χρόνο που πέρασε. Υπολογίζεται πως από τον Αύγουστο του 2008 ως τον Αύγουστο του 2009 πάνω από 400 εργατικοί αγώνες έλαβαν χώρα σε μια σειρά κλάδους. Υπάρχουν τμήματα εργαζομένων που προκειμένου να τραβήξουν την προσοχή στα προβλήματα τους προχωράνε σε κινήσεις απελπισίας. Έτσι, 27 εργαζόμενοι (σε σύνολο 1400) που εργάζονται για έναν από τους εργολάβους που αναλαμβάνουν δουλειές για την κρατική εταιρεία πετρελαίου και διεκδικούν συλλογική σύμβαση εργασίας, επειδή δεν είχαν εμπιστοσύνη στους επικεφαλής του συνδικάτου τους άρχισαν απεργία πείνας ράβοντας μάλιστα τα στόματα τους.
Την ίδια περίοδο οι – ελεγχόμενοι από την Δεξιά – φοιτητικοί σύλλογοι διαμαρτύρονταν για την εκπαιδευτική πολιτική του Τσάβες και ορισμένοι από τους φοιτητές προχώρησαν σε απεργία πείνας. Η κυβέρνηση κατηγόρησε δημόσια τους εργάτες πως υποκινούνται από τους δεξιούς φοιτητικούς συλλόγους!
Κίνδυνος εκμετάλλευσης της δυσαρέσκειας των εργαζομένων από την Δεξιά
Αυτές οι διαρκείς επιθέσεις στους εργαζόμενους δημιουργούν και άλλον ένα επιπλέον κίνδυνο. Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση επιτίθεται στους αγωνιζόμενους εργαζόμενους αποκαλώντας τους «αντεπαναστάτες», δίνει την ευκαιρία στην Δεξιά να παρουσιάζεται σαν «φίλος» της εργατικής τάξης. Όπως ακριβώς ένα κομμάτι της παλιάς ελίτ πήγε με το μέρος του Τσάβες προκειμένου να διαφυλάξει τα κέρδη της, έτσι και ένα κομμάτι της Δεξιάς ποντάρει στην καταστολή των εργατικών κινητοποιήσεων για να υποσκάψει την κυβέρνηση Τσάβες.
«Ομάδες επαγρύπνησης»
Ένα άλλο φαινόμενο που βρίσκεται σε εξέλιξη την τελευταία περίοδο είναι η δημιουργία τοπικών επιτροπών υπό την καθοδήγηση του PSUV που αναλαμβάνουν «δράση» εμποδίζοντας την ανεξάρτητη οργάνωση των εργαζομένων και σαμποτάροντας τις κινητοποιήσεις τους. Αυτές οι ομάδες αποτελούνται τόσο από γραφειοκράτες, όσο και από φτωχούς αγρότες που έχουν πέσει θύματα της προπαγάνδας της κυβέρνησης για τους «προνομιούχους εργαζόμενους που υποστηρίζουν την αντεπανάσταση». Δεν θα ήταν σωστό να υπερβάλλει κανείς αυτά τα φαινόμενα, αλλά αρχίζουν να εξαπλώνονται και κάνουν ορατό τον κίνδυνο της παραπέρα διάσπασης της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς.
Τέτοιες μέθοδοι είναι εμπνευσμένες κυρίως από το κινέζικο καθεστώς που φαίνεται πως την τελευταία περίοδο επηρεάζει πολύ τον Τσάβες. Πρόσφατα ο Τσάβες επαίνεσε δημοσίως την «επαναστατική» κινέζικη κυβέρνηση και έστειλε 100 ανώτατους αξιωματούχους του κόμματος για ιδεολογική εκπαίδευση στην Κίνα.
Διεθνείς συμμαχίες
Ωστόσο, η Κίνα δεν είναι η μόνη χώρα για την οποία ο Τσάβες δηλώνει ότι έχει μια «επαναστατική» κυβέρνηση. Σε διεθνές επίπεδο, η πολιτική της κυβέρνησης του Τσάβες συνίσταται στην προσπάθεια για δημιουργία ενός μπλοκ όσων χωρών αντιτίθενται στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό .Εδώ να πούμε, ότι ακόμα και μια πραγματικά επαναστατική σοσιαλιστική κυβέρνηση σε μια πρώτη φάση και μέχρι η επανάσταση να νικήσει και σε άλλες χώρες θα υποχρεωθεί να συνάψει εμπορικές συμφωνίες με καπιταλιστικές κυβερνήσεις προκειμένου να επιβιώσει. Η εκμετάλλευση των αντιθέσεων μεταξύ των διαφόρων ιμπεριαλιστικών χωρών σε αυτή την διαδικασία είναι όχι μόνο σωστή αλλά και αναγκαία. Οι μπολσεβίκοι τα πρώτα χρόνια της επανάστασης αναγκάστηκαν και αυτοί να προχωρήσουν σε τέτοιου είδους συμφωνίες εξαιτίας της απομόνωσης του νεαρού σοβιετικού κράτους.
Όμως οι εμπορικές συμφωνίες είναι ένα πράγμα και το να διακηρύττεις πως ηγέτες όπως ο Αχμεντινετζάντ στο Ιράν και ο Καντάφι στην Λιβύη είναι επαναστάτες είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Το μαζικό κίνημα ενάντια στον Αχμεντινετζάντ ήταν έτσι σύμφωνα με τον Τσάβες μια «ιμπεριαλιστική συνομωσία».
