Γάζα: πόλεμος, εθνοκάθαρση, γενοκτονία – υπάρχει διέξοδος;

Οι λέξεις «φρίκη χωρίς τέλος» μπορούν μόνο εν μέρει να περιγράψουν όσα συμβαίνουν σήμερα στη Γάζα. Παρά την μαζική διαμαρτυρία από κινήματα, εργαζόμενους και νέους σ’ όλο τον κόσμο, το ισραηλινό καθεστώς συνεχίζει τη σφαγή των Παλαιστινίων και επιδιώκει τους ευρύτερους στόχους του στην περιοχή. Αυτό είναι δυνατό μόνο λόγω της στήριξης της Δύσης, δηλαδή των ΗΠΑ και των ισχυρών της Ευρώπης, που ενίοτε μπορεί να προφέρουν μερικές λέξεις «διαμαρτυρίας» για τις φρικαλεότητες, αλλά ποτέ δεν αμφισβητούν στην ουσία την υποστήριξή που παρέχουν προς την ισραηλινή κυβέρνηση.
Ταυτόχρονα, ο κόσμος βλέπει την ανάπτυξη ενός από τα πιο σημαντικά αντιπολεμικά κινήματα, στη μια χώρα μετά την άλλη. Είναι επίσης πολύ σημαντικό ότι το κίνημα στο εσωτερικό του Ισραήλ, έχει φτάσει σε νέα επίπεδα, ιδιαίτερα από το φετινό καλοκαίρι και μετά. Ο πόλεμος στη Γάζα μπορεί να περιγραφεί ως σημείο καμπής για τη συνείδηση εκατομμυρίων ανθρώπων και τις πολιτικές εξελίξεις διεθνώς. Οι Μαρξιστές και η ευρύτερη αντικαπιταλιστική Αριστερά, έχουν ευθύνη να προσφέρουν απαντήσεις στις προκλήσεις που τίθενται και να υποδείξουν τον δρόμο για μια διέξοδο απ’ αυτό τον εφιάλτη.
Το άρθρο που ακολουθεί επιδιώκει να κάνει μια αποτίμηση του πολέμου από την έναρξή του στις 7 Οκτωβρίου 2023.

Μέρος Ι.

Γενοκτονία και εθνοκάθαρση ζωντανά στις κάμερες

Ο πόλεμος στη Γάζα συνεχίζεται αμείωτος για δύο χρόνια από τον Οκτώβριο του 2023. Παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα πώς και γιατί η Μοσσάντ, η ισραηλινή υπηρεσία πληροφοριών, μία από τις πιο αποτελεσματικές στον πλανήτη, απέτυχε να μάθει τα σχέδια της Χαμάς και των συμμάχων της, οι οποίοι κατά την επίθεσή τους στο Ισραήλ σκότωσαν περίπου 1200 άτομα, κυρίως νέους, και πήραν ως ομήρους περίπου 250. Φαίνεται επίσης, αν και δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία, ότι τουλάχιστον 1000 μαχητές της Χαμάς πέθαναν στις 7 Οκτωβρίου, κάνοντάς την, την πιο αιματηρή μέρα από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ.

Ο ισραηλινός στρατός (IDF) απάντησε με ωμή βία, βομβαρδίζοντας απολύτως τα πάντα: σπίτια, σχολεία, νοσοκομεία, γραφεία τύπου, υποδομές – όλα ισοπεδώθηκαν. Δεκάδες χιλιάδες Παλαιστίνιοι πέθαναν στους βομβαρδισμούς ή πυροβολήθηκαν/εκτελέστηκαν εν ψυχρώ, όχι μόνο από τον IDF αλλά και από εποίκους στη Δυτική Όχθη. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ (UNISEF) στις πρώτες 6 εβδομάδες του πολέμου σκοτώθηκαν περισσότεροι Παλαιστίνιοι άμαχοι από όσους στα πρώτα δύο χρόνια του πολέμου στην Ουκρανία.

Την ώρα που γράφεται αυτό το κείμενο (τέλη Σεπτεμβρίου 2025) ο αριθμός των Παλαιστινίων νεκρών ξεπερνά τις 65.000, περίπου το 1/3 των οποίων είναι παιδιά, με έναν απροσδιόριστο αριθμό θαμμένο κάτω από τα ερείπια. Υπολογίζεται ότι το 80% των θυμάτων είναι άμαχοι – ενώ το 70% των Παλαιστινίων που σκοτώθηκαν σε κατοικημένες περιοχές ήταν γυναίκες και παιδιά.

Δημοσιογράφοι διεθνών μέσων ενημέρωσης (Al Jazeera, Reuters, κ.ά.) στοχοποιήθηκαν και πυροβολήθηκαν σκόπιμα, στην ουσία εκτελέστηκαν – περίπου 250 συνολικά! Αυτό αποτελεί μέρος της προσπάθειας του ισραηλινού κράτους να αποκρύψει την αλήθεια για το τι πραγματικά συμβαίνει στη Γάζα (και τη Δυτική Όχθη). Πάνω από 220 εργαζόμενοι στην ανθρωπιστική βοήθεια, συμπεριλαμβανομένων 179 υπαλλήλων του ΟΗΕ (UNRWA), σκοτώθηκαν από σφαίρες μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου (2025)! Αυτό αποκαλύπτει τον κυνισμό του ισραηλινού καθεστώτος. Ο παλαιστινιακός λαός λιμοκτονεί, μέσα από μία συνειδητή πολιτική που στοχεύει στην εξόντωση, την καταστροφή του ηθικού και την εκδίωξή του.

Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), ένας οργανισμός που κατά κανόνα δεν παρακούει τις εντολές των Δυτικών δυνάμεων, αναφέρεται επίσημα σε «λιμό» και «ανθρωπιστική καταστροφή». Η διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας βρίσκεται στα χέρια του ισραηλινού κράτους (μέσω του λεγόμενου Ιδρύματος Ανθρωπιστικής Βοήθειας Γάζας – GHF), το οποίο αρνείται να επιτρέψει στον ΟΗΕ ή σε οποιαδήποτε Δυτική ΜΚΟ να αναλάβει αυτό το έργο. Σαν αποτέλεσμα, πάνω από 1.150 Παλαιστίνιοι έχουν πυροβοληθεί θανάσιμα, ενώ περίμεναν σε ουρές, αφού διένυσαν μεγάλες αποστάσεις με τα πόδια για να φτάσουν στα σημεία διανομής!

Επιτροπές και αξιωματούχοι του ΟΗΕ μιλούν πλέον ανοιχτά για γενοκτονία. Επιπλέον, ο Νετανιάχου έχει κηρυχθεί εγκληματίας πολέμου από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης σε βάρος του, στις 21 Νοεμβρίου 2024.

Δύση: Η υποκρισία στο απόγειό της

Το Ισραήλ μπορεί να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο μόνο χάρη στην υποστήριξη που απολαμβάνει από τις Δυτικές δυνάμεις – ιδιαίτερα τις ΗΠΑ.

Το γεγονός ότι ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες έχουν αρχίσει να επικρίνουν τον Νετανιάχου δεν αλλάζει την ουσία της πολιτικής τους. Είναι πολύ σημαντικό να θυμόμαστε ότι αυτό συμβαίνει μόνο λόγω της τεράστιας πίεσης από το αντιπολεμικό κίνημα και της μαζικής συνείδησης στρέφεται όλο και πιο έντονα ενάντια στη γενοκτονία· καθώς και λόγω του γεγονότος, βέβαια, ότι ο Νετανιάχου έχει ξεπεράσει κάθε όριο ακόμη και για τους πιο αφοσιωμένους υποστηρικτές του, όπως η Γερμανία και η Βρετανία. Η πιο πρόσφατη πρόκλησή του ήταν η αεροπορική επίθεση κατά διαπραγματευτών της Χαμάς στο Κατάρ, στενό σύμμαχο της Δύσης, στις 9 Σεπτεμβρίου.

Σαν αποτέλεσμα, ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες αναγκάστηκαν να αρχίσουν να επικρίνουν το Ισραήλ. Η πρόσφατη απόφαση από βασικές Δυτικές δυνάμεις, όπως η Γαλλία, η Βρετανία, η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Πορτογαλία, το Βέλγιο κ.ά., να αναγνωρίσουν παλαιστινιακό κράτος μέσα στον Σεπτέμβριο, είναι το πιο σημαντικό πρόσφατο παράδειγμα. Ο συνολικός αριθμός κρατών που αναγνωρίζουν την Παλαιστίνη σαν κράτος ανέρχεται πλέον στα 157 – δηλαδή πάνω από το 80% των 193 κρατών-μελών του ΟΗΕ.

Αυτό φυσικά θα χαιρετιστεί σαν θετική εξέλιξη από τον παλαιστινιακό λαό και το διεθνές αντιπολεμικό κίνημα. Αλλά δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες. Η κίνηση είναι συμβολική – οι Δυτικές δυνάμεις θέλουν να δείξουν στην «κοινή γνώμη» τους ότι «κάτι κάνουν». Όμως δεν δείχνουν καμία πρόθεση να ασκήσουν σοβαρή πίεση στο Ισραήλ.

Την ίδια στιγμή που υποτίθεται «υπερασπίζονται» το δικαίωμα του παλαιστινιακού λαού να έχει το δικό του εθνικό κράτος, κάποιες από τις «μεγάλες δημοκρατίες» της Δύσης συνεχίζουν να καταστέλλουν, να συλλαμβάνουν και να διώκουν συμμετέχοντες σε αντιπολεμικές διαδηλώσεις με πρόσχημα τον «αντισημιτισμό» (και ακόμη και την «τρομοκρατία» – στην περίπτωση της οργάνωσης «Palestine Action» στη Βρετανία).

Πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, 147 από τα 193 κράτη-μέλη του ΟΗΕ είχαν ήδη αναγνωρίσει την Παλαιστίνη ως κράτος. Αυτό δεν άλλαξε τίποτα στην καθημερινότητα του παλαιστινιακού λαού. Τα 147 αυτά κράτη αγνοήθηκαν πλήρως από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ – και μέχρι πρόσφατα, από όλες τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης.

