Του Πάρη Μακρίδη
Στα τέλη Μάρτη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ψήφισε το νόμο των «100 δόσεων» για τις οφειλές σε δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, σε μια προσπάθεια να δοθεί μια «ανάσα» στα κρατικά ταμεία. Στα χρόνια του Μνημονίου του βιοτικού επιπέδου είχε ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση χρεών προς πάσα κατεύθυνση.
Έτσι, ενώ το 2009 οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο έφταναν τα 29,4 δισ. €, το Μάρτη του 2015 είχαν εκτοξευτεί στα 76,4 δισ. €[1].
Με τη ρύθμιση των 100 δόσεων, η κυβέρνηση επιχείρησε να διευκολύνει την αποπληρωμή των χρεών. Γι’ αυτό το λόγο πήρε μια σειρά μέτρων που λειτουργούσαν θετικά για τα λαϊκά στρώματα και για μικρές επιχειρήσεις που ήταν στο «κόκκινο»: μείωση της ελάχιστης δόσης από 50 € σε 20 €, κατάργηση προστίμων εκπρόθεσμης πληρωμής οφειλών, άτοκες δόσεις για χρέη έως 5.000 €, κατάργηση της στοιχειοθέτησης ποινικού αδικήματος για χρέη από 5.000 € και πάνω κ.α. Την ίδια στιγμή επεδίωκε να μαζέψει κάποια χρήματα από τους μεγάλους οφειλέτες.
Ο νόμος αυτός βοήθησε πολλούς μικρούς οφειλέτες να μπουν στη διαδικασία για να αρχίσουν να ξεπληρώνουν με καλύτερους όρους τα χρέη τους. Όμως δεν απαντούσε σε δύο βασικά ζητήματα.
Πρώτο, κάποιος που δεν έχει να δώσει, δεν μπορεί να δώσει, όσο μικρές κι αν είναι οι δόσεις. Δεν απαντούσε δηλαδή στο πρόβλημα των πιο φτωχών στρωμάτων που δεν μπορούσαν με κανένα τρόπο να εξοφλήσουν τα χρέη τους. Παρόλα αυτά ήταν ένα θετικό βήμα.
Το δεύτερο ζήτημα ήταν το τι θα γίνει με τους μεγαλο-οφειλέτες. Υποτίθεται ότι για να μπορούν αυτοί να ενταχτούν στο νόμο, καταργήθηκε ρύθμιση της προηγούμενης κυβέρνησης, σύμφωνα με την οποία χρέη άνω του 1 εκατ. € δεν μπορούσαν να μπουν στις 100 δόσεις.
Εδώ τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: το 76% των φυσικών προσώπων που χρωστάνε, έχουν οφειλές έως 3.000 €. Η συντριπτική τους πλειοψηφία δηλαδή είναι μικρο-οφειλέτες και τα χρέη τους αντιστοιχούν στο 2,2% των συνολικών χρεών προς το δημόσιο.
Από την άλλη 6,500 οφειλέτες, από τους οποίους 4.000 επιχειρήσεις και 2.500 φυσικά πρόσωπα, έχουν οφειλές πάνω από 1 εκατ. € και χρωστούν συνολικά 60,4 δισ. €, που αντιστοιχεί στο 80% του συνόλου των χρεών.
Τι έκαναν λοιπόν αυτοί οι μεγαλο-οφειλέτες; Συγκινήθηκαν μήπως από τις παρακλήσεις της κυβέρνησης; Μάλλον το αυτί τους δύσκολα ιδρώνει. Διαβάζουμε ότι μέχρι τον Ιούνη και 20 μέρες περίπου πριν λήξει η δυνατότητα ένταξης στη ρύθμιση:
«Μόνον 130 μεγαλοοφειλέτες μπήκαν στην ρύθμιση των 100 δόσεων από το σύνολο των 6.500 φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων που βρίσκονται στην “μαύρη λίστα” της εφορίας» [3].
