Άρθρο της Σύνταξης από το νέο τεύχος του «Ξ» (τ. 553, 6 – 20 Μάη 2022)
Η κυβέρνηση επιμένει με απύθμενο θράσος να φορτώνει όλα τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας στην παγκόσμια ενεργειακή κρίση και στον πόλεμο στην Ουκρανία. Την ίδια ώρα οι πάροχοι ηλεκτρικού ρεύματος και οι μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ θησαυρίζουν, ενώ οι εργαζόμενοι και τα φτωχότερα στρώματα δυσκολεύονται πλέον να ανταποκριθούν ακόμη και στις πιο βασικές ανάγκες, όπως τα τρόφιμα και οι μετακινήσεις.
Οι ανατιμήσεις στα είδη διατροφής δεν έχουν τέλος. Μέσα σε λίγες μόνο μέρες μετά τις διακοπές του Πάσχα πολλά από τα βασικά είδη αυξήθηκαν κατά τουλάχιστον 20%, ιδιαίτερα σε προϊόντα που περιέχουν σιτηρά και δημητριακά. Αντίστοιχα μεγάλες αυξήσεις έγιναν και σε άλλα είδη όπως το χοιρινό κρέας, ενώ το επόμενο διάστημα αναμένονται αυξήσεις από 15-40% σε βασικά είδη διατροφής όπως τα αυγά, τα όσπρια και το ρύζι.
Στο μεταξύ η αύξηση του κατώτατου μισθού που ανακοίνωσε στις 20 Απριλίου η κυβέρνηση, όχι απλά δεν επαρκεί για να καλύψει την διαρκώς αυξανόμενη ακρίβεια, αλλά ούτε καν τις ανατιμήσεις που έγιναν κατά την περίοδο πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση των υποκριτών φορτώνει όλη την ευθύνη για το κύμα ακρίβειας στον πόλεμο, πράγμα που αποτελεί κυνικό ψέμα. Όσο για την περιβόητη επιδότηση στα καύσιμα, αποδεικνύεται επίσης απειροελάχιστη για να καλύψει τις διαρκείς ανατιμήσεις στο πετρέλαιο και τη βενζίνη, η οποία τους τελευταίους μήνες πωλείται σταθερά πάνω από δύο ευρώ το λίτρο (τη στιγμή που σε άλλες ευρωπαϊκές πωλείται μέχρι και 30-35% φθηνότερα).
Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση επιμένει ότι έχει κάνει πάρα πολλά για να στηρίξει την κοινωνία απέναντι στην ακρίβεια. Ο Υπουργός Εργασίας Κ. Χατζηδάκης έφτασε να ισχυρίζεται ότι η αύξηση αυτή κινείται στα «απώτατα όρια της οικονομίας» υπονοώντας ότι κανονικά δεν θα έπρεπε να γίνει, αλλά η «φιλεύσπλαχνη» κυβέρνηση φροντίζει για τους εργαζόμενους παρά το κόστος.
Κάποια από τα στελέχη του κυβερνόντος κόμματος όμως φτάνουν το θράσος στο απόγειό του. Ο βουλευτής της ΝΔ Β. Οικονόμου, χαρακτήρισε πρόσφατα «τζαμπατζήδες» τους ανθρώπους που δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στους υπέρογκους λογαριασμούς ρεύματος, λέγοντας:
«Δεν είμαστε στην εποχή του τζάμπα ούτε του δωρεάν και θα πρέπει να πληρώνει ο καθένας τις υποχρεώσεις του».
Ισχυρίστηκε ότι ολόκληρη η κοινωνία έχει «γαλουχηθεί στο τζάμπα» και ότι οι 20.000 άνθρωποι που δεν πλήρωσαν τον λογαριασμό του ρεύματος δεν έχουν πραγματικό οικονομικό πρόβλημα, απλά δεν θέλουν να πληρώσουν!
Στο ίδιο μήκος κύματος ο ΣΚΑΙ και ο Γ. Αυτιάς, που χαρακτήρισε «φιλότιμο» το γεγονός ότι μια γυναίκα στερήθηκε είδη διατροφής για δύο εβδομάδες για να πληρώσει το ρεύμα. Σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης που στηρίζουν την κυβερνητική πολιτική, ένας άνθρωπος που δηλώνει ότι δεν τρώει για να πληρώσει το ρεύμα, «γιατί αυτό με κυνηγάει» όπως είπε η γυναίκα στο ρεπορτάζ της εκπομπής του, αξίζει συγχαρητηρίων! Μας λένε δηλαδή ότι δεν υπάρχει πρόβλημα όταν συμπολίτες μας στερούνται βασικά είδη πρώτης ανάγκης προκειμένου τα μεγαλοστελέχη των ιδιωτικών παρόχων ρεύματος να μπορούν να δώσουν ακόμη μεγαλύτερα μπόνους στον εαυτό τους!
Η κατρακύλα των ΜΜΕ βέβαια δεν προκαλεί πλέον καμία έκπληξη. Ήδη από την έναρξη της πανδημίας, τα μεγάλα κανάλια, εφημερίδες και άλλα μέσα, έχουν πάρει από την κυβέρνηση μεγάλα ποσά μέσω της λίστας Πέτσα προκειμένου να παρουσιάζουν την παραποιημένη πραγματικότητα που την βολεύει. Η απροκάλυπτη κυβερνητική προπαγάνδα, τα ψέματα, αλλά και η προσπάθεια εξαπάτησης της κοινωνίας και της φίμωσης κάθε ανεξάρτητης φωνής ενημέρωσης, δεν είναι κάτι που μπορεί να περάσει πλέον απαρατήρητο. Εξάλλου μέσα στον τελευταίο χρόνο η Ελλάδα έπεσε κατά 38 θέσεις ως προς την ελευθερία του τύπου, καταλαμβάνοντας την 108η θέση σε σύνολο 180 χωρών και βρίσκεται πλέον στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση αναπτύσσεται οργή και αγανάκτηση σε σημαντικά στρώματα της κοινωνίας, που βλέπουν την καθημερινότητά τους να επιδεινώνεται διαρκώς και τους εκπροσώπους του συστήματος να προκαλούν με το θράσος τους. Για να αξιοποιηθεί αυτή η οργή με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, χρειάζεται να βρει έκφραση στους δρόμους και στο χτίσιμο μαχητικών αντιστάσεων στους χώρους εργασίας. Οι οργανώσεις της Αριστεράς, και τα μαχητικά πρωτοβάθμια σωματεία και ομοσπονδίες έχουν ευθύνη να μπουν μπροστά στο χτίσιμο αυτών των αντιστάσεων, παρουσιάζοντας ένα ενωτικό σχέδιο δράσης, που να προσφέρει διέξοδο στην οργή και να κινητοποιήσει μαζικά τους εργαζόμενους και την κοινωνία.