του Πάρη Μακρίδη
Πριν από μερικές μέρες ακούστηκε κι από επίσημα κυβερνητικά χείλη: πρόθεση της κυβέρνησης είναι να αλλάξει το νόμο για τις απεργίες.
Το υπουργείο Εργασίας θέλει να αλλάξει το συνδικαλιστικό νόμο του 1982. Η βασική τροποποίηση που θέλουν να προωθήσουν αφορά την αλλαγή του τρόπου με τον οποίο θα αποφασίζονται οι απεργίες. Μέχρι τώρα χρειάζεται η απόφαση από το Δ.Σ. του Σωματείου ή η πλειοψηφία της Γενικής Συνέλευσης. Το Υπουργείο τώρα θέλει να ψηφίζουν για την απεργία η απόλυτη πλειοψηφία (το 50% +1 ψήφος δηλαδή) όχι της Γενικής Συνέλευσης, ούτε όσων θα ψηφίσουν αλλά του συνόλου των εργαζομένων μιας επιχείρησης!
Αν για παράδειγμα, σε μια επιχείρηση 200 εργαζομένων, ψηφίσουν οι 100 και οι 90 είναι υπέρ της απεργίας, η απόφαση αυτή είναι άκυρη! Κάτι τέτοιο κάνει σχεδόν αδύνατη τη λήψη μιας απεργιακής απόφασης γιατί σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να ψηφίσουν όλοι οι εργαζόμενοι μιας επιχείρησης ή κλάδου – ειδικά στον ιδιωτικό τομέα, αν λάβουμε υπόψη την εργοδοτική τρομοκρατία που επικρατεί εκεί.
Η απόφαση αυτή καταργεί την ίδια την γενική συνέλευση που παύει να έχει οποιοδήποτε ρόλο στις αποφάσεις του εργατικού κινήματος: αν σε ένα χώρο 3000 εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, γίνει μια μαζική συνέλευση με 1500 παρόντες, ακόμα και αν το 90% των παρευρισκομένων ψηφίσει υπέρ της απεργίας η απόφαση αυτή θα είναι άκυρη.
Ο Σαμαράς όμως δεν είναι καθόλου πρωτότυπος – ούτε και οι υπουργοί του! Αυτοί ακριβώς είναι οι νόμοι που πέρασε η Θάτσερ μετά την ιστορική ήττα των Βρετανών ανθρακωρύχων το 1985. Νόμοι που έκαναν τη δυνατότητα των εργαζομένων να προχωρήσουν σε νόμιμη απεργία σχεδόν αδύνατη! Μετά τις ήττες της δεκαετίας του ΄80 και το πέρασμα αυτών των νόμων, το βρετανικό εργατικό κίνημα χρειάστηκε 25 χρόνια να ανακάμψει – κάτι που πέτυχε μόνο στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, σαν αποτέλεσμα της βαθιάς διεθνούς κρίσης που κτύπησε και τη Βρετανία από το 2008 και μετά.
Καμία έκπληξη δεν πρέπει να μας καταλαμβάνει. Η επίθεση δεν έχει τέλος. Όταν η άρχουσα τάξη αφαιρεί κατακτήσεις δεν υπάρχει περίπτωση να σταματήσει, αν δεν την σταματήσουν οι αγώνες του εργατικού και λαϊκού κινήματος.
Με μια συνδικαλιστική ηγεσία κατώτερη των συνθηκών και των απαιτήσεων των εργαζομένων, άτολμη και υποταγμένη, που το μόνο που είναι ικανοί να κάνουν είναι να κλαψουρίζουν στα κανάλια και να καλούν 24ώρες τουφεκιές για εκτόνωση, η κυβέρνηση στην ουσία παίζει μονότερμα.
Οι συνδικαλιστές αυτοί βλέπουν σήμερα τα δικά τους «προνόμια» να αφαιρούνται αλλά και πάλι ας μην υπάρχει καμία αυταπάτη ότι είναι δυνατό να αντιδράσουν με οποιοδήποτε ουσιαστικό και αποφασιστικό τρόπο. Γιατί η μόνη ουσιαστική αντίδραση που μπορεί να υπάρξει είναι η ανατροπή των σημερινών πολιτικών, που σημαίνει ανατροπή των σημερινών κυβερνώντων. Αυτό, η σημερινή συνδικαλιστική ηγεσία δεν πρόκειται να το κάνει ποτέ.
Η κυβέρνηση έχει κάνει προσωρινά πίσω λόγω των αντιδράσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ. Αλλά το θέμα θα επανέλθει, ας μην υπάρχει καμιά αμφιβολία γι’ αυτό.
Αυτή όλη η επίθεση μπορεί να ανακοπεί και αντιστραφεί μόνο αν:
-
ενταθεί η πάλη για να περάσουν τα σωματεία και το συνδικαλιστικό κίνημα στα χέρια των εργαζομένων και στο δημοκρατικό τους έλεγχο από τη βάση
-
αν το σύνολο της Αριστεράς (και κύρια το ΚΚΕ) συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα της ενωτικής δράσης – ότι η άρνηση πραγματικής συνεργασίας ανάμεσά στις δυνάμεις της Αριστεράς οδηγεί στη μία ήττα μετά την άλλη,
-
ο ΣΥΡΙΖΑ θέσει επιθετικά το στόχο της κυβέρνησης της Αριστεράς, απευθυνόμενο στον κόσμο του ΚΚΕ με ένα πρόγραμμα τολμηρών σοσιαλιστικών μέτρων και με τη ρητή δέσμευση της ανατροπής όλων των τερατωδών νομοθετημάτων που θα περάσει η κυβέρνηση του Σαμαρά και της Τρόικας.