Οι λόγοι της στάσης της Δύσης στο ζήτημα Ισραήλ-Παλαιστίνης είναι προφανείς: Δεν υπάρχει άλλη χώρα στην περιοχή που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα του Δυτικού ιμπεριαλισμού με τον τρόπο που το κάνει το Ισραήλ. Η περιοχή, πλούσια σε ενεργειακούς πόρους αλλά κοινωνικά και πολιτικά ασταθής, και κατοικούμενη από εκατοντάδες εκατομμύρια Άραβες και Μουσουλμάνους με παράδοση αντι-αποικιακών και αντι-ιμπεριαλιστικών αγώνων και αισθημάτων, έχει τεράστια σημασία για τη Δύση. Το Ισραήλ αποτελεί έναν σταθερό «φύλακα» των συμφερόντων του Δυτικού ιμπεριαλισμού. Γι’ αυτό, όσο και αν η ισραηλινή άρχουσα τάξη ξεπερνά όλα τα όρια, η Δύση δεν πρόκειται να την εγκαταλείψει – και ο Νετανιάχου με την «κλίκα» του το γνωρίζουν καλά.

Η Γεωπολιτική Πτυχή

Ο δηλωμένος στόχος τμημάτων της ισραηλινής άρχουσας τάξης, που πολιτικά εκπροσωπούνται από τα ακροδεξιά κόμματα, είναι να εκτοπίσει τον πληθυσμό της Γάζας και να επεκτείνει τους εποικισμούς στη Δυτική Όχθη. Αυτό ευθυγραμμίζεται με προηγούμενες δηλώσεις του Τραμπ, ο οποίος ήταν ο πρώτος που μίλησε για τη μετατροπή της Γάζας σε ριβιέρα – κάτι με το οποίο είναι ξεκάθαρο ότι φλέρταρε ο Νετανιάχου.

Αλλά τα σχέδια της ισραηλινής άρχουσας τάξης, συνολικά, δεν σταματούν στον εκτοπισμό τμημάτων (τουλάχιστον) του παλαιστινιακού πληθυσμού και στην περαιτέρω κατάληψη εδαφών και επέκταση των εποικισμών. Επεκτείνονται στην ευρύτερη περιοχή.

Το Ισραήλ επιτέθηκε στη Χεζμπολάχ στο Λίβανο και κατάφερε να της προκαλέσει πολύ σοβαρά πλήγματα, σκοτώνοντας πολλά από τα ηγετικά της στελέχη. Μόλις ξεκίνησε ο πόλεμος με τη Χεζμπολάχ, χιλιάδες βομβητές και ασύρματοι εξερράγησαν στα χέρια των ηγετικών της στελεχών (αφού είχαν παγιδευτεί με εκρηκτικά από τη Μοσσάντ) σκοτώνοντας δεκάδες και τραυματίζοντας χιλιάδες.

Η εξασθένηση της Χεζμπολάχ, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η Ρωσία ήταν απασχολημένη με τον πόλεμο στην Ουκρανία, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κατάρρευση του καθεστώτος του Άσαντ στη Συρία τον Δεκέμβριο του 2024. Το καθεστώς έπεσε σε λίγες μόνο μέρες, γεγονός που δείχνει την πλήρη απομόνωσή του από τη συριακή κοινωνία και το γεγονός ότι κατάφερνε να επιβιώσει μόνο επειδή βασιζόταν στις πολιτοφυλακές της Χεζμπολάχ και στην υποστήριξη της Ρωσίας.

Αυτό οδήγησε στην εξαιρετική αποδυνάμωση του αποκαλούμενου «άξονα αντίστασης», που είχε στο κέντρο του το Ιράν και περιλάμβανε το καθεστώς Άσαντ, τη Χεζμπολάχ στο Λίβανο, τη Χαμάς στη Γάζα και άλλες δυνάμεις στην περιοχή, όπως τους Χούθι στην Υεμένη και τις φιλο-ιρανικές πολιτοφυλακές στο Ιράκ. Στη συνέχεια ήρθε η επίθεση στο Ιράν, στις 13 Ιουνίου.

Είναι γεγονός ότι το Ισραήλ δεν κατάφερε να επιτύχει το 100% των στόχων του σε όλες αυτές τις στρατιωτικές αντιπαραθέσεις. Ούτε η Χαμάς ούτε η Hezbollah έχουν εξαλειφθεί πλήρως και το Ιράν παραμένει ο κύριος αντίπαλος του Ισραήλ (και των δυτικών συμφερόντων) στην περιοχή. Αλλά είναι επίσης γεγονός ότι ο ξεκάθαρος νικητής ήταν το Ισραήλ. Έχει υποστεί πολύ περιορισμένες απώλειες και έχει εξασθενίσει σοβαρά τους αντιπάλους του στην περιοχή.

Η αντιπαράθεση, φυσικά, δεν έχει τελειώσει. Όλες οι πλευρές προετοιμάζονται για έναν νέο γύρο στο μέλλον.

Αμέσως μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ το Ισραήλ επέκτεινε την στρατιωτική του παρουσία στη Συρία. Κατέλαβε το σύνολο των Υψωμάτων Γκολάν και κινήθηκε προς την κατεύθυνση της Δαμασκού – είναι πλέον σε απόσταση 20 ή ακόμη και 10 χλμ., σύμφωνα με διαφορετικές αναφορές, από τα περίχωρά της. Το Ισραήλ έχει δηλώσει ανοιχτά ότι τα Υψώματα Γκολάν δεν θα επιστραφούν ποτέ στη Συρία.

Ταυτόχρονα, αναπτύσσει στενές σχέσεις με τη μειονότητα των Δρούζων στη Νοτιοδυτική Συρία φτάνοντας μέχρι το σημείο της στρατιωτικής παρέμβασης για να τους υπερασπιστεί ενάντια σε επιθέσεις από τους Βεδουίνους και το νέο συριακό καθεστώς υπό την HTS και τον Αχμέντ αλ-Σαράα. Χρησιμοποίησε ακόμη και μαχητικά αεροσκάφη εναντίον στόχων στη Δαμασκό, για την υπεράσπιση των Δρούζων, σε μια 10ήμερη ένοπλη αντιπαράθεση που ξεκίνησε στις 27 Ιουνίου.

Η δημιουργία ενός τέτοιου «προτεκτοράτου» εντός της Συρίας αποτελεί σημαντική εξέλιξη για το Ισραήλ, ιδιαίτερα καθώς αυτή συνδέεται με τις κουρδικές δυνάμεις που κυριαρχούν στο Νοτιοανατολικό και Ανατολικό τμήμα της Συρίας.

Το Ισραήλ παρουσιάζει τον εαυτό του ως προστάτη των κουρδικών συμφερόντων και των εθνικών δικαιωμάτων του κουρδικού λαού. Οι Κούρδοι απολαμβάνουν εκτεταμένη αυτονομία στη Συρία και αντιστέκονται στις προσπάθειες του νέου καθεστώτος να φέρει τις περιοχές τους υπό τον έλεγχό του, στο όνομα της ενοποίησης της Συρίας.

Αυτές οι νέες δυνάμεις σε συμμαχία με το Ισραήλ, δηλαδή οι Δρούζοι και οι Κούρδοι, είναι διαφορετικού τύπου από τις συμφωνίες και τους συμβιβασμούς που έγιναν με γειτονικά αραβικά κράτη στο παρελθόν. Οι «συμφωνίες ειρήνης» με χώρες όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία, κ.λπ., είναι εξ ορισμού ασταθείς. Οι «Συμφωνίες του Αβραάμ» που συμφωνήθηκαν μεταξύ του Ισραήλ και μιας σειράς αραβικών κρατών (ΗΑΕ, Μπαχρέιν, Σουδάν, Μαρόκο, με τη Σαουδική Αραβία να δείχνει επίσης ενδιαφέρον) το 2020, είναι για την ώρα χωρίς νόημα, αν και δεν έχουν εγκαταλειφθεί πλήρως.

Οι νέες συμμαχίες που χτίζει το Ισραήλ μέσω του σημερινού πολέμου, σημαίνουν τη δημιουργία μιας «ζώνης» που ξεκινά από το Ισραήλ, περνά μέσα από τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, ενσωματώνει ένα τμήμα του συριακού εδάφους γύρω από τα Υψώματα του Γκολάν και κοντά στη Δαμασκό, και επεκτείνεται από τις νοτιοδυτικές περιοχές των Δρούζων προς την ανατολική Συρία που βρίσκεται υπό τον έλεγχο των Κούρδων. Αυτό φέρνει το Ισραήλ στα σύνορα του Ιράν, του κύριου εχθρού του στην περιοχή.

Αυτή, φυσικά, είναι μια διαδικασία που βρίσκεται υπό εξέλιξη, αλλά δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι το Ισραήλ θα επιδιώξει αυτούς τους στόχους με τον πιο αποφασιστικό τρόπο – παρά την «γκρίνια» μερικών από τους ευρωπαίους συμμάχους του. Έχει μια μοναδική ευκαιρία για την επέκτασή του στην περιοχή και θα χρησιμοποιήσει την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, ως δικαιολογία, για να επιβάλει τις θέσεις του.

Μπορεί να υπάρξει παλαιστινιακό κράτος;

Θεωρητικά, ένα μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος δεν μπορεί να αποκλειστεί σε συνθήκες καπιταλισμού, κάτω από την πίεση των εξελίξεων. Αλλά εάν και όταν κάτι τέτοιο συμβεί, δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες ότι θα πρόκειται για πραγματικό και ανεξάρτητο κράτος. Θα είναι ένα κράτος-μαριονέτα, υπό τον αυστηρό έλεγχο του Ισραήλ και των ιμπεριαλιστικών προστατών του.