Η επίκληση στον «πατριωτισμό» τους μάλλον δεν έπιασε τόπο…
Σημειώνουμε τους αριθμούς για να μην υπάρχει καμία παρανόηση: το σύνολο των οφειλετών που εντάχθηκαν στην ρύθμιση των 100 δόσεων ανερχόταν το Μάη που πέρασε στις 880.000. Απ’ αυτούς οι μεγαλο-οφειλέτες, αυτοί που χρωστάνε πάνω από 1 εκατ. € ο καθένας είναι, όλοι κι όλοι 130! Γιατί οι μεγαλο-οφειλέτες δεν μπήκαν στο σχέδιο των 100 δόσεων; Μήπως γιατί η άρνησή τους να πληρώσουν τις οφειλές τους δεν έχει καμία σχέση με τη διευκόλυνση που τους παρείχε η κυβέρνηση, αλλά γιατί έτσι κι αλλιώς έχουν μάθει να μην πληρώνουν;
Μετά την υπογραφή του 3ου Μνημονίου και τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ, προβλέπονται σημαντικές αλλαγές σε ό,τι έχει νομοθετήσει «μονομερώς» η κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της προηγούμενης θητείας της. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η ρύθμιση των 100 δόσεων η οποία θα τροποποιηθεί ριζικά. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Τρ. Αλεξιάδης δήλωσε ότι θα υπάρχουν αλλαγές στο νόμο[4] οι οποίες θα αυστηροποιούν τα πρόστιμα και τους όρους ένταξης. Διαβάζουμε στο ρεπορτάζ του enikonomia:
«Μέσα στις επόμενες μέρες ή εβδομάδες θα εκδοθεί η υπουργική απόφαση που θα θεσπίζει εισοδηματικά κριτήρια “ξηλώνοντας” στην ουσία την ρύθμιση των 100 δόσεων αφού ελάχιστοι πλέον από τους 880.000 που εντάχθηκαν τον περασμένο Μαϊο θα γλυτώσουν την επιβάρυνση» [5].
Οι βασικές αλλαγές που προβλέπονται, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, είναι:
- αύξηση του επιτοκίου από 3% σε 5% για όσους έχουν οφειλές άνω των 5.000 €,
- 5% επιτόκιο για όσους χρωστάνε κάτω από 5.000 € σε περίπτωση που πληρούνται κάποια εισοδηματικά κριτήρια,
- απώλεια της ρύθμισης για όσους οφειλέτες δεν έχουν πληρώσει ή ρυθμίσει τις νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές τους (ατομικές ή αυτές για τις οποίες υπάρχει ευθύνη καταβολής) μέσα σε τρεις μήνες από την προθεσμία πληρωμής,
- νέα κριτήρια που θα ορίσει η Γενική Γραμματεία Εσόδων για το ποιοι θα συνεχίσουν να αποπληρώνουν την οφειλή τους με τον σημερινό αριθμό δόσεων και ποιοι θα υποχρεωθούν σε μείωση, άρα και σε καταβολή μεγαλύτερων ποσών ανά μήνα.
Η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί στην πιστή εφαρμογή του νέου Μνημονίου. Όχι μόνο δεν έχει καμία δυνατότητα ενός «παράλληλου προγράμματος» και καλύτερης διαχείρισής του αλλά θα βαδίσει στο μνημονιακό δρόμο ακριβώς όπως οι προκάτοχοί της.
Υστερόγραφο: Στο νόμο για τις 100 δόσεις υπήρχε και η ρύθμιση περί «τριγωνικών συναλλαγών». Σύμφωνα με αυτή, ελληνικές επιχειρήσεις που κατέβαλαν ποσά σε επιχειρήσεις με έδρα «φορολογικούς παραδείσους» θα προκαταβάλουν φόρο 26% και μόνο εφόσον αποδείξουν σε διάστημα 12 μηνών ότι πρόκειται περί πραγματικής συναλλαγής σε συνήθεις τρέχουσες τιμές αγοράς, θα δικαιούνται να πάρουν πίσω τον καταβληθέντα φόρο. Περιττό να πούμε ότι με το 3ο Μνημόνιο, η ρύθμιση αυτή καταργήθηκε…