Η υποστήριξη τέτοιων δικτατορικών καθεστώτων από μια κυβέρνηση που δηλώνει πως υπερασπίζεται τον «επαναστατικό σοσιαλισμό» μόνο κακό μπορεί να κάνει στην εικόνα που έχουν για τον σοσιαλισμό οι εργαζόμενοι σε αυτές τις χώρες, αλλά και διεθνώς.
Και τώρα;
Η πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση Τσάβες έχει μειώσει σημαντικά την υποστήριξη των λαϊκών στρωμάτων. Οι επόμενες βουλευτικές εκλογές θα λάβουν χώρα μέσα στο 2010. Ο Τσάβες έχει θέσει σαν στόχο να εξασφαλίσει μια πλειοψηφία δύο τρίτων στο κοινοβούλιο. Κάτι τέτοιο φαίνεται προς το παρόν αρκετά δύσκολο. Σε μια προσπάθεια να το πετύχει έχει αλλάξει το εκλογικό σύστημα κάνοντας το λιγότερο αναλογικό. Τέτοιες κινήσεις απλά κάνουν περισσότερο κακό στην δημοτικότητα του και ενισχύουν την αίσθηση ότι χτίζει ένα καταπιεστικό καθεστώς, γεγονός που εκμεταλλεύεται στο έπακρο η Δεξιά προκειμένου να τον χτυπήσει. Η απειλή μιας ανατροπής του Τσάβες από την Δεξιά και τους ιμπεριαλιστές παραμένει όσο όλο και μεγαλύτερα κοινωνικά στρώματα απογοητεύονται από την πολιτική του.
Την επόμενη περίοδο είναι δυνατόν να δούμε τις εργατικές κινητοποιήσεις να πληθαίνουν, ακόμα και κοινωνικές εκρήξεις να λαμβάνουν χώρα σαν αντίδραση στις επιθέσεις της κυβέρνησης στους εργαζόμενους. Κάτω από τέτοιες συνθήκες δεν είναι απίθανο να δούμε τον Τσάβες να προχωρά σε νέες εθνικοποιήσεις και να παίρνει μέτρα ενάντια στην «μπολιβαριανή αστική τάξη» και την διαφθορά προκειμένου να διασώσει το καθεστώς του.
Ανατροπή του καπιταλισμού και σοσιαλιστική επανάσταση – η μόνη λύση
Ακόμα και αν κάτω από την πίεση των αγώνων των εργαζομένων ο Τσάβες κάνει ξανά μια στροφή προς τα αριστερά, κανένα πρόβλημα δεν θα λυθεί όσο δεν υπάρχει ένα οργανωμένο κίνημα της εργατικής τάξης με ένα πρόγραμμα για την ανατροπή του καπιταλισμού και το χτίσιμο μιας πραγματικά σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Ένα πρόγραμμα για μια σοσιαλιστική επανάσταση στην Βενεζουέλα χρειάζεται να περιλαμβάνει:
– Την εγκαθίδρυση ενός συστήματος γνήσιου εργατικού ελέγχου μέσω επιτροπών αποτελούμενων από εκλεγμένους και ανακλητούς αντιπροσώπους των εργαζομένων. Το άνοιγμα των εμπορικών βιβλίων όλων των επιχειρήσεων – συμπεριλαμβανομένων αυτών που έχουν εθνικοποιηθεί – και τον διαχειριστικό έλεγχο από επιτροπές εργαζομένων για να δοθεί ένα τέλος στην διαφθορά και την γραφειοκρατία
– Αυτές οι επιτροπές θα πρέπει να συντονιστούν σε επίπεδο πόλης, περιφέρειας και εθνικά. Οι κρατικοποιημένες επιχειρήσεις θα πρέπει να διοικούνται στην βάση της εργατικής διαχείρισης από εκλεγμένους αντιπροσώπους των εργαζομένων στην επιχείρηση, των συνδικάτων και μιας κυβέρνησης των εργαζομένων και των φτωχών αγροτών.
– Όλοι οι αξιωματούχοι θα πρέπει να είναι εκλεγμένοι και ανακλητοί και να μην πληρώνονται με ποσό μεγαλύτερο από αυτό του μισθού ενός ειδικευμένου εργάτη.
– Την εθνικοποίηση όλων των τραπεζών, των πολυεθνικών εταιρειών και των μεγάλων επιχειρήσεων που ακόμη ελέγχουν την οικονομία της Βενεζουέλας και την διαχείριση τους μέσω ενός δημοκρατικού σοσιαλιστικού σχεδιασμού της οικονομίας.
– Την δημιουργία μιας ανεξάρτητης εργατικής συνομοσπονδίας με μια ηγεσία που θα ελέγχεται από την βάση των εργαζομένων και θα απολογείται σε αυτήν.
– Η πάλη για ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι τώρα πιο επείγουσα παρά ποτέ για να μπορέσει να επιβιώσει η επανάσταση στην Βενεζουέλα που τώρα κινδυνεύει από τις δυνάμεις της αντίδρασης και τον εσωτερικό εκφυλισμό.
Αλεχάνδρο Ρόχας,CWI