Αυτό γίνεται σαφές κατ’ αρχήν από το ψήφισμα του ΟΗΕ της 12ης Σεπτεμβρίου, γνωστό ως «Διακήρυξη της Νέας Υόρκης», για την υποστήριξη ενός παλαιστινιακού κράτους, που προετοιμάστηκε από τη Γαλλία και τη Σαουδική Αραβία. Το ψήφισμα υποστηρίζει ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, αλλά δεν διευκρινίζει τι θα σημαίνει αυτό το κράτος, δεδομένου ότι ο παλαιστινιακός λαός έχει διωχθεί και συνεχίζει να εκδιώκεται από τη γη του· δεν λέει τίποτα για τα δικαιώματα των Παλαιστινίων προσφύγων· δεν εξηγεί πώς αυτό (το κράτος) θα επιβληθεί στο Ισραήλ· και απαιτεί τον αφοπλισμό της Χαμάς και την εγκαθίδρυση πλήρους ελέγχου στα χέρια της Παλαιστινιακής Αρχής (που βρίσκεται τώρα στα χέρια του Μαχμούντ Αμπάς, της Φατάχ, στη Δυτική Όχθη).

Με άλλα λόγια, είναι εντελώς ασαφές τι σημαίνει ένα «παλαιστινιακό κράτος» σύμφωνα με το ψήφισμα της γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ, και επίσης, αυτό το «νέο κράτος» δεν θα έχει καμία πραγματική επιλογή για το ποιος θα βρίσκεται στην κυβέρνηση και καμία πραγματική δυνατότητα, για παράδειγμα, να εξοπλιστεί.

Γίνεται επίσης σαφές από την πιο πρόσφατη κωλοτούμπα του Τραμπ – μετά την πρότασή του να μετατρέψει τη Γάζα σε ριβιέρα, τον Φεβρουάριο του 2025. Στο πρόσφατο σχέδιο 21 σημείων (αποκαλύφθηκε από τους «Times of Israel» στις 27.09.2025 – στη συνέχεια εμφανίζεται σαν σχέδιο 20 σημείων) που αρχικά παρουσίασε για συζήτηση στις δύο πλευρές και σε έναν μικρό αριθμό χωρών (αραβικών και ευρωπαϊκών) προτείνει ότι: ο πληθυσμός της Γάζας θα πρέπει να «από-ριζοσπαστικοποιηθεί»· η Γάζα θα διοικείται από μια προσωρινή μεταβατική κυβέρνηση Παλαιστινίων τεχνοκρατών· η πραγματική εξουσία θα βρίσκεται σε ένα διεθνές όργανο που θα συσταθεί από τις ΗΠΑ μαζί με Άραβες και Ευρωπαίους εταίρους (ο Τόνι Μπλερ συζητιέται ως επικεφαλής αυτού του οργάνου)· η Παλαιστινιακή Αρχή πρέπει να περάσει από ένα «μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα» και θα μπορεί να αναλάβει τον έλεγχο των παλαιστινιακών εδαφών μόλις αυτό το πρόγραμμα ολοκληρωθεί· η Χαμάς θα αφοπλιστεί και δεν θα έχει κανέναν ρόλο στη διακυβέρνηση της Γάζας· εγγυήσεις ασφαλείας θα παρέχονται από τους περιφερειακούς εταίρους· η «σταθερότητα» θα εγγυάται από ένα διεθνές στρατιωτικό σώμα · και εάν όλες αυτές, μεταξύ άλλων, προϋποθέσεις πληρούνται, τότε «μπορεί (σ.σ.: μπορεί!) να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μια αξιόπιστη διαδρομή προς την παλαιστινιακή κρατική οντότητα».

Υπάρχουν δεκάδες λόγοι για τους οποίους αυτό το σχέδιο μπορεί να μην εφαρμοστεί ποτέ. Αλλά εάν ποτέ εφαρμοστεί, είναι σαφές ότι αυτό το κράτος δεν θα έχει καμία πραγματική ανεξαρτησία. Θα διοικείται από μια ξένη κυβέρνηση και από ξένους στρατούς. Δεν θα σημαίνει τη λύση του παλαιστινιακού εθνικού προβλήματος· θα αλλάξει μόνο η μορφή του.

Μέρος ΙΙ.

Το αντιπολεμικό κίνημα και η συνείδηση

Τα μαζικά κινήματα που ξέσπασαν ενάντια στη γενοκτονία αιφνιδίασαν τις άρχουσες τάξεις στις ιμπεριαλιστικές χώρες, δεδομένης της μαζικής κρατικής προπαγάνδας υπέρ του Ισραήλ.
Στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες είχαμε μαζικές καταλήψεις πανεπιστημίων στις ΗΠΑ και διαδηλώσεις εκατοντάδων χιλιάδων στην Αυστραλία, στη Βρετανία, την Ιταλία και αλλού. Στις πρώην αποικιακές χώρες, ιδιαίτερα σε χώρες με κυρίως μουσουλμανικούς πληθυσμούς, εκατομμύρια κατέβηκαν στους δρόμους.

Οι άρχουσες τάξεις στις βιομηχανικές χώρες προσπάθησαν να απαγορεύσουν φιλο-παλαιστινιακές διαδηλώσεις, χαρακτηρίζοντάς τις ως εκδηλώσεις «αντισημιτισμού», αλλά αυτό απέτυχε να αποτρέψει την ανάπτυξη των κινημάτων. Χώρες όπως η Γερμανία, που ισχυρίζονται ότι είναι πρότυπα δημοκρατίας, συλλαμβάνανε ανθρώπους ακόμη και μόνο επειδή φορούσαν παλαιστινιακό μαντίλι. Αυτή η πολιτική όμως γύρισε μπούμερανγκ και αποκάλυψε πόσο αντι-δημοκρατικές είναι οι «δημοκρατίες» της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Η κοινή γνώμη στράφηκε έντονα εναντίον των κυβερνήσεών τους, του πολέμου και της γενοκτονίας.

Η τεράστια πλειοψηφία του κόσμου απορρίπτει τη ρητορική του Ισραήλ και της Δύσης. Ακόμη και στις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης και στις ΗΠΑ, η πλειοψηφία στέκεται ενάντια στις κυβερνητικές πολιτικές και στον πόλεμο του Ισραήλ.

Το περιοδικό The Economist, στις 18 Σεπτεμβρίου 2025, συνόψισε την εικόνα ως εξής, χαρακτηρίζοντάς την «εντυπωσιακή και ανησυχητική»:

«Οι δημοσκοπήσεις μας δείχνουν ότι το κλίμα στις ΗΠΑ αλλάζει ραγδαία, όχι μόνο μεταξύ των Δημοκρατικών αλλά και των Ρεπουμπλικάνων. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση από τους YouGov και Economist δείχνει ότι το 43% των Αμερικανών πιστεύει ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία στη Γάζα. Τα τελευταία τρία χρόνια, οι αρνητικές απόψεις για το Ισραήλ μεταξύ των Δημοκρατικών άνω των 50 αυξήθηκαν κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες. Μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων κάτω των 50, η υποστήριξη είναι μοιρασμένη, σε σύγκριση με 63% υπέρ του Ισραήλ το 2022. Αν αυτή η απώλεια λαϊκής υποστήριξης στις ΗΠΑ συνεχιστεί, θα είναι καταστροφική για μια μικρή χώρα 10 εκατομμυρίων σε μια εχθρική γειτονιά. Αυτή τη στιγμή, η Αμερική είναι το μόνο που στέκεται ανάμεσα στο Ισραήλ και το καθεστώς παρία. Οι αισιόδοξοι θα πουν ότι όλα αυτά είναι κινδυνολογία. Εμείς πιστεύουμε ότι αυτή η άποψη είναι επικίνδυνα εφησυχαστική». [Οι εμφάσεις δικές μας.]

Ο πόλεμος στη Γάζα έχει σημαντικό αντίκτυπο στη συνείδηση των λαϊκών στρωμάτων διεθνώς. Υπενθυμίζει σε εκατομμύρια, τη στάση των παλιών αποικιοκρατικών δυνάμεων στις αποικίες τους στο παρελθόν. Θυμίζει το Απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική. Ξεσκεπάζει την ισραηλινή άρχουσα τάξη σε βαθμό που δεν έχει γίνει εδώ και δεκαετίες. Ξεσκεπάζει τους Δυτικούς ιμπεριαλιστές για την αδιαφορία τους απέναντι στη σφαγή, συνεχίζοντας τις οικονομικές και στρατιωτικές σχέσεις και το εμπόριο με το Ισραήλ, καθώς και για την καταστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων στο όνομα της πάλης κατά του «αντισημιτισμού». Αποκαλύπτει τα δύο μέτρα και σταθμά σε σχέση με τη στάση τους απέναντι στον πόλεμο ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία. Η Παλαιστίνη είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που διαμορφώνουν τη συνείδηση μιας νέας γενιάς σήμερα.

Αυτό είναι κάτι που θα αντικατοπτριστεί (ως ένας επιπλέον παράγοντας, μαζί με πολλούς άλλους, όπως η ανισότητα και η φτώχεια) στο πολιτικό πεδίο, αργά ή γρήγορα. Σε ορισμένες περιπτώσεις το βλέπουμε ήδη, για παράδειγμα στη Βρετανία και στις ΗΠΑ. Το νέο κόμμα «Your Party» του Κόρμπιν και της Σουλτάνα στη Βρετανία (αν τελικά καταφέρει να ξεπεράσει τις δυσκολίες του) συνδέεται άμεσα με τη στήριξή τους στην παλαιστινιακή υπόθεση. Η άνοδος της DSA (Δημοκρατικοί Σοσιαλιστές Αμερικής) σε σχεδόν 100,00 μέλη και το νέο κύμα υποστήριξης στον Μπέρνι Σάντερς στις ΗΠΑ σχετίζονται επίσης με τις θέσεις τους υπέρ των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων. Το λέμε αυτό έχοντας πλήρη επίγνωση των σοβαρών πολιτικών ελλειμμάτων που έχουν τόσο το «Your Party» στη Βρετανία όσο και η DSA και ο Σάντερς στις ΗΠΑ.

