Ακόμη ένα πλήγμα δέχτηκε η συμφωνία Ιταλίας – Αλβανίας, που προβλέπει εκτός των άλλων, μεταφορά και εγκατάσταση προσφύγων αιτούντων άσυλο από την Ιταλία σε κλειστά κέντρα στην Αλβανία, που υπογράφηκε πριν ένα χρόνο. Η ακροδεξιά κυβέρνηση της Ιταλίας, ακολουθώντας τα χνάρια του Ρίσι Σούνακ (πρώην πρωθυπουργού της Βρετανίας) είχε υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας με την αλβανική κυβέρνηση ξοδεύοντας 800 εκατομμύρια ευρώ, όχι απλά για να απελάσει, αλλά και να κατασκευάσει κέντρα-φυλακές για τους αιτούντες άσυλο. Η απόπειρα αυτή θυμίζει τις αποτυχημένες βλέψεις του Σούνακ να στέλνει τους πρόσφυγες στη Ρουάντα. Στην περίπτωση της Ιταλίας, ο νόμος προβλέπει ότι στα κέντρα κράτησης της Αλβανίας μπορούν να μεταφερθούν όσοι προέρχονται από μια συγκεκριμένη λίστα «ασφαλών χωρών καταγωγής». Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών των προσφύγων αναμένεται είτε να απελαύνονται πίσω στις χώρες τους, είτε να κρατούνται για αδιευκρίνιστα χρονικά διαστήματα στην Αλβανία.
Το σχέδιο, άρχισε να υλοποιείται τον Οκτώβρη του 2024, με δύο κλειστά κέντρα χωρητικότητας 3.000 ανθρώπων στη βόρεια Αλβανία. Στην πραγματικότητα πρόκειται για φυλακές για ανθρώπους που δεν διέπραξαν κανένα αδίκημα.
Μέχρι στιγμής όμως, οι πρόσφυγες που μεταφέρθηκαν στην Αλβανία είναι μόνο 24 και όλοι τους γύρισαν στην Ιταλία την επόμενη μέρα. Αυτό συνέβη γιατί οι δικαστικές αρχές της Ρώμης δεν ενέκριναν την παραμονή των αιτούντων άσυλο στα κλειστά κέντρα της Αλβανίας και διατάχθηκε η επιστροφή τους. Το δικαστήριο της Ρώμης έκρινε παράνομη τη μεταφορά αιτούντων άσυλο, γιατί πρώτον δεν μπορεί να εφαρμοστεί το δόγμα της «ασφαλούς χώρας καταγωγής» καθολικά, αν δεν εξεταστεί η κάθε περίπτωση ξεχωριστά και δεύτερον, θεώρησε ότι οι χώρες προέλευσης των προσφύγων που μεταφέρθηκαν στην Αλβανία δεν είναι πραγματικά ασφαλείς, αφού έχουν γίνει καταγγελίες για διώξεις και βασανιστήρια.
Η δικαστική απόφαση έχει εξοργίσει την κυβέρνηση και τους κάθε λογής ακροδεξιούς, οι οποίοι συκοφαντούν τους δικαστές, ενώ η κυβέρνηση τους αποκαλεί «κομμουνιστές» και «εθνοπροδότες».
Το σχέδιο της ιταλικής κυβέρνησης (σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) εξελίσσεται σε φιάσκο, ενώ σε πρόσφατη δημοσκόπηση το 55% των Ιταλών δεν το επιθυμεί. Αποδεικνύεται επίσης ιδιαίτερα κοστοβόρο για το ιταλικό κράτος, την ίδια στιγμή που γίνονται περικοπές στην εκπαίδευση την υγεία και την κοινωνική ασφάλιση.
Τα κινήματα και η Αριστερά πρέπει να εμποδίσουν τέτοιου είδους βλέψεις και να γίνουν η ασπίδα προστασίας των προσφύγων, που αν επιζήσουν από τις επικίνδυνες διαδρομές στις οποίες τους σπρώχνουν οι πολιτικές της ΕΕ, ταλαιπωρούνται αφάνταστα και γίνονται εργαλεία προπαγάνδας και εντυπώσεων από την κάθε ακροδεξιά κυβέρνηση.