Πολλοί ακτιβιστές του φιλο-παλαιστινιακού κινήματος δυσκολεύονται να κατανοήσουν γιατί και πώς, παρά τη μεγάλη πίεση του κινήματος διεθνώς, το Ισραήλ συνεχίζει την εθνοκάθαρση και η Δύση συνεχίζει να κάνει τα στραβά μάτια. Η απάντηση είναι ότι ο πόλεμος δεν μπορεί να σταματήσει μόνο με διαδηλώσεις. Δεν μπορεί να σταματήσει με πρωτοβουλίες όπως η «Πορεία προς τη Γάζα» ή η «Παγκόσμια Φλοτίλλα», που στοχεύουν στο να σπάσουν τον αποκλεισμό της Γάζας. Αυτές είναι σημαντικές κινήσεις, αλλά κυρίως συμβολικού χαρακτήρα. Διότι δεν είναι δυνατό να σπάσει ο αποκλεισμός (πόσο μάλλον να σταματήσει ο πόλεμος) που επιβάλλει μια πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή, με ειρηνικά μέσα και κοινωνική πίεση.

Μόνο η μαζική απεργιακή δράση μπορεί να τερματίσει έναν πόλεμο! Αυτό ισχύει γενικά για έναν πόλεμο, αλλά και ειδικά για τον τωρινό στη Γάζα. Αυτό ακριβώς λείπει από την παρούσα συγκυρία.

Μερικές επιτυχημένες απεργίες λιμενεργατών στη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία την Ελλάδα και αλλού μπλόκαραν πλοία που μετέφεραν πυρομαχικά και όπλα στο Ισραήλ. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αλλά είναι μακριά από το επαρκές. Απαιτείται πλήρης μποϊκοτάζ, ιδιαίτερα σε όπλα και πυρομαχικά, σε κάθε μεγάλο λιμάνι· μαζικές απεργίες ολόκληρων κλάδων, συμπεριλαμβανομένων και γενικών απεργιών, ενάντια στη γενοκτονία.

Γι’ αυτό οι γενικές απεργίες των Ιταλών εργατών στις 19 και 21 Σεπτεμβρίου έχουν ιδιαίτερη σημασία, όπως και το κάλεσμα των Ιταλών λιμενεργατών προς συναδέλφους άλλων ευρωπαϊκών χωρών να συναντηθούν για να συντονίσουν τις προσπάθειές τους.  Αυτά ακολουθήθηκαν από τη γενική απεργία στις 3 Οκτώβρη που κατέβασε στο δρόμο εκατοντάδες χιλιάδες σε πολλές πόλεις, συνολικά πάνω από 1,000,000 εργαζόμενους και νεολαία σε παν-ιταλική βάση. Ήταν η πιο μεγάλη κινητοποίηση στην Ιταλία εδώ και 20 χρόνια.

Φυσικά θα ήταν αφέλεια να περιμένει κανείς από τις σημερινές ηγεσίες των συνδικάτων διεθνώς να οργανώσουν γενικές απεργίες ενάντια στη γενοκτονία. Στην εποχή μας, οι ηγεσίες των συνδικάτων ακολουθούν πιστά και υπάκουα τους καπιταλιστές και τους πολιτικούς τους εκπροσώπους. Αλλά η πίεση πρέπει να συνεχιστεί και κάτω από κάποιες συνθήκες μπορεί να φέρει αποτελέσματα. Κλαδικές απεργίες, όπως των λιμενεργατών ή των εργαζομένων στις μεταφορές, είναι βέβαια εφικτές και χρειάζεται να επιδιωχθούν αποφασιστικά.

Αυτή η αδράνεια των επίσημων συνδικάτων συνδέεται ασφαλώς με τα τεράστια πολιτικά ελλείμματα και προβλήματα της Αριστεράς διεθνώς. Η ρεφορμιστική αλλά και η αντικαπιταλιστική και επαναστατική Αριστερά –για να μην αναφέρουμε φυσικά τους πρώην ρεφορμιστές που υποτάχθηκαν πλήρως στην άρχουσα τάξη παρότι προσπαθούν να εμφανιστούν με «προοδευτικό» προσωπείο– αντιμετωπίζουν μια τεράστια κρίση διεθνώς. Η ηγεσίες της Αριστεράς είναι ανίκανες να προσφέρουν οποιαδήποτε διέξοδο, κι αυτό αντανακλάται, μεταξύ άλλων, και στην υποταγή των συνδικάτων στις πιέσεις της άρχουσας τάξης.

Ωστόσο, οι εξελίξεις γύρω από την Παλαιστίνη ριζοσπαστικοποιούν μαζικά τον κόσμο. Και με αυτόν τον τρόπο δημιουργούν πιο ευνοϊκές συνθήκες για την ενίσχυση των Μαρξιστικών ιδεών ή, τουλάχιστον, της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς (ένας πιο πλατύς όρος που περιγράφει ριζοσπαστικά αριστερά ρεύματα, αλλά όχι κατ’ ανάγκη επαναστατικά) κατ’ αρχήν. Αυτό μπορεί  να προετοιμάσει το έδαφος για την ανάδυση ισχυρών επαναστατικών ρευμάτων σε μια επόμενη φάση.

Το κίνημα μέσα στο Ισραήλ

Τα τελευταία δύο χρόνια έχουμε δει μια σταδιακή ενίσχυση του αντιπολεμικού κλίματος και μέσα στο Ισραήλ.

Αρχικά ήταν οι Εβραίοι της διασποράς που άρχισαν να κινητοποιούνται ενάντια στη σφαγή αθώων Παλαιστινίων. Μια από τις πιο γνωστές διαμαρτυρίες έγινε στις ΗΠΑ, όπου διαδήλωσαν χιλιάδες, πολλοί κατέλαβαν το Καπιτώλιο και εκατοντάδες συνελήφθησαν. Στο εσωτερικό του Ισραήλ, η επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023 έπαιξε αρχικά τον ρόλο της συσπείρωσης του πληθυσμού γύρω από την κυβέρνηση Νετανιάχου, όπως ήταν αναμενόμενο, αλλά σταδιακά άρχισε να οικοδομείται το αντιπολεμικό κίνημα. Ο αριθμός των αντιρρησιών συνείδησης αυξανόταν και γινόταν όλο και πιο εμφανής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ οι διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο προσελκύανε όλο και περισσότερο κόσμο. Αυτές κορυφώθηκαν τους τελευταίους μήνες.

Στο δεύτερο μισό του Ιούλη, όταν διαπιστώθηκε ότι ο παλαιστινιακός λαός αντιμετώπιζε λιμό ενώ ταυτόχρονα ήταν ήδη γνωστά τα σχέδια διωγμού των Παλαιστινίων και μετατροπής της Γάζας σε ριβιέρα, άρχισαν να εμφανίζονται ρήγματα στην ισραηλινή άρχουσα τάξη, καθώς πολλές σημαντικές προσωπικότητες στο Ισραήλ τάχθηκαν ανοιχτά ενάντια στην κυβέρνησή τους. Σε αυτούς περιλαμβάνονταν ο πρώην γενικός εισαγγελέας και ο πρώην πρόεδρος της Κνεσέτ (κοινοβούλιο), που μαζί με άλλους προχώρησαν στο πρωτοφανές βήμα να καλέσουν τη «διεθνή κοινότητα να επιβάλει σκληρές κυρώσεις στο Ισραήλ» μέχρι να τερματιστεί η φρικτή στρατιωτική του εκστρατεία και να επιβληθεί μόνιμη κατάπαυση του πυρός.

Ο πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ, Εχούντ Όλμερτ, κατηγόρησε τον Νετανιάχου για εγκλήματα πολέμου και για σχέδιο μετατροπής της Γάζας σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, πράγμα το οποίο εξίσωσε με εθνοκάθαρση. Ο Γιαΐρ Γκολάν, ηγέτης του κύριου κόμματος της αντιπολίτευσης, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι σκοτώνει «μωρά για χόμπι». Δεκαεννέα πρώην στρατιωτικοί αρχηγοί ζήτησαν δημόσια τον τερματισμό του πολέμου. Δύο γνωστές ανθρωπιστικές οργανώσεις στο Ισραήλ, η B’Tselem και η PHRI, στις 28 Ιουλίου, παρουσίασαν πολυσέλιδες εκθέσεις όπου υποστήριξαν ότι αυτό που κάνει το Ισραήλ στη Γάζα είναι γενοκτονία, απαιτώντας «άμεση διακοπή αυτού του εγκλήματος».

Αυτές οι διαδικασίες στην κορυφή δεν θα μπορούσε παρά να αντανακλούν διεργασίες μέσα στην κοινωνία. Μια μικρή αλλά πολύ θαρραλέα μειοψηφία αντιρρησιών συνείδησης αρνήθηκε να καταταγεί, παρ’ ότι αντιμετώπιζε ποινές φυλάκισης κατ’ επανάληψη. Ο σκηνοθέτης Μιχαέλ Μπεν Γιαΐρ δημιούργησε το ντοκιμαντέρ «No Other Land», το οποίο κέρδισε Όσκαρ τον Μάρτιο του 2025. Όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι και νέοι συμμετείχαν σε διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις.

Στις 17 Αυγούστου το Ισραήλ συγκλονίστηκε από μια «μέρα διαμαρτυρίας» που σε πολλές περιπτώσεις πήρε τη μορφή γενικής απεργίας. Σύμφωνα με τον Guardian, μόνο στο Τελ Αβίβ υπήρχαν εκατοντάδες χιλιάδες στον δρόμο, ενώ σύμφωνα με το Democracy Now υπήρξαν συνολικά 1.000.000 διαδηλωτές σε εθνικό επίπεδο. Αυτές, σύμφωνα με την ισραηλινή καθημερινή εφημερίδα Haaretz, αποτελούσαν σαφή προειδοποίηση προς τον Νετανιάχου.

Αυτή η εικόνα αντικατοπτρίζεται και στις ένοπλες δυνάμεις. Οι πραγματικοί αριθμοί, βέβαια, δεν ανακοινώνονται από την ισραηλινή κυβέρνηση. Αυτό δεν αφορά μόνο τους αντιρρησίες συνείδησης μεταξύ των νέων στρατεύσιμων που αρνούνται να καταταγούν και αντιμετωπίζουν ποινές φυλάκισης, αλλά και τους εφέδρους. Σύμφωνα με το ισραηλινό περιοδικό 972mag.com«ο ισραηλινός στρατός αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη κρίση άρνησης εδώ και δεκαετίες», με έως και 50% των εφέδρων να αρνούνται να παρουσιαστούν:

«Στην αρχή του πολέμου, ο στρατός δήλωσε ότι είχε επιστρατεύσει περίπου 295.000 εφέδρους επιπλέον των περίπου 100.000 στρατιωτών σε κανονική υπηρεσία. Αν οι αναφορές για 50–60% συμμετοχή στις εφεδρείες είναι ακριβείς, αυτό σημαίνει ότι πάνω από 100.000 άνθρωποι σταμάτησαν να εμφανίζονται για υπηρεσία».

1.000.000 άνθρωποι στους δρόμους, μαζική άρνηση πιθανά μέχρι και 50% των εφέδρων να παρουσιαστούν, και σημαντικές πολιτικές και άλλες προσωπικότητες που εκπροσωπούν τμήμα της άρχουσας τάξης ενάντια στον πόλεμο του Νετανιάχου – όλα αυτά είναι ενδείξεις μιας κοινωνίας σε κρίση εν καιρώ πολέμου. Αυτό δείχνει τις δυνατότητες που υπάρχουν για μια ταξική προσέγγιση στο παλαιστινιακό ζήτημα.

Μέρος ΙΙΙ.

Η ταξική  προσέγγιση

Στην Παλαιστίνη έχουμε εθνική καταπίεση της πιο βάναυσης μορφής, καταστολή δημοκρατικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων, ξεκάθαρες πρακτικές αποικιοκρατίας και έντονες ομοιότητες με το Απαρτχάιντ. Αλλά όπως σε κάθε εθνικό ζήτημα, έτσι και το ζήτημα Ισραήλ-Παλαιστίνης έχει έναν ξεκάθαρο ταξικό χαρακτήρα. Όταν και όπου ένα εθνικό πρόβλημα βασίζεται στην ύπαρξη σοβαρής σύγκρουσης καπιταλιστικών συμφερόντων, ο γενικός κανόνας είναι ότι το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί μέσα στον καπιταλισμό.

Αν ρίξουμε μια γρήγορη ματιά στη ευρύτερη περιοχή (Μέση Ανατολή και Βαλκάνια) θα δούμε πολλά παραδείγματα που πιστοποιούν την ορθότητα αυτής της θέσης. Στη Συρία, οι εθνικές αντιθέσεις (Ισραήλ, Τουρκία, Δρούζοι, Κούρδοι, Αλεβίτες κ.λπ.) μπλοκάρουν τις προσπάθειες για ένα ενιαίο κράτος· η τουρκική άρχουσα τάξη αρνείται να δεχτεί την ύπαρξη κουρδικού κράτους, οπότε το κουρδικό εθνικό ζήτημα παραμένει άλυτο για πάνω από έναν αιώνα· η πάνω από ένα αιώνα σύγκρουση συμφερόντων ανάμεσα στην ελληνική και την τουρκική άρχουσα τάξη παραμένει άλυτη, με τον ανταγωνισμό στην πραγματικότητα να οξύνεται ξαναφέρνοντας στην επιφάνεια τον κίνδυνο στρατιωτικής αντιπαράθεσης κάποια στιγμή στο μέλλον· το Κυπριακό έχει καταλήξει σε αδιέξοδο και η μόνιμη διχοτόμηση είναι το σχεδόν βέβαιο αποτέλεσμα· στα Βαλκάνια, παρά τους πολλούς πολέμους, τα εθνικά ζητήματα συνεχίζουν να παίζουν κεντρικό ρόλο – ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Βόρεια Μακεδονία, ανάμεσα στη Βουλγαρία και τη Β. Μακεδονία, ανάμεσα στην Αλβανία και τη Σερβία κ.λπ. Σε διεθνές επίπεδο, η εικόνα είναι παρόμοια σε όλο τον πλανήτη. Ο κατάλογος είναι στην πραγματικότητα ατελείωτος: Ρωσία και Ουκρανία, Αζερμπαϊτζάν και Αρμενία, Ινδία και Πακιστάν, Ινδία και Κίνα, Κίνα και Ιαπωνία, για να αναφέρουμε μόνο μερικά. Ακόμη και εθνικά προβλήματα που οι άρχουσες τάξεις διακήρυξαν ως λυμένα τις προηγούμενες δεκαετίες, όπως για παράδειγμα στην Ιρλανδία, παραμένουν ζωντανά και μπορούν να οδηγήσουν σε νέες συγκρούσεις στο μέλλον.

Η εμπειρία δεκαετιών, ή και αιώνων σε κάποιες περιπτώσεις, ύπαρξης τέτοιων προβλημάτων πρέπει να καταστήσει σαφές ότι ο καπιταλισμός δεν είναι σε θέση να δώσει λύσεις. Όπως μας επιτρέπει να κατανοήσουμε η Θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης του Τρότσκι, και όπως έχουμε αναπτύξει σε πολυάριθμα άρθρα, μόνο οι εργατικές τάξεις των χωρών που αντιμετωπίζουν σοβαρούς εθνικούς ανταγωνισμούς μπορούν να λύσουν τέτοια προβλήματα, ερχόμενες σε κοινή πάλη ενάντια στον εθνικισμό και ενάντια στις «δικές τους» άρχουσες τάξεις.

Στην περίπτωση Ισραήλ-Παλαιστίνης, η κύρια ευθύνη για την ανάληψη πρωτοβουλίας για ένα πολιτικό πρόγραμμα και για πρακτικά βήματα ταξικής συνεργασίας Ισραηλινών και Παλαιστινίων εργατών, πέφτει κατ’ αρχήν στην εργατική τάξη του έθνους-καταπιεστή, δηλαδή την ισραηλινή εργατική τάξη. Όμως αυτό αποτελεί μια αφαίρεση, μια θεωρητική υπόθεση – στην πράξη αυτή η δυνατότητα συνδέεται με τη συνείδηση της εργατικής τάξης, η οποία καθορίζεται από πλήθος παραγόντων και καίρια από την ηγεσία των εργατικών οργανώσεων. Έτσι, το γεγονός ότι καμία τέτοια πρωτοβουλία δεν έχει αναληφθεί τις τελευταίες δεκαετίες συνδέεται με το ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών, συνδικαλιστικών και άλλων οργανώσεων της ισραηλινής εργατικής τάξης έχουν υποταχθεί στις πιέσεις της άρχουσας τάξης και στη μεγάλη τους πλειοψηφία δρουν ως πράκτορές της.

Έχοντας πει αυτό, χρειάζεται να σημειώσουμε ότι κάτω από κάποιες συνθήκες ένα μαζικό κίνημα από τα κάτω μπορεί να επιταχύνει τα γεγονότα στην κατεύθυνση νέων μαζικών εργατικών οργανώσεων και, ταυτόχρονα, της ενίσχυσης των αντικαπιταλιστικών/Μαρξιστικών δυνάμεων. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι υπάρχει στο Ισραήλ μια μικρή μειοψηφία, όπως το αριστερό κόμμα Hadash και μια σειρά κοινωνικά κινήματα, που παρότι δεν θέτουν το θέμα της επαναστατικής ανατροπής, προβάλλουν την αναγκαιότητα του κοινού αγώνα Ισραηλινών και Παλαιστίνιων εργαζομένων. Πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι σε προηγούμενες δεκαετίες οι δυνάμεις της Αριστεράς ήταν κυρίαρχες στην Παλαιστίνη και τη Μέση Ανατολή – η ιδεολογική και πολιτική σύνδεσή τους όμως με την πρώην Σοβιετική Ένωση (ή την Κίνα) τις εμπόδισε να προσφέρουν διέξοδο και προοπτική, πράγμα που συνέβαλε στην άνοδο του Ισλαμισμού και του Ισλαμικού Φονταμενταλισμού (δείτε ενδεικτικά: internationaliststandpoint.org: Positions of ISp on Palestine, παράγραφο 34)    

Πέρα από τους Ισραηλινούς εργαζόμενους όμως, και οι Παλαιστίνιοι εργαζόμενοι χρειάζεται να επιδιώξουν την μεταξύ τους ταξική συνεργασία – ακριβώς γιατί με αυτό τον τρόπο εξυπηρετούνται τα δικά τους συμφέροντα! Γιατί διαφορετικά, καμία λύση δεν είναι δυνατή. Χρειάζεται να επεκταθούμε λίγο σε αυτό, γιατί αποτελεί ένα ζήτημα διαμάχης μέσα στην Αριστερά.

Οι επαναστάτες σοσιαλιστές/Μαρξιστές έχουν καθήκον να υπερασπίζονται και να στηρίζουν τα δικαιώματα των καταπιεσμένων εθνών – αυτό είναι αυτονόητο και αδιαμφισβήτητο. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να προσφέρουν στήριξη στις ηγεσίες και τις άρχουσες τάξεις τέτοιων καταπιεσμένων εθνών.

Οι Μαρξιστές στηρίζουν ολόψυχα και άνευ όρων στις παλαιστινιακές μάζες. Αλλά δεν έχουν καμία υποχρέωση να στηρίξουν τις ηγεσίες των Παλαιστινιακών οργανώσεων που αυτή τη στιγμή βρίσκονται στη διοίκηση, είτε της Δυτικής Όχθης (Φατάχ) είτε της Γάζας (Χαμάς). Το ίδιο ισχύει και για τον λαό του Ιράν. Το ίδιο για τον λαό της Συρίας κοκ.

Οι ηγεσίες των παλαιστινιακών οργανώσεων, όπως και των Ισραηλινών, δυστυχώς, ποτέ δεν επιχείρησαν να προσεγγίσουν το εθνικό ζήτημα σε ταξική βάση. Αντίθετα, ακολούθησαν πολιτικές και τακτικές που στην πραγματικότητα επέτρεπαν στις σιωνιστικές κυβερνήσεις να συσπειρώσουν γύρω τους τις ισραηλινές μάζες. Οι τρομοκρατικές τακτικές της Φατάχ και άλλων παλαιστινιακών οργανώσεων στο παρελθόν (όπως π.χ. η επίθεση κατά της ισραηλινής ολυμπιακής ομάδας το 1972[1]) έπαιξαν αυτόν τον ρόλο. Το ίδιο και η επίθεση της 7ης Οκτωβρίου υπό την ηγεσία της Χαμάς. Οι ηγεσίες των ισραηλινών εργαζομένων και νεολαίας, όπως και η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση στον Νετανιάχου, χρησιμοποίησαν αυτές τις λανθασμένες μεθόδους των παλαιστινιακών οργανώσεων για να δικαιολογήσουν την υποταγή τους στην ισραηλινή άρχουσα τάξη και στις εθνικιστικές/σιωνιστικές της βλέψεις και πολιτικές.

Χωρίς μαζικές (πολιτικές και συνδικαλιστικές) οργανώσεις που να υιοθετούν μια ταξική προσέγγιση στη λύση του παλαιστινιακού ζητήματος, δεν είναι δυνατόν οι εργατικές μάζες να υιοθετήσουν αυθόρμητα, από μόνες τους, μια τέτοια προσέγγιση. Και αυτό ακριβώς είναι που λείπει και από τις δύο πλευρές των συνόρων αλλά και στην ευρύτερη περιοχή: μαζικές, σοσιαλιστικές, Μαρξιστικές πολιτικές δυνάμεις, αποφασισμένες να παλέψουν για τα κοινά συμφέροντα Ισραηλινών και Παλαιστινίων εργατών, ενάντια στον εθνικισμό και την επιθετικότητα της ισραηλινής άρχουσας τάξης, και για την ανατροπή των καθεστώτων και στις δυο πλευρές των συνόρων. Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, κάτω από κάποιες συνθήκες, η ανάπτυξη μαζικών κινημάτων από τα κάτω μπορεί να επιταχύνει τις εξελίξεις, σε μια διπλή κατεύθυνση: από τη μια για το χτίσιμο μαζικών πολιτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων του εργατικού κινήματος, ανεξάρτητων από την άρχουσα τάξη, κι από την άλλη ενός επαναστατικού-σοσιαλιστικού πόλου.

Αντιπαραθέσεις στην Αριστερά

Αν η ανυπαρξία μιας τέτοιας Αριστεράς ήταν πρόβλημα μόνο στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη, θα μπορούσε εύκολα να ξεπεραστεί – οι διεθνείς διαδικασίες/εξελίξεις αργά ή γρήγορα θα αντανακλώνταν και εκεί. Δυστυχώς, όμως, η κρίση της Αριστεράς είναι ένα διεθνές φαινόμενο. Τα πρώην ρεφορμιστικά κόμματα, των διαφόρων χρωμάτων και αποχρώσεων, έχουν συνθηκολογήσει και υποταχθεί στην άρχουσα τάξη και πλέον ουσιαστικά λειτουργούν στην υπηρεσία του συστήματος. Οι οργανώσεις της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και εκείνες που έχουν αναφορά στον επαναστατικό μαρξισμό είναι εξαιρετικά αδύναμες και, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, με πολύ σοβαρά πολιτικά ελλείμματα/προβλήματα. Έτσι, σαν γενικός κανόνας, δεν υπάρχει κάποιος ισχυρός πόλος της επαναστατικής Αριστεράς που να μπορεί να προβάλει με πειστικό τρόπο διέξοδο στον διαρκή εφιάλτη του Παλαιστινιακού.

Ειδικά στο ζήτημα της Παλαιστίνης υπάρχει μεγάλη και διάχυτη σύγχυση. Στις συζητήσεις μας με άλλα αριστερά ρεύματα την τελευταία περίοδο έχουμε συναντήσει απόψεις όπως οι ακόλουθες:

  • Στην Παλαιστίνη αλλά και τον Λίβανο, τη Συρία, κοκ, έχουμε έναν πόλεμο ανάμεσα στο Ισραήλ και τους Δυτικούς ιμπεριαλιστές από τη μια και τους Άραβες από την άλλη, που αντιμετωπίζουν και παλεύουν ενάντια στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα· επομένως, η θέση μας είναι απλή, είμαστε στο πλευρό των Αράβων ενάντια στους Ισραηλινούς.
  • Είναι αδύνατο να υπάρξει ενότητα μεταξύ του παλαιστινιακού λαού και της ισραηλινής εργατικής τάξης, επειδή η τελευταία είναι μέρος του έθνους-καταπιεστή.
  • Το Δικαίωμα της Αυτοδιάθεσης δεν πρέπει να ισχύει για τον ισραηλινό λαό.
  • Δεν πρέπει να υπάρχει ισραηλινό κράτος, θα πρέπει να υπάρχει μόνο το κράτος της Παλαιστίνης, στο οποίο θα μπορούσαν να ζουν και οι Εβραίοι αν το επιθυμούν.
  • Το Ισραήλ δεν μπορεί να περιγραφεί σαν ταξική κοινωνία, επειδή η εργατική τάξη είναι πλήρως συνδεδεμένη με την ισραηλινή κυρίαρχη τάξη και έχει διαβρωθεί από το σιωνιστικό δηλητήριο.
  • Οι λόγοι για τους οποίους οι Ισραηλινοί βγαίνουν στους δρόμους δεν είναι επειδή σέβονται ή ενδιαφέρονται για τα δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού, αλλά επειδή θέλουν να σώσουν τους ομήρους.
  • Η Χαμάς δεν πρέπει να επικρίνεται για την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, επειδή αντιπροσωπεύει το καταπιεσμένο έθνος.
  • Οι προτάσεις για ένα σοσιαλιστικό μέλλον για το Ισραήλ και την Παλαιστίνη είναι καλές, ανήκουν όμως σε ένα μακρινό μέλλον, γι’ αυτό προς το παρόν πρέπει να υπερασπίζουμε τη νίκη της «παλαιστινιακής αντίστασης».

Η προσέγγιση που αποκαλύπτεται από θέσεις όπως οι παραπάνω, μπορεί να αντικατοπτρίζει τη οργή για τις ακρότητες του Ισραήλ, αλλά αδυνατεί να πιάσει την ουσία του προβλήματος, αδυνατεί να προσφέρει προοπτική.

Είναι εντελώς λανθασμένο να εξισώνουμε όλους τους Άραβες απλώς και μόνο επειδή καταπιέστηκαν από τις αποικιακές δυνάμεις στο παρελθόν και από το Ισραήλ και τους Δυτικούς ιμπεριαλιστές στις δεκαετίες που ακολούθησαν. Όλες οι αραβικές κοινωνίες είναι ταξικές κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένης και της παλαιστινιακής. Αξίζει να σημειωθεί, για παράδειγμα, ότι πάρα πολλοί Παλαιστίνιοι πρόσφυγες που εγκαταλείπουν τις πόλεις και τα χωριά της Γάζας για να ζήσουν σε καταυλισμούς, δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά σκηνές ή φορτηγά για να μεταφέρουν τα υπάρχοντα τους λόγω των αστρονομικών τιμών, πολλών εκατοντάδων δολαρίων – γι’ αυτό πολλές οικογένειες διαφεύγουν πεζή. Με άλλα λόγια κάποιοι κερδίζουν από αυτό το δράμα! Σύμφωνα με δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, η μαύρη αγορά που έχει αναπτυχθεί έχει σαν αποτέλεσμα: «ένα κιλό ζάχαρη κοστίζει τώρα 106 δολάρια, έναντι 89 σεντ πριν από τον πόλεμο· ένα σακί αλεύρι 25 κιλών κοστίζει 305 δολάρια, έναντι 10 δολαρίων· ένα κιλό ντομάτες κοστίζει 30 δολάρια, σε σύγκριση με 59 σεντ…».

Οι ηγέτες/κυβερνήσεις των αραβικών, αλλά και των μη αραβικών μουσουλμανικών χωρών, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο παίζουν αντιδραστικό ρόλο, είτε μέσω της προσκόλλησής τους στις ιμπεριαλιστικές χώρες, είτε μέσω της καθιέρωσης δικτατορικών (και συχνά θρησκευτικών) καθεστώτων, είτε και των δύο. Η διάκριση μεταξύ των τάξεων είναι απολύτως κρίσιμη.

Μέσα στο Ισραήλ

Οι ισραηλινές μάζες ανήκουν βέβαια στο έθνος-καταπιεστή, αλλά το ίδιο ίσχυε και για τις ρωσικές μάζες το 1917, που όμως πραγματοποίησαν μια ιστορική επανάσταση δημιουργώντας αδελφικούς δεσμούς με τους εργάτες (και τους αγρότες) των καταπιεσμένων εθνικοτήτων και εθνών της Ρωσίας και της τσαρικής αυτοκρατορίας. Επίσης, οι Άγγλοι εργάτες του 19ου αιώνα ήταν αναμφίβολα επηρεασμένοι από το «δηλητήριο» της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και από τον ρατσισμό, ιδιαίτερα απέναντι στους Ιρλανδούς εργάτες, αλλά ο Μαρξ και ο Ένγκελς δεν έχασαν ποτέ την πίστη τους στις επαναστατικές τους δυνατότητες (επικρίνοντας ταυτόχρονα τις αρνητικές πτυχές στη συνείδησή τους).

Η άρνηση των επαναστατικών δυνατοτήτων των ισραηλινών εργατών γίνεται ακόμη πιο παράδοξη, όταν έως και ένα εκατομμύριο από αυτούς, σε έναν πληθυσμό λίγο πάνω από 10 εκατομμύρια, είναι έτοιμοι να διαδηλώσουν και να απεργήσουν ενάντια στην πολεμοχαρή κυβέρνησή τους, όπως φάνηκε στις 17 Αυγούστου. Επίσης, όταν έως και το 50% των εφέδρων αρνούνται να καταταγούν!

Πώς μπορούν αυτοί οι παράγοντες να υποτιμούνται; Κάποιος πρέπει να είναι τυφλός για να μην βλέπει τη σημασία αυτών των εξελίξεων, ανεξάρτητα από τους λόγους που αρχικά ώθησαν τις μάζες στους δρόμους (όπως για παράδειγμα το θέμα των ομήρων) και εναντίον της κυβέρνησής τους. Και, βέβαια, δεν έχει υπάρξει ποτέ κανένα κίνημα με καθαρή πολιτική/ταξική συνείδηση στην ιστορία. Υπάρχουν πάντα αντιφατικοί παράγοντες στην συνείδηση και σύγχυση. Με δεδομένη αυτή την αντικειμενική πραγματικότητα, το ζήτημα είναι αν και πώς οι μαρξιστές μπορούν να αξιοποιήσουν και να χτίσουν πάνω σε τέτοια κινήματα.

Πολυάριθμες μαρτυρίες για τον τρόπο ανάπτυξης της συνείδησης των Ισραηλινών εργαζομένων και νεολαίας τα τελευταία δύο χρόνια, που προέρχονται από το εσωτερικό του Ισραήλ, δείχνουν ότι στην αρχική φάση του πολέμου οι μάζες συσπειρώθηκαν γύρω από την κυβέρνηση – αυτό, στην πραγματικότητα, είναι ο κανόνας στις αρχικές φάσεις οποιουδήποτε πολέμου, ανεξάρτητα από τους λόγους που τον πυροδότησαν. Η ατμόσφαιρα άρχισε να αλλάζει όταν συνειδητοποίησαν ότι ο Νετανιάχου ήταν στην πραγματικότητα υπεύθυνος για την μη επίτευξη εκεχειρίας και ότι οι στόχοι του στον πόλεμο δεν ήταν καθόλου αμυντικοί, αλλά επιθετικοί. Και αυτό μετατράπηκε σε ακόμα μεγαλύτερη οργή όταν έγινε επίσημα (από τον ΟΗΕ για παράδειγμα) σαφές ότι οι Παλαστίνιοι λιμοκτονούν, όταν ο ισραηλινός στρατός πυροβολούσε άοπλους Παλαιστίνιους που σχημάτιζαν ουρές για να πάρουν βοήθεια και όταν ξεκίνησε η τελευταία επίθεση στην πόλη της Γάζας (Σεπτέμβρης 2025).

Η οργή που νιώθουν πολλοί ακτιβιστές διεθνώς ενάντια στη γενοκτονία στην Παλαιστίνη τους ωθεί συχνά σε ακραίες θέσεις, όπως η άρνηση του δικαιώματος του Ισραήλ να υπάρχει ως κράτος. Αυτό είναι κατανοητό, αλλά πολιτικά δεν έχει κανένα νόημα και λειτουργεί εντελώς αρνητικά γιατί στην πραγματικότητα υπονομεύει το δικαίωμα των ίδιων των Παλαιστινίων να έχουν το δικό τους κράτος.

Γενιές και γενιές Εβραίων ζουν στο Ισραήλ και κάθε προσπάθεια άρνησης του δικαιώματός τους να έχουν το δικό τους κράτος θα τους ωθήσει να αντισταθούν σαν «μια γροθιά» σε όσους θέλουν να τους στερήσουν αυτό το δικαίωμα· θα τους στείλει απευθείας στην αγκαλιά του πιο ακροδεξιού εθνικιστικού τμήματος της κυρίαρχης τάξης. Η παρέμβαση των Μαρξιστών πρέπει να έχει σαν στόχο να διασπάσει τέτοιου είδους δια-ταξικά μέτωπα, προβάλλοντας, διευρύνοντας και βαθαίνοντας τις αντιθέσεις ανάμεσα στην αστική και την εργατική τάξη.

Με τον ίδιο τρόπο που θα ήταν αφελές (για να μην πούμε εξοργιστικό) να περιμένει κανείς μια λύση της σύγκρουσης αρνούμενος την δυνατότητα του παλαιστινιακού λαού να ασκήσει το Δικαίωμα της Αυτοδιάθεσης του και να έχει το δικό του κράτος, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο θα ήταν εξίσου αφελές να περιμένει κανείς μια λύση αρνούμενος στον εβραϊκό πληθυσμό του Ισραήλ να έχει το δικό του κράτος.

Ποιος θέλει να καταστρέψει το Ισραήλ;

Κάτι τέτοιο, δηλαδή η προσπάθεια να καταστραφεί το σημερινό κράτος του Ισραήλ, είτε κοντοπρόθεσμα είτε μακροπρόθεσμα, από οποιαδήποτε δύναμη ή δυνάμεις, ξεκάθαρα σημαίνει πόλεμο, κατ’ ακρίβεια συνεχείς πολέμους, ανάμεσα στο Ισραήλ και τους αντιπάλους του.

Το ερώτημα που τίθεται είναι, πώς είναι δυνατό να υποστηρίζονται στα σοβαρά τέτοιες απόψεις, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη το γεγονός το Ισραήλ έχει κερδίσει σε όλες τις πολεμικές αναμετρήσεις με τους αντιπάλους του στη Μέση Ανατολή.

Ο τρέχων είναι ο τέταρτος μεγάλος πόλεμος από την ίδρυση του σαν κράτος, από τον οποίο βγαίνει νικητής το Ισραήλ στο στρατιωτικό επίπεδο, με ελάχιστες απώλειες (πολιτικά και διπλωματικά, βέβαια, το Ισραήλ έχει αποδυναμωθεί εξαιρετικά, κι αυτό είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό ζήτημα, όμως αποτελεί διαφορετικό θέμα συζήτησης). Οπότε τι ακριβώς προτείνουν οι υπερασπιστές της θέσης ότι ο Ισραηλινός πληθυσμός δεν δικαιούται να έχει δικό του κράτος; Ατέλειωτους πολέμους, τους οποίους θα πληρώνουν με ποτάμια αίματος ο Παλαιστινιακός και άλλοι Αραβικοί λαοί;

Σ’ ότι αφορά το επιχείρημα ότι «η σοσιαλιστική προοπτική είναι καλή αλλά ανήκει στο μακρινό μέλλον, γι’ αυτό τώρα πρέπει να υποστηρίζουμε την ”παλαιστινιακή αντίσταση”», η απάντηση είναι πως αυτό και αν αποτελεί αυταπάτη. Η «παλαιστινιακή αντίσταση» που στην περίοδο που διανύουμε σημαίνει ουσιαστικά τη Χαμάς, δεν μπορεί να νικήσει, ακριβώς εξαιτίας του πολιτικού της χαρακτήρα και των τακτικών/δράσεών της.

Η ιστορική εμπειρία προσφέρει ένα απλό και πολύτιμο δίδαγμα: το Ισραήλ δεν μπορεί να ηττηθεί με τακτικές ανταρτοπόλεμου ή μέσα από τρομοκρατικές ενέργειες· και δεν μπορεί να ηττηθεί στρατιωτικά από τους Άραβες γείτονές του ή από το Ιράν, γιατί έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ και των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών.

Αν όμως η «παλαιστινιακή αντίσταση» έπαιρνε τη μορφή μαζικών διαμαρτυριών, διαδηλώσεων, απεργιών κοκ, όπως είχε γίνει στην πρώτη ιντιφάντα, με ταξικά καλέσματα συμπαράστασης στην Ισραηλινή και τη διεθνή εργατική τάξη, το πράγμα θα ήταν εντελώς διαφορετικό. Οι ισραηλινές μάζες έχουν στην πραγματικότητα κάθε λόγο να είναι υπέρ της δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους, με την προϋπόθεση βέβαια τα δύο κράτη έχουν ειρηνικές μεταξύ τους σχέσεις και αλληλοσεβασμό, γιατί αυτό θα σήμαινε τον τερματισμό των ατελείωτων πολέμων και του μιλιταρισμού που βιώνουν καθημερινά.  

Η δύναμη των σοσιαλιστικών ιδεών

Ένα κομμάτι της ριζοσπαστικής Αριστεράς δηλώνει πως δεν συμφωνεί μεν με το πρόγραμμα της Χαμάς, όμως είμαστε υποχρεωμένοι να επιλέξουμε ανάμεσα στη Χαμάς από τη μια και το Ισραήλ και τον Δυτικό ιμπεριαλισμό από την άλλη. Γι’ αυτό, σύμφωνα μ’ αυτή τη λογική, πρέπει να επιλέξουμε την υποστήριξη στην Χαμάς.

Πέρα από το γεγονός ότι η Χαμάς δεν μπορεί να νικήσει, όπως αναπτύχθηκε παραπάνω, υπάρχει ακόμα ένας πολύ σημαντικός παράγοντας. Η αντικαπιταλιστική/Μαρξιστική Αριστερά οφείλει να έχει μια διεθνιστική  προοπτική – γιατί ο καπιταλισμός δεν μπορεί να ανατραπεί με επιτυχία και διάρκεια πάνω σε απλά εθνική βάση. Στόχος της αντικαπιταλιστικής-διεθνιστικής Αριστεράς, διεθνώς, θα πρέπει να είναι το να χτίσει δυνάμεις στη Μέση Ανατολή, επιδιώκοντας να συμβάλει στην ενοποίηση των εργατικών κινημάτων ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την εθνική καταπίεση – που στην πράξη σημαίνει πάλη ενάντια στον καπιταλισμό και για μια σοσιαλιστική κοινωνία. Τυχόν υποστήριξη προς τη Χαμάς ανατρέπει κάθε τέτοια δυνατότητα – αποξενώνοντας κατ’ αρχήν την Ισραηλινή εργατική τάξη, αλλά όχι μόνο. Η υποστήριξη προς τη Χαμάς, επομένως, σημαίνει τελικά εγκατάλειψη της διεθνιστικής προοπτικής. Η λογική της προσέγγισης αυτής οδηγεί, αναπόφευκτα, σε απόψεις του είδους «δεν υπάρχει εργατική τάξη στο Ισραήλ», «το Ισραήλ δεν είναι ταξική κοινωνία» κλπ και γι’ αυτό δεν πρέπει να ασχολούμαστε. Τέτοιες προσεγγίσεις είναι εντελώς αδιέξοδες.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, η ταξική προσέγγιση και η σοσιαλιστική προοπτική, όσο απομακρυσμένες κι αν είναι σήμερα, αποτελούν το μόνο τρόπο για να λυθεί το παλαιστινιακό εθνικό πρόβλημα. Οι δυνάμεις που μπορούν να φέρουν σε πέρας αυτό το έργο δεν είναι Ισλαμιστικές (όπως η Χαμάς) ούτε φιλο-καπιταλιστικές (όπως η Φατάχ) – είναι αριστερές, αντικαπιταλιστικές και διεθνιστικές. Δεν υπάρχουν σήμερα σε μαζικό επίπεδο, γι’ αυτό πρέπει να χτιστούν. Μπορούν όμως να χτιστούν μόνο στη βάση καθαρών αποστάσεων και καθαρής κριτικής προς τις ισλαμιστικές δυνάμεις για το πρόγραμμα και τις τακτικές τους όπως και απέναντι στις αστικές δυνάμεις.

Ο θεμελιώδης λόγος για τον οποίο οι Μαρξιστές έχουν το καθήκον να επικρίνουν τις τακτικές που ακολουθεί η Χαμάς είναι ακριβώς αυτός: υπονομεύουν την πιθανότητα δημιουργίας ενότητας σε ταξική βάση μεταξύ των Ισραηλινών και Παλαιστινίων εργαζομένων καθώς και των εργαζομένων στην περιοχή.

Είναι αλήθεια ότι τέτοιες τακτικές, όπως της Χαμάς, είναι αποτέλεσμα της απελπισίας, μετά από δεκαετίες κατοχής και βάρβαρης εθνικής καταπίεσης. Αλλά αυτή η κατανόηση δεν πρέπει να θολώνει την εικόνα για τις πολιτικές επιπτώσεις τέτοιων πολιτικών και πράξεων.

Είναι αδύνατο να χτιστούν μαρξιστικές επαναστατικές οργανώσεις στην περιοχή χωρίς σαφείς θέσεις ενάντια σε τρομοκρατικές ενέργειες και μαζικές δολοφονίες αμάχων.

Ταυτόχρονα, βέβαια, οι μαρξιστές πρέπει να είναι ξεκάθαρα υπέρ του δικαιώματος των παλαιστινιακών μαζών σε ένοπλη αυτοάμυνα και αντίσταση. Αυτό όμως είναι διαφορετικό από την επίθεση και τη δολοφονία αμάχων όπως στις 7/10/23. Την ίδια στιγμή όμως οφείλουμε ένα σημειώσουμε (και να τονίσουμε) ότι ούτε η Χαμάς ούτε η Φατάχ, που κυβερνούν στη Γάζα και την Δ. Όχθη αντίστοιχα, έχουν μια πολιτική εξοπλισμού των παλαιστινιακών μαζών και δημιουργίας λαϊκών πολιτοφυλακών!

Μερικοί στην Αριστερά εγείρουν το επιχείρημα ότι είναι καλύτερο να έχουμε μια μαχητική οργάνωση όπως η Χαμάς σε αντίθεση με την παθητικότητα της Φατάχ στη Δυτική Όχθη. Πρόκειται όμως για μια λανθασμένη σύγκριση. Οι πολιτικές και οι τακτικές της Χαμάς δεν πρέπει να συγκρίνονται με αυτές της (αστικής και διεφθαρμένης) Φατάχ, αλλά με αυτό που θα μπορούσε να επιτευχθεί εάν η Χαμάς δεν ήταν μια ισλαμιστική οργάνωση αλλά μια σοσιαλιστική οργάνωση, που απευθυνόταν καθαρά και με ταξικό τρόπο, στους ισραηλινούς εργάτες για ειρήνη και για ένα σοσιαλιστικό μέλλον προς όφελος και των δύο.

Αγώνας για:

Το πολιτικό πρόγραμμα που προτείνουμε για μια λύση στη σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστίνης έχει αναπτυχθεί εκτενώς και σε προηγούμενα υλικά μας. Συνοπτικά είναι τα ακόλουθα σημεία.

  • Να αντιταχθούμε στον πόλεμο με κάθε δυνατό μέσο. Να οργανώσουμε διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες, μποϊκοτάζ, να χρησιμοποιήσουμε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, να οργανώσουμε δημόσιες συναντήσεις και συλλαλητήρια. Να αποκαλύψουμε τις βάναυσες πολιτικές του Ισραήλ. Να δείξουμε την υποστήριξη μας στις παλαιστινιακές μάζες.
  • Ταυτόχρονα, να έχουμε επίγνωση ότι αυτά δεν αρκούν για να σταματήσει ένας πόλεμος. Αυτό που απαιτείται είναι απεργιακή δράση, σε συγκεκριμένους τομείς αλλά και γενικές απεργίες, σε συνδυασμό, ιδιαίτερα, με την άρνηση των εργαζομένων στις μεταφορές (ναυτικοί, σιδηροδρομικοί, κλπ) να μεταφέρουν υλικά στο Ισραήλ.
  • Να υπερασπιστούμε το δικαίωμα του παλαιστινιακού λαού να αποκτήσει τη δική του πατρίδα – δηλαδή, το «Δικαίωμα της Αυτοδιάθεσης».
  • Να υπερασπιστούμε, ταυτόχρονα, το δικαίωμα του ισραηλινού λαού να έχει το δικό του κράτος.
  • Ισραηλινοί Εβραίοι και Παλαιστίνιοι μπορούν να συμβιώσουν ειρηνικά, είτε σε ένα ενιαίο εργατικό κράτος με πλήρη δικαιώματα για τις μειονότητες, είτε σε μια σοσιαλιστική ομοσπονδία/συνομοσπονδία δύο ξεχωριστών οντοτήτων. Αυτό είναι κάτι που θα αποφασίσουν στο μέλλον οι ίδιοι, Εβραίοι και Παλαιστίνιοι εργαζόμενοι.
  • Υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα των Παλαιστινίων προσφύγων να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
  • Παλεύουμε για την κατάργηση των ισραηλινών εποικισμών, που αριθμούν τώρα 700.000, στα κατεχόμενα εδάφη (κάτι που θεωρείται έγκλημα πολέμου από την Τέταρτη Σύμβαση της Γενεύης).
  • Απευθυνόμαστε στους ισραηλινούς εργάτες και νέους, ζητώντας να πάρουν την πρωτοβουλία να πλησιάσουν τους Παλαιστίνιους εργαζόμενους και νέους στη βάση ενός ταξικού προγράμματος. Απευθυνόμαστε στους Παλαιστίνιους εργαζόμενους και νέους και τους καλούμε να κάνουν το ίδιο σε σχέση με τους Ισραηλινούς εργαζόμενους.
  • Παλεύουμε για να ενθαρρύνουμε περισσότερους Ισραηλινούς πολίτες να αρνηθούν να υπηρετήσουν την υποχρεωτική τους στρατιωτική θητεία. Υπερασπιζόμαστε τους αντιρρησίες συνείδησης και τους εφέδρους που αρνούνται να παρουσιαστούν.
  • Παλεύουμε ενάντια στον αντισημιτισμό όπου και σε όποια μορφή υπάρχει.
  • Καταγγέλλουμε την αηδιαστική υποκρισία της Δύσης και τις προσπάθειές της να καταστείλει το δημοκρατικό δικαίωμα διαμαρτυρίας ενάντια στην επιθετικότητα του Ισραήλ, χαρακτηρίζοντας όλες τις διαμαρτυρίες ως «αντισημιτισμό».
  • Να προωθήσουμε αυτές τις ιδέες στους εργαζόμενους και τη νεολαία σε ολόκληρη την περιοχή της Μέσης Ανατολής, που ήταν, είναι και θα συνεχίσει να είναι σε φλόγες.
  • Να προβάλουμε την προοπτική της σοσιαλιστικής ομοσπονδίας της Μέσης Ανατολής, ως τον μοναδικό δρόμο για ειρήνη και ευημερία στην περιοχή.
  • Να χτίσουμε ισχυρά επαναστατικά-σοσιαλιστικά κόμματα στη Δύση. Αυτό αναπόφευκτα θα έχει αντίκτυπο στο Ισραήλ, την Παλαιστίνη και τη Μέση Ανατολή στο σύνολό της. Και θα επιταχύνει τη δημιουργία παρόμοιων μαζικών επαναστατικών κομμάτων στην περιοχή – παράλληλα με το χτίσιμο ανεξάρτητων μαζικών πολιτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων. Αυτή είναι η απόλυτη προϋπόθεση για μια σοσιαλιστική λύση, στο εθνικό πρόβλημα, στην έλλειψη δημοκρατικών δικαιωμάτων, στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και την καπιταλιστική βαρβαρότητα.

Ακολουθήστε το «Ξ» στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία άρθρα μας.

Μπορείτε επίσης να βρείτε αναρτήσεις, φωτογραφίες, γραφικά, βίντεο και ηχητικά μας σε facebook, twitter, instagram, youtube, spotify.

Ενισχύστε οικονομικά το xekinima.org

διαβάστε επίσης:

7,273ΥποστηρικτέςΚάντε Like
990ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
1,118ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
441ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Επίκαιρες θεματικές

Πρόσφατα άρθρα